ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ

Ἰστοσελίδα τοῦ Κέντρου Ἁγιολογικῶν Μελετῶν "Ὅσιος Συμεών ὁ Μεταφραστής". Ὑπεύθυνος: Ἀντ.Μάρκου, Καθηγητής Ἁγιολογίας

Κυριακή, 3 Ιουλίου 2011

 ΑΓΙΟΣ  ΜΑΤΘΑΙΟΣ  Ο  ΝΕΟΣ  ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ,
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ  ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (+  1950) 

 Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου
Ἀνάρτησις β', βελτιωμένη  καί  ἐπηυξημένη.

Σημείωσις: Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ εἶναι ἀποκλειστικῶς ἁγιολογικοῦ ἐνδιαφέροντος. Γιά τόν λόγο αὐτό οἱ ἱστορικές παράμετροι τοῦ Βίου τοῦ μακαρίου Πατρός Ματθαίου ἀναφέρονται ἐν συντομίᾳ, διότι περιλαμβάνονται σέ ἰδιαίτερες ἐργασίες οἱ ὁποῖες βρίσκονται σέ ἐξέλιξη καί σύν Θεῶ θά δημοσιευθοῦν μελλοντικῶς. Τό  κείμενο  ἀποτελεῖ  ἕνα  πρῶτο  σχεδίασμα  τοῦ  Βίου  τοῦ  ἁγ. Ματθαίου.    Ἐπίσης, τό κεφάλαιο τῶν σημείων καί θαυμάτων τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου ἔχει ἤδη ἐκδοθεῖ καί κυκλοφορεῖ σέ ἰδιαίτερη τομίδιο.


Ὁ ἀοίδημος Ἀρχιεπίσκοπος Ματθαῖος εἶναι μία τῶν μεγαλυτέρων ἐκκλησιαστικῶν μορφῶν τοῦ 20ου αἰ. Ἀσκητής στήν ἔρημο τοῦ Ἄθωνα, ἀπό τούς πλέον γνωστούς Ἁγιορείτες Πνευματικούς, ἱδρυτικό μέλος τοῦ Ἱεροῦ Συνδέσμου τῶν Ζηλωτῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, κτίτορας Μονῶν καί Μοναστικός Πατέρας, στυλοβάτης τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς Ἱερομόναχος, Ἐπίσκοπος Βρεσθένης (1935 – 1949) καί Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (1949 – 1950), θαυματουργός πρό καί μετά θάνατον, Μυροβλύτης καί Ἰαματικός, Νέος Ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας καί νεοφανής Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας.


Μέρος Πρῶτο:
Περίοδος Πρώτη (1861 – 1886)
Κρήτη - Ἀλεξάνδρεια - Ἱεροσόλυμα
Ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος γεννήθηκε στήν Πανέθυμο Κισσάμου Κρήτης τήν 1η Μαρτίου 1861. Ἦταν γιός τοῦ Ἱερέως Χαραλάμπους Καρπαθάκη καί τῆς Πρεσβυτέρας Κυριακῆς. Δέκατο τέκνο τῆς Ἱερατικῆς οἰκογενείας, κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάσθηκε Γεώργιος. Προερχόταν ἀπό κατά παράδοση Ἱερατική οἰκογένεια. Ὁ πατέρας του ἦταν ὁ 73ος γνωστός Κληρικός τῆς οἰκογενείας του, ὁ πρεσβύτερος ἀδελφός του 74ος καί ὁ ἴδιος 75ος !
Ἤδη ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἐκδήλωσε ζωηρό τό ἐνδιαφέρον γιά τήν πνευματική ζωή. Ἔστι, ὅταν σέ ἡλικία 12 ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα, ἡ Πρεσβυτέρα μητέρα του καί ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του Κωνσταντῖνος (ὁ ὁποῖος εἶχε ἤδη ἱερωθεῖ), κάμφηκαν μπροστά στήν ἐπιμονή του καί τόν ὁδήγησαν στήν Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων.
Μονή Χρυσοπηγῆς (ἄλλως Μονή τοῦ Χαρτοφύλακος), ἱδρύθηκε κατά τήν Βενετοκρατία ἀπό τόν Ἰατρό Ἰωάννη Χαρτοφύλακα, ἕναν σπουδαῖο ἄνθρωπο πού πρόσφερε μεγάλες ὑπηρεσίες στόν πλυθησμό κατά τήν ἐπιδημεία πανούκλας τοῦ 1595. Γιά τίς ὑπηρεσίες του αὐτές μάλιστα τιμήθηκε ἀπό τήν Γερουσία τῆς Βενετίας μέ τίτλο εὐγενείας. Ὁ Ἰω. Χαρτοφύλακας συνέταξε καί τό Τυπικό τῆς Μονῆς, τόν τρόπο λειτουργίας της δηλαδή, ὅπου ἀνάμεσα στά ἄλλα προέβλεπε καί τήν διδασκαλία τῶν γραμμάτων μέσα στό μοναστήρι. Ἔτσι στή μονή λειτουργοῦσε σχολεῖο κατά τόν 19ο αἰ. καί ὁ νεαρός Γεώργιος Καρπαθάκης ἀξιοποίησε τήν εὐκαιρία νά μάθει γράμματα.
Ἡ Μονή Χρυσοπηγῆς, ἐρημωμένη ἀπό τούς Γενιτσάρους πρίν τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1830 καί μετά ἄρχισε νά διαδραματίζει σημαντικό ἐκκλησιαστικό ρόλο στήν τοπική Ἐκκλησία καί οἱ Ἡγούμενοί της ἀναδεικνύονταν Ἐπίσκοποι Κυδωνίας, κάποιοι ἀπό αὐτούς μάλιστα εἶναι ἐνταφιασμένοι στόν περίβολό της. (Νικ. Ψιλλάκη, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί Μοναστήρια τῆς Κρήτης», σελ. 130).
Στή Μονή Χρυσοπηγῆς τόν νεαρό Γεώργιο δέχθηκε ὁ Ἡγούμενος ἀρχιμ. Καλλίνικος. Ἀργότερα ὁ Ἡγούμενος, γοητευμένος ἀπό τά προσόντα καί τήν διάθεση τοῦ νεαροῦ, ἔλεγε στόν ἀδελφό του π. Κωνσταντῖνο: «Ποταμός ἀπό πίστι καί εὐσέβεια ξεχειλίζει μέσα ἀπό τά στήθη του. Ὁ ἀδελφός σου, μαθές, ἔχει ἄγρυπνα τά μάτια τῆς ψυχῆς του»!
Ὡς φιλομαθής ὅπου ἦταν ὁ Γεώργιος, μαζί μέ τήν διακονία πού τοῦ ἀνατέθηκε, παρακολούθησε καί τό σχολείο τῆς Μονῆς καί ἡ καθημερινή του τέρψη καί ἐνασχόληση ἦταν ἡ μελέτη τῶν βιβλίων τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν βίων τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι γέννησαν στήν ψυχή του τόν πόθο τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως, ἀλλά καί τοῦ μαρτυρίου ὑπέρ Χριστοῦ! Στή Μονή Χρυσοπηγῆς δέχθηκε καί τήν πρώτη του ἐκκλησιαστική διακονία, τήν εὐχή τοῦ Ἀναγνώστου.
Ὁ τότε Ἐπίσκοπος Κυδωνίας Γαβριήλ (Γρηγοράκης, 1869 – 1880), ἀδελφός καί Ἡγούμενος τῆς Μ. Χρυσοπηγῆς (βλ. Ν. Τωμαδάκη, «Ἐπισκοπή καί Ἐπίσκοποι Κυδωνίας», σελ. 25 - 26), βλέποντας τό ἦθος καί τόν ζῆλο τοῦ νεαροῦ δοκίμου, θέλησε νά τόν κρατήσει κοντά του καί νά τόν προετοιμάσει γιά τήν Ἱερωσύνη, ἀλλά ὁ πόθος τοῦ Γεωργίου γιά ἀνώτερες σπουδές τόν ὁδήγησε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου.
Στήν Τουρκοκρατούμενη Κρήτη ἐκείνης τῆς περιόδου δέν λειτουργοῦσαν Γυμνάσια. Ἔτσι ἡ οἰκογένειά του σκέφθηκε νά τόν στείλει στήν Ἀλεξάνδρεια, τήν «περιλάλητον διά τήν ἄνθησιν τῶν Χριστιανικῶν Γραμμάτων καί τήν ὅλην ἐκκλησιαστικήν Ὀρθόδοξον παράδοσιν» (Πρωθ. Εὐγενίου Τόμπρου, «Ματθαῖος, Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος», 1963, σελ. 16). Ἐκεῖ ἕνας συγγενής τῆς οἰκογενείας Καρπαθάκη, φαρμακοποιός στό ἐπάγγελμα διατηροῦσε φαρμακεῖο.
Ὁ νεαρός Γεώργιος, μέ τήν εὐλογία τοῦ Γέροντός του, ἀναχώρησε γιά τήν Ἀλεξάνδρεια τό 1876. Στή Μονή Χρυσοπηγῆς ἔμεινε ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1872 μέχρι τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1876. Ἀργότερα, ἐνῶ ἦταν ἤδη ἀσκητής στό Ἅγιο Ὄρος καί εἶχε ἱδρύσει τίς μονές του στήν Κερατέα τῆς Ἀττικῆς, συνήθιζε νά λέει ὅτι μονή τῆς μετανοίας του ἦταν ἡ Χρυσοπηγή (τήν ὁποία ἐπισκέφθηκε γιά τελευταῖα φορά τό 1920).
Στήν Ἀλεξάνδρεια ὁ Γεώργιος ἔμεινε ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1876 μέχρι τόν Μάρτιο τοῦ 1880, ὁπότε καί τελείωσε τίς Γυμνασιακές του σπουδές. Ὅταν παρατήρησε ὅτι εὐσεβεῖς Χριστιανοί τῆς ἐκεῖ Ἑλληνικῆς παροικίας, συνήθιζαν νά πηγαίνουν στήν Παλαιστίνη, γιά νά προσκυνήσουν στούς Ἁγίους Τόπους, ἰδίως κατά τήν περίοδο τοῦ Πάσχα, πρίν τό Πάσχα τοῦ ἔτους 1880 ἐντάχθηκε σέ μία ὁμάδα προσκυνητῶν καί πῆγε στήν Ἁγία Γῆ. «Παραμοναί τοῦ σωτηρίου Πάσχα 1880 - γράφει ὁ Πρωθ. Εὐγένιος - ὁ Γεώργιος ὥδευεν μετ’ἄλλων πολλῶν προσκυνητῶν εἰς τήν πόλιν τῆς Σιών. Ἐνθέως τό πνεῦμα αὐτοῦ ἐφέρετο ἀκάθεκτον πρός τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐνῶ ἐβάδιζεν ἐπί τοῦ ἁγιωνύμου χώρου ἔνθα πόδες ἔστησαν Κυρίου. Προσκυνήσας μετ’ ἄκρας εὐλαβείας καί βαθείας συγκινήσεως ὅλα, διαδοχικῶς, τά σεπτά σκηνώματα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Μητρός Αὐτοῦ, Ἀειπαρθένου Μαρίας καί πάντων τῶν σύν Χριστῶ ἀθανάτως διαλαμψάντων Ἁγίων, Ὁσίων καί Πατέρων, προσῆλθεν εἰς τό Πατριαρχεῖον, ἵνα καθυποβάλη σεβάσματα καί ἐκζητήση τάς θεοπειθεῖς εὐχάς τοῦ Μακαριωτάτου τότε Πατριάρχου Ἱεροθέου» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 17).
Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἱερόθεος (1875 – + 1882, Σαμιακῆς καταγωγῆς, ἀδελφός τῆς Ἱ.Μ. Τιμίου Σταυροῦ Σάμου), «ἀνήρ εὐλαβέστατος καί πνευματοφόρος, ἀμέσως διεῖδεν εἰς τήν προσομιλίαν τοῦ Γεωργίου, σπινθῆρα τοῦ Πνεύματος καί λάμψιν χάριτος θεοδότου καί παρώτρυνεν αὐτόν νά παραμείνη εἰς τήν Ἁγίαν Πόλιν, συνεχίζων τόν μορφωτικόν καταρτισμόν του εἰς τήν ἀκμάζουσαν τότε μεγάλην τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας Ἐκκλησιαστικήν Σχολήν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 17).
Ἡ περιώνυμος Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἱδρύθηκε τό 1851 ἀπό τόν φιλόμουσο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Κύριλλο Β’ (1845 – 1872) καί ἄρχισε νά λειτουργεῖ τό 1855, μέ πρῶτο Σχολάρχη τόν λόγιο Διονύσιο Κλεόπα (ἔπειτα Καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί Διευθυντή τῆς Ριζαρείου Σχολῆς). Προηγουμένως, ἀπό τό 1788 – 1808 λειτουργοῦσε στά Ἱεροσόλυμα ἡ Πατριαρχική Σχολή, τῆς ὁποίας χρημάτισε Σχολάρχης ὁ διαπρεπής λόγιος Ἰάκωβος ὁ Πάτμιος.
Στή σχολή φοίτησε ἐπί πενταετία (1880 – 1886) καί εἶχε συσπουδαστές τούς μετέπειτα Οἰκουμενιστές καί καινοτόμους Ἱεράρχες Μελέτιο Μεταξάκη (ἐκτός τῶν ἄλλων καί Πατριάρχη ΚΠόλεως) καί Χρυσόστομο Παπαδόπουλο (Καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου καί Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν). Στή Σχολή τοῦ Σταυροῦ ὁ Γεώργιος διδάχθηκε ἐκτός τῶν θεολογικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν μαθημάτων καί πολλές τῶν θύραθεν ἐπιστημῶν, καθώς καί ξένες γλῶσσες. Παράλληλα ἀσχολήθηκε μέ τήν ἁγιογραφία, ἀξιοποιῶντας τό ἔμφυτο ταλέντο του.
Ἀπό τήν Σχολή ἀποφοίτησε τό 1885 καί χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Νικόδημο (1883 – 1890) καί γιά ἕνα ἔτος ἐφημέρευσε στόν Πανάγιο Τάφο.
Ὅμως, «ἠνώχλει αὐτόν τό πολυθόρυβον, πολυάνθρωπον καί ἀκατάστατον Κλήρου καί λαοῦ καί οὐδόλως συνεβιβάζοντο τά ἐκ τούτων βιώματα μέ τόν ὁλοσχερῶς ἀναχωρητικόν, φιλέρημον καί προσευχητικόν χαρακτῆρα του, ἀδημόνως ἐπιποθοῦντα τήν ἡσυχίαν καί τάς κατά μόνας ἐντεύξεις καί προσομιλίας πρός τόν Οὐράνιον Πατέρα. Θιασώτης τῆς ἐρημικῆς ζωῆς, πτερούμενος ἔρωτι θεϊκῶ διά τήν τρισόλβιον μακαριότητα τῆς πλήρους ἀποταγῆς τῶν ἐγκοσμίων καί τῆς ὑποταγῆς εἰς τόν σταυρόν τῆς ἀσκήσεως, ἐτράπη ὅπου τόν κατηύθυνε τό ἄστρον τῆς ἐλπίδος, εἰς τό παμπόθητον – δηλαδή – καί τρίς εὐλογημένον Ὄρος τό Ἅγιον» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 18).


Περίοδος Δεύτερη (1886 – 1926)
Ἡ μοναχική ἀφιέρωσις καί πρώτη ἄσκησις (1886 – 1910)
Φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχίας καί τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως ὁ Ἱεροδιάκονος Γεώργιος, ἀνεχώρησε τήν 30η Ἀπριλίου 1886 μέ τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Νικοδήμου γιά τό Ἅγιο Ὄρος. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε προσκυνηματικῶς τίς ἱστορικές Μονές καί μελέτησε τήν τάξη τους, ἀπογοητευμένος ἀπό τό ἰδιόρυθμο σύστημα πού ἐπικρατοῦσε, ἐπέλεξε τήν σκητιωτικό μοναχικό βίο. Ὑποτάχθηκε στόν ἐνάρετο καί αὐστηρό Γέροντα Νεκτάριο, τῆς Καλύβης τῶν Ἁγίων Πάντων, στή Σκήτη τῆς ἁγ. Ἄννης.
Ὁ μακάριος αὐτός Γέροντας, ἀφοῦ ἐκτίμησε τούς κόπους καί τήν ἄσκηση τοῦ νεαροῦ δοκίμου καί ἀφοῦ ἔλαβε ὑπ’ ὅψη του καί τίς γραπτές συστάσεις τοῦ Πατριάρχου Νικοδήμου, τόν χειροθέτησε Μεγαλόσχημο Μοναχό μέ τό ὄνομα Ματθαῖος, τήν 26η Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους 1886. Ἔκτοτε ὁ Μεγαλόσχημος Ἱεροδιάκονος Ματθαῖος ἐπιδόθηκε μέ μεγαλύτερο ζῆλο στήν ἀσκητική ζωή. «Ὑπό τήν σοφήν καθοδήγησιν καί διακυβέρνησιν τοῦ Γέροντος Νεκταρίου, ὁ Μεγαλόσχημος Διάκονος Ματθαῖος ἀρχίζει τήν ἀσκητικήν του παλαίστραν, ρίπτεται μετά ζήλου εἰς τήν κάμινον τῆς ὑποταγῆς πρός ἐκκοπήν τοῦ θελήματος, ἐκ τῆς ὁποίας θά ἐξέλθη ἀργότερον μέ πυρακτωμένας τάς πνευματικάς του δυνάμεις καί μέ ὁλονέν αὐξανόμενον τόν ζῆλον τῆς πνευματικῆς τελειώσεως» (Μητροπ. Πειραιῶς καί Νήσων Νικολάου, Ὁμιλία ἐνώπιον τοῦ Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τοῦ 1980. «Κήρυξ Γνησίων Ὀρθοδόξων», τ. 1984, σελ. 180).
Εἶναι χαρακτηριστικό ἕνα περιστατικό πού διασώθηκε ἀπό τούς ἀργότερα ὑποτακτικούς του στήν ἔρημο τοῦ Ἄθωνα, σχετικό μέ τήν αὐστηρότητα τοῦ γ. Νεκταρίου, ἀλλά καί τήν αὐταπάρνηση τοῦ δοκίμου Γεωργίου. Ὅταν ἔφυγε ἀπό τήν Κρήτη ὁ νεαρός Γεώργιος, πῆρε μαζί του σάν εὐλογία καί ἐνθύμιο ἀπό τόν Ἱερέα πατέρα του Χαράλαμπο, ἕνα χρυσό ρολόϊ τσέπης. Τό ρολόϊ αὐτό τό εἶχε πάντα πάνω του, σάν σύνδεσμο μέ τήν οἰκογένειά του τήν ὁποία ἀποχωρίστηκε τό 1876. Ὅμως ὁ Μοναχός δέν ἔχει, δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχει δεσμούς μέ τόν κόσμο. Πρίν τήν κουρά του σέ Μεγαλόσχημο ὁ γ. Νεκτάριος τόν κάλεσε καί τόν ὑπέβαλε σέ μία μεγάλη πνευματική δοκιμασία. Τοῦ ζήτησε νά βάλει αὐτό τό ρολόϊ στό μπρούτζινο χουδί (χαβάνι) καί νά τό σπάσει!
«Γέροντα - τοῦ ἀπάντησε ὁ Διάκονος Γεώργιος – εἶναι τό μόνο πού ἔχω ἀπό τόν πατέρα μου».
«Σπᾶστο», τοῦ ζήτησε ἐπιτακτικά ὁ Γέροντας.
«Γέροντα, νά τό πάρετε ἐσεῖς;».
«Σπᾶστο», ἐπανέλαβε ὁ Γέροντας.
Ὁ Διακο-Γεώργιος σκέφθηκε λίγο καί εἶπε: «Νά εἶναι ευλογημένο, Γέροντα». Καί τό ἔσπασε! κόβοντας κάθε δεσμό μέ τόν κόσμο.
«Τώρα εἶσαι ἕτοιμος γιά μοναχός» τοῦ εἶπε ὁ Γέροντας.


Ὁ «Μέγας Πνευματικός»
Μετά ἀπό πάροδο ἑπτά ἐτῶν μοναχικῆς ὑποταγῆς, τήν 26η Ἰουλίου 1893, ὁ Ἱεροδιάκονος Ματθαῖος χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στήν Ἱερά Μονή ὁσ. Γρηγορίου καί στή συνέχεια καί ἐπί πολλά χρόνια κατεστάθη Πνευματικός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας.
Ἀπό τῆς κοιμήσεως τοῦ Γέροντός του μ. Νεκταρίου, ὁ Ἱερομ. Ματθαῖος ἐγκαταστάθηκε σέ Κάθισμα - ἐξάρτημα τῆς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, μέ συνασκητή τόν εὐλαβέστατο μοναχό Λεόντιο, «ὀρτηρόν ἀγωνιστήν καί παλιστήν παντοίας ἐκγρατείας καί ἀρετῆς».
Ὡς Πνευματικός ἔγινε γνωστός σέ ὅλο τό Ὄρος γιά τήν βαθειά πνευματική του ἐμπειρία καί τήν μεγάλη του διάκριση. Οἱ σύγχρονοί του Ἁγιορείτες τόν ὀνόμαζαν «Μέγα Πνευματικό»! Αὐτό προκύπτει καί ἀπό «ἐξ’ ἀντιθέτων» μαρτυρίες, ἀπό μαρτυρίες, δηλαδή, ὄχι Ζηλωτῶν, ἀλλά μνημονευτῶν Ἁγιορειτῶν. Λ.χ. ὁ Ἱερομ. Ἄνθιμος Ἁγιαννανίτης, ὡς Πνευματικό τόν ἐπιγράφει, παρά τήν πικρόχολη παρουσίαση πού τοῦ κάνει, ὡς «πρωτεργάτου τοῦ σχίσματος τῶν Ζηλωτῶν Ματθαιϊκῶν» πού «δέν στέριωσε πουθενά ἐξ αἰτίας τοῦ ἐριστικοῦ του χαρακτῆρα» (Ἱερομ. Ἀνθίμου Ἁγιαννανίτη, «Ἁγία Ἄννα, τό Βῆμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους», 1986, σελ. 77). Ἀπό δέ τόν κορυφαῖο Ἁγιορείτη Μοναχό Ἀθανάσιο Λαυρεώτη (κατά κόμον Σπυρίδωνα Καμπανάο, τόν Ἰατρό) ἀποκλήθηκε «Πρύτανις τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας»!
Ὡς Πνευματικός ὁ Ἱερομόναχος Ματθαῖος ὑπηρέτησε ἐκτός τῆς Μεγίστης Λαύρας καί στίς Μονές Διονυσίου, Σίμωνος Πέτρας καί Κωνσταμονίτου, στή Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, κ.ἄ. περιοχές τοῦ Ἄθωνα.


Ἡ πρώτη ἔξοδος στόν κόσμο (1910 – 1912) - Ἱεραποστολή στήν Πελοπόννησο
Ὑπῆρχε συνήθεια στόν Ἑλλαδικό χῶρο (ἀλλά καί εὑρύτερα) νά καλοῦνται ἀπό μονές ἤ ἐνορίες Ἁγιορείτες Πνευματικοί, γιά τήν στήριξη καί πνευματική κατάρτηση τῶν πιστῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι τό 1910, πιστοί ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἀργολίδας ἀπευθύνθηκαν στήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ζήτησαν τήν ἀποστολή Πνευματικοῦ. Τότε ἡ Κοινότητα στράφηκε στή Σιμωνόπετρα καί ζήτησε τήν ἀποστολή στήν Πελοπόννησο τοῦ ἐκεῖ ἀσκούμενου Ἱερομομάχου Ματθαίου.
Ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔφθασε στό Ναύπλιο τήν παραμονή τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων τοῦ ἔτους 1910. Ἀμέσως τέλεσε στήν Ἁγία Μονή (Μονή Ζωοδ. Πηγῆς Πρόνοιας) ὁλονύκτιο ἀγρυπνία κατά τό Ἁγιορείτικο Τυπικό. Ὅσοι συμμετεῖχαν ἀμέσως κατάλαβαν, ὅτι μία νέα σελίδα ἄνοιγε στήν πνευματική ζωή τῆς περιοχῆς. Ἡ φήμη τοῦ νέου Πνευματικοῦ ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος διαδόθηκε ἀστραπιαία στήν Ἀργολίδα. Οἱ ἀγρυπνίες ἔγιναν συχνές, ἡ συμμετοχή τοῦ λαοῦ πολύ μεγάλη, τό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Πατρός πύρινο, καταλυτικό, ἀνορθωτικό τῶν ψυχῶν, ἐλεγκτικό τῶν ἁμαρτανώντων, ἀλλά καί παραμυθιτικό τῶν μετανοούντων.
Μέ κέντρο τήν Ἁγία Μονή τοῦ Ναυπλίου ὁ Ἅγιος Πατήρ περιώδευσε ὅλη τήν Πελοπόννησο, μέχρι Λακωνίας καί Σπάρτης. Τότε γνωρίστηκε μέ δύο μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες τῆς περιοχῆς καί τῆς ἐποχῆς, οἱ ὁποίες μέσῳ τοῦ προσώπου του συνδέθηκαν ἀργότερα μέ τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος: Τόν ἀρχιμ. Βίκτωρα Μπουλοῦκο καί τήν Ἡγουμένη τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Παντανάσσης Μυστρᾶ Γερόντισσα Παϊσία Γιατρά-κου (+ 1945).
ἀρχιμ. Βίκτωρ Μπουλοῦκος ἦταν Λάκωνας στήν καταγωγή, λόγιος καί ἀξιόλογος κληρικός. Μέχρι τό 1935 μόναζε στήν ἱστορική Μονή Τιμίου Προδρόμου στό Καστρί Κυνουρίας. Εἶχε πολλά πνευματικά ἐνδιαφέροντα καί εἶχε δημιουργήσει κύκλους γιά τήν καλλιέργεια καί διάδοση τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τῆς νοερᾶς προσευχῆς – εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ. Ἀκόμη εἶχε συνδεθεῖ πνευματικά μέ τίς ἀδελφές Παϊσία καί Εὐσεβία Γιατράκου (κόρες τοῦ ἥρωα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 Στρατηγοῦ Γιατράκου), οἱ ὁποῖες ἀπό τό 1888 μόναζαν στήν ἱστορική Μονή Παντανάσσης Μυστρᾶ (πιθανῶς νά ἦταν ὁ Πνευματικός τῆς Μονῆς). Μέσῳ τῶν δύο αὐτῶν ζηλωτριῶν μοναζουσῶν γνώρισε τό 1910 τόν Ἱερομ. Ματθαῖο καί κυριολεκτικῶς γοητεύθηκε ἀπό τήν προσωπικότητά του. Ὅταν τό 1935 - μέ τήν ἐπιστροφή στήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῶν Μητροπολιτῶν Δημητριάδος Γερμανοῦ, πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου - ὁ Ἱερομ. Ματθαῖος χειροτο-νήθηκε Ἐπίσκοπος Βρεσθένης, ὁ π. Βίκτωρ προσχώρησε στή δικαιοδοσία του καί ἐγκατέλειψε τήν μονή του. Ἀρχικά θέλησε νά ἐγκαταβιώσει στό Μυστρᾶ, κοντά στήν ἀγαπητή του ἀδελφότητα τῆς Παντάνασσας, ἀλλά προσέκρουσε στήν Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία. Ἔτσι ἐντάχθηκε στήν νεοσύστατη (1934) ἀνδρική μονή τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου (Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ), τῆς ὁποίας ἀνέλαβε τήν ἡγουμενία. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1941. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἡ μονή ἀριθμοῦσε 70 πατέρες!
Γερόντισσα Παϊσία Γιατράκου ἦταν κόρη τοῦ ἥρωα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 Στρατηγοῦ Γιατράκου καί τῆς εὐλαβεστάτης Πηγῆς (ἔπειτα Γεροντίσσης Παναρέτης), ἡ ὁποία μόνασε τό 1888 στή Μονή Παντανάσσης μαζί μέ τίς δύο κόρες της (ἔπειτα μοναχές Παϊσία καί Εὐσεβία).
Ἐπί τῶν ἡμερῶν τῶν ἀδελφῶν Γιατράκου, ἡ Παντάνασσα καί ὁ Μυστρᾶς γενικότερα τράβηξαν τό ἐνδιαφέρον ἐπιφανῶν ἐκπροσώπων τῶν Γραμμάτων, τῶν Τεχνῶν καί τῆς Πολιτικῆς, Ἑλλήνων καί ξένων, ἀλλά καί ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων (ὁ Γαβριήλ Millet φωτογραφίζει τά μνημεῖα, ἡ S. Dufrenne μελετᾶ τά εἰκονογραφικά προγράμματα, ὁ Μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος διενεργεῖ τήν πρώτη ἀνεπίσημη ἀνασκαφή, ὁ Νίκος Καζαντζάκης φθάνει προσκυνητής, ὁ Φώτης Κόντογλου ἐργάζεται γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν τοιχογραφιῶν, ὁ Ὀρλάνδος συνεχίζει τίς ἀναστηλώσεις πού εἶχε ἀρχίσει ὁ Ἀδαμαντίου τό 1907 - 1910, ὁ Ζησίου δημοσιεύει τίς ἐπιγραφές, οἱ Ν. Βέης, Ἀ. Ξυγγόπουλος, Δ. Ζακυνθινός, Μαρία Σωτηρίου, Ἐμμ. Χατζηδάκης κ.ἄ. μελετοῦν τά μνημεῖα καί γράφουν γι’ αὐτά).
Ἀκόμη, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰ. μέχρι καί τόν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ἐπισκέφθηκαν τήν Παντάνασσα μεγάλες προσωπικότητες τῆς Πολιτικῆς. Τό 1909 ἡ Βασίλισσα Ὄλγα μέ τόν Διάδοχο Κωνσταντῖνο. Ἀργότερα ὁ Βασιλεύς Γεώργιος Β’ μέ τήν Ρουμανίδα σύζυγό του (κατά τόν Νικ. Γεωργιάδη, Πρόεδρο τῆς Πνευματικῆς Ἑστίας Σπάρτης, πρέπει νά ἦταν ἀμέσως μετά τόν θάνατο τοῦ Βασιλέως Ἀλεξάνδρου, διότι ὁ Γεώργιος - ὅπως φαίνεται σέ φωτογραφία τῆς ἐποχῆς – φέρει ἕνα φαρδύ περιβραχιόνιο πένθος). Τό 1928 ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος. Τό 1937 πάλι ὁ Γεώργιος Β’ καί τό 1939 ὁ Διάδοχος Παῦλος μέ τήν Φρειδερίκη. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τήν Παντάνασσα ἐπισκέφθηκε καί ὁ ἐκ τῶν Ἡγετῶν τοῦ Ναζισμοῦ Γκαίμπλς.
Μέχρι τό 1940 ὁ Δῆμος Σπαρτιατῶν συνήθιζε νά παραθέτει τό ἐπίσημο πρός τιμήν τῶν ὑψηλῶν ἐπισκεπτῶν γεῦμα, στή στοά τῆς Παντανάσσης.
Μέ τήν Μονή Παντανάσσης καί τίς ἀδελφές Γιατράκου ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος συνδέθηκε τό 1910, κατά τήν διάρκεια τῆς πρώτης ἱεραποστολικῆς περιοδείας του στήν Πελοπόννησο. Στό Μυστρᾶ, γοητευμένος ἀπό τίς φυσικές καλλονές, τήν ἱστορικότητα τοῦ τόπου, τίς καταπληκτικές Βυζαντινές ἐκκλησίες καί - στό πρόσωπο τῆς γ. Παϊσίας καί τῆς ἀδελφότητας τῆς Παντάνασσας - μέ τό πνευματικό του ἄρωμα καί τήν διαχρονική του ἀκτινοβολία, σκέφθηκε νά ἱδρύσει γυναικεία μονή, μέ κέντρο τόν ναό τοῦ ἁγ. Νικολάου. Ἡ ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς προσέκρουσε στήν ἀρχαιολογική σημασία τοῦ χώρου (τό 1922 ὁ Μυστρᾶς ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα ἀρχαιολογικός χῶρος).
Τό πλέον σημαντικό γεγονός τῆς ἡγουμενίας τῆς γ. Παϊσίας ἦταν ἡ μή συμμόρφωση τῆς Μονῆς Παντανάσσης μέ τήν ἡμερολογιακή ἀλλαγή τοῦ 1924. Ἡ πνευματική σχέση καί σύνδεση τῆς ἀδελφότητος μέ τόν Ἱερομ. Ματθαῖο, εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἐμμονή της στήν ἑορτολογική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ Γερόντισσα Παϊσία κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1945, μετά ἀπό ἡγουμενία 50 ἐτῶν! καί ἐνταφιάστηκε στή μονή της.


Ἡ γνωριμία μέ τόν ἅγ. Νεκτάριο ἐπ. Πενταπόλεως – Ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου
Τό 1910 καί ἐνῶ ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος περιώδευε ἱεραποστολικῶς τήν Πελοπόννησο, πληροφορήθηκε γιά τόν αὐτοεξόριστο στήν Ἑλλάδα Μητροπ. Πενταπόλεως Νεκτάριο (τοῦ κλίματος τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας), τότε Διευθυντή τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τοῦ ὁποίου ἡ φήμη τῆς ἁγιότητος ἦταν εὑρύτατα διαδεδομένη. Οἱ δύο ἄνδρες συνδέθηκαν ἔκτοτε μέ πνευματική φιλία, μεταξύ τους δέ ὑπῆρξε καί ἀλληλογραφία. Μάλιστα ὁ ἅγ. Νεκτάριος, ἐκτιμήσας τόν χαρακτῆρα του, τόν χειροθέτησε Ἀρχιμανδρίτη καί τοῦ χάρισε ἕνα ἐπιγονάτιό του (σήμερα φυλάσσεται στό Δεσποτικό τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας).
Ἕνα χαρακτηριστικό τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου εἶναι, ὅτι ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἐφλέγετο ἀπό τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Πίστεώς Του. Τόν μαρτυρικό του ζῆλο ἐξέθρεψε ἀφ’ ἑνός μέν ἡ μελέτη τῶν συναξαρίων τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καί Νεομαρτύρων (ἡ ὁποῖα ἤδη ἀπό τήν παραμονή του στή Μονή Χρυσοπηγῆς ἦταν καθημερινό του ἐντρύφημα), ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ θυσιαστική διάθεση ὑπέρ τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως καί τῆς Ἑλληνικῆς Πατρίδος τῶν ὑποδούλων στούς Τούρκους συμπατριωτῶν του Κρητῶν.
Σέ ἐποχές ἱστορικά κοντινές μέ ἐκείνη τῆς παιδικῆς τοῦ νεαροῦ Γεωργίου, πολλοί Κρητικοί εἶχαν θυσιαστεῖ στό βωμό τῆς μανίας τῶν Ὀθωμανῶν κατά τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως. Ἀμέσως μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, εἶχαν τελειωθεῖ μαρτυρικά στό Ρέθυμνο οἱ Ἅγιοι 4 Νεομάρτυρες Ἀγγελῆς, Γεώργιος, Μανουήλ καί Νικόλαος, πρώην κρυπτοχριστιανοί ἀπό τό χωριό Μέλαμπες Ἀμαρίου (+ 1924, 28η Ὀκτωβρίου). Καί τό 1866, ἐνῶ ὁ Γεώργιος ἦταν στήν τρυφερή ἡλικία τῶν 6 ἐτῶν, τήν Κρήτη συγκλόνισε ἡ μεγάλη Ἐπανάσταση τοῦ 1866, μία σελίδα τῆς ὁποίας ἦταν καί τό φοβερό μαρτύριο τοῦ ἁγ. Νεομάρτυρος Γεωργίου ἀπό τόν Ἀλικιανό Κυδωνίας, μία περιοχή κοντινή στήν ἰδιαιτέρα του πατρίδα καί πολύ κοντινή στή Μονή τῆς Χρυσοπηγῆς.
Ἀργότερα στούς Ἁγίους Τόπους ὁ πόθος του γιά τό μαρτύριο θά γιγαντωθεῖ ἀκόμη περισσότερο. Ἡ Παλαιστίνη, σάν γεωγραφικός καί ἱστορικός χῶρος ἀθλήσεως πολλῶν παλαιῶν καί νέων Μαρτύρων, ἄσκησε στήν ψυχή του ἰσχυρή πνευματική γοητεία. Λ.χ. στή Μονή Τιμίου Προδρόμου Ἱεροσολύμων φυλάσσονταν τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Νεομ. Παναγιώτου τοῦ Πελοποννησίου, ὁ ὁποῖος εἶχε μαρτυρήσει τό 1820 καί ἡ μνήμη τῆς θυσίας του ἦταν σχετικά νωπή.
Ὁ πόθος τοῦ Μαρτυρίου, λοιπόν, κατέκαιε τήν ψυχή τοῦ Ἱερομ. Ματθαίου. Ἔχει μάλιστα ἀποτυπωθεῖ καί γραπτῶς στό ἐξώφυλλο ἑνός βιβλίου πού ἔφερε μαζί του τό 1911 ἀπό τήν Μονή ἁγ. Αἰκατερίνης Σινᾶ (κατά τό δεύτερο προσκύνημά του στούς Ἁγίους Τόπους). «Ἀξίωσέ με, Ἁγία Αἰκατερίνη - γράφει – νά μαρτυρήσω καί γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τό αἷμα μου νά χύσω, τό αἷμα καί τό σῶμα μου ὅμως παραναλώσω».
Τό 1910, ἔτος γνωριμίας του μέ τόν ἅγ. Νεκτάριο Πενταπόλεως, ὁ Ἱερομόναχος Ματθαῖος θέτει τό θέμα τοῦ πόθου του γιά μαρτύριο στήν κρίση τοῦ μεγάλου Ἱεράρχου Νεκταρίου καί ὁ ταπεινός Ἅγιος ἀντί νά ἐκφέρει δική του γνώμη, τόν προτρέπει νά μήν κάνει τίποτα πρίν συμβουλευθεῖ διακριτικούς πατέρες! «Πανοσιολογιώτατε πάτερ Ματθαῖε - γράφει σέ ἐπιστολή του τῆς 8ης Νοεμβρίου 1910– καθῆκον μου θεωρῶν νά δώσω ὑμῖν τήν ἐξῆς συμβουλήν, ὡς πρός τό διαφλέγον τήν καρδίαν σου ζήτημα τοῦ μαρτυρίου. Σᾶς συμβουλεύω, πρίν λάβετε συμβουλάς ἐναρέτων Πατέρων, νά μή μεταβῆτε πρός ἀναζήτησιν μαρτυρίου. Εὔχομαι ὅμως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς, ὑπ’ Οὗ τήν ψυχήν σου τίθεις, νά σέ διαφυλάττη, νά σέ καθοδηγῆ καί διαφωτίζη».
Χαρακτηριστική ἡ ὑψοποιός ταπείνωσις καί τῶν δύο ἁγίων ἀνδρῶν. Ὁ Ἱερομόναχος Ματθαῖος, ἤδη ὥριμος πνευματικά, δέν βασίζεται στή γνώμη του, ἀλλά ταπεινώνεται ἐνώπιον τοῦ μεγάλου ἁγ. Νεκταρίου. Καί ὁ ἐξόριστος Ἱεράρχης Νεκτάριος δέν δίδει γνώμη, ἀλλά παραπέμπει στή γνώμη «ἐναρέτων Πατέρων»!

Δεύτερο Προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους (1911 – 1912)
Τό ἱεραποστολικό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου στήν Πελοπόννησο, διέκοψε ἡ κακή διάθεση κάποιων Ἱερέων τῆς περιοχῆς τοῦ Ναυπλίου, οἱ ὁποῖοι δέν «ἔβλεπαν μέ καλό μάτι» τήν δραστηριοποίηση τοῦ Ἁγίου Πατρός στήν Ἁγία Μονή καί τήν ἀθρόα προσέλευση τοῦ λαοῦ πρός αὐτόν. Ἔτσι, τόν συκοφάντησαν στόν Ἐπίσκοπο Ἀργολίδος καί Κορινθίας Νίκανδρο, ὁ ὁποῖος καί διέταξε τήν ἐπιστροφή του στό Ἅγιο Ὄρος. Ὅμως στήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Πατρός ἡ Ἁγία Μονή εἶχε θέσει τήν σφραγίδα της. Δέν τήν λησμόνησε ποτέ. Ὅταν πλέον βγῆκε στόν κόσμο ὁριστικά (τό 1926), τήν ἐπισκέφθηκε καί πάλι καί θέλησε νά ἱδρύσει ἐκεῖ τήν μονή του, ἀλλά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν ἄλλο, νά ἱδρυθεῖ στήν Κερατέα τῆς Ἀττικῆς. Τίς ἐπισκέψεις του στήν περιοχή ἔμεινε νά θυμίζει τό Μετόχιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου στόν λόφο τῆς Πρόνοιας, ὅπου ἀφιέρωσε δύο εἰκόνες του, μία τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου καί μία τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, τίς ὁποίες ὑπέγραψε ὡς «Ματθαῖος Ἱερομόναχος Ἁγιορείτης 1910».
Πρίν ἐπιστρέψει στόν Ἄθωνα ὁ Ἅγιος Πατήρ, πραγματοποίησε τήν δεύτερη (καί τελευταῖα) προσκυνηματική του ἐπίσκεψη στούς Ἁγίους Τόπους, ἡ ὁποία ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 1911, μέχρι τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1912. Τήν πρώτη φορά εἶχε ἐπισκεφθεῖ τήν Παλαιστίνη μέσῳ Ἀλεξανδρείας τῆς Αἰγύπτου. Τήν φορά αὐτή συμπεριέλαβε στό προσκύνημά του τήν ΚΠολη καί τήν Σμύρνη.
Στήν ΚΠολη, πρίν ἀπό κάθε ἄλλη δραστηριότητα, προσῆλθε στά Πατριαρχεῖα γιά νά πάρει τήν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ Γ’, τόν ὁποῖο εἶχε γνωρίσει ἐξόριστο στό Μυλοπόταμο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τό 1900. Ὁ Ἰωακείμ δέχθηκε μέ πολύ ἀγάπη καί πατρικό ἐνδιαφέρον τόν μεγάλο Ἁγιορείτη Πνευματικό (τοῦ ὁποίου ἡ φήμη πρό πολλοῦ εἶχε ἐξέλθει τοῦ Ἄθωνος) καί τοῦ ἔδωσε εὐλογία νά ἐξομολογεῖ καί νά κηρύττει ἐντός τῶν ὁρίων τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου.
Στή Σμύρνη, «τήν ὡραίαν τῆς Ἰωνίας πρωτεύουσσαν, γνωρίζει ἄνδρα περιφανῆ καί ἐθνοπρεπέστατον, τόν Μητροπολίτην Σμύρνης Χρυσόστομον Καλαφάτην». Κατά τήν διάρκεια τῆς πρώτης ἐξόδου του στόν κόσμο, τό 1911 καί γιά 14 μῆνες, ἐπισκέφθηκε καί πάλι τά Πανάγια Προσκυνήματα τῆς Παλαιστίνης. Κατά τήν ἐκεῖ παραμονή του ἐγκαταστάθηκε στήν ἱστορική Λαύρα τοῦ ἁγ. Σάββα, τῆς ὁποῖας μελέτησε τό Τυπικό, τό ὁποῖο ἀργότερα καθιέρωσε στίς μονές του.
Στό Ἅγιο Ὄρος ἐπέστρεψε τό 1912 καί ἐγκαταβίωσε σέ κελλί τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας (12η Σεπτεμβρίου 1912), ὅπου πρόσθεσε ἄσκηση ἐπί τῆς ἀσκήσεως, προσευχή ἐπί τῆς προσευχῆς, νηστεία ἐπί τῆς νηστείας καί ἀσκλητικούς ἀγώνες ἐπί τῶν ἀγώνων καί κατέστη δοχεῖο τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Γιά τήν ἀρετή του τό 1916 ψηφίσθηκε Προϊστάμενος τοῦ Μετοχίου τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος, μέσῳ τοῦ ὁποίου μεταλαμπάδευσε τό πνευματικό ἰδεῶδες τοῦ Ἁγίου Ὄρους στήν Ἀθήνα. Ὁ πύρινος ζῆλος του καί ὁ χαρισματικός λόγος του σαγήνευσαν ψυχές καί τίς ὁδήγησαν στόν Χριστό. Οἱ ἀγρυπνίες στό μετόχι ἔμειναν ἱστορικές. Τότε δημιουργήθηκε γύρω του μία μικρή συνοδεία φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν - ὅπως τοῦ Σπυρίδωνος Λιγνοῦ (ἔπειτα ὑποτακτικοῦ του στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Β’) - ἀλλά καί γυναικῶν - ὅπως τῆς Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Ἡγουμένης Μαριάμ), τῆς Εἰρήνης Μενδρινοῦ (ἔπειτα ἡγουμένης Εὐφροσύνης), κ. ἄ., οἱ ὁποίες ἀργότερα ἀποτέλεσαν τόν πυρήνα τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας (1927).
Τό ἔτος 1920 καί ἐνῶ ἐφημέρευε στήν Ἀνάληψη τοῦ Παγκρατίου, ἐπισκέφθηκε γιά πρώτη (μετά τήν ἀναχώρησή του τό 1877) καί τελευταῖα φορά τήν ἰδιαιτέρα του πατρίδα Κρήτη. Τότε ἐπισκέφθηκε προσκυνηματικῶς τίς περισσότερες μονές, μέ πρώτη τήν «πνευματική του μητέρα», τήν Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων. Κατά τό προσκύνημά του αὐτό ζωηρή ἐντύπωση τοῦ προκάλεσε τό σπήλαιο τοῦ Ἀζωγυρέ Σελίνου, στό ὁποῖο ἀσκήθηκαν καί τελειώθηκαν ὁσιακά οἱ Ὅσιοι 99 Πατέρες Κρήτης (πλήν τοῦ ὁσ. Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος ἀσκήθηκε καί τελειώθηκε στό σπήλαιο τοῦ Καθολικοῦ, στό Ἀκρωτήρι Χανίων). Ἔκτοτε ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔτρεφε μεγάλη εὐλάβεια στούς Ἁγίους αὐτούς, ὅταν δέ ἵδρυσε τήν ἀνδρική του μονή (τό 1934 στήν Κρόνιζα Κουβαρᾶ Ἀττικῆς), ἤθελε νά τήν οἰκοδομήσει σέ σχῆμα τετραγώνου, μέ πλευρά 99 Χ 99 μέτρων, πρός τιμήν τῶν 99 αὐτῶν Ὁσίων Πατέρων. Ὅμως ἡ μορφολογία τοῦ ἐδάφους δέν ἐπέτρεψε τό ἐγχείρημα καί ἡ μονή οἰκοδομήθηκε μετά τήν κοίμησή του μέ διαστάσεις 70 Χ 70 μέτρα. Πάντως τό πρῶτο Παρεκκλήσιό της (τῶν χειρινῶν Ἀκολουθιῶν τῆς ἀδελφότητος), ἀφιερώθηκε στή μνήμη τῶν Ὁσίων 99 Πατέρων. Στό Παρεκκλήσιο αὐτό βρίσκεται ἀποθησαυρισμένη μεγάλη εἰκόνα τῶν Ἁγίων, ἔργο καί ἀφιέρωμα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου.


Ἡ ἐξορία στή Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης (1922)
Ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος συνδέεται μέ τό πρόσωπο τοῦ Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων Γεωργίου Β’ μέ δύο τουλάχιστον περιστατικά. Τό πρῶτο εἶναι ἡ ἐξορία του ἐπειδή ἔλεγξε τόν ἐκκλησιαστικῶς παράνομο γάμο του μέ τήν Πριγκίπισσα τῆς Ρουμανίας Ἐλισσάβετ καί τό δεύτερο ἡ προφητεία του γιά τό μέλλον τοῦ Γεωργίου ὡς Βασιλέως τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ἦταν ἐξόριστος στό Λονδίνο κατά τήν Γερμανοϊταλική Κατοχή.
Τήν 27η Φεβρουαρίου 1921 τελέστηκαν στήν Ἀθήνα οἱ διπλοί γάμοι τῶν Διαδόχων τῶν Θρόνων Ἑλλάδος καί Ρουμανίας, Πριγκίπων Γεωργίου (ἔπειτα Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων Γεωργίου Β’) καί Καρόλου (ἔπειτα Βασιλέως τῆς Ρουμανίας Καρόλου Β’). Οἱ δύο Πρίγκιπες νυμφεύθηκαν ἀντιστοίχως τίς ἀδελφές τους, ὁ μέν Γεώργιος τήν ἀδελφή τοῦ Καρόλου Πριγκίπισσα Ἐλισσάβετ τῆς Ρουμανίας (1894 – 1956), ὁ δέ Κάρολος τήν ἀδελφή τοῦ Γεωργίου Πριγκίπισσα Ἑλένη τῆς Ἑλλάδος (1896 - 1982).
Ὁ γάμος τοῦ Ἕλληνα Διαδόχου ἦταν παράνομος ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς καί ὁ Ἅγιος Πατέρας ἄσκησε κριτική, τόσο δημόσια, ὅσο καί προσωπική. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Ἐπισκόπου Γαλακτίωνος, ἐπισκέφθηκε τόν Βασιλέα Κωνσταντίνο Α’ καί τοῦ ἐπέστησε τήν προσοχή. «Καί ἐσένα θά διώξουν - τοῦ εἶπε – καί τά παιδιά δέν θά προκόψουν»!
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τό πρῶτο σκέλος τῆς προρρήσεως, μετά τήν Μικρασιατική Καταστροφή, τήν 11η Σεπτεμβρίου 1922 ἐκδηλώθηκε τό Κίνημα τῶν Νικ. Πλαστήρα – Στυλ. Γονατᾶ καί ὁ Βαλιλεύς Κωνσταντῖνος ὑποχρεώθηκε σέ παραίτηση (τήν 27η Σεπτεμβρίου) καί ἐγκατέλειψε τήν Ἑλλάδα. Τόν διαδέχθηκε ὁ Πρίγκιπας Γεώργιος ὡς Βασιλεύς Γεώργιος Β’.
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τό δεύτερο μέρος τῆς προρρήσεως τοῦ Ἁγίου Πατρός, «τά παιδιά δέν πρόκοψαν» καί οἱ γάμοι τους δέν εὐλογήθηκαν. Στή Ρουμανία, τό μόνο θετικό ἀπό τόν γάμο τοῦ Καρόλου καί τῆς Ἑλένης ἦταν ἡ γέννηση τοῦ ἔπειτα Βασιλέως Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τό 1927, σέ ἡλικία 6 ἐτῶν, διαδέχθηκε τόν παππού του Βασιλέα Φερδινάνδο, ἐπειδή ὁ πατέρας του Κάρολος εἶχε ἐρωτευθεῖ μία Ρουμάνα καί εἶχε πάει νά ζήσει μαζί της στό Παρίσι, ἐγκαταλείποντας τήν σύζυγό του Ἑλένη καί παραιτούμενος ἀπό τά διακιώματά του στόν Ρουμανικό Θρόνο!
Στήν Ἑλλάδα ἀπό τόν γάμο τοῦ Γεωργίου Β’ μέ τήν Ἐλισσάβετ δέν γεννήθηκαν παιδιά καί ἡ ἀτεκνία σφράγισε τήν ἀποτυχία τῆς συζυγικῆς τους ζωῆς. Ἡ δεύτερη ἐξορία ἔδωσε στόν Γεώργιο τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει τήν γυναῖκα τῆς ζωῆς του, μία Ἀγγλίδα ἀγνώστων στοιχείων πού ἔμεινε ἐρωμένη του μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Τελικά τόν Ἰούλιο τοῦ 1935, ἕξι μῆνες μετά τήν παλινόρθωση τῆς Μοναρχίας στήν Ἑλλάδα καί τήν ἐπιστροφή τοῦ Γεωργίου, ἡ Βασίλισσα Ἐλισσάβετ κατέθεσε αἴτηση διαζυγίου καί ἡ ἴδια συνδέθηκε μέ ἕναν Ἕλληνα ἐπιχειρηματία!, μέ τόν ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε στή Ρουμανία. Μετά τό τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καί τήν κατάργηση τῆς Μοναρχίας στή Ρουμανία, ἡ τ. Βασίλισσα τῆς Ἑλλάδος ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα της καί τόν ἐραστή της Ἕλληνα ἐπιχειρηματία καί κατέφυγε στή Γαλλία. Ἐκεῖ ἐρωτεύθηκε ἕναν Γάλλο νεαρῆς ἡλικίας, τόν ὁποῖο υἱοθέτησε στά 60 της χρόνια, λίγο πρίν πεθάνει στίς Κάννες, τό 1947! (Ἕξι μῆνες ἀργότερα ἀπεβίωσε καί ὁ Γεώργιος Β’ στήν Ἑλλάδα, ἀπό συγκοπή καρδιᾶς).
Ἡ κριτική κατά τῶν Πριγκιπικῶν Γάμων εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἐξορία τοῦ Ἁγίου Πατρός τό 1922, στήν Ἱερά Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης. Ἀνακτορικοί κύκλοι χρησιμοποίησαν ζηλόφθονους Ἱερεῖς καί διέβαλαν τόν ἀρχιμ. Ματθαῖο στόν τότε Μητροπ. Ἀθηνῶν Θεόκλητο (Μηνόπουλο), ὡς δῆθεν ἀναρχικό! Ὁ μακάριος ὅμως ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, εἶδε καί τήν ἐξορία σάν εὐκαιρία ἱεραποστολικῆς ἐργασίας. Ἔτσι χρησιμοποίησε τήν Μονή Ζερμπίτσας σάν κέντρο τῆς ἱεραποστολῆς του στήν Πελοπόννησο.
Ἡ γειτνίαση τῆς Μονῆς Ζερμπίτσας μέ τήν Μονή Παντανάσσης Μυστρᾶ, ἔδωσε στόν Ἅγιο Πατέρα τήν εὐκαιρία τῆς ἄμεσης ἐπαφῆς μέ τήν ἐκλεκτή ἀδελφότητα τῆς Παντάνασσας καί τίς ἀδελφές μοναχές Γιατράκου, Ἡγουμένη Παϊσία καί Μοναχή Εὐσεβία. Γιά δεύτερη φορά σκέφθηκε νά ἱδρύσει μονή στό Μυστρᾶ, μέ κέντρο τόν Ναό τοῦ ἁγ. Νικολάου, ἀλλά καί πάλι ἐμποδίσθηκε ἀπό τήν ἀρχαιολογική σημασία τοῦ χώρου (τό ἴδιο ἔτος 1922 ὁ Μυστρᾶς ἀνακηρύχθηκε ἀρχαιολογικός χῶρος).
Σχετικό μέ τόν Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο καί τόν Βασιλέα Γεώργιο Β’ εἶναι καί τό ἀκόλουθο περιστατικό, γνωστό σάν «Ἐπεισόδιο Δίελλα». Τό περιστατικό δημοσιοποιήθηκε ἀπό τόν Δημοσιογράφο Παναγιώτη Σιφναῖο, τότε Διευθυντή τοῦ Ἐθνικοῦ Ἱδρύματος Ραδιοφωνίας. Σ’ αὐτό ἐμπλέκονται ὁ Βασιλεύς Γεώργιος Β’, ὁ πρώην Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος καί οἱ πρώην Πρωθυπουργοί Ἐμμ. Τσουδερός καί Σπ. Μαρκεζίνης.
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1946 καί ἐνῶ ὁ Γεώργιος ἦταν στό Λονδίνο, μία νεαρή γυναῖκα περίπου 30 ἐτῶν, ὀνόματι Ἕλλη Δίελλα, ἐπισκέφθηκε τόν Παναγιώτη Σιφναῖο καί τοῦ δήλωσε, ὅτι ἦταν ἀπεσταλμένη μιᾶς προορατικῆς Γερόντισσας, ὀνόματι Δέσποινας. Ἡ γ. Δέσποινα (γιά τήν ὁποία δέν ὑπάρχουν ἐπί τοῦ παρόντος ἄλλα στοιχεῖα), ἐπέμενε πώς εἶχε ἕνα μήνυμα γιά τόν ἐξόριστο Βασιλέα. Ὁ Π. Σιφναῖος πράγματι τήν ἐπισκέφθηκε καί ἀπό τό σπίτι της εἶδε νά βγαίνει ὁ γνωστός βιομήχανος Μποδοσάκης - Ἀθανασιάδης. Τό μήνυμα τῆς Γερόντισσας πρός τόν Γεώργιο (τό ὁποῖο ὁ Σιφναῖος διαβίβασε στό Λονδίνο μέσῳ τοῦ Ραούλ Ρωσέτη), ἦταν τό ἀκόλουθο: «Ἡ Παναγία θέλει νά διαβιβάσεις ἐσύ τό μήνυμα πού θά σοῦ πῶ στόν Βασιλέα. Ὁ Βασιλεύς θά ἐπανέλθει στήν Ἑλλάδα, πρίν ἀποβιβαστεῖ ὅμως στήν Ἀθῆνα, πρέπει ἀπαραίτητα νά περάσει ἀπό τήν Τῆνο καί νά προσκυνήσει τήν Μεγαλόχαρη. Ἄν παραλείψει νά τό κάνει, θά πεθάνει ἕξη μῆνες μετά τήν ἐπιστροφή του»!!!
Ὁ Π. Σιφναῖος ἀφοῦ μετέφερε τό μήνυμα, ἐπισκέφθηκε γιά δεύτερη φορά τήν γ. Δέσποινα στό σπίτι της καί ἐκείνη τοῦ ἔδειξε μία εἰκόνα, δῶρο τοῦ πρώην Πρωθυπουργοῦ Ἐμμ. Τσουδεροῦ. Διερευνόντας ὁ Σιφναῖος τήν ὑπόθεση διαπίστωσε, ὅτι σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Τσουδεροῦ στόν Σπ. Μαρκεζίνη, ὅταν κατά τήν δικτατορία τοῦ Μεταξᾶ καί ἐνῶ ἦταν σέ κατ’ οἶκον περιορισμό στό σπίτι του στήν Ἐκάλη, τόν ἐπισκέφθηκε ἡ γ. Δέσποινα καί τοῦ προφήτευσε, ὅτι «θά γίνει Πρωθυπουργός στό ἐξωτερικό»! Ὁ Πρωθυπουργός τῆς ἀπάντησε, ὅτι προφανῶς ἐννοοῦσε ὅτι θά γίνει Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν, ἀλλά ἐκείνη ἐπέμενε, ὅτι θά γίνει Πρωθυπουργός στό ἐξωτερικό. Ὁ Τσουδερός ἔγινε Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος (μετά ἀπό πρόταση τοῦ Βασιλέως Γεωργίου Β’), τήν 21η Ἀπριλίου 1941, σέ διαδοχή τοῦ Ἀλεξάνδρου Κορυζή, ὁ ὁποῖος εἶχε αὐτοκτονήσει τρεῖς ἡμέρες νωρίτερα. Τήν 23η Ἀπριλίου μετέφερε τήν Κυβέρνησή του στήν Κρήτη καί ἀπό ἐκεῖ (ἕνα μῆνα ἀργότερα) στήν Αἴγυπτο. Στήν πρωθυπουργία ἔμεινε μέχρι τό 1944. Μετά τήν ἀπελευθέρωση ἐπιστρέφοντας στήν Ἐλλάδα, σέ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης πρός τήν γ. Δέσποινα γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας της, τῆς ἔστειλε δῶρο μία εἰκόνα!
Ἐκτός ἀπό τόν Π. Σιφναῖο ἡ γ. Δέσποινα συναντήθηκε γιά τό ἴδιο θέμα καί μέ τόν πρώην Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρύσανθο (τόν ἀπό Τραπεζοῦντος) καί τοῦ ζήτησε ἐπίσης νά μεταφέρει τό μήνυμα στόν ἐξόριστο Βασιλέα. Ὁ Χρύσανθος, ἤδη ἐκθρονισμένος ἀπό τήν περί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό Παπανδρέου ἀρχιερατική ὁμάδα, προτίμησε νά μήν ἀναμιχθεῖ, ἀλλά συνέστησε στόν Σπ. Μαρκεζίνη νά φροντίσει νά μεταβεῖ ἡ ἴδια ἡ Δίελλα στό Λονδίνο καί νά ἐνημερώσει προσωπικά τόν Γεώργιο. Ἡ Δίελλα πράγματι πῆγε στήν Ἀγγλία μέ στρατιωτική ἀεροσκάφος, ἀλλά σύμφωνα μέ τόν Ρ. Ρωσέτη, ὁ Γεώργιος «δέν ἔδωσε σημασία»!
Στή συνέχεια τῆς ἱστορίας ἡ ἐξέλιξις τῶν πραγμάτων ἀπέδειξε, ὅτι ἡ προφητεία τῆς γ. Δέσποινας ἦταν ἀπό Θεοῦ. Ὁ Γεώργιος Β’ ἐπέστρεψε στήν Ἑλλάδα τήν 27η Σεπτεμβρίου 1946, χωρίς νά περάσει ἀπό τήν Τῆνο γιά νά προσκυνήσει τήν Παναγία. Ἀπεβίωσε τήν 1η Ἀπριλίου 1947, τέσσερεις ἡμέρες μετά τήν συμπλήρωση ἕξη μηνῶν ἀπό τήν ἐπιστροφή του, ἐντελῶς αἰφνίδια, ἀπό καρδιακή ἀνακοπή!
Τό περιστατικό αὐτό καταχωρεῖται ἐδῶ, διότι σύμφωνα μέ ἐπιβεβαιωμένη μαρτυρία, ἡ γ. Δέσποινα ἦταν πνευματικό τέκνο τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου καί μετέφερε στόν ἐξόριστο Βασιλέα Γεώργιο Β’ τήν δική του προφητεία γιά τό προσωπικό του μέλλον ὡς Βασιλέως τῆς Ἑλλάδος.


Στό Ἅγιο Ὄρος (1923 – 1926)
Στίς ἀρχές Φεβρουαρίου 1923 μέ Βασιλική χάρι ὁ μακάριος Ματθαῖος ἐπέστρεψε στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι στό Βύρωνα, ὅμως βρῆκε τά πνεύματα ἐχθρικά πρός τήν ἐκεῖ παρουσία του. Ἔτσι ὑποχρεώθηκε νά ἐπιστρέψει στό Ἅγιο Ὄρος, τήν 20η Φεβρουαρίου 1923. Καί στή μονή τῆς μετανοίας του ὅμως, τήν Σιμωνόπετρα, «μετ’ ἐκπλήξεως διακρίνει εἰς τάς μορφάς ἐνίων τῶν ἀδελφῶν, ποίαν τινα δυσπιστίαν. Ἡ κακόβουλος πρόθεσις τῶν ἐν Ἀθήναις διωκτῶν του, εἶχε φροντίσει νά διασπείρη ψεύδη φρικτά εἰς τάς ἀκοάς τῶν Πατέρων. Παρέστησαν τόν Ὅσιον Πατέρα ὡς ἐπιδιώξαντα, δῆθεν, νά μετατρέψη τόν Ναόν τῆς Ἀναλήψεως καί τό Μετόχιον τοῦ Παγκρατίου, εἰς ἰδίαν αὐτοῦ μονήν! Καί τοῦτο διά νά ἐπιτύχουν τήν ἀπομάκρυνσίν του καί ἐκ τῆς μονῆς τῆς μετανοίας του!
Ἀτάραχος, πλήρης αὐτεπιγνώσεως καί ἡρεμίας ὁ Ματθαῖος, δέν δίδει σημασίαν εἰς τήν τεχνηέντως ἐξυφανθεῖσαν σκευωρίαν. Γνωρίζει τήν ἀνθρωπίνην ἀτέλειαν καί τάς μεθοδείας τοῦ Ἀντιχρίστου. Τήν πίστιν του ἄπασαν στηρίζει εἰς τόν ἐνσθενοῦντα αὐτόν Χριστόν καί εἰς τήν Ὑπεραγίαν Αὐτοῦ Μητέρα. Παρελθόντος τοῦ Πάσχα σπεύδει καί ἐρευνᾶ. Ἀνευρίσκει μέρος ἡσύχιον καί ἐρημικόν, κατάλληλον διά νά ἐπιδοθῆ μέ μεγαλυτέραν ἤδη ἀφοσίωσιν καί ζέσιν εἰς τό θεῖον ἔργον εἰς ὅ , θείᾳ βουλήσει, ἐτάχθη διακονητής καί τελεσιουργός» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 35).
Ὁ τόπος τόν ὁποῖο ἐπέλεξε ὁ Ἅγιος Πατήρ ἦταν ἡ Βίγλα, στήν περιφέρεια τῆς Μεγίστης Λαύρας. Ἐκεῖ μέ τόν ὑποτακτικό του (ἔπειτα Ἐπίσκοπο Βρεσθένης Ματθαῖο Β’, + 1963), κτίζει ἕνα κελλί - ἡσυχαστήριο ἀφιερωμένο στόν προστάτη του ἅγ. Μηνᾶ (ναό δέν πρόλαβε νά οἰκοδομήσει, τό ἔκανε ἀργότερα ἡ συνοδεία του).
Κάτω ἀπό τό κελλί ὑπῆρχε ἕνα σπήλαιο. Ἐκεῖ συνήθιζε νά καταφεύγει ὁ μακάριος γιά περισσότερη ἡσυχία καί μόνωση. Προσηύχετο ἀδιαλείπτως, δεμένος μέ ἁλυσίδα ἀπό ἕνα δοκάρι πού εἶχε τοποθετήσει στήν ὀροφή, σέ μία προσπάθεια νά ὑπερνικήσει τήν ἀνάγκη τοῦ ὕπνου! Στό σπήλαιο αὐτό ἀγωνιζόμενος ἔγινε δέκτης πολλῶν ὑπεφυῶν ἀποκαλύψεων καί Ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν.
Τό σπήλαιο εἶχε νοτιοδυτική κατεύθυνση καί τό καλοκαίρι ὁ ἥλιος τό κατέκαιε μέ σφοδρότητα. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Πατήρ ἐκτός ἀπό τίς προσβολές τῶν δαιμόνων, ὑπέφερε καί τόν καύσωνα. Ὅσο γιά τήν συντήρησή του, μέ καλαθάκι ὁ ὑποτακτικός του, τοῦ κατέβαζε καθημερινά λίγο παξιμάδι καί νερό!
Ὁ Ἅγιος Πατήρ ἀνέβαινε ἀπό τό σπήλαιο στό Ἡσυχαστήριο τίς Κυριακές καί τίς ἑορτές γιά νά λειτουργήσει καί πάλι κατέβαινε στήν παλάιστρα τῆς ἀσκήσεώς του, μέ μοναδικό ὑλικό ἐφόδιο ἕνα πρόσφορο τῶν 250 γραμμαρίων (!), ἀλλά ἐνισχυμένος μέ τήν κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων (μαρτυρία τοῦ Ἁγιορείτη ὑποτακτικοῦ του Μοναχοῦ Μηνᾶ). Ὅμως στό ἡσυχαστήριο δέν ὑπῆρχε ναός καί ἔτσι ἦταν ὑποχρεωμένος νά πηγαίνει στό Ἡσυχαστήριο τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου, στήν ἔρημο τοῦ ἁγ. Βασιλείου.
Ἀγωνιζόμενος μ’ αὐτό τόν αὐστηρό καί ἀπαρνητικό τρόπο ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος, ἀξιώθηκε Ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν καί ἀποκαλύψεων. Ἕνα βράδυ, δεμένος ἀπό τό δοκάρι, ἄρχισε νά λέει τούς Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας, ἡ ἀϋπνία ὅμως τόν κατέβαλε. Πολλές φορές τούς ἄρχισε μέ τό «Ἄγγελος πρωτοστάτης», ἀλλά κατέλειξε νά τό ἐπαναλαμβάνει πάλι καί πάλι, χωρίς νά μπορεῖ νά συνεχίσει. Τελικά, μετά ἀπό πολλές προσπάθειες, μία ὑπερκόσμια φωνή ἀκούστηκε νά λέγει τήν κατάληξη τῶν Χαιρετισμῶν, τό «Ὦ Πανύμνητε Μήτερ»! Ὁ Ἄγγελός του τόν εἶχε πληροφορήσει ὅτι τούς εἶχε τελειώσει!
Στό ἀσκητήριο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ὁ μακάριος καί οὐρανοπολίτης Ματθαῖος, ἐκτός τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, ἀσκοῦσε καί τήν ἱερά τέχνη τῆς ἁγιογραφίας. Στήν Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας βρίσκεται ἀποθησαυρισμένη εἰκόνα τῆς ἁγ. Θεοπρομήτορος Ἄννης, στήν ὁποία ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔχει σημειώσει: «Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Ἅγιος Μηνᾶς Βίγλας Μεγίστης Λαύρας, Ματθαῖος Ἱερομόναχος, ἔτει 1924». Ὁμοίως, στό Δεσποτικό τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας, βρίσκεται ὡραιότατη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου, στήν ὁποία ὁ μακάριος ἔχει γράψει: «Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Εἰσόδεια τῆς Θεοτόκου Μεγίστης Λαύρας, Ματθαῖος Ἱερομόναχος, ἔτει 1926».
Κατά τήν ἴδια περίοδο 1923 – 1926 ὑπηρετεῖ σάν Πνευματικός στή Μεγίστη Λαύρα.
Ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔφυγε ὁριστικά τό 1926, μετά τήν ἐπιβολή τῆς Παπικῆς καινοτομίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου (1924), γιά νά στηρίξει τούς ἀγωνιζομένους πιστούς στήν γνησιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν πνευματική ζωή. Ὅμως τό Ἅγιο Ὄρος - ὅπως καί ἡ ἰδιαιτέρα του πατρίδα Κρήτη καί οἱ Ἅγιοι Τόποι - εἶχε σημαδέψει γιά πάντα τήν ψυχή του, ἔτσι καί σάν Ἱερομόναχος - Ἀρχιμανδρίτης, ἀλλά καί σάν Ἐπίσκοπος, ὑπέγραφε πάντα σάν «Κρής Ἁγιορείτης Προσκυνητής».


Περίοδος Τρίτη (1926 – 1935)
Στήν ἡγεσία τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος
Ἡ ἐπιβολή τῆς Παπικῆς καινοτομίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως τό 1924, προκάλεσε - ὅπως ἦταν φυσικό καί ἀναμενόμενο – μεγάλο σκανδαλισμό τῶν πιστῶν Ὀρθοδόξων, τόσο στόν κόσμο, ὅσο καί στό Ἅγιο Ὄρος. Ἤδη ἀμέσως μετά τήν ἀλλαγή, σέ διάστημα δύο ἑβδομάδων, ἱδρύθηκε στήν Ἀθήνα ὁ «Σύλλογος τῶν Ὀρθοδόξων» (δύο χρόνια ἀργότερα μετωνομάσθηκε σέ «Ἑλληνική Θρησκευτική Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν»), μέ σκοπό τόν συντονισμό τῆς ἀντιδράσεως κατά τῆς καινοτομίας, ἀλλά καί τήν λειτουργική καί πνευματική ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν πού ἔμειναν πιστοί στήν ἑορτολογική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἱδρυτής καί πρῶτος Πρόεδρος τοῦ Συλλόγου τῶν Ὀρθοδόξων ἦταν ὁ Ἀνδρέας Βαπορίδης (+ 1976).
Οἱ πρῶτοι Ἱερεῖς τῶν Γ.Ο.Χ. ἦσαν ἐλάχιστοι. Πρόκειται γιά τούς ἐγγάμους Ἱερεῖς Ἰωάννη Φλώρο (+ 1953), Σπυρίδωνα Οἰκονόμου, Νικόλαο Ἀναγνώστου (Μεσορόπη Καβάλας, + 1929), Βασίλειο Σακελλαρόπουλο, Σωτήριο Σουχλέρη, Γεώργιο Μαυρίδη, Ἀνδρέα καί Παρθένιο (ἀγνώστων ἐπωνύμων, οἱ ὁποῖοι δραστηριοποιήθηκαν στήν περιοχή τῆς Δράμας) καί Στέργιο (ἐπίσης ἀγνώστου ἐπωνύμου, ὁ ὁποῖος δραστηριοποιήθηκε στή Νικήτη Χαλκιδικῆς) καί τούς Ἱερομονάχους Ἄνθιμο Βαγιανό (ἔπειτα προσχώρησε στήν καινοτομία, ἵδρυσε τήν Μονή Παναγίας Βοηθείας Χίου καί πρόσφατα ἀνακηρύχθηκε Ἅγιος ἀπό τήν νεοημ. Ἐκκλησία) καί τόν Ἁγιορείτη Ἀρσένιο Σακελλάριο (ἀδελφό τῆς Μονῆς Σιμωνόπετρας, ὁ ὁποῖος δραστηριοποιήθηκε στή Φθιώτιδα, + 1938).
Τό 1926 οἱ Ἁγιορείτες Μοναχοί καί Ἱερομόναχοι πού ἀντιδροῦσαν στήν ἐπιβολή τῆς καινοτομίας, ἵδρυσαν τόν «Ἱερό Σύνδεσμο τῶν Ζηλωτῶν Μοναχῶν». Πρωτεργάτης τῆς ἱδρύσεως ἦταν ὁ Ζηλωτής Μοναχός Ἀρσένιος Κοτέας. Στόν Ἱερό Σύνδεσμο συμμετεῖχαν μεγάλες μορφές τοῦ Ἁγιορείτικου Μοναχισμοῦ, ὅπως ὁ γ. Καλλίνικος ὁ Ἡσυχαστής (+ 1930). Πρόεδρός του ἐξελέγη ὁ Προηγούμενος τῆς Μονῆς Κωσταμονίτου Ἀρχιμ. Γεδεών Παπανικολάου (+ 1969). Τήν Μεγάλη Πέμπτη τοῦ 1926 ὑπέγραψαν τό Καταστατικό τοῦ Συνδέσμου 450 Μοναχοί καί Ἱερομόναχοι. (Ὁ Ἱερός Σύνδεσμος καταργήθηκε τό ἑπόμενο ἔτος 1927, μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πλήν ὅμως συνέχισε νά ὑφίσταται ἄτυπα καί νά ξυπηρετεῖ τόν Ἀγῶνα, σέ συνεργασία μέ τήν Κοινότητα τῶν Γ.Ο.Χ.).
Τοῦ Ἱεροῦ Συνδέσμου ἡγετικό στέλεχος ὑπῆρξε καί ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος. «Μεταβαίνων εἰς τάς διαφόρους Μονάς πρός ἐξομολόγησιν τῶν μοναχῶν – γράφει ὁ ἐπ. Νικόλαος - ἐδίδασκεν αὐτούς καί συνεβούλευε, ἵνα παύσουν τό μνημόσυνον τοῦ Πατριάρχου καί τῶν λοιπῶν ὁμοφρόνων αὐτοῦ, καινοτόμων Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τό γεγονός ὅμως τοῦτο τόν κατάστησεν μισητόν εἰς τούς ἰθύνοντας τῆς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἐνῶ προηγουμένως μετά χαρᾶς τόν προσεκάλουν πρός ἐξομολόγησιν τῶν μοναχῶν, ἔκτοτε βυθισθέντες εἰς τήν πλάνην τῆς καινοτομίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ὄχι μόνον τοῦ ἀπαγορεύουν τά ἐξομολογῆ τούς μοναχούς, ἀλλά καί νά ἐξέρχεται τῆς καλύβης αὐτοῦ» (Μητροπ. Πειραιῶς καί Νήσων Νικολάου, «Ἐπί τῆ 34η ἐπετείῳ ἀπό τῆς ὁσίας κοιμήσεως τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ματθαίου», «Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 253).
Σχετική μέ τά προηγούμενα εἶναι ἡ ὑπ’ ἀριθμ. 610 ἐπιστολή τῶν Ἐπιτρόπων τῆς Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας (τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1926), ἡ ὁποία γράφει τά ἀκόλουθα:
«Ἐπειδή ἡ σεβαστή Ἱερά Κοινότης δι’ ἐπανειλημμένων ἐγκυκλίων καταγγέλει τήν ὑμετέραν Πανοσιολογιότητα, ὡς πρόξενον οὗσαν τῶν ἐν ταῖς Ἱεραῖς Μοναῖς Διονυσίου, Κωνσταμονίτου καί Σίμωνος Πέτρας σκανδάλων, ὡς ἐπεμβαίνουσαν εἰς τά ἐσωτερικά τυπικά αὐτῶν. Διά τοῦτο ἡ Ἱερά ἡμῶν Μονή, πρός ἀποφυγήν σοβαρῶν γεγονότων διά τήν ὑμετέραν Πανοσιολογιότητα, ἐντέλλεται διά τούτου τοῦ ἱεροσφραγίστου ἡμῶν Μοναστηριακοῦ Γράμματος νά μή ἐξέρχηται τῆς Καλύβης αὐτῆς, ἀλλά νά ἐφησυχάζη ἐκεῖ, ἀφήνουσα τά Ἱερᾶς Μονάς νά πολιτεύονται κατά τά τυπικά αὐτῶν, τά ἀνέκαθεν καθεστῶτα καί νά παύση τοῦ λοιποῦ τήν ἐξομολόγησιν ἐπί τοῦ ζητήματος τοῦ μνημοσύνου, μή ἐπενβαίνουσα εἰς τά οἰκογενειακά τῶν Μονῶν, ἀλλά περιοριζομένη εἰς τήν καθαρῶς ἐξομολόγησιν τῶν ἀτομικῶν ἑκάστου τῶν προσερχομένων λογισμῶν» Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 253).
Ὅπως σημειώθηκε στά προηγούμενα, ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος εἶχε δημιουργήσει στήν περιοχή τῆς Ἀττικῆς καί τήν Πελοπόννησο, μεγάλο κύκλο πνευματικῶν τέκνων, ἀπό τήν ἐποχή τῆς πρῶτης ἐξόδου του ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος (τό 1911), τῆς διακονίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Παγκρατίου (1916 – 1922) καί τῆς ἐξορίας του στή Μονή Ζερμπίτσας (1922 – 1923). Ἡ πνευματική αὐτή σχέση διατηρήθηκε καί συντηρήθηκε μέσῳ τῆς ἀλληλογραφίας, τήν ὁποία ὁ μακάριος διατηροῦσε μέ ὅλα σχεδόν τά πνευματικά του τέκνα (μετά τήν κοίμησή του, τό 1950, ὁ διάδοχός του τότε Ἐπίσκοπος Πατρῶν καί ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἀνδρέας, δημοσίευσε ἐπιστολές του σέ ἕνα τόμο).
Οἱ ἐπιστολές αὐτές ἀποδεικνύουν τήν ποιμαντική του προσέγγιση στόν ἄνθρωπο καί τά προβλήματά του. Στίς ἐπιστολές του - ὅπως γράφει ὁ Ἐκπαιδευτικός Ἀνέστης Χατζῆς, σέ εἰσήγησή του μέ θέμα, «Ματθαῖος Καρπαθάκης, ὁ ποιμήν ὁ καλός» - διακρίνεται ἡ φιλομάθειά του (ἡ ὁποία τόν συνόδευε μέχρι τό γῆρας του) καί ἡ συναισθηματική του εὐαισθησία (πολλές φορές ὑπέγραφε «ὁ πατήρ σας ὁ ἐξόριστος»).
«Σέ μία ἐποχή - γράφει - ὅπου ὁ Δυτικός Οὐμανισμός καί οἱ αἱρέσεις φιλοδοξοῦσαν νά ἀπομακρύνουν τήν Ὀρθόδοξο Ἀνατολική Ἐκκλησία ἀπό τίς πηγές τῆς Ἱερῆς της Παραδόσεως καί τοῦ Ἀποστολικοῦ κηρύγματος, βλάστησε μέσα ἀπό τίς ἀθάνατες ρίζες τῶν Κολλυβάδων Πατέρων ὁ ποιμήν ὁ καλός Ματθαῖος Καρπαθάκης, γύρω ἀπό τόν ὁποῖο συγκεντρώθηκαν τά λογικά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καί σώθηκαν ἀπό τίς πολυώνυμες αἱρέσεις καί τούς ψευδοπροφήτες τοῦ αἰῶνα μας…
Ἡ φωνή τοῦ π. Ματθαίου ἦταν ἀντίλαλος τῆς φωνῆς τοῦ Καλοῦ Ποιμένος Χριστοῦ, τήν ὁποία ἀναγνώρισαν τά πρόβατα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς ποίμνης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ…
Ἦταν ἐνθουσιώδης καί ἐπεδείκνυε πολλή οἰκειότητα καί θερμή πατρική ἀγάπη πρός τά πνευματικά του τέκνα. Ἦταν καλλιεπής καί κατεγίνετο νά βρίσκει νά χρησιμοποιεῖ διάφορα κοσμητικά ἐπίθετα, κυρίως ὅταν ἐπρόκειτο νά ἀναφερθεῖ στό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί τῆς Θεοτόκου.
Ἦταν σοφός μέ τήν ἔννοια, ὅτι μποροῦσε νά βλέπει σφαιρικά καί νά ἐκφράζει ἁπλᾶ τό πολυσύνθετο, χρησιμοποιῶντας φράσεις εὐαγγελικές, σάν συνθήματα πού ἀφομοιώνει εὔκολα ὁ ἁπλός λαός, ὅπως «ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν βιάζεται"
Σάν ἱεροκήρυκας ἦταν θετικός. ἠσχολεῖτο κυρίως μέ τήν μακαριότητα τοῦ Παραδείσου καί λιγότερο μέ τήν κόλαση. Περισσόστερο μέ τόν Χριστό καί λιγότερο μέ τόν δ ιάβολο. Περισσότερο μέ τήν χαρά καί λιγότερο μέ τήν λύπη» Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 145).
Μετά τήν ἐπιβολή τῆς καινοτομίας (1924), ὁ Ἅγιος Πατήρ μέ ἐπιστολές του στηρίζει τούς ἀγωνιζομένους Γνησίους Ὀρθοδόξους καί τούς ἐνδυναμώνει στούς ἀγῶνα τους. «Εὔχομαι – γράφει σέ ἐπιστολή του στόν Ἠλία Πηλαφᾶ, τῆς 9ης Μαρτίου 1924 - ἵνα ἐνδυναμώσει ὑμᾶς ὁ Κύριος ἐν ταῖς δειναῖς, πονηραῖς καί χαλεπαῖς ἡμέραις ταύταις, καθ’ ἄς δυστυχῶς κινδυνεύει τό Ἔθνος μας καί ἡ Ἐκκλησία, Ἥτις πολεμεῖται ὑπό τῶν φαινομένων Αὐτῆς ὡς ποιμένων…Διά τάς φρικτάς δέ καί φοβεράς καινοτομίας, ἤ μᾶλλον εἰπεῖν τῆς δεινῆς αἱρέσεως τοῦ Ἡμερολογίου καί τῆς καταργήσεως, μεταθέσεως καί μεταρρυθμίσεως τῶν Ἁγίων Δεσποτικῶν καί Θεομητορικῶν ἐορτῶν καί νηστειῶν… οὐαί καί ἀλλοίμονον! Ἴδετε δεινά φοβερά ἐπιτίμια τῶν Ἁγίων Πατέρων καί φρικτά κατά τῶν καινοτόμων ἀναθέματα» Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 147).
Σέ ἄλλη ἐπιστολή του πρός τήν δόκιμη Μαρία Μακρῆ, τῆς 31ης Μαΐου 1924, γράφει: «Πολύ σᾶς παρακαλῶ κ. Μαρία, εἰπέτε καί εἰς ὅλας τάς ἄλλας ἀδελφάς, ὅτι μεγάλον ἀγῶνα ἔχω ἡμέραν τε καί νύκτα, γράφων εἰς διαφόρους τόπους, ὡς καί ἀκόμη καί ἐντός τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πρός στήριξιν τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, ὡς καί σᾶς ἔστειλα ἐπιστολάς Πατριαρχικάς» Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 147).
Σέ ἄλλη ἐπιστολή του πρός τήν ἴδια (τῆς 30. 6. 1924) γράφει: «Νά μήν στενοχωρηθῆτε οὐδόλως διά στέρησιν τῆς ἐκκλησίας, ὡς καί Ἁγίας Κοινωνίας…Φυλάττετε ἀκριβῶς τό παλαιόν, ὡς σᾶς ἔγραφον, ἵνα μή ὑποπέσητε εἰς τάς σοβαράς καί φρικτάς ἀράς καί ἀναθεματισμούς τῶν Ἁγίων Πατέρων» («Κ.Γ.Ο.» τ. 1987, σελ. 147).
Αὐτή ἡ διαφωτιστική δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀλλά καί τῶν λοιπῶν Ζηλωτῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, δέν διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ καινοτόμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου καί τῆς Νεοημ. Συνόδου. Κατά τήν Ζ΄ Ἱεραρχία (Ὀκτ. 1924), ὁ Μητροπ. Δημητριάδος Γερμανός, ἀναφερόμενος στήν ἐπιστολογραφία τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου καί τῶν Ἁγιορειτῶν, εἶπε τά ἐξῆς χαρακτηριστικά: «Μοναχοί τινές ἔγραψαν εἰς κατοίκους τῆς ἐπαρχίας μου, ὅπως μή ἀκολουθῶσι τό νέον ἡμερολόγιον καί παρέ-πεμψα τήν ὑπόθεσιν εἰς τόν κ. Εἰσαγγελέα τῶν Πρωτοδικῶν, ὅστις καί ἐπελήφθη τῶν σχετικῶν ἀνακρίσεων. Οἱ ἴδιοι μοναχοί ἐνσπείρουσι ζηζάνια» (ἀρχιμ. Θεοκλήτου Στράγκα, «Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκ πηγῶν ἀψευδῶν», τ. Β, σελ. 1333. Ὁ ἴδιος συγγραφέας ἀρχιμ. Θεόκλητος Στράγκας, σχολιάζοντας τήν παρέμβαση αὐτή τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ παρατηρεῖ: «Καί ὅμως ὁ Ἱεράρχης οὗτος μετά 11ετίαν ἐτέθη ἐπί κεφαλῆς ὡς ἀρχηγός καί Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Παλαιοημερολογιτῶν», αὐτ. σελ. 1333).
Στή συνέχεια τήν νεοημ. Ἱεραρχία ἀπασχόλησε τό ἐνδεχόμενο τῆς ἐξόδου Ἁγιορειτῶν Ζηλωτῶν στόν κόσμο καί τῆς ἐπιρροῆς τους στούς πιστούς. Κατά τήν συζήτηση πού διεξήχθηκε διάφοροι Ἱεράρχες κατέθεσαν τίς ἀκόλουθες ἀπόψεις:
Κορινθίας Δαμασκηνός: «Συνιστῶ τήν ἀπέλασιν τῶν μοναχῶν τούτων, ὅπερ καί ὁ ἴδιος τῆ Ἐπισκοπῆ μου ἔκαμον». (Σ.Σ. δέν εἶναι γνωστό σέ ποιούς μοναχούς ἀναφέρεται).
Ὕδρας Προκόπιος: «Συνιστῶ, ὅπως ἐξ ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας καί δαπάναις τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου ἐξορίζονται οἱ Ἁγιορεῖται οὗτοι μοναχοί εἰς Στροφάδες, ἀνακοινωθεῖ δέ τοῦτο τῆ Συνάξει τοῦ Ἁγίου Ὄρους».
Μονεμβασίας Γερμανός: «Εἰς τόν παλαιόν Καταστατκόν Νόμον ὑπῆρχε διάταξις, καθ’ἥν οἱ περιφερόμενοι εἰς τόν κόσμον μοναχοί ἐνεγράφοντο εἰς μονάς ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου ἤ τῆ ὐποδείξη αὐτοῦ συνελαμβάνοντο ὑπό τῆς Ἀστυνομίας, ἐν συνδιασμῶ δέ μέ τά λεχθέντα ὑπό τοῦ Ἁγίου Ὕδρας, θά ἠδύνατο νά ἐξορισθῶσιν εἰς Στροφάδας».
Ἀθηνῶν Χρυσόστομος: «Ἐάν τοῦ λοιποῦ μοναχοί τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἔρχονται ἄνεϋ συστατικῶν ἐπιστολῶν, δέον νά συλλαμβάνωνται καί ἐξορίζωνται». (Ἀρχιμ. Θ. Στράγκα τ. Β’ , σελ. 1333).
Ἡ δραστηριότητα τῶν Ζηλωτῶν Ἁγιορειτῶν μνημονεύεται μέ ὑβριστικό καί μειωτικό τρόπο καί στήν ὑπ’ ἀριθμ. 2389/16.4.1924 Ἐγκύκλιο τῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας. «Τινές μέν τῶν διαβόλων τούτων – γράφεται - ἀπό τῶν ἐρημητηρίων τοῦ ἁγίου Ὄρους, δι’ἐπιστολῶν ἀσυναρτήτων καί βλασφήμων σκανδαλίζουσιν τόν λαόν καί προτρέπουσιν αὐτόν νά ἀποσχισθῆ ἀπό τῆς Ἐκκλησίας, ἄλλοι δέ διεφθαρμένοι ὄντες τόν νοῦν καί ἀποστερημένοι τῆς ἀληθείας (Α’ Τιμ. 6, 5), ὡς οἱ πρῶτοι περιάγουσι τάς πόλεις, τό μοναχικόν σχῆμα καταισχύνοντες, εἰσδύουσι εἰς τάς οἰκίας καί αἰχμαλωτίζουσι γυναικάρια συσσωρευμένα ἁμαρτίαις (Β’ Τιμ. 36) καί διά τούτων τῶν γυναικαρίων σκανδαλίζουσι τῶν ἀκάκων τάς καρδίας… καί διδάσκουσι λοιπόν, ὅτι ἐάν δέν ἑορτάσης ταύτην καί οὐχί ἄλλην ἡμέραν, κολάζεσαι αἰωνίως!» (Περιοδικό «Γνώσεσθε τήν Ἀλήθειαν», τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς, τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, φ. 56/Δεκ. 2009, σελ. 186).
Ἡ δραστηριοποίηση τῶν Ἁγιορειτῶν καί δή τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου κατά τῆς καινοτομίας, ἀπασχόλησε τήν Νεοημ. Ἐκκλησία καί σέ ἑπόμενες συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας της. Στήν ΙΕ’ Ἱεραρχία (Ὀκτ. 1933), ὁ Ἅγιος Πατέρας ἀναφέρεται γιά πρώτη φορά ὀνομαστικά καί χαρακτηρίζεται «ἀγύρτης» καί «ἐκμεταλλευτής», ἀπό τόν Μητροπ. Ἰωαννίνων Σπυρίδωνα. «Ἐν τῆ Ἱεραρχίᾳ - εἶπε – διεφώνησα τότε, ὅτι πρέπει νά ἐρωτηθοῦν ἅπασαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι περί τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου. Ἐν τούτοις μετά φανατισμοῦ ἐν τῆ ἐπαρχίᾳ μου ὑπεστήριξα τό νέον ἡμερολόγιον… Ἐν τούτοις, ἡ Ἐκκλησία ἀπεφάνθη καί δέν δύναται νά ὑποχωρήση καί μάλιστα προκειμένου περί ἐκμεταλλευτῶν καί ἀγυρτῶν ὡς ὁ Ματθαῖος. Ἐπειδή δέ ἡ ἐνέργεια τῶν Παλαιοημερολογιτῶν εἶναι τάσις πρός διάρρηξιν τοῦ χιτῶνος τοῦ Χριστοῦ, νά καταγγέλωνται οἱ Ἱερεῖς αὐτῶν ἐπί ἀγυρτίᾳ, φατρίᾳ, σκανδάλῳ καί ἐξυβρίσει τῆς Ἱεραρχίας καί οὐχί ἁπλῶς ἐπί Παλαιοημερολογιτισμῶ» (Θ. Στράγκα τ. Γ’, σελ. 1941).
Ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ἀναφέρεται σέ ταραξίες μοναχούς καί στήν ΙΣΤ΄ Ἱεραρχία (Ὀκτ. 1934), ὅταν ἀρνουμένων τῶν Παλαιοημερολογιτῶν νά δεχθοῦν νεοημ. Ἱερεῖς γιά τήν ἐξυπηρέτησή τους, ἀπεφάνθη ὅπως ζητηθεῖ ἀπό τήν Πολιτεία ἡ ἐφαρμογή τῶν νόμων κατά τῶν ταραξιῶν μοναχῶν, ἄλλως νά ἐπαναφέρει «τό δι’ ἑαυτήν ἡμερολόγιον, ὁπότε ἡ Ἐκκλησία θά σκεφθῆ ἀναλόγως» (Θ. Στράγκα τ. Γ’, σελ. 2024).
Παρά τό διαμορφούμενο ἀρνητικό κλίμα καί τά ἐπαπειλούμενα μέτρα κατά τῶν Ἁγιορειτῶν, ἡ Κοινότητα τῶν Γ.Ο.Χ. ἀποφάσισε νά ζητήσει τήν συνδρομή τους, γιά τήν στήριξη καί ἐξυπηρέτηση τῶν ἀγωνιζομένων πιστῶν. Ἔτσι ἀπεστάλη στό Ἅγιο Ὄρος ὁ Ἀλέξανδρος Συμεωνίδης (στέλεχος τῆς Κοινότητος), μέ τήν ἐντολή νά συναντήσει τόν Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο καί νά τόν πείσει νά ἔρθει μαζί του στήν Ἀθῆνα, «τό ταχύτερον». Ὁ Συμεωνίδης πράγματι «συνήντησε τόν Ματθαῖον καί ἀνέπτυξεν εἰς αὐτόν τήν γενικήν τῶν πιστῶν ἐπιθυμίαν καί τήν διακαῆ παράκλησιν καί ὁ Ὅσιος Πατήρ ὑπήκουσεν εἰς τήν φωνήν τοῦ ποιμνίου» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 39).
Ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔφυγε ἀπό τό Ὅρος μετά ἀπό ἐμφάνιση καί ἄδεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (βλ. σχ. στά «Θαύματα καί Σημεῖα…»). Ἔφθασε στήν Ἀθήνα τήν 1η Ὀκτωβρίου 1926 καί ἀμέσως ἐγκαταστάθηκε στήν πατρική οἰκία τῆς δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου ἀριθμ. 71. Ὁ ἱστορικός αὐτός χῶρος ἀποτέλεσε ἀρχικά τό σημεῖο συγκεντρώσεως τῶν περί τόν Ἅγιο Πατέρα φιλομονάχων ψυχῶν καί μετά τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς Παναγίας τόν σταθμό ὑποδοχῆς τῶν πολυπληθῶν προσκυνητῶν της.
Μέ ἕδρα καί διαμονή τό ἱστορικό αὐτό μετόχιο, ὁ Ἅγιος Πατήρ λειτουργοῦσε κυρίως νύκτα, σέ ἐξωκκλήσια τῆς περιοχῆς Ἀττικῆς, ἐξωμολογοῦσε τούς πιστούς, κήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἔφερεν ὡς ἔθνους ζηλωτής τάς εὐθύνας ἑνός Ἀγῶνος δυσχερεστάτου, ἀπαιτοῦντος μόχθους, δάκρυα, ὀδύνας καί αἵματα» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 40). Παράλληλα ἐπισκεπτόταν συχνά τήν Πελοπόννησο, ὅπου στερέωνε τούς πιστούς στόν Ἀγῶνα τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας μέ κέντρα τό Μετόχιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου στήν Πρόνοια Ναυπλίου καί τήν Ἱ. Μ. Παντανάσσης Μυστρᾶ. Πρῶτος κληρικός συνεργάτης τοῦ Ἁγίου Πατρός στόν ἀγῶνα αὐτό ἦταν ὁ Ἱερομόναχος Ἰωακείμ Μπουρελάκης ἀπό τήν Ἄρτα (+ 1940).
Μαζί μέ τόν ἀρχιμ. Ματθαῖο ἦρθε στόν κόσμο καί ὁ Πρόεδρος τοῦ Ἱεροῦ Συνδέσμου ἀρχιμ. Γεδεών Παπανικολάου, Προηγούμενος τῆς Μονῆς Κωνσταμονίτου
Τό ἔτος 1927 - μέ τήν διάλυση τοῦ Ἱεροῦ Συνδέσμου - ἀπελάθηκαν ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος 19 Ζηλωτές μοναχοί ἀπό τίς Μονές Βατοπεδίου καί Κουτλουμουσίου. Ἀπό τούς μοναχούς αὐτούς ἄλλοι ἀφέθηκαν ἐλεύθεροι καί ἄλλοι περιορίστηκαν σέ μονές τίς Μυτιλήνης καί τῶν Σερρῶν.
Τό ἴδιο ἔτος 1927 βγῆκε στόν κόσμο ὁ ἀρχιμ. Ἱερώνυμος Γεροαντωνάκης, ὁ ὁποῖος ἵδρυσε τήν Ἱ. Μ. ἁγ. Παρασκευῆς Ἀχαρνῶν. Πρός τά τέλη τοῦ 1927, μέ πρωτοβουλία τοῦ μ. Ἀρσενίου Κοτέα, βγῆκε στόν κόσμο, γιά τήν ἐνίσχυση τοῦ Ἀγῶνος, ἡ πρώτη 4μελής ὁμάδα Ζηλωτῶν Ἁγιορειτῶν, ἀποτελουμένη ἀπό τούς Ἱερο-μονάχους Παρθένιο Σκουρλῆ (ἱδρυτή τῆς Ἱ. Μ. Κοιμ. Θεοτόκου Πάρνηθος, ἔπειτα Ἐπίσκοπο Κυκλάδων τῆς Φλωρινικῆς Παρατάξεως), Εὐγένιο Λεμονή, Γεράσιμο Διονυσιάτη (ἱδρυτή τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Γεωργίου Μελισσοχωρίου Θηβῶν) καί Ἀρτέμιο Νοδαράκη (ἱδρυτή τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Ἀρτεμίου Κορυδαλλοῦ Πειραιῶς). Τέλος τό 1929 βγῆκαν στόν κόσμο οἱ Ἱερομόναχοι Ἀκάκιος Παππᾶς (ἱδρυτής τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Νικολάου Παιανίας, ἔπειτα Ἐπίσκοπος Ταλαντίου καί Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Φλωρινικῆς Παρατάξεως), Ἰλαρίων Οὐζουνόπουλος (ἱδρυτής τῆς Ἱ. Μ. Εὐαγγελιστρίας Συκάμινου Ὠρωποῦ), Ἀντώνιος Κουτσονικόλας καί Ἀρτέμιος Ξενοφωντινός, καθώς καί ὁ Μοναχός Νεκτάριος Κατσαρός.
Οἱ Πατέρες αὐτοί σήκωσαν τό βάρος τοῦ Ἀγῶνος συνεργαζόμενοι μεταξύ τους καί μέ τόν Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο, τουλάχιστον μέχρι τό Σχίσμα τοῦ 1937. Ὁ ρόλος πάντως τοῦ Ἁγίου Πατρός στόν Ἀγῶνα ἦταν κορυφαῖος καί αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό πολλά ἔγγραφα ἱστορικῆς σημασίας, ὁμολογιακοῦ καί ἐκκλησιολογικοῦ χαρακτῆρος, στά ὁποῖα ὁ μακαριστός ὑπογράφει πρῶτος μεταξύ τῶν συναγωνιστῶν του Ἁγιορειτῶν. Ἀποδεικνύεται ἀκόμη καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι κατά τίς Ἐπισκοπικές χειροτονίες τοῦ 1935, ὁ ἀοίδημος Ματθαῖος ἦταν ὁ μόνος Ἁγιορείτης πού προκρίθηκε γιά τό Ἐπισκοπικό ἀξίωμα. Καί ἐνῶ στό σχετικό ἔγγραφο τῶν τριῶν χειροτονησάντων Ἀρχιερέων (Δημητριάδος Γερμανοῦ, πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου), ἡ χειροτονία τῶν Ἐπισκόπων Μεγαρίδος Χριστοφόρου, Διαυλείας Πολυκάρπου καί Κυκλάδων Γερμανοῦ ἁπλῶς ἀναφέρεται, ἡ ἐκλογή καί χειροτονία τοῦ π. Ματθαίου σέ Ἐπίσκοπο Βρεσθένης καλύπτει μία παράγραφο.


Ἡ Ἱερά Μονή Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας (1927 - 1950)
Σημείωσις: Ἡ ἱστορία τῶν Ἱερῶν Μονῶν Παναγίας καί Μεταμορφώσεως, καλύπτει ἰδιαίτερο τομίδιο τό ὁποῖο ἐκδίδεται προσεχῶς.

Ἀπό τίς πρῶτες προτεραιότητες τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀμέσως μετά τήν ὁριστική ἔξοδό του στόν κόσμο (1926), γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ἦταν ἡ ἴδρυσις μονῶν. Ἤδη ἀπό τόν καιρό τῶν ἐξοριῶν του (1910 καί 1922) καί κυρίως τῆς ἐφημερίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος (1917 - 1923) , εἶχε δημιουργηθεῖ γύρω του μία πνευματική ὁμήγυρις φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν.
Μέ τήν ἄφιξή του στήν Ἀθήνα ὁ ἀοίδημος Πατήρ ἐγκαταστάθηκε στήν οἰκία τῆς τότε δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71 (ὅπου ἔκτοτε δημιουργήθηκε τό ἱστορικό μετόχι τῆς Μονῆς Παναγίας), μαζί μέ τήν μικρή συνοδεία του. Ἡ ἀνέρευση τῆς καταλλήλου τοποθεσίας γιά τήν ἵδρυση μονῆς ἀνατέθηκε στήν τότε δόκιμη Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἔπειτα Γερόντισσα Εὐφροσύνη).
«Μετά ἀπό πολλάς καί δεινάς ταλαιπωρίας - γράφει ὁ Πρωθιερεύς Εὐγένιος - ἐξῆλθε τῆς Ἀττικῆς μετά συνοδείας τινός, ἐξαντλήσασα ταύτην ἕως περάτων καί περιῆλθε τάς νήσους (Σπέτσας, Ὕδραν, Ἄνδρον, Σπετσοπούλαν), φθάσασα καί μέχρι τῆς Μεγαλοννήσου Κρήτης. Ἀλλά, θέλημα Θεοῦ ἦτο νά ὑποστρέψη ἐπί τῶν βημάτων ἡ εὐλαβής ἀνιχνεύτρια καί ἀναλάβη, ἔτι συντονωτέραν ἔρευναν, εἰς τάς τοποθε-σίας τῆς Ἀττικῆς, γύρωθεν Ὑμηττοῦ καί Πεντέλης, περιχώρων Μονῆς Πετράκη, Ξυλοκερίζης, Πόρτο-Ράφτη, Πρασά, Βραώνας, Δασκαλιοῦ, Θορικοῦ, Πλάκας, κ.λ.π. Ἄφνω φωτισθεῖσα, ἔφερε τήν ζητητικήν ἔφεσιν ἕως τοῦ γραφικοῦ ὁρμίσκου τῆς Κακῆς Θαλάσσης, ἐντυπωσιασθεῖσα ἐκ τοῦ ἤρεμου τοπίου, τῆς προοπτικῆς, τοῦ δυσπροσίτου, τῆς σιγηλῆς ἐρημίας καί τῆς ὅλης συμβατότητος τοῦ μέρους πρός ἐναρμόνισιν μετά τῶν ψυχικῶν καταθυμιῶν τοῦ φιλερήμου Μοναχισμοῦ». (Πρωθ. Εὐγενίου Τόμπρου, «Ἡ Ἱ. Μ. Εἰσοδίων Θεοτόκου Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς», 1966, σελ. 12).
Μέ τήν ἀνεύρεση τῆς τοποθεσίας τῆς μονῆς ἀπό τήν δόκιμο Εἰρήνη (γ. Εὐφροσύνη), συνδέεται καί ἕνα θαυμαστό σημεῖο τῆς περί αὐτῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ νεαρή Εἰρήνη μέ τήν συνοδεία της ἔφθασαν στόν τόπο μέ ζῶα ἀπό τήν τότε κώμη τῆς Κερατέας - μέσῳ ἑνός μονοπατιοῦ, διότι δέν ὑπῆρχε δρόμος - ὅμως ὁ ἀγωγιάτης ἔφυγε γιά νά ἐπιστρέψει τό ἀπόγευμα νά τίς παραλάβει. Ἡ ὥρα περνοῦσε καί ἡ νεαρή Εἰρήνη ἄρχισε νά φοβᾶται. Τότε καί ἐνῶ περίμεναν τόν ἀγωγιάτη στή θέση πού στή συνέχεια κτίσθηκε ὁ Παρθενώνας τῆς Μονῆς, ἐμφανίσθηκε ἕνα γέροντας μέ κοντά λευκά γένια καί στρατιωτικό παράστημα. Στήν ἐρώτηση τῶν νεανίδων τί κάνει μέσα στήν ἐρημιά καί ἄν χρειάζεται κάποια βοήθεια, ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν χρειάζεται τίποτα καί πώς μένει ἐκεῖ!
Οἱ ἀδελφές δέν ἔδωσαν περισσότερη σημασία καί ἐπέστρεψαν στήν Ἀθήνα. Ὅταν συνάντησαν στό μετόχι τό Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο καί τόν ἐνημέρωσαν σχετικά μέ τήν τοποθεσία, ἐκεῖνος τίς ρώτησε ἄν συνάντησαν ἐκεῖ κανένα ἄνθρωπο. Στή θετική ἀπάντησή τους (γιά τόν ἄγνωστο γέροντα), ὁ Ἅγιος Πατήρ ἁπλᾶ χαμογέλασε, χωρίς νά πεῖ τίποτα περισσότερο.
Λίγο ἀργότερα, «ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος, ἐλθών εἰς τόν τόπον, ἐμαγεύθη ἐξ’ αὐτοῦ καί ἐθέλχθη σφόδρα, ἐζήτησε δέ ὅπως ἡ Ἱερά Μονή ἐκεῖ πού, εἰς τά πρανῆ τοῦ ἔναντι τῆς θαλάσσης λόφου, ἀνιδρυθῆ εἰς δόξαν Θεοῦ» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 12).
Ὅταν ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔφθασε στό συγκεκριμένο σημεῖο, εὐλόγησε τόν τόπο καί εἶπε: «Ἐδῶ θά φτιάξουμε τό παρεκκλήσιο τοῦ προστάτου μας ἁγ. Μηνᾶ»! Τότε ἡ ἀδ. Εἰρήνη ἔφερε στή σκέψη της τήν συνάντηση μέ τόν ἄγνωστο γέροντα καί ἔντρομη ἀναγνώρισε στό πρόσωπό του τόν Μεγαλομάρτυρα ἅγ. Μηνᾶ (!), προστάτη τῆς Κρήτης, ἀλλά καί προσωπικά τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀφοῦ στό πρός τιμήν του Ἡσυχαστήριο τῆς Βίγλας Ἁγίου Ὄρους, ἔζησε ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά, προετοιμαζόμενος γιά τήν διακονία του στόν κόσμο.
Πράγματι, στό σημεῖο αὐτό διαμορφώθηκε ἡ πρώτη κατακόμβη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί τό πρῶτο (χρονολογικά) Παρεκκλήσιο τῆς Μονῆς, πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ.
Ἀρχομένου τοῦ ἔτους 1927 ἀγοράσθηκε ἀπό τήν Μαρίνα Σουλακιώτου (ἔπειτα Γερόντισσα Μαριάμ), ἔκτασις 7 στρεμμάτων (μέ τό ὑπ’ ἀριθμ. 155 συμβόλαιο τῆς 28. 4. 1927, τοῦ Συμβολαιογράφου Κερατέας Παναγιώτου Κουσουλάκου). Τό ἴδιο ἔτος ἔγιναν ἄλλες δύο ἀγορές στό ἴδιο ὄνομα (ἀριθμ. Συμβολαίων 165/24.5.1927 καί 212/8.8.1927).
Οἱ ἱδρύτριες μοναχές τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας - ὅπως προκύπτουν ἀπό τό ἰδιωτικό συμφωνητικό τῆς 7ης Ἀπριλίου 1927, μέ τό ὁποῖο ἀποφασίσθηκε ἡ ἵδρυσις τῆς Μονῆς καί οἱ ὅροι λειτουργίας της - ἦσαν οἱ: 1. Μαρίνα ἤ Μαριάμ Σουλακιώτου τοῦ Δημητρίου. 2. Εἰρήνη ἤ Εὐφροσύνη Μενδρινοῦ τοῦ Ἐμμανουήλ. 3. Μαρία ἤ Μακαρία Τσαγκάρη τοῦ Δημητρίου. 4. Παναγιώτα ἤ Διονυσία Βουνισάκου. 5. Μαρία ἤ Μαρία Φαμέλη. 6. Ἀσημίνα ἤ Ξένη Ταμπακάκη. 7. Ἑλένη ἤ Συγκλητική Καρπαθάκη τοῦ Κωνσταντίνου (κατά σάρκα ἀνηψιά τοῦ Ἁγίου Πατρός, κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του Ἱερέως Κωνσταντίνου Καρπαθάκη, Δασκάλα στό ἐπάγγελμα).
Ἡ ἀνέγερση τῆς Μονῆς, πρός τιμήν τῶν Εἰσοδείων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τήν ἐπωνυμία «Παναγία Πευκοβουνογιάτρισσα», ἄρχισε μέ πολλές δυσκολίες. «Ὑποτρέμων ἐκ τῆς συγκινήσεως – γράφει ὁ Πρωθιερεύς Εὐγένιος - ἔθετο, ἐπ’ εὐλογίᾳ, τόν θεμέλιον λίθον. Ἐν ταυτῶ ἤρξατο ἐν μυρίαις προφυλάξεσιν διά τόν φόβον τῶν διωκτῶν, ἡ ἀνοικοδόμησις τῶν πρώτων κελλίων τῆς σημερινῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς τῆς Μονῆς, τήν δέ 8ην Μαϊου 1928, ἡμέραν ὑπό τοῦ Θεοῦ σεσημασμένην, ἐγκατεστάθησαν εἰς τά κελλία ταῦτα πρός ἰσόβιον ἐγκαταβίωσιν ὁ ἀοίδημος Ὅσιος Πατήρ καί αἱ ἑπτά πρῶται Μοναχαί, μετά τῆς ἐπιστατούσης αὐτάς Γεροντίσσης, ἀξιομακαρίστου ἀδελφῆς ἡμῶν Μαριάμ Σουλακιώτου» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 12).
«Διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ἡ πρώτη πτέρυγα τῆς μονῆς (ἐκείνη τοῦ ἁγ. Μηνᾶ), κτίσθηκε σάν ἀποθήκη. Λόγῳ ἐλλείψεως οἰκονομικῶν πόρων, ἡ ἀνέγερση τῶν πρώτων αὐτῶν κελλιῶν ἔγινε μέ τήν σκληρή προσωπική ἐργασία τῶν ἀδυνάτων μοναζουσῶν, οἱ ὁποῖος μετέφεραν μέ ζεμπίλια ἀπό τήν θάλασσα στή μονή, τήν ἀπαραίτητη ἄμμο καί τά χαλίκια! «Οὐδείς κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου – συνεχίζει ὁ Πρωθ. Εὐγένιος – θά δυνηθῆ νά ἀποδωση, πεζῶς ἤ στιχηρῶς, τήν ἐποποιΐαν, τήν ἀνάτασιν, τό θεῖον μένος, τήν ἐμμονήν, τήν προσκαρτέρησιν, τήν παραναλωματικήν θυσίαν τῶν μοναζουσῶν, ἁπαξαπασῶν, αἱ ὁποῖαι, μιᾶ ψυχῆ καί μιᾶ καρδίᾳ, ἁπαξαπλῶς, οὐδενός ἐφείσθησαν κόπου διά νά φέρωσιν εἰς πέρας τήν ἀποστολήν ἀνεγέρσεως ἱερῶν σκηνωμάτων καί πυργώσεως τῶν Ἱερῶν τοῦ Κυρίου ἐπί λατρείᾳ συγκροτημάτων.
Ἔφερον ἐπ’ ὤμου αἱ μοναχαί σίδηρα και λίθους, ξυλείαν καί πλίνθους, ἀσκούς κονιάματος καί πᾶν, ὅ,τι συνέβαλλεν εἰς τήν οἰκοδομήν τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς, καλλιστεύματος τῆς Πίστεως καί ὡραΐσματος τῆς Ὀρθοδόξου καί κατ’ ἀκρίβειαν δεήσεως.
Οἱ ἀσθενεῖς καί κατεσκληκότες ὦμοι τῶν μοναζουσῶν, πεφορτισμένοι ὑπό δυσβαστάκτων φορτίων, ἤθλησαν, πίστει δυναμούμενοι, ὥστε ἐξ’ ἱκανῆς ἀποστάσεως καί ἐδάφους ἀνωφεροῦς, νά μεταφέρουν ὑψηλά, εἰς τήν Ἱεράν Μονήν, τήν οἰκοδομήσιμον ὕλην, σμυρίδας (ζεμπίλια) ἄμμου καί χάλικος ἐκ τοῦ αἰγιαλοῦ εἰς τόν λόφον, ἔνθα νῦν ἐπιχαρίτως προβάλλει τήν ἐξαίσιαν αὐτῆς θέαν ἡ κιβωτός αὕτη τῆς Χάριτος.
Αἷμα καί δάκρυα συνώδευον ἀνά πᾶν βῆμα, τόν ἐργώδη μόχθον πρός ἀνοικοδόμησιν. Ἀρκεῖ νά ἀναλογισθῆ τις, ὅτι ἐδέησε νά κρημνησθῆ, κυριολεκτικῶς, τό ὄρος διά νά ἱσοπεδωθῆ τό ἔδαφος καί οἰκοδομηθῆ ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Οἶκος Κυρίου καί τά συγκροτήματα καί παρακολουθήματα αὐτοῦ. Ὁ βράχος ὑπέκυψεν εἰς τήν πίστιν καί τό ὄρος ἐνέδωσεν εἰς τήν προσευχήν(Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 15 – 16).
Τίς βαρειές οἰκοδομικές ἐργασίες τῆς Μονῆς ἔκαναν οἱ ἄνδρες τῆς συνοδείας τοῦ Ἁγίου Πατρός (ἀργότερα, μετά τό 1934, Μοναχοί, Ἱερομόναχοι, ἀλλά καί Ἐπίσκοποι, ἀδελφοί τῆς Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ). Γιά τούς «ἐργάτες» αὐτούς εἶχαν κατασκευαστεῖ καλύβες στό δάσος γύρω ἀπό τήν Μονή, ὅπου οἱ ἀγωνιστές αὐτοί ἔζησαν κάτω ἀπό πολύ δύσκολες καί σκληρές συνθῆκες.
Ἡ ἵδρυση τῆς Μονῆς καί ἡ φήμη τῆς ἁγιότητος τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου ἄρχισε νά προσελκύει πολλούς θεοσεβεῖς καί φιλομονάχους, ἄνδρες καί γυναῖκες. Ἔτσι πολύ σύντομα οἱ ἄλλωστε πτωχές καί πενιχρές κτηριακές ἐγκαταστάσεις ἀποδείχθηκαν ἀνίκανες νά στεγάσουν τό πλήθος τῶν προσερχομένων. Ἔτσι ἄρχισε ἡ ἀνέγερση τοῦ Ἱεροῦ Παρθενῶνος τῆς Μονῆς. Ὁ Ἅγιος Πατήρ τόν θεμελίωσε σέ σχῆμα τετραγώνου μέ ἐσωτερική αὐλή, διαστάσεων 33 Χ 33 μέτρων, σέ ἀνάμνηση τῶν ἐτῶν τῆς ἡλικίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέχρι τήν κοίμησή (τό 1950) ὁ Παρθενώνας εἶχε διαμορφωθεῖ καί περιλάμβανε πολλά κελλιά, τήν Τράπεζα καί ἐργαστήρια.
«Ὁ Παρθενών – γράφει ὁ Πρωθ. Εὐγένιος – σύγκειται ἐκ τριῶν ὀρόφων, καλλιπρεπῶν εἰς τήν ὄψιν καί ἐξαισίως διατεταγμένων…Ὁ Παρθενών, εἰς ὅν εἰσερχόμεθα διά δευτέρας σιδηρᾶς πύλης, προβάλλει ὄντως μεγαλοπρεπής, διδάσκων τά κατορθώματα τῆς πίστεως καί τᾶς ἀφοσιώσεως πρός τόν Θεόν. Ἄνωθεν τῆς δευτέρας αὐτῆς πύλης εὕρηται εἰκών τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου, ἀναγράφουσα ὕπερθεν τό προαιώνιον σύνθημα τῆς ὄντως Μοναστικῆς Ὀρθοδόξου Ἑλλη-νικῆς Πολιτείας: «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ἤ ΘΑΝΑΤΟΣ»… Ἡ εἴσοδος ἐπιτρέπεται μόνον εἰς ὥρας καταλλήλους καί ὑπό συνοδείαν ἀδελφῆς τοῦ Ξενῶνος, πάντοτε δέ κατόπιν εὐλογίας τῆς Γεροντίσσης… Ἐν τῶ μέσῳ αὐτοῦ λευκάζοντες, ἐν θεσπεσίᾳ ἁρμονίᾳ πρός τό περιβάλλον καί τήν ἔμψυχον καί ἄψυχον περισσέουσαν ὁσιότητα, προβάλλουν οἱ τάφοι τῶν κτιτόρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, Ὁσίου Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Ματθαίου καί τῆς ἐν Κυρίῳ κοιμηθείσης Γεροντίσσης Μαριάμ» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 22 - 24).
Στήν ΒΑ ἄκρη τῆς πρώτης (βόρειας) πτέρυγας τοῦ Παρθενώνος διαμορφώθηκε (ὅπως προαναφέρθηκε) ὁ πρῶτος Ναός τῆς Μονῆς, τό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ, «πρός τήν ἱεράν μνήμην τοῦ ὁποίου ὁ Πατήρ ἡμῶν Ματθαῖος μεγίστην ἔτρεφε καί ἀνεκλάλητον εὐλάβειαν. Καί τό θεοσκέπαστον τοῦτο Ναΐδριον ἐπρόκειτο νά καταστῆ ἡ περικλεής Ἱερά Κατακόμβη τοῦ Ἀγῶνος ἡμῶν, ἐν τῆ ὁποίᾳ τά μέγιστα τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων ἐτελεσιουργηθήσαν. Ἀληθής πρωτοχριστιανική κατακόμβη, περιδόξαστος καί περικλεής, ἐγένετο τό Ναΐδριον τοῦτο, κέντρον πανιέρων προσευχῶν καί δεήσεων καί στοχασμῶν κατά τάς Θείας Λειτουργίας, ὅτε ἡ Ἀναίμακτος Θυσία, ὡς ὕμνος καί αἶνος πρός οὐρανόν ἀνεπέμποντο, εἰς εὐχαριστίαν πολλήν» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 14).
Τό Ἱερό Βῆμα τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ἔχει κατεύθυνση πρός τά ἀνατολικά, κατά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ὁ κυρίως ναός του – λόγῳ τῆς διαμορφώσεως τοῦ ἐδάφους - ἔχει κατεύθυνση βορειαδυτική. Πρόκειται γιά τό ἐπίμηκες ἰσόγειο τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς τοῦ Ἱεροῦ Παρθενῶνος τῆς Μονῆς. Εἶναι διακοσμημένο μέ σειρά ἀξιολόγων φορητῶν εἰκόνων καί ἀποπνέει ἄρωμα κατανύξεως καί ἁγιότητος. Πρόκειται γιά ἕναν τόπο στόν ὁποῖο πραγματικά ἀναπαύθηκε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος λειτούργησε γιά πρώτη φορά τόν Μάρτιο τοῦ 1928. Ἔκτοτε καί μέχρι τήν ἀνέγερση τοῦ λαμπροῦ Καθολικοῦ τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου, στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’70, τό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ἦταν ὁ πρῶτος Μητρολιτικός Ναός τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στόν ὁποῖο ἔγιναν οἱ χειροτονίες 8 Ἐπισκόπων: Κατά τήν ἀνασυγκρότητη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τό ἔτος 1952, τῶν Ἀρχιερέων Μεσσηνίας Χρυσοστόμου (+ 1956), Βρεσθένης Ματθαίου Β’ (+ 1963), Θηβῶν Ἰωάννου (+ 1964), Ἀττικῆς Μελετίου (+ 1966) καί Τρίκκης Βησσαρίωνος (+ 1977). Καί τό ἔτος 1957 τῶν Ἀρχιερέων Πειραιῶς Ἀνθίμου (1958), Σαλαμῖνος Θεοκλήτου (1958) καί Τήνου Ἀγαθαγγέλου (ἔπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, + 1967).
Τό ἔτος 1930 ἄρχισαν οἰκομικές ἐργασίες ΒΑ τοῦ Παρθενῶνος, γιά τήν στέγαση μοναζουσῶν γεροντικῆς ἡλικίας, ἀνικάνων πρός ἐργασία καί ἀσθενῶν. Στό ἐσωτερικό αὐτοῦ τοῦ Γηροκομείου – Νοσοκομείου διαμορφώθηκε τό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Ματρώνας, γιά τήν λειτουργική ἐξυπηρέτηση τῶν ἐκεῖ νοσηλευομένων ἀδελφῶν. Ἡ πτέρυγα αὐτή ἀντικαταστάθηκαν κατά τήν δεκαετία τοῦ ’60 μέ νέα, συγχρόνου κατασκευῆς καί προδιαγραφῶν. Στό Παρεκκλήσιο αὐτό «ἀπόκειται θαυματουργός εἰκών τῆς ἁγ. Ματρώνης, βλύζουσα ἰαμάτων, ἐκ Χίου μετενεχθεῖσα καί θαυμάσια ἀεί ἐπιτελοῦσα εἰς τούς ἐπικαλουμένους αὐτήν πιστούς, μοναχούς, λαϊκούς καί κληρικούς» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 16).
Νότια τῆς Μονῆς καί ἔξω ἀπό τόν περίβολο, ὑπῆρχε ἡ ἀπαραίτητη γιά τήν λειτουργία τοῦ συγκροτήματος πηγή νεροῦ. Ἡ πηγή αὐτή δι’ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου ἀναδείχθηκε νέα Πηγή Σιλωάμ, ἀφοῦ μέ τό νερό της ἡ Χάρις τῆς Παναγίας ἐλέησε πολλούς ἀσθενεῖς. Ἡ θαυματουργική χάρις τῆς πηγῆς ἐκδηλώθηκε ἀρχικά σέ μία ἄτεκνη γυναῖκα. Ἡ γυναῖκα αὐτή μετά ἀπό πολλές προσπάθειες νά ἀποκτήσει παιδί, ἄκουσε γιά τήν ἁγιότητα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, μέ τήν ἐλπίδα ἑνός θαύματος. Ὁ Ἅγιος Πατήρ ἀφοῦ ἄκουσε τό αἴτημά της τῆς διάβασε κάποιες εὐχές, τήν διαβεβαίωσε γιά τήν δύναμη τῆς προσευχῆς καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τό πλάσμα Του καί τήν ἔστειλε νά πιεῖ νερό ἀπό τήν πηγή. Ἕνα μῆνα ἀργότερα ἡ γυναῖκα ἐπέστρεψε χαρούμενη στό μοναστήρι καί ἀνακοίνωσε ὅτι εἶχε συλλάβει παιδί! Ὅταν τό θαῦμα αὐτό ἄρχισε νά διαδίδεται, τό μοναστήρι ἔγινε τόπος προσκυνήματος. Πολλές ἄτεκνες γυναῖκες ἔφταναν στό μοναστήρι καί ζητοῦσαν τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Πατρός καί ἐκεῖνος ἀφοῦ τούς διάβαζε τίς σχετικές εὐχές, τίς ἔστελνε νά πιοῦν νερό τῆς πηγῆς, μέ βεβαιότητα στή δύναμη τῆς Παναγίας καί κατά τήν πίστι τῶν προσερχομένων ἡ Παναγία θαυματούργησε πολλές φορές.
Παράλληλα ἄρχισε νά διαδίδεται καί ἡ φήμη τοῦ κατά τῶν πονηρῶν πνευμάτων χαρίσματος τοῦ Ἁγίου Πατρός. Ἔτσι πολλοί συγγενεῖς πασχόντων νά τούς φέρνουν στό μοναστήρι, μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀπαλλαγῆς τους ἀπό τήν δαιμονική ἐπιρροή. Σεβόμενος ὁ Ἅγιος Πατήρ τήν ἰδιαιτερότητα τοῦ προβλήματος, δέν κρατοῦσε τούς πάσχοντες «μέσα στόν κόσμο». Οἱ πάσχοντες καί οἱ συγγενεῖς τους διέμεναν στόν Ξενῶνα καί οἱ πιό ἐπικίνδυνοι ἀπό αὐτούς, μέχρι τήν θεραπεία τους, δένονταν στήν πηγή μέ ἁλυσίδα (ἡ ὁποία σώζεται μέχρι σήμερα)!
Κατά τούς λόγους τοῦ Κυρίου καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ θεραπεία πασχόντων ἀπό δαιμονική ἐπιρροή ἀπαιτοῦσε πολύ προσευχή καί μεγάλη νηστεία. Καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι οἱ πάσχοντες δέν μποροῦσαν νά προσευχηθοῦν καί νά νηστέψουν λόγῳ τῆς καταστάσεώς τους, ἔπρεπε νά νηστεύψουν καί νά προσευχηθοῦν οἱ συγγενεῖς, ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς, ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Πατέρας, στή δύναμη τῶν εὐχῶν τοῦ ὁποίου προσέφευγαν οἱ πάσχοντες.
Παλαιές μοναχές τῆς Μονῆς ἔλεγαν, ὅτι τά «σαραντάρια» (40 ἡμέρες αὐστηρῆς νηστείας – ξηροφαγίας μέ ψωμί καί νερό μία φορά τήν ἡμέρα!), οἱ ἀγρυπνίες, τά κομποσχοίνια καί οἱ μετάνοιες, ἦταν κάτι συνηθισμένο στό μοναστήρι τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Πατρός, διότι πάντοτε ὑπῆρχαν πάσχοντες γιά τούς ὁποίους ζητοῦσαν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἐμφανής χάρις τῆς Παναγίας στό χῶρο τῆς πηγῆς ὁδήγησε τόν Ἅγιο Πατέρα τό 1932 στήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Παρεκκλησίου τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Τό Παρεκκλήσιο αὐτό χρησιμοποιοῦνταν γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῶν προσκυνητῶν πού φιλοξενοῦνταν στόν Ξενῶνα. Τό 1941, ζῶντος τοῦ Ἁγίου Πατρός, τό Παρεκκλήσιο ἀνακαινίσθηκε ἐκ βάθρων καί διαμορφώθηκε σέ μεγάλο πετρόκτιστο ναό Βυζαντινοῦ ρυθμοῦ, ὅπου ἐκτός τῆς κεντρικῆς Ἁγίας Τραπέζης πρός τιμήν τῆς Ζωοδόχου πηγῆς, διαμορφώθηκαν καί τά Παρεκκλήσια τῆς Κοιμ. Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας καί Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας.
Μέχρι τήν δεκαετία τοῦ ’70, κατά τήν ὁποία κτίσθηκε τό Καθολικό τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου, ὁ Ναός τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς ἀποτελοῦσε τόν μοναδικό μεγάλο ναό τῆς Μονῆς.
Τό 1933, πάνω ἀπό τό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, ἐσωτερικά στήν αὐλή τοῦ Παρθενῶνος, διαμορφώθηκε τό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Μεγαλομ. Μαρίνης, γιά τίς θερινές ἀκολουθίες τῆς ἀδελφότητος, τίς ὁποίες οἱ πολυπληθεῖς μοναχές παρακολουθοῦσαν ἀπό τήν αὐλή. «Τό Παρεκκλήσιον τοῦτο – γράφει ὁ Πρωθ. Εὐγένιος - ἐπέπρωτο, χάριτι Θείᾳ, νά προσλάβη ἰδιάζουσαν ἰστορικήν ἀξίαν διά τήν ἀκριβῆ καί ἀπαρέγκλητον Ὀρθοδοξίαν, γενόμενον ἱερόν τελεσιουργιῶν τῶν πρώτων χειροτονιῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, τελεσθεισῶν ἐν ἔτει 1935, ὅτε καί ἐχειροτονήθη ὁ ἀείμνηστος ἡμῶν πατήρ Ματθαῖος, ὡς Ἐπίσκοπος τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Βρεσθένης» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 16). Τό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Μαρίνης ὀνομάζεται καί «Παρεκκλήσιο τῶν Χειροτονιῶν» λόγῳ τῶν Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν τοῦ 1935, ἀλλά καί λόγῳ τῶν χειροτονιῶν ἄλλων κληρικῶν καί τῆς μεγαλοσχημίας (κουρᾶς) μοναζουσῶν.
Τό 1939 καί ἐνῶ εἶχε ἤδη διαμορφωθεῖ τό Δεσποτικό τῆς Μονῆς, οἰκοδομήθηκε «ὕπερθεν αὐτοῦ» τό Παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Τριάδος, «τό καί θεαματικώτερον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ὡς ἐν περιόπτῳ σημείῳ ἐκτισμένον καί παρέχων ἔκλαμπρον τήν θέαν, καθ’ ὅλην τήν γύρωθεν περιοχήν» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 16). Τό Παρεκκλήσιο αὐτό ἁγιογραφήθηκε ἀπό Ρώσο ἁγιογράφο, Λοχαγό τοῦ Τσαρικοῦ Στρατοῦ, ὁ ὁποῖος ὄντας ἐξόριστος στή Δύση, βρῆκε καταφύγιο στή Μονή, ὅπου ἔμεινε τρία χρόνια, «ἀναπαυόμενος καί παρηγορούμενος ἐκ τῶν κακουχιῶν τοῦ πολέμου».
Τό Δεσποτικό τῆς Μονῆς «εὕρηται δεξιά τῆς κυρίας εἰσόδου τοῦ Παρθενῶνος ἤ δευτέρας πύλης» καί ἀποτελεῖται ἀπό τό κελλί καί τό γραφεῖο τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου. Σ’ αὐτό «εὑρίσκονται θαυμάσιαι Βυζαντιναί εἰκόνες, ἔργα τῆς ἁγίας χειρός τοῦ εἰς Κύριον κοιμηθέντος Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Ματθαίου, ἀρίστου ἁγιογράφου, πλουσίως παρά τοῦ Κυρίου ἐλεηθέντος, ἔτι καί διά τοῦ ὑπερόχου τούτου ταλάντου. Τά περιώνυμα ταῦτα ἔργα, τά ἐμποιοῦντα θεόφρονα θαυμασμόν, οὐ μήν ἀλλά καί δέος διά τό βύθιον τοῦ ἐνορατικοῦ στοχασμοῦ, τοῦ ἐνθυμίζοντος ἐκστάσεις Προφητῶν, εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία, τό Ἅγιον Μανδήλιον καί ἡ ἁγία Θεοπρομήτωρ Ἄννα, εἰς δέ τό γραφεῖον τοῦ ἀειμνήστου ἡ μεγαλοπρεπής εἰκών τοῦ Κριτηρίου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, παριστῶσα τόν Πιλάτον, τούς Ἰουδαίους, τήν Κρίσιν καί στήν Σταύρωσιν Αὐτοῦ καί τήν ἀναπαράστασιν ἐν λεπτομερείας τῶν παθημάτων τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν. Ἀλλά καί ἄλλαι πολλαί εἰκόνες, ἔργα Βυζαντινῆς τέχνης, θαυμάζονται πάντοτε ὑπό τῶν εὐσεβῶν προσκυνητῶν ἐν τῶ γραφείῳ τούτῳ τοῦ ἀοιδήμου ἡμῶν καί Ὁσίου Ἡγέτου» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 23 – 24).
«Περί τό τέλος τοῦ σωτηρίου ἔτους 1939 καί πρίν ἤ ἡ λαῖλαψ τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ἀναφλέξη τήν Οἰκουμένην, ἡ Ἱερά ἡμῶν Μονή εἶχεν ὁπωσδήποτε ἀπό οἰκοδομικῆς πλευρᾶς ἀποκατασταθεῖ. Κελλία ἀρκετά εἶχον κτισθῆ διά τήν ἐγκατάστασιν τῶν μοναζουσῶν καί τά ἀναγκαῖα παρεπόμενα εἶχον οἰκοδομηθεῖ, ὡς Τράπεζα, μαγειρεῖα, πλυντήρια, ἐργαστήρια ἐνδυμάτων, κλίβανοι, ἐργαστήρια ὑποδημάτων, πλεκτικῆς κ.λ.π., οὐ μήν καί ὁ Ξενών, ἔξωθι τοῦ περιβόλου τῆς Μονῆς, διά τήν φιλοξενίαν τῶν προσκυνητῶν.
Ταῦτα πάντα, ἐκ πρώτης ὄψεως ἐμφαίνονται ἀρκετά καί ἱκανοποιητικά, ἀληθῶς ὅμως εἶναι λίαν ἀνεπαρκῆ διά τήν ἀνάπτυξιν τῆς πνευματικῆς δραστηριότητος τῆς Μονῆς καί τήν διαμονήν τῶν μοναζουσῶν τῆς Ἱερᾶς Ἀδελφότητος, ὧν ὁ ἀριθμός κυμαίνεται πάντοτε καί πέραν τοῦ ὁρίου τῶν 300 μοναζουσῶν» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 18).

Ἡ Ἱερά Μονή Μεταμ. Σωτῆρος Κρονίζης Κουβαρᾶ Ἀττικῆς (1934 - 1950)
Πέραν ὅμως τῶν φιλομονάχων γυναικῶν, ἤδη ἀπό τήν περίοδο τῆς πρώτης ἐξόδου τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου στόν κόσμο (1911), εἶχαν ἐλκυσθεῖ ἀπό τήν ὁσιακή του βιοτή στή μοναχική πολιτεία καί πολλοί εὐσεβεῖς ἄνδρες. Οἱ ἄνδρες αὐτοί, ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας (1927) ἐγκαταβίωσαν σέ πρόχειρα οἰκήματα ἐκτός τῆς μονῆς, ἐργαζόμενοι σκληρά γιά τήν ἀνοικοδόμησή της.
Τό πλήρωμα τοῦ χρόνου γιά τήν ἵδρυση ἀνδρικῆς μονῆς ἦρθε τό 1934. Τότε ἀγοράσθηκαν 800 στρέμματα ἀγροτικῆς καί δασικῆς περιοχῆς, στή θέση Κρόνιζα τῆς κοινότητος Κουβαρᾶ (ἰδιοκτησίας τοῦ Βουλευτοῦ Ἀττικῆς Ἰω. Δροσοπούλου) καί ἱδρύθηκε ἡ Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος, κοντά σέ πηγή νεροῦ. Στίς πρῶτες πτωχές καί πενιχρές ἐγκαταστάσεις τῆς μονῆς (δύο παλαιά οἰκήματα πού προυπῆρχαν μέσα στήν περιοχή), ἐγκαταβίωσαν ἀρχικά περί τούς 25 μοναχούς, οἱ ὁποῖοι γιά τίς καθημερινές ἀκολουθίες χρησιμοποιοῦσαν τό ἐξωκκλήσιο τοῦ ἁγ. Νικολάου (ὑπαγόμενο στήν ἐνορία Κουβαρᾶ).
Στό σημεῖο πού ἱδρύθηκε ἡ Μονή ἀρχικά ὑπῆρχε δάσος. Ὅταν ἦρθε ὁ Ἅγιος Πατέρας, ζήτησε καί ἔφτιαξαν μία καλύβα ἀπό κλαδιά. Μέσα σ’ αὐτή τήν καλύβα ἔβαλε «Εὐλογητός», εἶπε τά Εἰρηνικά κ.λ.π. «Ἐδῶ πού εἶναι ἡ καλύβα - εἶπε προφητικά – θά γίνει ἡ ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος». Ἡ προφητεία αὐτή ἐκπληρώθηκε πολύ ἀργότερα, κατά τήν δεκαετία τοῦ 1980, μέ τήν ἀνέγερση τοῦ λαμπροῦ Καθολικοῦ πρός τιμήν τῆς Θείας Μεταμορφώσεως.
Τό ἔτος 1939 καί ἐνῶ οἱ μοναχοί ἦσαν περίπου 40, οἰκοδομήθηκε τό πρῶτο (χρονολογικά) οἴκημα τῆς μονῆς, μέ ἐσωτερικό Παρεκκλήσιο ἀφιερωμένο στόν ἅγ. Εὐαγγελιστή Ματθαῖο. Στή συνέχεια στήν κορυφή τοῦ λόφου πού δεσπόζει τῆς περιοχῆς, οἰκοδομήθηκε τό Παρεκκλήσιο τοῦ Προφήτη Ἠλία, στό ὁποῖο τό 1948 τελεσιουργήθηκαν οἱ ἱστορικές Ἐπισκοπικές χειροτονίες τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, κατά τίς ὁποίες ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος, ἤδη Ἐπίσκοπος Βρεσθένης, μετέδωσε τήν γνησία καί ἀνόθευτο Ἀποστολική Διαδοχή, τήν ὁποία εἶχε λάβει κατά τήν ἐπισκοπική χειροτονία του τό 1935.
Τό ἔτος 1948 ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔθεσε τόν θεμέλιο λίθο τῆς κυρίως μονῆς. Ἐπιθυμία του ἦταν νά οἰκοδομηθεῖ κατά τό πρότυπο τῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους σέ σχῆμα τετραγώνου, μέ τό Καθολικό στό κέντρο του. Ὡς πρός τίς διαστάσεις ἤθελε νά εἶναι 99 Χ 99 μέτρα, πρός τιμήν τῶν Ὁσίων 99 Πατέρων Κρήτης, ὅμως ἡ μορφολογία τοῦ ἐδάφους περιώρισε τήν οἰκοδομή στά 70 Χ 70 μέτρα. Μέχρι τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Πατρός τό 1950, εἶχαν οἰκοδομηθεῖ δύο ὄροφοι τῆς βορεινῆς πτέρυγας, μέ τό Παρεκκλήσιο τῶν Ὁσίων 99 Πατέρων, 25 κελλιά καί βοηθητικοί χώροι.
Ἀρχικά ἡ ἡγουμενεία τῆς Μονῆς Μεταμοφώσεως ἀνατέθηκε ἀπό τόν Ἅγιο Πατέρα στόν παλαιό του γνώριμο Λάκωνα κληρικό ἀρχιμ. Βίκτωρα Μπουλοῦκο (προερχόμενο ἀπό τήν Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου Καστρίου Κυνουρίας), ὁ ὁποῖος ἡγουμένευσε μέχρι τήν κοίμησή του, τό 1941. Στή συνέχεια ἡγουμένευσε ὁ Προηγούμενος τῆς Μονῆς Ξενοφῶντος Ἁγίου Ὄρους καί στενός συνεργάτης τοῦ Ἁγίου Πατρός ἀρχιμ. Γεδεών Πάσιος, ὁ ὁποῖος τό 1948 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος μέ τό ὄνομα Σπυρίδων, ὑπό μόνου τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου. Γιά μιρκό διάστημα ἡγουμένευσε στή Μονή καί ὁ Ἱερομ. Ἀντώνιος Θανάσης (ὅταν ὁ Καθηγούμενος Γεδεών εἶχε ἀποσταλεῖ γιά ἐκκλησιαστική ὑπηρεσία στή Μακεδονία). Τό 1950, ἔτος κοιμήσεως τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, οἱ μοναχοί τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως ἦσαν περίπου 170.
Ἡ Μονή Μεταμορφώσεως κτίσθηκε μέ πολλές δυσκολίες, κυρίως μέ τήν προσωπική ἐργασία τῶν ἐκεῖ ἐγκαταβιούντων καί ἀσκουμένων πατέρων. Τό Τυπικό τῶν Ἀκολουθιῶν καί τῆς μοναστικῆς ζωῆς εἶναι αὐτό τῆς γυναικείας Μονῆς Παναγίας, πρέπει νά προστεθεῖ ὅμως ἡ σκληρή ἐργασία τῶν μοναχῶν (γεωργικές καί κτηνοτροφικές ἐργασίες, ἀλιεία, ἐσωτερικές διακονίες, ἀνοικοδόμηση, κ.λ.π.).
Ἐκτός ἀπό τήν κύρια μονή, γιά τίς ἀνάγκες τῆς ἀδελφότητος ὑπάρχουν καί δύο Μετόχια. Τό πρῶτο, πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, βρίσκεται ἔξω ἀπό τήν πόλη τῆς Κερατέας, στίς ὑπώριες τοῦ Ὄρους Ὄλυμπος. Ἐκεῖ ἀπό τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχε ὁ ναός τοῦ Θεολόγου (ὑπαγόμενος στήν ἐνορία τῆς πόλεως). Λόγῳ τῆς ἐξαιρετικῆς θέσεως καί τῆς πηγῆς νεροῦ πού ὑπῆρχε, ὁ Ἅγιος Πατήρ προχώρησε στήν ἀγορά 200 στρεμμάτων (κατάλληλων γιά γεωργικές ἐργασίες) καί στήν ἀνέγερση ἐγκαταστάσεων. Τό μετόχι αὐτό ἦταν γνωστό σάν «Μετόχι τῶν ἀσθενῶν καί τῶν τιμωρημένων», διότι σ’ αὐτό ἐγκαταβιοῦσαν οἱ ἀσθενεῖς μοναχοί μέχρι τήν ἀποθεραπεία τους, ἀλλά καί οἱ μοναχοί πού εἶχαν ἐπιτίμιο, μέχρι τήν ἐκτέλεση τοῦ κανόνα πού τούς εἶχε ἐπιβληθεῖ.
Στήν κορυφή τοῦ παρακείμενου τοῦ μετοχίου λόφου ὁ Ἅγιος Πατέρας οἰκοδόμησε Ἱερό Κάθισμα, στό ὁποῖο συνήθιζε νά ἡσυχάζει. (Ἀργότερα, στή δεκαετία τοῦ ‘80, ὁ διάδοχος τοῦ Ἁγίου Πατρός ἀρχιεπ. Ἀνδρέας, ἀνοικοδόμησε τό Κάθισμα καί ἀνήγειρε δύο παρεκκλήσια, πρός τιμήν τοῦ Εὐγγ. Ματθαίου, τό ὁποῖο καί ἐγκαινίασε, καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τήν ἴδια περίοδο ἀνήγειρε καί τό Παρεκκλήσιο τῆς Γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στό χῶρο τῶν ἀρχικῶν ἐγκαταστάσεων τοῦ Μετοχίου).
Τό δεύτερο μετόχιο τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως δημιουργήθηκε στήν πόλη τῶν Θηβῶν καί διαθέτει Παρεκκλήσιο πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Μεγαλομ. Γεωργίου. Σκοπός τῶν ἐκεῖ ἐγκαταβιούντων μοναχῶν εἶναι ἡ καλλιέργεια τῶν κτημάτων πού διαθέτει ἡ Μονή στήν περιοχή τῶν Θηβῶν. Μέχρι τήν ἀνέγερση τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγίων Ταξιαρχῶν, τό μετόχι ἐξυπηρετοῦσε καί τίς ἀνάγκες τῶν Ὀρθοδόξων τῶν Θηβῶν.
Στή Μονή Μεταμορφώσεως, ἐμπνεόμενοι ἀπό τήν ὁσιακή βιοτή τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀσπάσθηκαν τόν μοναχικό βίο ὁλόκληρες οἰκογένειες. Εἶναι χαρακτηριστικές οἱ περιπτώσεις τοῦ Μοναχοῦ Βίκτωρος Ματθαίου (ἀρχικά στενοῦ συνεργάτου τοῦ Ἁγίου Πατρός, ἀλλά μετά τήν κοίμησή του ἀποστάτου καί σκανδαλοποιοῦ), ὁ ὁποῖος μόνασε τό 1934 μαζί μέ τήν 12μελή οἰκογένειά του!, καθώς καί τῆς οἰκογενείας Μπαλτσάκη ἀπό τήν Φτέρη Σπερχειάδος, τῆς ὁποίας ὁ πατέρας, ἡ μητέρα καί πέντε ἀδελφοί ἔγιναν μοναχοί τό 1939 (ἀπό αὐτούς οἱ δύο ἀναδείχθηκαν Ἐπίσκοποι).
Ἡ Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως – τόσο ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ὅσο καί μεταγενεστέρως - ἀποτέλεσε γιά τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τό πνευματικό Της πανεπιστήμιο καί τό φυτώριο τῶν περισσοτέρων ἀγάμων κληρικῶν Της. Ἀπό τίς μοναχικές της τάξεις προῆλθαν μέχρι τό σχίσμα τοῦ 2005 οἱ ἀκόλουθοι 45 Κληρικοί:
Οἱ Ἀρχιερεῖς (ἀναφέρονται κατά τήν σειρά τῆς ἐπισκοπικῆς τους χειροτονίας) Τριμυθοῦντος Σπυρίδων (Πάσιος, 1948), Πατρῶν Ἀνδρέας, ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (Ἀνέστης, 1948), Θεσσαλονίκης Δημήτριος (Ψαροθεοδωρόπουλος, 1948), Θηβῶν καί Λεβαδείας Ἰωάννης (Μπαλτσάκης, 1952), Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίων (Μπαλτσάκης, 1952), Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Μελέτιος (Κωστάκης, 1952), Μεσσηνίας Γρηγόριος (Ρούσσης, 1957), Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Ματθαῖος (Μακρῆς, 1973), Πειραιῶς καί Νήσων Νικόλαος (Μεσσιακάρης, 1973), Βρεσθένης Λάζαρος (Ἀθανασίου, 1973), Κρήτης Εὐμένιος (Σηφάκης, 1973), Σερβίων καί Κοζάνης Τίτος (Βλάχος, 1973), Περιστερίου Γαλακτίων (Γκαμίλης, 1995), Κίτρους καί Κατερίνης Γοργόνιος (Ζαρογιάννης, 1995), Βεροίας καί Ναούσης Ταράσιος (Καραγκούνης, 1995), Διαυλείας Ἀνδρέας (Σύρος, 1996) καί Φιλίππων Χρυσόστομος (Σύρος, 1995), συνολικῶς 17!
Οἱ Ἱερομόναχοι (ἀναφέρονται κατά σειράν ἐκδημίας) Ἰωακείμ Μπουρελάκης (+ 1940), Βίκτωρ Μπουλούκος (+ 1941), Θεοδόσιος, Ἀνανίας Πανουσόπουλος (+ 1966), Λουκᾶς Καραΐσκος (+ 1974), Κήρυκος Κοντογιάννης (+ 1974), Πολύκαρπος Ματθιούλης (+ 1981), Ἰωαννίκιος Μπεθάνης (+ 1982), Ἰωαννίκιος Παπαθανασίου (+ 1985), Γαβριήλ Χαραλάμπους (+ 1988), Ἰωνᾶς Μιχαηλίδης (+ 1991), Ἰωάσαφ Τσολάκης (+ 1994), Πέτρος Παπαϊωάννου (1995), Ἀβράμιος Μπαλτσάκης (1995), Παύλος Καραγκούνης (1995), Γρηγόριος Παναγιωτίδης (+ 1996), Θωμᾶς Γκαραγκούνης (+ 1999) καί Εὐλάμπιος Λάζαρης (+ 2002), συνολικῶς 18.
Ἀπό τούς παλαιούς πατέρες τῆς Μονῆς βρίσκεται στή ζωή ὁ Ἱερομ. Ἰωαννίκιος Μενιδιάτης (ἐφημέριος Μεγάρων).
Οἱ Ἱεροδιάκονοι Ρωμανός καί Οἰκουμένιος (Σαγώνας, + 1971).
Ἀκόμη, πρό τοῦ σχίσματος τοῦ 2005, χειροτονήθηκαν οἱ Ἱερομόναχοι Στέφανος καί Νεόφυτος Τσακίρογλου, Δαμασκηνός Πετρογέγας, Κυπριανός Φιλημέγκας, Λάζαρος Ἀθανασώφ (στή συνέχεια Ἐπίσκοπος Ἀμαθοῦντος Κύπρου) καί Ἀνανίας Πανάκος, καθώς καί ὁ Διάκονος Μεθόδιος Χούλης, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τό σημερινό ἱερατικό δυναμικό τῆς Μονῆς.
Τό Τυπογραφεῖο. Ἕνα πολύ σημαντικό τμῆμα τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀφορᾶ τό Ἐκκλησιαστικό Τυπογραφεῖο τό ὁποῖο λειτούργησε σέ εὐθύνη καί εὐλογία του τό 1940. Τό τυπογραφεῖο αὐτό ὁ μακάριος ἱδρυτής του τό ὀνόμασε πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Πευκοβουνογιατρίσσης, ἀλλά λειτούργησε στίς ἐγκαταστάσεις τίς ἀνδρικῆς Μονῆς, μέ εὐθύνη τοῦ Μοναχοῦ Βίκτωρος Ματθαίου, ἐργαζομένων τῶν ἐκεῖ ἐνασκουμένων πατέρων.
Ἀπό τό τυπογραφεῖο αὐτό εἶδαν τό φῶς τῆς δημοσιότητος - παρά τήν Γερμανοϊταλική Κατοχή, τίς τεχνικές δυσκολίες καί τήν οἰκονομική δυσπραγία – μεγάλης πνευματικῆς σημασίας ἐκδόσεις, ὅπως τό Τετραυάγγελο (ἐγκολπίου σχήματος), τό Προσευχητάριο, τό Περιοδικό «Πολύτιμος Θησαυρός Μετανοίας» καί κυρίως ὁ «Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», ἕνα ἔργο μνημειώδες γιά τήν ἐποχή του.
Ὁ Ἅγιος Πατήρ ἤθελε οἱ Χριστιανοί νά μελετοῦν συνεχῶς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τό Εὐαγγέλιο. Ἀκόμη, κατά τήν διδασκαλία τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, νά τό ἔχουν πάντα μαζί τους ὡς «ἔνθεον φυλακτήριον». Ἔτσι τό 1941 ἐξέδωσε τό Τετραευάγγελο σέ ἐγκόλπιο σχῆμα, σέ χιλιάδες ἀντίτυπα καί τό ἔδιδε εὐλογία στούς πιστούς, οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές μάλιστα τό ἔφεραν πάντα στό στῆθος τους, σέ μία μικρή ὑφασμάτινη θήκη, γιά νά διαβάζουν καθημερινά ἕνα κεφάλαιο, κατά τήν ἐντολή πού τούς εἶχε δώσει.
Στό σφραγισμένο μέ τήν σφραγίδα του ἐσώφυλλο τῆς πρώτης ἐκδόσεως, τό ὁποῖο φέρει ἔντυπη τήν ὑπογραφή του, ὁ Ἅγιος Πατήρ ἔχει γράψει: «ΘΕΙΟΝ ΚΑΙ ΙΕΡΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ - Ἡ Ἀποκάλυψις Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου - Ὁ Βίος τῶν Εὐαγγελιστῶν – Κατά ἀρχαίαν ἔκδοσιν τῆς Βενετίας – ΦΥΛΑΚΤΗΡΙΟΝ ΕΝΘΕΟΝ – Α’ Ἔκδοσις Ἐπισκόπου + Βρεσθένης Ματθαίου, Προσκυνητοῦ Π. Ζ. Τάφου, Ἁγιορείτου, Κρητός, Ἐρημίτου – Δωρέαν Διανέμεται ἀγαπητοῖς ἐν Κῳ πνευματικοῖς τέκνοις – Τυπογραφεῖον Ἱ. Μονῆς Παναγίας μας Πευκοβουνογιατρίσσης Ἀττικῆς, 1941».
Τό Προσευχητάριο κυκλοφόρησε γιά πρώτη φορά τό 1932 καί ἐπανεκδόθηκε τό 1933, 1934, 1936, 1941 καί τό 1949. Ἀποτελοῦσε μαζί μέ τό Τετραευάγγελο καί ἕνα κομποσχοῖνι, τήν τυπική εὐλογία τοῦ Ἁγίου Πατρός πρός ὅλους τούς ἐπισκέπτες του καί τούς προσκυνητές τῶν μονῶν του. Δέν θά ἦταν ὑπερβολή ὁ ἰσχυρισμός, ὅτι κυρίως χάρις αὐτή τήν ἁγία συνήθεια τοῦ μακαρίου Πατρός, διαδόθηκε ἡ τάξις τῶν καθημερινῶν κατά μόνας ἤ κατ’ οἶκον ἀκολουθιῶν (Μεσονυκτικοῦ, Ὄρθου - Ἑξαψάλμου, Παρακλήσεως, Ἑνάτης, Ἑσπερινοῦ, Ἀποδείπνου, Χαιρετισμῶν), σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα. Παλαιοί πιστοί διηγοῦνται, ὅτι ὑπῆρχε τάξις νά συγκεν-τρώνονται οἱ Ὀρθόδοξοι στούς ναούς ἄνεϋ Ἱερέως (ἤ ἄν δέν ὑπῆρχαν ναοί, σέ ἐξωκκλήσια ἤ κατοικίες πιστῶν) καί νά διαβάζουν μαζί τίς Ἀκολουθίες ἀπό τό Προσευχητάριο (ἤ καί ἀπό τά Λειτουργικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, ἄν ὑπῆρχε ἠ δυνατότητα). Μάλιστα ὅλοι εἶχαν στά σπίτια τους καί χρησιμοποιοῦσαν Ἁγιασμό, Ἀντίδωρο καί Εὐχέλαιο.
Ἡ προσωπική γνώμη τοῦ γράφοντος εἶναι ὅτι τό σημαντικότερο ἐκδοτικό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου εἶναι ὁ «Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ἡ ἔκδοση τοῦ Συναξαριστή ἄρχισε τό 1946 καί μέχρι τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Πατρός (τό 1950), εἶχαν ἐκδοθεῖ ἕξη τόμοι. Στήν πρώτη ἔκδοση τοῦ Συναξαριστή σημειώνεται: «Σεβασμιωτάτου Ἐπισκόπου + Ἁγίου Βρεσθένης κ.κ. Ματθαίου, Προσκυνητοῦ τοῦ Π. Ζ. Τάφου, Ἁγιορείτου, Ἐρημίτου, Κρητός» καί «Τυπογραφεῖα Ἱ. Μ. Παναγίας Πνευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς».
Μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Πατρός τό 1950 καί τήν ἀνταρσία ὁμάδος μοναχῶν κατά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὁ ἡγέτης τῆς ἀνταρσίας Μοναχός Βίκτωρ Ματθαίου οἰκειοποιήθηκε τό Τυπογραφεῖο καί συνέχισε τίς ἐκδόσεις, βοηθούμενος ἀπό τόν Ἱερομ. Ματθαῖο Λαγγῆ. Μετά τόν θάνατο τοῦ μ. Βίκτωρος (1972), τό ἐκδοτικό ἔργο συνέχισε ὁ Ἱερομ. Ματθαῖος (ἀπό τό 1979 Ἐπίσκοπος Οἰνόης τῆς Φλωρινικῆς Παρατάξεως), βοηθούμενος ἀπό τόν Μοναχό Ἠλία.

Περίοδος Τέταρτη (1935 – 1950).


Ἐκλογή καί χειροτονία σέ Ἐπίσκοπο Βρεσθένης (1935)
Ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος κάτω ἀπό τίς ἀκόλουθες συνθῆκες:
Τό 1935 (ἔτος μεγάλης ἱστορικῆς σημασίας γιά τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία), τρεῖς Ἀρχιερεῖς τῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος – οἱ Μητροπολίτες Δημητριάδος Γερμανός, πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος - ἀποκήρυξαν τήν ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο Νεοημ. Ἐκκλησία καί προσχώρησαν στήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Οἱ Ἀρχιερεῖς αὐτοί ἔγιναν δεκτοί ἀπό τούς ὑπάρχοντες Κληρικούς καί τό ἀγωνιζόμενο πλήρωμα τῶν Γ.Ο.Χ. μέ δημόσια ὁμολογία πίστεως καί ἀποκήρυξη τῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας ὡς σχισματικῆς.

Οἱ Ἀρχιερεῖς συνεδρίασαν τήν 26η Μαΐου 1935 ὑπό τήν προεδρεία τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καί ὑπέγραψαν ἔγγραφο ἐπιγραφόμενο «Διαμαρτυρία καί Δήλωσις πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», τό ὁποῖο ἀπέστειλαν διά δικαστικοῦ ἐπιμελητοῦ τήν ἑπομένη 28η Μαΐου, μετά ἀπό πανηγυρική Θεία Λειτουργία στόν Ἱ. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου Κολωνοῦ, συμμετεχόντων 25.000 περίπου πιστῶν!

Στή συνέχεια οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς, συγκροτοῦντες τήν πρώτη Ἱερά Σύνοδο τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προχώρησαν στήν ἐκλογή καί χειροτονία 4 νέων Ἐπισκόπων. Ὅπως προκύπτει ἀπό τό σχετικό ἀνακοινωθέν, «τήν παρελθοῦσαν Τετάρτην ἐψηφίσθη καί ἐχειροτονήθη Κανονικῶς ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης, Γερμανός Βαρυκόπουλος Ἐπίσκοπος Κυκλάδων. Τήν Πέμπτην ἐψηφίσθη καί ἐχειροτονήθη Κανονικῶς ὁ Ἀρχιμανδρίτης καί Ἐφημέριος τοῦ Στρατοῦ Χριστόφορος Χατζῆς Ἐπίσκοπος Μεγαρίδος, ἀποσπα-σθείσης ἐκ τῆς ὑδροκεφάλου τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν.Τήν Παρασκευήν ἐψηφίσθη καί ἐχειροτονήθη κανονικῶς ὁ Ἀρχιμανδρίτης Πολύκαρπος Λιώσης, Ἐφημερεύων Ἱεροκήρυξ τῆς ἐνορίας Ὑπαπαντῆς Πειραιῶς, Ἐπίσκοπος τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Διαυλείας.

Τήν ἐπιοῦσαν συνελθοῦσα ἡ Ἱερά Σύνοδος ὑπό τήν προεδρίαν τοῦ Σεβασμιωτάτου Δημητριάδος Γερμανοῦ καί λαβοῦσα ὑπ' ὄψιν τάς πολυτιμωτάτας ὑπηρεσίας ἅς προσήνεγκε καί προσφέρει ὑπέρ τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, ὅν διεξάγωμεν πρός ἀναστήλωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας καί εἰρήνευσιν τῆς Ἐκκλησίας ὁ Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κερατέας Ἱερομόναχος Ματθαῖος Καρμπαθάκης, ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Σταυροῦ, καί ἐπιθυμοῦσα ἀφ' ἑνός μέν νά ἀμείψη τάς πολυτίμους αὐτοῦ ὑπηρεσίας, καί ἀφ' ἑτέρου νά ἐνθαρρύνη καί νά ἐνισχύση περισσότερον αὐτόν εἰς τόν Ὀρθόδοξον ἀγῶνα, παμφηφεί ἐψήφισεν αὐτόν καί κανονικῶς ἐχειροτόνησεν Ἐπίσκοπον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Βρεσθένης».

Οἱ χειροτονίες καί τῶν 4 νέων Ἀρχιερέων ἔγιναν στήν Ἱερά Μονή Παναγίας Κερατέας, στό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης, γνωστό ἔκτοτε σάν «Παρεκκλήσιο τῶν Χειροτονιῶν».

Ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Βρεσθένης τό Σάββατο, 8η Μαΐου 1935, σέ ἡλικία 74 ἐτῶν, ὅπως προκύπτει ἀπό τό ἀκολούθως δημοσιευόμενο χειροτονητήριό του, τό ὁποῖο φυλάσσεται στό Δεσποτικό τῆς Μονῆς Παναγίας:

Πιστοποιητικόν Χειροτονίας

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῶν ἀκολουθούντων τό πάτριον ἐκκλησιαστικόν ἑορτολόγιον, ἀποτελουμένη ὑπό τῶν Σεβασμιωτάτων Ἱεραρχῶν Δημητριάδος Γερμανοῦ, Προέδρου καί τῶν μελῶν αὐτῆς πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου διαβεβαιοῦμεν, ὅτι τήν 8ην Ἰουνίου τοῦ χιλιοστοῦ ἑνιακοσιοστοῦ τριακοστοῦ πέμπτου ἔτους, ἡμέραν Σάββατον, μετά τήν νενομισμένην κανονικήν ψήφισιν καί τό ἐπακολουθῆσαν μήνυμα, ἐχειροτονήσαμεν ἐν τῶ Ἱερῶ Ναῶ τῆς Ἁγίας Μαρίνης, τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εἰσοδείων Κερατέας, τῆ ἐπικλήσει καί χάριτι τοῦ Παναγίου καί τελεταρχικοῦ Πνεύματος τόν ἐψηφισμένον Ὁσιολογιώτατον Ματθαῖον Καρμπαδάκην, ἡγούμενον τῆς ἐν Κερατέᾳ Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Εἰσοδείων, Ἐπίσκοπον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Βρεσθένης. Εἰς δέ τήν περί τούτου βεβαίωσιν ἐξεδόθη τό παρόν, κεκυρωμένον ἰδίαις ἡμῶν ὑπογραφαῖς.

Ἐν Ἀθήναις τῆς θ’ Ἰουνίου 1935

+ Ὁ Δημητριάδος Γερμανός, Πρόεδρος

+ Ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος

+ Ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος

Ἡ ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο Νεοημ. Ἱεραρχία, ἀντιμετώπισε τό σημαντικό αὐτό γεγονός σάν Ἀρχιερατικό κίνημα στρεφόμενο κατά τῆς Ἐκκλησίας καί παρέπεμψε τούς Ἀρχιερεῖς σέ δίκη. Τελικά ἐπιβλήθηκε στούς Ἀρχιερεῖς οἱ ποινή τῆς καθαιρέσεως καί τοῦ σωματικοῦ περιορισμοῦ (ὁ Δημητριάδος Γερμανός στή Μονή Χοζοβιωτίσσης Ἀμοργοῦ, ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος στή Μονή ἁγ. Διονυσίου Ὀλύμπου, ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος στή Μονή Ρομβοῦ Ἀκαρνανίας, ὁ Μεγαρίδος Χριστόφορος στήν κατοικία του στήν Φρεαττύδα Πειραιῶς, ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος στό Ὀρφανοτροφεῖο του «Ἅγιος Γεώργιος» Ταμπουρίων Πειραιῶς, ὁ Κυκλάδων Γερμανός στή Μονή Στροφάδων καί ὁ Ἅγιος Πατήρ Βρεσθένης Ματθαῖος στή μονή του).


Ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος ὡς Ἐπίσκοπος Βρεσθένης (1935 – 1949) καί Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (1949 – 1950)
Χειροτονίες Κληρικῶν. Ὡς Ἐπίσκοπος ὁ Ἅγιος Πατήρ Ματθαῖος ἀνέδειξε ἱκανό ἀριθμό Κληρικῶν, τούς ὁποίους χειροτόνησε εἴτε ὁ ἴδιος ὡς Ἐπίσκοπος Βρεσθένης (1935 – 1949), εἴτε - μετά τό 1948 - μέ ἐντολή καί εὐλογία του οἱ Ἐπίσκοποι πού χειροτονήθηκαν ἀπό αὐτόν.

Πρώτη χειροτονία του ὑπῆρξε ὁ Ἱερομόναχος Κωνσταντῖνος Ἀλεξανδρόπουλος (ἐφημέριος Ν. Ἐλβετίας Ἀθηνῶν). Ἀκολούθησαν τό 1937 ὁ Ἱερεύς Εὐστάθιος Μάραντος (Καλαμάτα, + 1982), τό 1938 ὁ Ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος Παπαθανασίου (ἱδρυτής τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Παρασκευῆς Ταχίου Θηβῶν, + 1985), τό 1940 ὁ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Ἀνέστης (ἀπό τό 1948 Ἐπίσκοπος Πατρῶν Ἀνδρέας καί ἀπό τό 1972 Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, + 2005), τό 1941 ὁ Ἱερομόναχος Βασίλειος Μπαλτσάκης (ἀπό τό 1952 Ἐπίσκοπος Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίων, + 1977) καί ὁ Ἱερομόναχος Γεώργιος Κωστάκης (ἀπό τό 1952 Ἐπίσκοπος Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Μελέτιος, + 1966), τό 1946 ὁ Ἱερομόναχος Εὐμένιος Σηφάκης (ἀπό τό 1973 Ἐπίσκοπος Κρήτης, + 1981) καί ὁ Ἱερεύς Ἀθανάσιος Παπουλίδης (Ἱερομόναχος Μηνᾶς, Θεσσαλονίκη, + 1989), τό 1947 ὁ Ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος Μπεθάνης (Μάνδρα, + 1982), ὁ Ἱερομόναχος Προκόπιος Μπαλτσάκης (ἀπό τό 1952 Ἐπίσκοπος Θηβῶν καί Λεβαδείας Ἰωάννης, + 1964) καί ὁ Ἱερομόναχος Δαμιανός Ψαροθεοδωρόπουλος (ἀπό τό 1948 Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Δημήτριος, + 1976), τό 1948 ὁ Ἱερομόναχος Λάζαρος Ἀθανασίου (Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, ἀπό τό 1973 Ἐπίσκοπος Βρεσθένης, + 1989) καί ὁ Ἱερομόναχος Πολύκαρπος Ματθιούλης (Μ. Παναγίας, + 1981) καί τό 1949 ὁ Ἱερεύς Χρύσανθος Τσιανάκας (Ἀγναντερό Καρδίτσης).

Στό πνευματικό δυναμικό τοῦ μακαρίου Ἀρχιερέως περιλαμβάνονται καί οἱ ἀκόλουθοι κληρικοί (τῶν ὁποίων τά στοιχεῖα πού ἀφοροῦν τήν χειροτονία, βρίσκονται ὑπό ἐπεξεργασία): Ἱερομόναχος Λουκᾶς Καραΐσκος (+ 1974), Ἱερομόναχος Ἰωάσαφ Τσολάκης (+ 1994), Ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος Μενιδιάτης, Ἱερομόναχος Πέτρος Παπαϊωάννου, Ἱερομόναχος Γρηγόριος Ρούσης (ἀπό τό 1958 Ἐπίσκοπος Μεσσηνίας, 1995, + 2009), Ἱερομόναχος Κάλλιστος Κατσούλης, Ἱερεύς Γεώργιος Μπλιόκας, Ἱερεύς Εὐάγγελος Μανώλης, Ἱερομόναχος Ἀνανίας Πανουσόπουλος, Ἱερομόναχος Γαβριήλ Χαραλάμπους, Ἱερομόναχος Ἰωνᾶς Μιχαηλίδης, Ἱερομόναχος Εὐλάμπιος Λάζαρης (+ 2002), Ἱερεύς Θωμᾶς Παπαδόπουλος, Ἱερεύς Σπυρίδων Χαδιάρης, Ἱερεύς Γεώργιος Χαδιάρης καί ὁ Ἱερεύς Μιχαήλ Ἀκαμάτης.

Τό 1948 ὁ Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος Σπυρίδων χειροτό νησε μέ εὐλογία τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου τόν Ἱερομόναχο Παΐσιο Ροῦσκα (+ 1982), ἀδελφό τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Ἄννης Λυγαριᾶς Λαμίας.
Κτιτορικό ἔργο. Ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος ὡς Ἱερομόναχος καί Ἐπίσκοπος ἐπετέλεσε σπουδαῖο κτιτορικό ἔργο. Τό 1918, ὡς ὑπεύθυνος τοῦ Σιμωνοπετρίτικου Μετοχίου τοῦ Βύρωνος, ἀνακαίνισε ἐκ βάθρων τόν Ἱ. Ν. Ἀναλήψεως. Ὁ Ναός περατώθηκε τό 1922 καί φέρει πέντε ὡραιότατους τρούλλους. Ὁ Ἅγιος Πατήρ τόν ἀνοικοδόμησε τρισυπόστατο (τό δεξιό Παρεκκλήσιο ἀφιερώθηκε στήν προστάτιδα τῆς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας ἁγ. Μαγδαληνή καί τό ἀριστερό στόν προστάτη του ἅγ. Μονᾶ).

Κατά τήν περίοδο 1923 – 1926 θεμελίωσε στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους τόν Ναό τοῦ ἁγ. Μηνᾶ (τόν ὁποῖο ἀποπεράτωσε ἀργότερα ὁ ὑποτακτικός του μοναχός Νεκτάριος, ἔπειτα Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Ματθαῖος Β’).

Ἀπό τῆς καθόδου του στόν κόσμο (1926), ἵδρυσε (ὅπως προαναφέρθηκε) τίς Ἱερές Μονές Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας (1927) καί Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ (1934), γιά τήν προώθηση τοῦ Ἀγῶνος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τό 1935, εὐλόγησε τήν ἵδρυση τῆς γυναικείας Ἱ. Μ. Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου Καλαμῶν, τήν ὁποία ἵδρυσε ἡ πνευματική του θυγατέρα Γερόντισσα Εὐφημία (Λυμπερέα, + 1978).

Τό 1943, εὐλόγησε τήν ἵδρυση τῆς ἀνδρικῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Ἄννης Λυγαριᾶς Λαμίας, τήν ὁποία ἵδρυσε ὁ Ἁγιορείτης ἀρχιμ. Μηνᾶς Βρεττός (+ 1988).

Ἀπό τό 1935 κ. ἐξ. εὐλόγησε τήν ἀνέγερση 35 Ἱερῶν Ναῶν. Κύριος ὑπεύθυνος ἦταν ὁ Πρωτοσύγκελλός του Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος, ὁ ὁποῖος συνεργάστηκε γιά τόν σκοπό αὐτό μέ τούς κατά τόπους ἐκκλησιαστικούς ἐπιτρόπους καί τούς Ὀρθοδόξους πιστούς. Ἀπό τούς ναούς αὐτούς πολλούς εὐτύχησε νά ἐγκαινιάσει ὁ ἴδιος, ἐνῶ ἄλλους ἐγκαινίασαν οἱ ὑπ’ αὐτόν Ἐπίσκοποι (μετά τό 1948).

1. Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιθέας Ἀθηνῶν (Καθεδρικός Ναός ἐπί τῶν ἡμερῶν του).

2. Ἁγίας Τριάδος Ν. Λαχαναγορᾶς Ἀθηνῶν.

3. Ἁγίου Γεωργίου Ἀμαρουσίου Ἀττικῆς.

4. Ἁγίας Τριάδος Κ. Ἡλιουπόλεως Ἀθηνῶν.

5. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἐλευσῖνος Ἀττικῆς.

6. Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου Μάνδρας Ἀττικῆς.

7. Ἁγίας Τριάδος Μαγοῦλας Ἀττικῆς.

8. Εὐαγγελιστρίας Μεγάρων.

9. Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου Βιλλίων Ἀττικῆς.

10. Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Κερατέας.

11. Ἁγίας Μαρίνης Λαυρίου (Μετόχιο Ἱ. Μ. Παναγίας).

12. Ἁγίου Σπυρίδωνος Καρέα Ἀττικῆς.

13. Τριῶν Ἱεραρχῶν Κιάτου Κορινθίας.

14. Ἁγίου Δημητρίου Πατρῶν.

15. Εὐαγγελιστρίας Κέρτεζης Καλαβρύτων.

16. Ἁγίας Τριάδος Παρθενίου Τριπόλεως.

17. Ἁγίας Τριάδος Σπάρτης.

18. Ζωοδ. Πηγῆς Καλαμῶν.

19. Εὐαγγ. Ματθαίου Λεύκτρων Θηβῶν.

20. Εὐαγγελιστρίας Μελισσοχωρίου Θηβῶν.

21. Ἁγίου Γεωργίου Θηβῶν (Μετόχιο τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορ-φώσεως).

22. Ἁγίων Κων/νου καί Ἑλένης Καπαρελίου Θηβῶν.

23. Εὐαγγελιστρίας Δομβραίνης Θηβῶν.

24. Εὐαγγελιστρίας Δεσφίνης Παρνασίδος.

25. Κοιμ. Θεοτόκου Τυρνάβου Λαρίσης.

26. Κοιμ. Θεοτόκου Πυργετοῦ Λαρίσης.

27. Ἁγίου Γεωργίου, κοινότητος Ἁγίου Ἀναργύρων Λαρίσης.

28. Ἁγίων Κων/νου καί Ἑλένης Ἀγναντεροῦ Καρδίτσης.

29. Ἁγίας Σοφίας Τρικάλων.

30. Ἁγίου Γεωργίου Θεσσαλονίκης.

31. Ἁγίας Τριάδος Λουτροῦ Βεροίας.

32. Ἁγίου Χαραλάμπους Κοζάνης.

33. Εὐαγγ. Ματθαίου Πόρου Τροιζηνίας.

34. Ἁγίων Ἀποστόλων Λαζαράτων Λευκάδος.

35. Μεταμ. Σωτῆρος Μαργαρικαρίου Ἡρακλείου.


Οἱ Ἐπισκοπικές χειροτονίες τοῦ 1948.

Σημείωσις: Τά ἀφορῶντα στίς Ἐπισκοπικές χειροτονίες τοῦ 1948 περιλαμβάνονται σέ ἰδιαίτερο τομίδιο τό ὁποῖο θά ἐκδοθεῖ προσεχῶς.
Μετά τήν ἔκπτωση ἀπό τῆς Ὁμολογίας τοῦ  1935 τῶν Ἀρχιερέων Δημητριάδος Γερμανοῦ, πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, Ζακύνθου Χρυσοστόμου, Διαυλείας Πολυκάρπου καί Μεγαρίδος Χριστοφόρου (1935 - 1937) καί τήν ἀποστασιοποίηση τοῦ Κυκλάδων Γερμανοῦ (1942), ὁ μακαριστός Ματθαῖος ἔμεινε ὁ μοναδικός Ἐπίσκοπος στόν Ἑλλαδικό χῶρο, ὁ  ὁποῖος  διακρατοῦσε  μέ  συνέπεια  τήν  Ὁμολογία  τοῦ  1935. Τό ἔτος 1948, σέ ἡλικία 87 ἐτῶν, μετά ἀπό πολλές ἀπέλπιδες προσπάθειες ἑνώσεως μετά τῶν λοιπῶν Ἀρχιερέων (στήν βάση τῆς Ὁμολογίας τοῦ 1935), ἀλλά καί ἐξευρέσεως γνησίως Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου ἀπό τό ἐξωτερικό, «ψήφῳ Κλήρου καί λαοῦ», προχώρησε στήν ἀνασυγκρότηση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ τήν ἐκλογή καί χειροτονία τεσσάρων Ἐπισκόπων γιά τήν διαποίμανση τῶν Ἐκκλησιῶν Ἑλλάδος καί Κύπρου.

Πρῶτος χειροτονήθηκε σέ Ἐπίσκοπο Τριμυθοῦντος (γιά τήν ἐμπερίστατη Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Κύπρου), ὁ Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ξενοφῶντος Ἁγίου Ὄρους ἀρχιμ. Γεδεών Πάσιος (ἀπό τούς πρῶτους Ἁγιορεῖτες συνεργάτες τοῦ Ἁγίου Πατρός, δεύτερος Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ). Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος ὑπό μόνου τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου - καθ’ ὑπέρβασιν τοῦ σχετικοῦ Κανόνος, «διά τό ἐμπερίστατον τῆς Ἐκκλησίας» - τήν 1η Σεπτεμβρίου 1948, στό Παρεκκλήσιο τοῦ Προφ. Ἠλιοῦ τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως καί ἔλαβε τό ὄνομα Σπυρίδων, πρός τιμήν τοῦ ἁγίου προκατόχου του στήν Ἐπισκοπική Ἕδρα ἁγ. Σπυρίδωνος. (Ὁ ἐπ. Σπυρίδων ἀπελάθηκε ἀπό τίς Βρεττανικές Δυνάμεις Κατοχῆς τῆς Κύπρου, μετά ἀπό παρέμβαση τῆς ἐκεῖ τοπικῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας καί ἔκτοτε ἐφησύχαζε σέ ἐρημητήριο τῆς περιοχῆς Κερατέας).

Δεύτερος χειροτονήθηκε σέ Ἐπίσκοπο Πατρῶν (τήν 13η Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους), ὁ ἀδελφός τῆς Ἱ. Μ. Μεταμ. Κουβαρᾶ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Ἀνέστης, μέ τό ὄνομα Ἀνδρέας, πρός τιμήν καί μνήμην τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν καί πολιοῦχου τῆς πόλεως ἁγ. Ἀποστόλου Ἀνδρέου. (Τό 1950, μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Πατρός, ὁ ἐπ. Ἀνδρέας τόν διαδέχθηκε στήν πνευματική ἐπιστασία τῶν Ἱερῶν Μονῶν Παναγίας καί Μεταμορφώσεως καί τό 1972 ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν).

Τρίτος χειροτονήθηκε σέ Ἐπίσκοπο ΘεσσαλονίκηςἹερομόναχος Δαμιανός Ψαροθεοδωρόπουλος, ἐπίσης ἀδελφός τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, μέ τό ὄνομα Δημήτριος, πρός τιμήν καί μνήμην τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης ἁγ. Μεγαλομ. Δημητρίου. (Ὁ ἐπ. Δημήτριος ἦταν Πρόεδρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατά τήν περίοδο 1950 -1958, ἀπό τῆς κοιμήσεως τοῦ Ἁγίου Πατρός, μέχρι τῆς ἀναδείξεως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἀγαθαγγέλου).

Τέταρτος - τέλος - χειροτονήθηκε σέ Ἐπίσκοπο Κορινθίας, ὁ Ἱερομόναχος Κάλλιστος Μακρῆς, ἀδελφός τῆς Ἱ. Μ. Εὐαγγελιστρίας Ἀθηκίων Κορινθίας, πνευματικό ἀνάστημα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Μωϋσέως (+ 1946).

Μέ τίς χειροτονίες αὐτές ἀνασυγκροτήθηκε ἡ διαλυμένη ἀπό τά σχίσματα Ἱερά Σύνοδος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐνισχύθηκε ὁ Ἀγώνας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων στήν Μεγαλόννησο Κύπρο (ὁ ἐπ. Σπυρίδων ἀμέσως μετά τήν χειροτονία του πῆγε στήν Κύπρο καί ἐργάστηκε μέ ἰδιαίτερο ζῆλο καί αὐταπάρνηση γιά τήν διάδοση τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας καί τήν ὀργάνωση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, χειροτονῶντας 10 νέους κληρικούς, ἱδρύοντας μονές, ἐγκαινιάζοντας ναούς καί «κηδόμενος ἐν παντί» τοῦ ποιμνίου του) καί συνετρίβησαν τά σχέδια τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ ὁ ὁποῖος ἀνέμενε τήν διάλυση τοῦ ποιμνίου τῶν Γ.Ο.Χ. μετά τόν θάνατο τοῦ γέροντος ἐπ. Ματθαίου.

Ἔκτοτε ὁ Ἀγῶνας τῶν Γ.Ο.Χ, ἔλαβε νέες διαστάσεις. Οἱ «ἀπό Ματθαίου Ἀρχιερεῖς» διέσχιζαν μέ κόπους καί πόνους καί διωγμούς ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἱδρύοντας καί ἐγκαινιάζοντας ναούς καί στηρίζοντας τό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας. Περιοχές πού δέν εἶχαν δεῖ ποτέ Ὀρθόδοξο Ἀρχιερέα ἀπό τό Σχίσμα τοῦ 1924, ὑποδέχονταν μέ ἱερή συγκίνηση τούς Ἀρχιερεῖς καί τούς βοηθοῦσαν μέ ἐνθουσιαστική καί θυσιαστική διάθεση στό ἔργο τους. Ἔκτοτε ἀρχίζει καί ἡ «μετά λιτανείας καί πομπῆς» τελετή τῆς Καταδύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί τοῦ Ἁγιασμοῦ τῶν Ὑδάτων στό Φαληρικό Δέλτα (ἡ ὁποία συνεχίζεται μέχρι τῶν ἡμερῶν μας), ἡ ὁποία ἀπ’ ἀρχῆς προσέλαβε τήν μορφή δημόσιας μαρτυρίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί διαμαρτυρίας κατά τίς περιόδους τῶν διωγμῶν κατά τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων.

Μεταξύ τῶν σημαντικῶν ἀποφάσεων τῆς ὑπό τόν ἐπ. Ματθαῖο Ἱερᾶς Συνόδου εἶναι ἡ ἐκλογή του σέ Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν (εἶναι ὁ πρῶτος Γνησίως Ὀρθόδοξος Ἀρχιεπίσκοπος μετά τό νεοημ. Σχίσμα τοῦ 1924) καί ὁ Ἀφορισμός τῆς Μασωνίας (καί οἱ δύο ἀποφάσεις ἐλήφθησαν τήν 25η Νοεμβρίου 1949).


Τό ὁσιακό τέλος

Ὁ μακάριος Πατήρ μετά ἀπό ἀσκητικούς ἀγῶνες δεκαετιῶν (στούς Ἁγίους Τόπους, στό Ἅγιον ῎Ορος Ἄθω καί στίς μονές του, Παναγίας Κερατέας καί Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ), ἐπλήρωσε τό κοινόφλητο χρέος τοῦ θανάτου τήν 14η Μαϊου 1950, πλήρης ἡμερῶν καί ἔργων, σέ ἡλικία 89 ἐτῶν, νοσηλευόμενος λόγῳ ἡλικίας καί γήρατος στό ἱστορικό Μετόχιο τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71.

Τά τέλη του ὑπῆρξαν ὁσιακά. Πρίν παραδώσει τήν μακαρία του ψυχή στόν Νυμφίο του Χριστό, φάνηκε νά τελεῖ ἐπί τοῦ στήθους του τήν Θεία Λειτουργία καί νά κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων! Στή συνέχεια καί ἀφοῦ τελείωσε τό κομποσχοίνι του, τό παρέδωσε στήν παρευρισκομένη Καθηγουμένη τῆς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί ἐξέπνευσε!

Μετά τήν κοίμηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί τήν μεταφορά τοῦ σκηνώματός του στήν Ἱ. Μ. Παναγίας, τελέστηκε Ἁγιασμός, ὁ ὁποῖος εὐλογήθηκε μέ τό νεκρό του χέρι! Ὁ Ἁγιασμός αὐτός παραμένει μέχρι σήμερα ἄσηπτος, 60 χρόνια μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, σάν νά εὐλογήθηκε τήν προηγουμένη ἡμέρα! Ποσότητες αὐτοῦ τοῦ Ἁγιασμοῦ βρίσκονται στήν κατοχή διαφόρων κληρικῶν καί ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν, διατίθενται σέ ἀσθενεῖς πού εὐεργετοῦνται ἀπό τόν Θεό, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου.

Τό Ἱερό Λείψανο τοῦ Ἁγίου Πατρός, εὐπρεπισμένο ἐπί θρόνου, ἐκτέθηκε σέ τριήμερη προσκύνηση στό Δεσποτικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας καί παρά τήν θερμότητα τῆς περιόδου ἐκείνης, δέν παρουσίασε σημεῖα φθορᾶς! Ἀντιθέτως, τό Τίμιο Λείψανο μυρόβλησε!

Τό ἐξαιρετικό αὐτό γεγονός - ἀπολύτως βεβαιομένο καί μαρτυρημένο - πολεμήθηκε ἀπό τούς Φλωρινικούς καί πολεμεῖται μέχρι σήμερα. Μάλιστα, ψευδομάρτυρες πού χρησιμοποιήθηκαν κατά τήν δίκη τῆς μακαριστῆς Γεροντίσσης Μαριάμ τό 1950 (μέ ἀφορμή τά δῆθεν σκάνδαλα τῆς Μονῆς Παναγίας πού ἀποκαλύφθηκαν), φέρονται νά κατέθεσαν τά ἀκόλουθα, σύμφωνα μέ δημοσίευμα τῆς Ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδος «Ἐλευθερία» (φ. Κυριακῆς 19.11.1950):

«Ἡ Ἡγουμένη Μαριάμ μετά τόν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου Καρπαθάκη, διέδωσε ἐπίτηδες ὅτι τό πτῶμα του «μυρόβλησε»! Διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ προσέλκυσαν ἑκατοντάδες ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔπσυσαν ἐκεῖ ἀπό πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος, γιά νά δοῦν τό θαῦμα τοῦ ἁγ. Ματθαίου, τοῦ ὁποίου τό πτῶμα ἔβγαζε δῆθεν μῦρο. Στήν πραγματικότητα ὅμως ἡ πονηρή Ἡγουμένη, εἶχε ραντίσει τό πτῶμα του μέ ἄρωμα, γιά νά παραπλανήσει τούς εὐσεβεῖς καί νά δημιουργήσει θρύλο πέριξ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ματθαίου».

Τί ὅμως ἀκριβῶς συνέβη καί πότε; Μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, τό Λείψανο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, ἐνδεδυμένο τά ἀρχιερατικά ἄμφια καί εὐπρεπισμένο σέ θρόνο/πολυθρόνα, ἐκτέθηκε σέ τριήμερο λαϊκό προσκύνημα, στό Δεσποτικό τῆς Μονῆς Παναγίας. Τήν τρίτη ἡμέρα καί πρίν τήν ἔναρξη τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας, τό Λείψανο – τό ὁποῖο δέν παρουσίαζε κανένα σημεῖο φθορᾶς καί ἀποσυνθέσεως, ἀκόμη καί τήν φυσιολογική νεκρική ἀκαμψία - ἵδρωσε ἀπό κεφαλῆς μέχρι ποδῶν! Στό μέτωπο καί τούς κροτάφους τοῦ Ἁγίου Πατρός ἐμφανίστηκαν θρόμβοι ὑδρώτος! Τό ἴδιο συνέβη ἐσωτερικῶς τῶν ἀμφίων στό σῶμα του, σέ σημεῖο νά γεμίσουν τά παπούτσια του!

Οἱ μάρτυρες τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ἦσαν ἑκατοντάδες, ὑπῆρξε μάλιστα καί σχετική δημοσίευση στόν «Κήρυκα Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων». Ὁ γράφων - πέραν τῆς μαρτυρίας παλαιῶν μοναζουσῶν τῆς Μονῆς Παναγίας, οἱ ὁποίες μέ ἀξιόλογη διαφορά χρόνου βεβαίωσαν τό γεγονός – ἀλλά καί λαϊκῶν (ὅπως ἀγωνιστῶν Ὀρθοδόξων τῆς Κρήτης), κατέχει καί τήν μαρτυρία τριῶν κεκοιμημένων ἤδη Κληρικῶν, τῶν Ἐπισκόπων Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίωνος καί Κρήτης Εὐμενίου καί τοῦ Ἱερομονάχου Θωμᾶ Γκαραγκούνη, αὐτοπτῶν μαρτύρων τοῦ γεγονότος. (Ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος Βησσαρίων, τότε Ἱερομόναχος Βασίλειος, διακρίνεται στίς φωτογραφίες πού ἔχουν διασωθεῖ νά σηκώνει μαζί μέ ἄλλους Κληρικούς τήν πολυθρόνα μέ τό Λείψανο τοῦ κεκοιμημένου Ἀρχιεπισκόπου. Στήν ἴδια φωτογραφία δύο χέρια προσπαθοῦν νά συγκρατήσουν τήν κεφαλή του, ἡ ὁποία «πέφτει» πρός τά ἐμπρός, ἐπειδή δέν ὑπῆρχε νεκρική ἀκαμψία! Ὁ δέ Ἐπίσκοπος Εὐμένιος, τότε Ἱερομόναχος, «ἄγγιξε» τό σημεῖο, μαζί μέ τήν κατά σάρκα ἀνηψιά τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου μοναχή Συγκλητική, ἡ ὁποία στεκόταν δίπλα του).

Ὅλοι οἱ αὐτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν στόν γράφοντα τόν γεγονός ὅπως ἀκολουθεῖ: Τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Πατρός ἵδρωσε κατά τήν τρίτη ἡμέρα. Θρόμβοι ἰδρῶτα ἐμφανίσθηκαν στό μέτωπο καί τούς κροτάφους καί ἄρχισαν νά κυλοῦν πρός τά κάτω. Σύντομα διαπιστώθηκε, ὅτι εἶχε ἰδρώσει ὅλο του τό σῶμα καί εἶχαν γεμίσει τά παπούτσια του! Ἀμέσως οἱ παριστάμενοι ἀρχίσαν νά μαζεύουν τό ἐκχεόμενο μύρο μέ ὅ,τι μπορούσαν (οἱ περισσότεροι μέ τά μαντήλια τους, κάποιοι κληρικοί μέ τά ἄμφιά τους, μοναχοί καί μοναχές μέ τά ράσα τους). Κατά τήν ἐκφορά, ὅπου ἔσταζε τό μύρο, οἱ πιστοί ἔσπευδαν νά μαζέψουν τό χῶμα! Ἀμέσως ἀποδείχθηκε, ὅτι τό μῦρο εἶχε θεραπευτικές ἰδιότητες (ἡ ἀδελφή τῆς Μονῆς Παναγίας μ. Πατρικία πού εἶχε πρόβλημα στό μάτι της, μόλις σταυρώθηκε μέ αὐτό θεραπεύθηκε!).

Τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας τοῦ μακαριστοῦ Πατρός προέστη ὁ Σεβ. Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος Σπυρίδων, συμπαραστατούμενος ὑπό τῶν Σεβ. Ἀρχιερέων Πατρῶν Ἀνδρέου καί Θεσσαλονίκης Δημητρίου (τοῦ ἐπ. Κορινθίας Καλλίστου ἀσθενοῦντος) καί ὅλων σχεδόν τῶν κληρικῶν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, συμμετεχόντων χιλιάδων (ὅπως μαρτυροῦν φωτογραφίες τῆς ἐποχῆς) πιστῶν ἀπό ὅλη τήν χώρα καί τό ἐξωτερικό. Ἡ κηδεία ὑπῆρξε κάτι τό ἐξαιρετικό. Ὁ νεοημ. Μητροπ. Δημητριάδος Χριστόδουλος (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπος), στή γνωστή διατριβή του περί τοῦ (κατ’ αὐτόν) παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος σημειώνει, ὅτι ὁ ἐπ. Ματθαῖος ἐνταφιάσθηκε μέ τιμές Πατρός τῆς Ἐκκλησίας!

Τόν μεστό νοήματος καί συναισθήματος ἐπικήδειο λόγο ἐκφώνησε ὁ Πρωτοσύγκελλος τοῦ μεταστάντος Πρωθιεράρχου Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος.

Ὁ νεκρός τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἐνταφιάσθηκε ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Παρθενῶνος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας (τρία χρόνια ἀργότερα ἐνταφιάσθηκε δίπλα του ἡ μαρτυρική Γερόντισσα Μαριάμ, πρώτη Καθηγουμένη καί κτίτωρ τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας).


Περίοδος Πέμπτη (1950 – σήμερα)

ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ – ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ

Α. Ἡ μνήμη τῆς Ἐκκλησίας - Ἡ τιμή του ὡς Ἁγίου

Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ματθαῖος, τιμώμενος ὡς Ἅγιος «ἔτι ζῶν», τιμήθηκε ἰδιαιτέρως ὡς Ἅγιος, ἀμέσως μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση. Τό ἔτος 1953 - ἐν μέσῳ τοῦ φοβεροῦ διωγμοῦ τοῦ Νεοημ. Ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος Βλάχου, ἀλλά καί ἐν μέσῳ τοῦ μεγάλου θορύβου τῶν δῆθεν σκανδάλων τῆς Μονῆς Παναγίας πού «ἀποκαλύφθηκαν» - ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Παναγίας ὑποχρεώθηκε νά ἀπαντήσει δημόσια  στίς κατηγορίες τῶν Φλωρινικῶν, περί ἁγιοποιήσεως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου. 

Ἡ ἀπάντηση περιλαμβάνεται σέ ἐπιστολή τῆς 17ης Ἰουλίου 1953, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός τήν «ποθεινοτάτην ἀδελφήν, κατά πίστιν ἐκλεκτήν τοῦ Θεοῦ καί εὐλαβεστάτην Αἰκατερίνην» (τῆς ὁποίας ἡ ταυτότητα δέν ἔχει διασωθεῖ). Ἀποτελεῖ τήν «πανυπέρτιμον ἀπολογίαν (τῆς Μονῆς) πρός τούς ἀθέους καί ὑπερηφάνους ἁγιοκατηγόρους, διότι ἀπετόλμησαν χείλη δόλια ἀπατεώνων καί θνητοψύχων λυμεώνων τῆς εὐσεβείας, ἐκ συστήματος σκανδαλοποιῶν, νά λαλήσωσιν ἀνομίας κατά τοῦ δικαίου καί Πατρός Πατέρων παναοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυροῦ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, εἰς τάς ἀκοάς τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί πιστῶν Χριστιανῶν, ὅτι δυσωδίασεν καί διελύθη ἤ ὅτι ἀνεκομίσθη εἰς κατάστασιν ἀφωρισμένου καί ὅσας ἄλλας βλασφημίας ἐξερεύγονται τοῦ ψεύδους τά ταμεῖα».

Ἡ ἐπιστολή αὐτή βρέθηκε ἀπό τόν Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κήρυκο (τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), «εἰς τό ὑποτυπῶδες Ἀρχεῖον τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, τό ὁποῖον ἠδυνήθημεν νά περισυλλέξωμεν εἰς τό Ἐπισκοπεῖον τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης, μετά τήν βαρβαρικήν κατάληψιν τῶν Κέντρων τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, (Πνευματικόν Κέντρον Περιστερίου καί Στέγη Φιλοξενίας Κληρικῶν Ἁγίας Τριάδος), ὅπου εἴχαμε ὀργανώσει ἕνα πολύ καλό Ἀρχεῖο, τό ὁποῖον - δυστυχῶς - οἱ περί τόν Νικόλαον βάρβαροι κατακτηταί ἀχρήστευσαν». Παρουσιάστηκε ἀπό τόν ἴδιο γιά πρώτη φορά σέ ἐκδήλωση πρός τιμήν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου τό 2007 καί τό 2010 δημοσιεύθηκε στό Διαδύκτιο. Ἡ ἐπιστολή ἔχει ὡς ἐξῆς (ἀσφαλῶς  δέν  συμμεριζόμεθα    τίς  ὑπερβολές  στίς  ἐκφράσεις  καί  τίς  ὀξύτατες  διατυπώσεις, πλήν  δέν  δυνάμεθα  νά  τίς  ἀπολείψουμε):

ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΕΥΚΟΒΟΥΝΟΓΙΑΤΡΙΣΣΗΣ

ΠΡΟΣ ΑΔΕΛΦΗΝ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΝ

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν καί τοῦ Ἁγίου μας Πατρός Ματθαίου τοῦ νέου Μυροβλήτου καί Θαυματουργοῦ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν ἐλέησον ἡμᾶς. ΑΜΗΝ.


Θεοτόκε ἡ ἐλπίς πάντων τῶν Χριστιανῶν, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τούς ἐλπίζοντας εἰς Σέ. ΑΜΗΝ.


«Φανερά ἐστί, τά τέκνα τοῦ Θεοῦ καί τά τέκνα τοῦ διαβόλου» (Ἰω. Α, 3, 10).


Ἀδελφή ποθεινοτάτη, κατά πίστιν ἐκλεκτή τοῦ Θεοῦ καί εὐλαβεστάτη Αἰκατερίνη. Εὐχόμεθα εὐοδοῦσθαι καί ὑγιαίνειν ψυχῆ τε καί σώματι. Δόξα τῶ Ἁγίῳ Θεῶ ἡμῶν ἐν πρώτοις τόν καταξιώσαντα - δι’ ἀκαταπαύστων ἱκεσιῶν τῆς Πανάγνου Θεομήτορος Παμμακαρίστου Μαρίας τῆς Ἀειπαρθένου καί τῶν πρεσβειῶν τοῦ Μακαριωτάτου Πατρός ἡμῶν ΜΑΤΘΑΙΟΥ τοῦ νέου Μυροβλύτου καί Θαυματουργοῦ - ἡμᾶς τούς ἀχρείους δούλους Του, ἐν μοναχοῖς καί ἀνθρώποις ἐσχάτους, νά σᾶς χαιρετίσωμεν καί πάλιν πνευματικῶς καί ἐγκαρδίως, γράφοντες ἀδελφικῶς πρός τήν ὑμετέραν ἀγάπην.

Αὐτός «ὁ Θεός τῶν δυνάμεων καί πάσης σαρκός, ὁ ἐν Ὑψίστοις οἰκῶν καί τά ταπεινά ἐφορῶν, καρδίας τε καί νεφρούς ὁ ἐτάζων καί τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων σαφῶς ἐπιστάμενος», διά τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης καί διά λόγων καί παραδειγμάτων ἐδίδαξεν, ὅτι ἡ εὐλάβεια καί ἡ περιποίησις καί ἡ πρός τούς ἐναρέτους καί ἁγίους ἀνθρώπους τιμή, εἶναι ἔργον θεῖον, εἶναι νομοθεσία κοινή εἰς πάντας καί παραγγελία ἀναγκαία καί λίαν θεάρεστος πράξις. Ἀπεναντίας ἡ ἐξουδένωσις, ἡ καταφρόνησις, ἡ ἀνευλάβεια, ἡ κατάκρισις, ἡ δι’ ἔργου ἤ διά λόγου ἤ δι’ ἄλλου ὁποιουδήποτε τρόπου περιφρόνησις τῶν δούλων τοῦ Ὑψίστου ἐναρέτων ἀνθρώπων ἐν γένει καί ἰδιαίτατα τῶν Ἱερωμένων Ποιμένων καί Διδασκάλων, οἵτινες συνεργοῦσιν καί κοπιῶσιν ὑπέρ τῆς κοινῆς τῶν πιστῶν ώφελείας, ὡς ποδηγέται τῆς θεοσεβείας, ὀργήν θεήλατον, ἀφανισμόν καί ἐξολόθρευσιν ἀνείκαστον, ταχέως ἐπιφέρει κατά τό ρηθέν: «Ὁ ἁπτόμενος ὑμῶν (τῶν Ἁγίων) ὡς ὁ ἀπτόμενος τῆς κόρης τοῦ ὀφθαλμοῦ αὐτοῦ» (Ζαχ. β,8).

Τοῦτο καί διά πραγμάτων ἐβεβαίωσεν ὁ Θεός. Τήν ἀδελφήν τοῦ Θεόπτου Μωϋσέως Μαριάμ ἐλέπρωσε, τοῦ Βασιλέως Ἱεροβοάμ τήν παμβέβηλον χεῖρα ἐξήρανε (Γ΄ Βασιλ. ιγ,4), τά μικρά παιδάρια ἐν Βαιθήλ ἅτινα περιέπαιζον τόν Προφήτην Ἐλισσαῖον παρέδωσε τοῖς ἄρκτοις τοῦ δρυμοῦ εἰς κατάβρωμα (Α΄ Βασιλ. β,24), τόν Ἀνανίαν καί τήν Σαπφείραν ἐθανάτωσε αὐθωρεί (Πράξ. ε,5), τόν μάγον Ἐλύμαν παραχρῆμα ἐτύφλωσε (Πράξ, ιγ, 11) καί μέ ἄλλα σημεῖα καί τέρατα ἐξαίσια ἐπάταξε τούς ἀσεβεῖς καί καταφρονητάς τῶν Ἁγίων Του ὡς γέγραπται: «Μή ἅπτεσθε τῶν χριστῶν μου καί ἐν τοῖς Προφήταις μου μή πονηρεύεσθε» (Ψαλμ. ρδ,15).

Εἶναι πανθομολουμένως οἱ Ἅγιοι ἄνθρωποι θεοπροστάτευτοι καί τοποτηρηταί καί ἐπίτροποι Αὐτοῦ ἐπί τῆς γῆς, Ὅστις ἔδωκεν αὐτοῖς τήν ἐξουσίαν τοῦ θείου αὐτοῦ κράτους, ὥστε πάντα τά κτίσματα ὑλικά καί αἰσθητά - ἀλλά καί τά ἄϋλα καί νοερά - εὐλαβοῦνται, ὑποτάσσονται, ὑπηρετοῦν καί ὑπακούουν εἰς τούς Ἁγίους ἀπαρεγκλίτως: «Οἱ πεποιθότες ἐπί Κύριον ἐχθροῖς φοβεροί καί πᾶσι θαυμαστικοί». Καθότι οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ δεικνύουν τήν θείαν εὐγένειαν μέ τήν ὁποίαν ἐπλάσθη ὁ ἄνθρωπος «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» ὑπό τοῦ Δεσπότου τῶν ἀπάντων.

Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι σάλπιγγες τοῦ ἐν Σινᾶ νόμου καί τοῦ ἐν Ἱερουσαλήμ Εὐαγγελίου καί ἐν γένει τῶν θείων καί ἀρρήτων τοῦ Θεοῦ μυστηρίων εἰς σωτηρίαν ἡμῶν. Εἶναι τῆς ἀρετῆς οἱ ἐργάται ὑπό τῶν μεγίστων δωρεῶν τοῦ Θεοῦ ἔμπλεοι καί ἑνί λόγῳ οἱ Ἀρχιστράτηγοι τοῦ Ὑψίστου διά τῶν ὁποίων πολεμεῖται ἡ ἁμαρτία. Εἶναι τά ἐκλεκτά Αὐτοῦ ὄργανα διά τῶν ὁποίων ὁ πιστός στηρίζεται εἰς τήν ἀρετήν. «Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῆ γῆ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος, πάντα τά θελήματα αὐτοῦ ἐν αὐτοῖς» (Ψαλμ. ιε, 3). Εἶναι ἐπίγειοι Ἄγγελοι καί οὐράνιοι ἄνθρωποι, φωστῆρες παμφαέστατοι τῆς ἄνω Βασιλείας, ὡς καί κατοικητήρια τῆς Ἁγίας Τριάδος (Ἰω. ιδ, 23), διότι ἀγαπῶσι τόν Θεόν ἐξ’ ὅλης τῆς ψυχῆς καί καρδίας καί ἰσχύος καί διανοίας κατά τόν Κυριακόν λόγιον (Μάρκ. ιβ, 30). Ἑπομένως ὅστις τιμᾶ αὐτούς, τιμᾶ τόν ἐν αὐτοῖς ἐνοικοῦντα Θεόν, ὅστις δέ περιφρονεῖ αὐτούς, περιφρονεῖ τόν Θεόν τόν κατοικοῦντα ἐν αὐτοῖς (Λουκ. ι, 16), ὡς μᾶς διδάσκει ἡ Θεία Γραφή καί οἱ Θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐπιχειροῦμεν κατ’ ἀκολουθίαν καί ἡμεῖς οἱ ἀνάξιοι, πανευλαβῶς καί προσηκόντως ἐκ καθήκοντος ὑπερτάτου καί πατροπαραδότου νά ἀπονείμωμεν τόν δίκαιον σεβασμόν καί τήν τιμήν πρός τόν Μακαριώτατον Πνευματικόν ἡμῶν Πατέρα καί Ποιμενάρχην ΜΑΤΘΑΙΟΝ, τόν νέον Μυροβλύτην καί θαυματουργόν, δι’ αἰώνιον μνημόσυνον καί ὡς πανυπέρτιμον ἀπολογίαν πρός τούς ἀθέους καί ὑπερηφάνους ἁγιοκατηγόρους. Ἀναφωνοῦμεν λοιπόν, μετά τοῦ θεοκήρυκος Ἀποστόλου Παύλου: «’Αδελφοί, γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῆ Πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε» (Α΄ Κορ. ιστ, 13). Διότι ἀπετόλμησαν «χείλη δόλια» ἀπατεώνων καί θνητοψύχων λυμεώνων τῆς εὐσεβείας, ἐκ συστήματος σκανδαλοποιῶν, νά λαλήσωσιν ἀνομίας κατά τοῦ δικαίου καί Πατρός Πατέρων παναοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυροῦ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, εἰς τάς ἀκοάς τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί πιστῶν Χριστιανῶν (ὅτι δυσωδίασεν καί διελύθη ἤ ὅτι ἀνεκομίσθη εἰς κατάστασιν ἀφωρισμένου καί ὅσας ἄλλας βλασφημίας ἐξερεύγονται τοῦ ψεύδους τά ταμεῖα).

Πιστεύομεν τῆ καρδία καί ὁμολογοῦμεν τῶ στόματι ἡμεῖς οἱ ταλαίπωροι καί ἐλάχιστοι, εὑρισκόμενοι εἰς τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, (τόν πρόσκαιρον τοῦτον βίον) ὅτι: Τό πολυτιμώτατον, ἠδύπνοον καί λίαν ἀρωματισμένον ἐκ πάσης ἀπόψεως ρόδον, ὁ μέγας καί οὐρανόφρων ΜΑΤΘΑΙΟΣ, εἶναι τῶν Ἀποστόλων ὁμότροπος καί ὁμόθρονος, τῶν Μαρτύρων καί Ὁμολογητῶν ἰσοστάσιος, ἡ δόξα καί τό κλέος τῶν Ἀρχιερέων, τό σεμνολόγημα τῶν Ἀσκητῶν, ὁ καθαιρέτης καί ἀναιρέτης τῆς ἀθέου Νεοημερολογιτικῆς πλάνης, ὁ ὑπέρμαχος καί φύλαξ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ πολύαθλος καί μυρίαθλος Ὁμολογητής, ὁ παμμέγιστος στρατηγός καί τροπαιοφόρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ θεόφρων καί θεηγόρος, ὁ θεόπτης καί θεόληπτος, ὁ πανευκλεής καί πανόλβιος, ὁ θεομακάριστος καί θεοστήρικτος, ὁ θεόπνευστος καί θεόσοφος, ὁ θεοφόρος καί φωτοφόρος Ἱεράρχης εἰς τάς ἐσχάτας αὐτάς ἡμέρας τοῦ 8ου αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος! Τό ὄνομά του τό ἅγιον κατεγράφη εἰς τό πλάτος τῆς καρδίας μας, ἵνα καί τήν γλῶσσαν ἡμῶν ποιήση θαυματουργικῶς ὁ πανσεβάσμιος καί πανθαύμαστος Πατήρ ἡμῶν «κάλαμον γραμματέως ὀξυγράφου», ὅπως διακηρύξωμεν εἰς τῆς οἰκουμένης τά πέρατα, ὅτι αὐτός μόνος ὁ ἀπλανής φωστήρ ΜΑΤΘΑΙΟΣ ὁ ἀξιοΰμνητος, ὁ συμπολίτης καί σύσκηνος τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων, ἔσωσεν ἡμᾶς ἐκ τῆς σκοτίας καί κρημνοῦ τῶν αἱρέσεων.

Οὗτος ἀνεδείχθη γενάρχης τῆς εὐσεβείας, παιδιόθεν ἀφιερωθείς εἰς τόν Θεόν, ὡς σκεῦος τίμιον καί δοχεῖον τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τήν Ἀρχιερωσύνην θεία ψήφῳ ἔλαβεν. Ἐπειδή ὁ Δημητριάδος Γερμανός, ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, τῆ θεία φωνῆ τοῦ χριστωνύμου Κλήρου καί λαοῦ ἐχειροτόνησαν τόν θεῖον Ματθαῖον Ἐπίσκοπον Βρεσθένης κατά τό φαινόμενον, ὁ δέ Θεός κατά τό νοούμενον.

Ὁ θεοκήρυξ ΜΑΤΘΑΙΟΣ μέ τήν ζωοποιόν νέκρωσιν τῆς σαρκός καί τό θεοειδές πρόσωπον, προκινδυνεύων ἕως αὐτοθανάτου εἰς τόν ὑπέρ πάντων Ἱερόν ἡμῶν Ἀγῶνα, ἀποτελεῖ τό καύχημα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς τρισηλίου Θεότητος τό ἐθελόθυτον θῦμα, ἐν νηστείᾳ, ἀγρυπνίᾳ καί προσευχῆ τό ἀθλοφόρον καί σεπτόν αὐτοῦ σῶμα ἀναλώσας. Τόν μυρίολβον τοῦτον θησαυρόν, ἤγουν τό ἅγιόν του λείψανον, τό ἤδη συγκεκαλυμμένον ἐν τῆ γῆ, «δι’ ἀποκρύφους λόγους», Αὐτός ὁ Θεός μόνος θέλει ἀποκαλύψει ὑπερλάμποντα καί ἀποθεωμένον μέ τάς θείας Αὐτοῦ χάριτας, ὅταν προστάξη.

Ὡς ἐλλόγιμος δέ καί τοῦ διδάσκειν ἔμπειρος, μέ τούς στεφάνους τῆς μακαρίας ὑποταγῆς τούς πολυτιμήτους ἐστολισμένος, ἐξέχεεν ἀφθόνως καί ἀόκνως ποταμούς ὕδατος ζῶντος τῶν Ἀγγελικῶν μαθημάτων τῆς οὐρανίου ἐπιστήμης μέ τά μελισταγῆ ρεῖθρα τῆς διδασκαλίας του, ὁ ἐν ἀρετῆ διαβεβοημένος καί θεόκλητος Ποιμενάρχης ἡμῶν, ἀποδείξας ἔργῳ καί λόγῳ, ὅτι ἡ πίστις ἡμῶν εἶναι θεοδίδακτος, θεοπαράδοτος καί θεοπολυπλασίαστος.

Δέν ἔκλεισε ποτέ τό εὔλαλον ἐκεῖνο στόμα εἰς τούς θέλοντας ἐν ἀληθείᾳ σωθῆναι, τό ὁποῖον Πνευματοκινήτως ἀνεβλάστησε τά Πατρῶα Δόγματα τῆς υἱοθεσίας καί τό φρύαγμα τῶν νεοφανῶν θεομάχων ἠδάφισε ἐπί τῆς πέτρας τῆς ἐνθέου ἡμῶν Πίστεως. Κατά μείζονα λόγον νέον Μυροβλήτην παρευθύς τοῦτον καθομολογοῦμεν, ἐπειδή εἴδομεν μέ τούς ὀφθαλμούς μας καί ἐψηλαφίσαν αἱ χεῖρες ἡμῶν τό σημεῖον τοῦτο εἰς τό ἅγιον αὐτοῦ σκῆνος, τό ὁποῖον ἀναμφιβόλως προσκυνήσαντες «ἐλάβομεν χάριν ἀντί χάριτος». (Ἰω. α, 16). Διόπερ πάντων τῶν Ἁγίων τό πλήρωμα αὐτόν γνωρίζομεν, ὁδηγούμενοι ὑπό τῶν θεοσδότων Γραφῶν καί προδήλως ἑπόμενοι τῶν Ἀποστολικῶν καί Πατρικῶν Παραδόσεων. Καί μή εἴπη τις, (ἀπατώμενος ἐκ τοῦ ἐχθροῦ ἅμα καί ἀνθρωποκτόνου διαβόλου), ὅτι ἡμεῖς οἱ οὐτιδανοί καί ἀνάξιοι καί πάσης ἀρετῆς ἔρημοι ἁγιοποιοῦμεν αὐθορμήτως ἤ αὐθαιρέτως τόν μέγαν Ἀρχιποίμενα καί ἀείμνηστον τῶν Ἀθηνῶν Πρόεδρον Μακαριώτατον Ματθαῖον ἤ ὅτι μέ οὐρανομήκεις ἐπαίνους πλέκομεν ἐγκώμια καί τιμῶμεν τήν μνήμην αὐτοῦ, γράφοντες τάς γραμμάς ταύτας παρά τά διατεταγμένα! Μή γένοιτο!

Τῆ ἀληθεία ὁ Θεός ἀντιδοξάζει τούς δοξάζοντας Αὐτόν εἰς τόν κόσμον τοῦτον, μέ τό φῶς τῶν ἀρετῶν καί τῶν καλῶν ἔργων θαυμασιώτατα. «Θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» (Ψαλμ. ξζ 36). Ἐφόσον μάλιστα «νόμοι καί Προφῆται» εἰς τόν χορόν τῶν Ἁγίων Πάντων κατατάσσουσι τόν θεῖον μυστολέκτην ΜΑΤΘΑΙΟΝ καί ἑορτάζεται «μέ τούς προστεθέντας καί προστιθεμένους Δικαίους, Προφήτας, Ἀποστόλους, Μάρτυρας, Ὁμολογητάς, Ποιμένας, Διδασκάλους καί Ὁσίους ὁμοῦ», τό δέ Ἅγιον Λείψανόν του ἀπέβη ἔνθεον φυλακτήριον ἡμῶν, ὡς καί θαῦμα τῶ θαύματι ἐπακολουθεῖ ἀφότου αὐτόν ἐγνωρίσαμεν, πῶς πρέπει ν’ ἀκούσωμεν ἐκείνους ὅπου διδάσκουν μάταια καί ψευδῆ, ὅλως διόλου ἐνάντια τῆς ἀληθείας;

Ἱστορήσαμεν ὡσαύτως τήν ἱεράν του εἰκόνα μέ τόν φωτοστέφανον τῆς αἴγλης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς Θεοῦ κατοικητήριον τοῦτον ὄντα ἀναντιρρήτως καί πεπληρωμένον καθολοκληρίαν ὑπό τῶν δωρεῶν τῆς θείας Χάριτος. Σημειωτέον διά τούς τυχόν ὡς ἀκριβολόγους καί κανονολόγους ἐπαιρομένους, ὅτι ἄλλοτε οἱ ἐλέῳ Θεοῦ Αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου παριστάνοντο εἰς τάς προσωπογραφίας των (καίπερ κοινοί θνητοί) ἐντός φωτοστεφάνου, τιμῆς ἕνεκεν. Πόσης τιμῆς καί εὐλαβείας εἶναι ἄξιος ὁ οὐρανόθεν τήν χάριν δεδεγμένος ΜΑΤΘΑΙΟΣ, ὁ ἀξιοθαύμαστος καί ἀξιάγαστος, τοῦ ὁποίου τάς ἀρετάς καί τά ἔνθεα κατορθώματα ἀποθαυμάζουν καί ἀνομολογοῦν καί αὐτοί οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως, κατά τόν Θεολόγον Γρηγόριον τόν λέγοντα, «οἶδε καί πολέμιος ἀνδρός ἀρετήν θαυμάζειν»;

Δέν κάμνομεν βεβαίως κανένα πρᾶγμα ἔξω ἀπό τήν Παράδοσιν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Θεοφόρων Πατέρων μας. Καθόσον ἡ τιμή αὕτη πρός τόν Ἁγιώτατον ΜΑΤΘΑΙΟΝ, κατά τούς Πατερικούς λόγους, ἀναφέρεται εἰς τό πρωτότυπον, δηλαδή τόν Χριστόν, ὡς ψάλλομεν: «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε». Καί ὁ Ἅγιος ἡμῶν Πατήρ ΜΑΤΘΑΙΟΣ ὑπῆρξεν ἐπί πλέον τύπος Χριστοῦ, εἰς πρᾶξιν, λόγον καί θεωρίαν, ἐκατώρθωσε πᾶσαν ἀρετήν καί ἐδοξάσθη διά τῶν ἐπακολουθούντων θαυμάτων καί θά δοξάζεται. Διότι ὑπάρχει ἐν Χριστῶ διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατά τάς μέχρι τοῦδε ἱεράς μαρτυρίας καί ἡγίασε μέ τά ἰδικά του μέλη τό θεῖον ὄνομα, τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα.

Προσκυνοῦντες, λοιπόν, τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Πατρός μας, ἐν αὐτῶ προσκυνοῦμεν τόν Χριστόν τόν λέγοντα ἐν τῶ ἱερῶ Αὐτοῦ Εὐαγγελίῳ: «’Εν ἐκείνη τῆ ἡμέρᾳ γνώσεσθε ὑμεῖς ὅτι ἐγώ ἐν τῶ Πατρί μου καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί, καγώ ἐν ὑμῖν» (Ἰω. ιδ, 20-21). Θέλομεν ὄντως νά εἴμεθα φιλοπάτορες υἱοί καί οὐχί ἀχάριστοι πρός τόν Μακαριώτατον Πατέρα μας καί Διδάσκαλον, τόν ὁδηγόν καί εὐεργέτην μας, τοῦ ὁποίου τάς Ἱεράς Μονάς κατοικοῦμεν, τῶν διδασκαλιῶν ἐντρυφῶμεν, καί τόν ἄρτον τρώγομεν.

Αὐτός ἡμᾶς ἐφώτισε καί τώρα αὐτός πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν καί μᾶς βοηθεῖ πάντοτε ὡς Πατήρ φιλόστοργος εἰς τούς διωγμούς τῶν ἀντιχρίστων Φραγκοδεσποτοπαπάδων, ὡς καί αὐτός μόνος θά ἀνορθώση καί πάλιν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἀπό τῶν σημερινῶν συμφορῶν, διότι ὁ ἴδιος κατευθύνει ἀδιαλείπτως τόν Ἱερόν τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀγῶνα. Καί ἄν μή γένοιτο, ἀθετήσωμεν αὐτόν, εἴμεθα παραβάται τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν (βιβλ. ζ, κεφ. ιζ) καί ἀθετοῦμεν Αὐτόν τόν Χριστόν κατά τάς Γραφάς.

Ὅθεν ὁ ἅγ. ΜΑΤΘΑΙΟΣ, ὁ νέος Μυροβλήτης καί Θαυματουργός, εἶναι παντός εἴδους ὕμνων, εὐφημιῶν καί ἐγκωμίων ἄξιος εἰς τούς ἐσχάτους τούτους καιρούς καί θά τόν τιμήσουν λαοί, φυλαί καί γλῶσσαι, ὅταν γνωρίσουν τήν ἄμαχον αὐτοῦ δύναμιν καί τήν ἐν οὐρανοῖς παρρησίαν του, ἄνθρωποι καί δαίμονες θά θαυμάσωσιν (ἀναγνώσατε τήν δι’ Ἀγγέλου ἀποκάλυψιν τοῦ Ἀββᾶ Μακαρίου καί τόν βίον τοῦ Ὁσίου Παχωμίου τῆς Μεγάλου).

Ἀμφιβάλλετε; Ἰδού λοιπόν ἀφοῦ ἀπῆλθεν τῆς ζωῆς ταύτης ἡ ἱερά ἐκείνη κεφαλή, ἤρχισαν αἱ θλίψεις καί οἱ ἀναστεναγμοί μας, τά κακά καί αἱ συγχύσεις, αἱ ταραχαί καί αἱ ἀποστασίαι, οἱ διωγμοί καί αἱ φυλακαί καί αἱ ἐξορίαι, τό κλείσιμον τῶν Ἱερῶν Ναῶν μας, ἡ διάλυσις τῶν Ἱερῶν τῆς Ὀρθοδοξίας Μονῶν, ἡ ἐξουδένωσις καί ἡ χαλάρωσις τῆς «παρατάξεώς» μας καί ὅσα ἄλλα δεινά καί ἀδιήγητα καί χαλεπά! Ὅλοι οἱ τόποι τώρα ἐμπίπτουν ἀπό συμφορᾶς εἰς συμφοράν καί «ἐπί τῆς γῆς συνοχή ἐθνῶν ἐν ἀπορία, ἠχούσης θαλάσσης καί σάλου. Ἀποψυχώντων ἀνθρώπων ἀπό φόβου καί προσδοκίας τῶν ἐπερχομένων τῆ οἰκουμένη» (Λουκ. ΚΑ, 25,26) Καί ἄν, παρακαλοῦμεν, δέν ὑπῆρχεν ὁ στερρός καί ἀσάλευτος πύργος τῶν Ἱερῶν Μονῶν του, ἔνθα τόν θησαυρόν τόν πολύτιμον τῆς Ἁγίας ἡμῶν Πίστεως καί τό μύρον τῆς εὐσεβείας ἐκ τοῦ ἁγίου Λειψάνου τοῦ σεπτοῦ ἡμῶν Ποιμενάρχου πλουτοῦμεν πάντες, ποῖοι καί πόσοι θά ἦσαν σήμερον Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι πιστοί καί γνήσιοι; Δέν εἶναι κατά ταῦτα, ὁ Ἅγιος ἡμῶν Πατήρ ἐκεῖνος ὅπου ἐπέστρεψεν πολλούς τῶν υἱῶν τοῦ νέου Ἰσραήλ ἐπί Κύριον τόν Θεόν αὐτοῦ, ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιοῦ; Πόσοι ἐξάλλου ἐλθόντες εἰς τάς Ἱεράς Μονάς του καί προσπίπτοντες εἰς τούς πόδας του μετά πίστεως, ἐλυτρώθησαν ἐκ παντοίων νόσων καί κινδύνων, ἀνέβλεψαν πνευματικῶς ἐκ τοῦ σκότους τῶν ἁμαρτιῶν, λαβόντες διπλῆν τήν θεραπείαν, ψυχῆ τε καί σώματι;

Καί οὐ μόνον τότε, ἀλλά καί σήμερον ἐκεῖνος ὅστις θέλει τόν ἐπικαλεσθῆ μετά πίστεως, τόν εὑρίσκει βοηθόν καί ἱατρόν εἰς πᾶσαν αὐτοῦ θλῖψιν καί ἀσθένειαν. Καί ὄχι μόνον ὅσοι ἔρχονται εἰς τόν ἅγιόν του τάφον, τόν μυροβόλον καί ἁγιόλεκτον, ἀλλά καί ὅσοι ἀπό μακρόθεν ἤθελον τόν ἐπικαλεσθῆ μετά θείου δέους ἤ τήν ἁγίαν του εἰκόνα ἤθελον μετά ὁλοψύχου ζέσεως κατασπασθῆ, εἴτε πάσχωσιν, εἴτε ὑποφέρωσιν, εἴτε παντοιοτρόπως κινδυνεύουσι καί θλίβονται, φθάνει παρευθύς, θεραπεύων τάς ἀνάγκας ἑκάστου καί ἀποπληρῶν παντοτεινήν ἐπιθυμίαν, κἄν καί τό ὄνομά του προφέρωσιν!

Θά ἀπαλλάξη, τέλος, ἡμᾶς ὁ ἱερομύστης ΜΑΤΘΑΙΟΣ ἐκ τοῦ σχισματικοῦ ὀλέθρου τῶν ψευδαδέλφων Φλωρινικῶν, ἤτοι ἐκ «τῆς συναγωγῆς τοῦ Σατανᾶ τῶν λεγόντων Ἰουδαίους εἶναι (δηλονότι ἐκλεκτοί τοῦ νέου Ἰσραήλ ἤ Παλαιοημερολογῖται) καί οὐκ εἰσίν, ἀλλά ψεύδονται» (Ἀποκ. γ, 9), ἵνα πλανῶσι τούς Γνησίους Ὀρθοδόξους πιστούς Χριστιανούς τά εἰδωλόθυτα τῆς Ἑσπερίας - ἐξέλιξιν καί συγχρονισμόν – τρώγωσι χάριν τῆς προόδου καί τῆς μόδας, λησμονοῦντες οἱ τάλαινες ὅτι «ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου μένει εἰς τόν αἰῶνα». Οἱ σύγχρονοι αὐτοί «Νικολαῖται», ἐν ὄψει τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας, κατηγοροῦσιν ἡμᾶς ἡμέραν καί νύκτα, ἔχοντες λόγους συμβιβασμοῦ καί συνοδοιπορίας μέ τόν διάβολον τῆς πλάνης.

Οἱ Φλωρινιακοί μιγάδες ἀντιστρατεύονται εἰς τάς ἐπαγγελίας τῶν Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν περί τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐξουθενοῦντες τάς προφητείας καί τόν Πνευματικόν ἡμῶν Πατέρα διαβάλλοντες. Ἐάν πράγματι ψεύδονται οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ψευδόμεθα καί ἡμεῖς. Εἰ δέ μή οἱ ψευδοπροφῆται Φλωρινικοί οἱ ὁποῖοι βλασφημοῦν, ἐκπειράζουν καί ἀπιστοῦν εἰς τόν Θεόν, ὡς ὁ ἀγνώμων ληστής, θά φιμωθῶσιν ἐξάπαντος.

Ὅθεν ὅσοι πιστοί προσέλθετε νά ψάλλωμεν ὅλη ψυχῆ καί διανοίᾳ τόν παρά πόδας κατανυκτικώτατον ὕμνον, πανευφροσύνως πρός τόν ἀλήστου μνήμης Ἀρχιποίμενα, προστάτην καί ὁδηγόν μας:


Ἦχος πλ. α΄. «Βασίλισσα τοῦ κόσμου»

Ματθαῖε Ἱεράρχα, ἀστέρα φαεινέ, καύχημα Ὀρθοδόξων, τραῦμα τῶν κακοδόξων, Ποιμήν ἀληθινέ.

Μή μᾶς ἐγκαταλείψεις, προστάτα τῶν Μονῶν, τήν ποίμνην σου σκορπῖσαν, ὅπως τήν παρασύρουν, εἰς σπήλαιον ληστῶν.

Βλέπε, Πατέρα, βλέπε, πῶς μᾶς διώκουνε, τό πῶς μᾶς ὀνειδίζουν καί ἀποσχηματίζουν καί μᾶς ἐμπαίζουνε.

Ματθαῖε Μυροβλῦτα, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν, διωγμούς νά ὑποστῶμεν, ὅπως ἀξιωθῶμεν μετά τῶν ἐκλεκτῶν.

Προφύλαξόν μας, Πάτερ, ἀπό τῶν συμφορῶν καί χαροποίησόν μας, τρέξε καί σκέπασόν μας, ἐκ ζάλης πειρασμῶν.

Ματθαῖε Ποιμενάρχα, Μακαριώτατε, πηγή Ὀρθοδοξίας, ψυχῆς παρηγορία, Πατέρα Ἱερώτατε.

Προστάτα τῶν Μονῶν μας, πάντας ἐνίσχυσον, εἰς συμφοράς καί θλίψεις μή μᾶς ἐγκαταλείψεις, ἀλλά βοήθησον.

Πληγαί νηπίων εὔχου ἵνα μᾶς λογισθοῦν, οἱ ἐμπαιγμοί τοῦ κόσμου καί οἱ ἐχθροί τοῦ σκότους, ὅπως καταισχυνθοῦν.

Στερέωσόν μας, Πάτερ, διά Χάριτος Θεοῦ, Πίστιν ν’ ὁμολογῶμεν, ἄν καί θανατωθῶμεν, ἐξ’ ἀσεβοῦς λαοῦ.

Τό πνεῦμα προηγεῖται καί ἡ σάρξ ἀσθενεῖ, νεφέλη ἡ εὐχή σου, εἰς τέκνα σου νά δίδη χαρά καί ὑπομονή.

Ποσῶς μή φοβηθῶμεν, νά ὑπομείνωμεν καί σέ τόν Μυροβλήτην, πρός Κύριον μεσίτην, νά μεγαλύνωμεν.

Καί στήριξόν μας, Πάτερ, πρέσβευε πρός Θεόν, νά μή λιποψυχοῦμε καί νά μή κλονισθοῦμε στόν ἔσχατον καιρόν. ΑΜΗΝ.


Ἀπό τήν ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέρουσα καί μεγάλης ἱστορικῆς σημασίας αὐτή ἐπιστολή προκύπτουν τά ἀκόλουθα σημαντικά στοιχεῖα:

1. Ἡ ὡς πρός Ἅγιο τιμή πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ματθαῖο ἄρχισε ἀμέσως μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση.

2. Ἡ τιμή αὐτή ἐκφράστηκε μέ τήν κυκλοφορία εἰκόνας του («ἱστορήσαμεν τήν ἱεράν του εἰκόνα μέ τόν φωτοστέφανον τῆς αἴγλης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς Θεοῦ κατοικητήριον τοῦτον ὄντα ἀναντιρρήτως καί πεπληρωμένον καθολοκληρίαν ὑπό τῶν δωρεῶν τῆς θείας Χάριτος»), μέ τήν σύνθεση ὕμνου πρός τιμήν του καί τήν προσκύνηση τοῦ τάφου καί τῶν Λειψάνων του («τό μύρον τῆς εὐσεβείας ἐκ τοῦ ἁγίου Λειψάνου τοῦ σεπτοῦ ἡμῶν Ποιμενάρχου πλουτοῦμεν πάντες»).

3. Ἡ ἀδελφότητα τεκμηριώνει θεολογικά καί Πατερικά αὐτή τήν τιμή («πανευλαβῶς καί προσηκόντως ἐκ καθήκοντος ὑπερτάτου καί πατροπαραδότου ἀπονέμωμεν τόν δίκαιον σεβασμόν καί τήν θείαν προσκύνησιν πρός τόν Μακαριώτατον Πνευματικόν ἡμῶν Πατέρα καί Ποιμενάρχην ΜΑΤΘΑΙΟΝ τόν νέον Μυροβλύτην καί θαυματουργόν…, ἵνα μή εἴπη τις, (ἀπατώμενος ἐκ τοῦ ἐχθροῦ ἅμα καί ἀνθρωποκτόνου διαβόλου), ὅτι ἡμεῖς οἱ οὐτιδανοί καί ἀνάξιοι καί πάσης ἀρετῆς ἔρημοι ἁγιοποιοῦμεν αὐθορμήτως ἤ αὐθαιρέτως τόν μέγαν Ἀρχιποίμενα καί ἀείμνηστον τῶν Ἀθηνῶν Πρόεδρον Μακαριώτατον Ματθαῖον ἤ ὅτι μέ οὐρανομήκεις ἐπαίνους πλέκομεν ἐγκώμια καί τιμῶμεν τήν μνήμην αὐτοῦ, γράφοντες τάς γραμμάς ταύτας παρά τά διατεταγμένα».

4. Ἡ πρός αὐτόν τιμή βασίζεται: Α’ στήν παγκοίνως ὁμολογουμένη ἀσκητική βιοτή τοῦ ἀνδρός («τῆς τρισηλίου Θεότητος τό ἐθελόθυτον θῦμα, ἐν νηστείᾳ, ἀγρυπνίᾳ καί προσευχῆ τό ἀθλοφόρον καί σεπτόν αὐτοῦ σῶμα ἀναλώσας») καί στήν ἀρετή του («ὑπῆρξεν τύπος Χριστοῦ, εἰς πρᾶξιν, λόγον καί θεωρίαν καί ἐκατώρθωσε πᾶσαν ἀρετήν… τοῦ ὁποίου τάς ἀρετάς καί τά ἔνθεα κατορθώματα ἀποθαυμάζουν καί ἀνομολογοῦν καί αὐτοί οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως»), Β’ στά δι’ εὐχῶν του (καί μετά θάνατον διά πρεσβειῶν του) σημεῖα καί θαύματα («ἐδοξάσθη διά τῶν ἐπακολουθούντων θαυμάτων… Ὅστις θέλει τόν ἐπικαλεσθῆ μετά πίστεως, τόν εὑρίσκει βοηθόν καί ἱατρόν εἰς πᾶσαν αὐτοῦ θλῖψιν καί ἀσθένειαν… φθάνει παρευθύς, θεραπεύων τάς ἀνάγκας ἑκάστου καί ἀποπληρῶν παντοτεινήν ἐπιθυμίαν, κἄν καί τό ὄνομά του προφέρωσιν»), Γ’ στή μυροβλυσία τοῦ Λειψάνου του («νέον Μυροβλήτην παρευθύς τοῦτον καθομολογοῦμεν, ἐπειδή εἴδομεν μέ τούς ὀφθαλμούς μας καί ἐψηλάφισαν αἱ χεῖρες ἡμῶν τό σημεῖον τοῦτο εἰς τό ἅγιον αὐτοῦ σκῆνος") καί Δ’ στήν συμβολή τοῦ στόν Ἀγῶνα ὑπέρ τῆς γνησιότητος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως («εἰς τάς ἐσχάτας αὐτάς ἡμέρας τοῦ 8ου αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος», ὡς «καθαιρέτης καί ἀναιρέτης τῆς ἀθέου Νεοημερολογιτικῆς πλάνης» καί «ἐκεῖνος ὅπου ἐπέστρεψεν πολλούς τῶν υἱῶν τοῦ νέου Ἰσραήλ ἐπί Κύριον τόν Θεόν αὐτοῦ, ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιοῦ», τοῦ ὁποίου «δέν ἔκλεισε ποτέ τό εὔλαλον ἐκεῖνο στόμα εἰς τούς θέλοντας ἐν ἀληθείᾳ σωθῆναι, τό ὁποῖον Πνευματοκινήτως ἀνεβλάστησε τά Πατρῶα Δόγματα τῆς υἱοθεσίας καί τό φρύαγμα τῶν νεοφανῶν θεομάχων ἠδάφισε ἐπί τῆς πέτρας τῆς ἐνθέου ἡμῶν Πίστεως»).

5. Ἡ ἀδελφότητα δέν διστάζει νά κατονομάσει τίς κατηγορίες κατά τοῦ πνευματικοῦ της Πατρός, ἀλλά καί τόν χῶρο προελεύσεως τῶν κατηγοριῶν αὐτῶν. Οἱ κατηγορίες προέρχονται ἀπό τόν χῶρο τῶν Φλωρινικῶν Παλαιοημερολογιτῶν καί ἀναφέρονται τόσο στήν κατάσταση τοῦ Λειψάνου του («ὅτι δυσωδίασεν καί διελύθη ἤ ὅτι ἀνεκομίσθη εἰς κατάστασιν ἀφωρισμένου καί ὅσας ἄλλας βλασφημίας ἐξερεύγονται τοῦ ψεύδους τά ταμεῖα»), ὅσο καί στήν πίστη στίς σχετικές μέ τήν ΚΠολη προφητείες («ἀντιστρατεύονται εἰς τάς ἐπαγγελίας τῶν Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν περί τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐξουθενοῦντες τάς προφητείας καί τόν Πνευματικόν ἡμῶν Πατέρα διαβάλλοντες. (Ὅμως) ἐάν πράγματι ψεύδονται οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ψευδόμεθα καί ἡμεῖς»).

6. Ἐκφράζεται, τέλος, στήν ἐπιστολή ἡ βεβαιότητα τῆς νίκης τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, τόσο ἔναντι τῶν ἐξωτερικῶν, ὅσο καί τῶν ἐσωτερικῶν ἐχθρῶν Της («αὐτός ἡμᾶς ἐφώτισε καί τώρα αὐτός πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν καί μᾶς βοηθεῖ πάντοτε ὡς Πατήρ φιλόστοργος εἰς τούς διωγμούς τῶν ἀντιχρίστων Φραγκοδεσποτοπαπάδων, ὡς καί αὐτός μόνος θά ἀνορθώση καί πάλιν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἀπό τῶν σημερινῶν συμφορῶν, διότι ὁ ἴδιος κατευθύνει ἀδιαλείπτως τόν Ἱερόν τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀγῶνα» καί «θά ἀπαλλάξη ἡμᾶς ὁ ἱερομύστης ΜΑΤΘΑΙΟΣ ἐκ τοῦ σχισματικοῦ ὀλέθρου τῶν ψευδαδέλφων Φλωρινικῶν»), ἀλλά καί τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ ἰδίου προσωπικῶς ὡς Ἁγίου, Μυροβλήτου καί Ὁμολογητοῦ («θά τόν τιμήσουν λαοί, φυλαί καί γλῶσσαι, ὅταν γνωρίσουν τήν ἄμαχον αὐτοῦ δύναμιν καί τήν ἐν οὐρανοῖς παρρησίαν του»).
Πλέον τῶν προηγουμένων, ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Παναγίας συνέθεσε καί Ἀκολουθία πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, ψαλλομένη κατ’ ἔτος κατά τήν ἐπέτειο τῆς κοιμήσεώς του, τήν 14η Μαΐου, τήν ὁποία τιμοῦσε μέ ὁλονύκτιο ἀγρυπνία. Ἀκόμη, μετά ἀνακομιδή τῶν τιμίων Λειψάνων του, αὐτά κατατέθηκαν ἀρχικά σέ ἁπλή ξύλινη λάρνακα καί στή συνέχεια σέ καλλιτεχνική μεταλλική, λιτανεύονταν κατά τίς πανηγύρεις τῆς Μονῆς (ἑορτές Κοιμήσεως, Εἰσοδείων, Ζωοδ. Πηγῆς καί Ἁγίας Τριάδος, καθώς καί στόν Ἑσπερινό τῆς Ἀγάπης), ἐκτιθέμενα ἔκτοτε σέ προσκύνηση στήν αἴθουσα τοῦ Δεσποτικοῦ, μαζί μέ τόν τρίχινο σάκκο του καί τήν ἁλυσίδα τῆς ἀσκήσεώς του.

Λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψη τήν μέχρι σήμερα (2010) πορεία τοῦ θέματος τῆς ἁγιότητος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, διαπιστώνουμε ὅτι ἡ πρακτική αὐτή (τῆς ἀπονομῆς, δηλαδή, πρός αὐτόν τιμῶν ὡς πρός Ἅγιο) τῆς Μονῆς Παναγίας, δέν ἦταν κάτι πού ἐξέφραζε ἀποκλειστικά καί μόνο τήν ἀδελφότητά της (πολυμελή ἄλλωστε, ἀποτελουμένη τήν ἐποχή πού συντάχθηκε ἡ ἐπιστολή ἀπό 300 περίπου μοναχές!), ἀλλά καί τήν κοινή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόσο σέ Ἑλλαδικό, ὅσο καί σέ οἰκουμενικό ἐπίπεδο.

Παρόμοιες τιμές πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ματθαῖο ἀποδόθηκαν καί ἀπό τήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως (ἡ ὁποία κατά τήν κοίμησή του ἀριθμοῦσε περί τούς 170 μοναχούς), στό προσκυνητάρι τῆς ὁποίας ὑπάρχει ἔκτοτε καί μέχρι σήμερα ἡ εἰκόνα του! Μάλιστα ἰδιαίτερες τιμές ἀποδόθηκαν καί ἀπό πρόσωπα τά ὁποῖα ἐντός τοῦ 1950, ἀποσχίστηκαν ἀπό τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί προσχώρησαν στήν Φλωρινική παρασυναγωγή, χωρίς ὅμως - ὅπως δήλωναν - νά προδώσουν τήν μνήμη του καί τήν πνευματική του παρακαταθήκη! Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ Μοναχός Βίκτωρ Ματθαίου (ἐκ τῶν βασικῶν συνεργατῶν του, ὁ ὁποῖος ἡγήθηκε τό 1950 τῆς ἀνταρσίας 35 περίπου μοναχῶν, κατά τῆς «ἀπό Ματθαίου» Ἱερᾶς Συνόδου), ἀμέσως μετά τήν κοίμησή του δημοσίευσε στόν «Μέγα Συναξαριστή» τήν φωτογραφία τοῦ ἀειμνήστου ἐν μέσῳ δύο ὑποκλινομένων Ἀγγέλων, γεγονός πού σχολιάστηκε (καί σχολιάζεται ἀκόμη) δυσμενέστατα ἀπό τούς Φλωρινικούς. (Παρόμοιο ὅμως περιστατικό ἀναφέρεται καί στόν βίο τοῦ ἁγ. Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, ὁ ὁποῖος ἁγιογραφήθηκε νά ἀνέρχεται στόν οὐρανό σέ παράσταση παρόμοια τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου! Μάλιστα, ἡ παράστασις ἁγιογραφήθηκε ζῶντος τοῦ Ἁγίου!).

Ἡ παράστασις αὐτή, καθώς καί ἡ πρώτη εἰκόνα του πού φιλοτεχνήθηκε ἀπό τήν Μονή Παναγίας, δέν ἔλειπαν ἀπό κανένα σπίτι Ὀρθοδόξου στήν Ἑλλάδα καί τήν Κύπρο! Τό πλήρωμα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ποιμένες καί ποιμενόμενοι, κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί, ἦσαν ἀπολύτως βέβαιοι περί τῆς ἁγιότητος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, βεβαιότητα πού εἶχε ἐνισχυθεῖ καί ἀπό πολλά σημεῖα καί θαύματα, γιά τά ὁποῖα πανελληνίως ὑπῆρχαν ἔγκυρες καί ἀσφαλεῖς μαρτυρίες.

Κατά τήν δεκαετία τοῦ ’50, ὁ Μοναχός Κοσμᾶς ὁ Λευκάδιος, ἀσκούμενος ἔξω τῆς Μονῆς Παναγίας, ἔκτισε ναό πρός τιμήν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου. Πρόκειται γιά τόν πρῶτο ἱστορικά ναό πρός τιμήν του.

Τό 1983 φιλοτεχνήθηκε μία εὑρύτατα διαδεδομένη φορητή εἰκόνα του.

Τό 1985 φιλοπονήθηκε ἀπό τόν γράφοντα ἡ δεύτερη κατά ἱστορική σειρά Ἀκολουθία πρός τιμήν του.

Τό 2005, τοιχογραφήθηκε εἰκόνα του στή μετώπη τοῦ γυναικωνίτη τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν, δίπλα στήν εἰκόνα τοῦ ἁγ. Νεκταρίου ἐπ. Πενταπόλεως, μέ τόν ὁποῖο (ὅπως ἀναφέρθηκε προηγουμένως), εἶχε συνδεθεῖ πνευματικά ἀπό τό 1910.

Τό 2006, κατά τά ἐγκαίνια ἀπό τόν Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας κ. Κήρυκο τοῦ ἱστορικοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Σπυρίδωνος Καρέα, ἡ Ἁγία Τράπεζα πέραν τοῦ ἁγ. Σπυρίδωνος, καθιερώθηκε ἐπ’ ὀνόματι καί πρός τιμήν καί τοῦ ἁγ. Ματθαίου τοῦ νέου Ὁμολογητοῦ.

Τό 2007, ἱδρύθηκε στό Βανκούβερ τοῦ Καναδᾶ ἀπό τήν ἐκεῖ Γνησία Ὀρθόδοξο Κοινότητα ναός πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Ἀποστόλου Θωμᾶ καί τοῦ ἁγ. Ματθαίου τοῦ νέου Ὁμολογητοῦ. (Τό 2010, τῆς πανηγύρεως τῆς 14ης Μαΐου προέστη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Κήρυκος).

Τό 2008, μετά τήν ἕνωση μέ τήν τοπική Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας, ἔγινε γνωστό ὅτι ὁ νεοφανής Ἅγιος τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας ὅσ. Ἰωάννης ὁ Ρουμάνος (+ 1960, τοῦ ὁποίου τό χαριτόβρυτο Λείψανο σώζεται ἀδιάφθορο στή Μονή Χοζεβᾶ Ἱεροσολύμων), τιμοῦσε ἰδιαίτερα τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ματθαῖο, ὡς Ἅγιο καί Ὁμολογητή καί ἐξῆρε τήν συμβολή του στόν Ἀγῶνα κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ - Νεοημερολογιτισμοῦ. Συνιστοῦσε μάλιστα σέ ὅσους τόν ἐπισκέπτονταν νά ἀναζητήσουν καί νά ὑπαχθοῦν στούς Ἐπισκόπους, τούς «ἀπό Ματθαίου»!

Τέλος, τό 2009, γιά νά ἐκφρασθεῖ ἡ κατά Θεόν ἑνότητα τῶν τοπικῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὁ ναός τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Παναγίας Παραμυθίας Ἀχαρνῶν, ἐγκαινιάστηκε πρός τιμήν τῶν τριῶν νεοφανῶν Ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας ἁγ. Θεοδοσίου τοῦ Καυκάσου (+ 1948), ἁγ. Ματθαίου Ἀρχιεπ. Ἀθηνῶν (+ 1950) καί ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χοζεβίτου (+ 1960). Στά ἐγκαίνια συμμετεῖχαν οἱ Σεβ. Μητροπολίτες Μεσογαίας κ. Κήρυκος (Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος), Κένυας κ. Ματθαῖος (Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας), Κιέβου κ. Σεραφείμ (Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας) καί Κιτίου κ. Παρθένιος (Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου), ἐκφράζοντες τήν ἑνότητα τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, στή βάση τῆς γνησίας Ὀρθόδοξου Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας.


Ἐπίλογος

Τά θαύματα καί σημεῖα τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ματθαίου – σέ συνδιασμό μέ τήν προσφορά του στόν Ἀγῶνα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί στήν διαμόρφωση, διατύπωση καί διάδωση τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας - ὡς ἐπιβεβαιωμένα καί μαρτυρημένα στοιχεῖα ἀποδεικνύουν, ὅτι ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός ἐνέκρινε καί ἐπιβράβευσε τόν ἀγῶνα τοῦ μακαρίου Πατρός Ματθαίου καί τόν ὁποῖο ἐλέησε μέ τά εἰδικά χαρίσματα πού δίδει μόνο στούς Ἁγίους Του, ὅπως τῆς διοράσεως, τῆς προοράσεως, τῆς προφητείας, τῆς θαυματουργίας, τῶν θεραπειῶν καί τῆς μυροβλυσίας. Γιά τοῦτο καί ἡ ἁγιότητά του ἀναγνωρίζεται ἀπ’ ἀρχῆς ἀπό τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἐντός τοῦ πνευματικοῦ χώρου τῆς Ὁποίας ἀναδείχθηκε, δηλαδή τῆς οἰκουμενικῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ «Ἁγιοπατερική, συνεχής καί ἀμετάβλητη συνείδηση εἶναι, ὅτι ἡ ἁγιότητα ἀναγνωρίζεται μέ βάση τήν φανέρωσή της ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, μέσῳ τῆς διενεργείας αὐθεντικῶν θαυμάτων (καί) αὐτό τό κριτήριο εἶναι ἐκκλησιαστικό, τό ἀσφαλέστερο καί ἐπικρατέστερο στό χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἁγιολογίας» (Πρωτ. Γ. Μεταλληνοῦ, «Ἁγιότης Μαρτυρουμένη», Λευκωσία 1989, σελ. 4).

Διά πρεσβειῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν ΜΑΤΘΑΙΟΥ,

τοῦ Νέου Ὁμολογητοῦ,

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Comments

Popular posts from this blog

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ

ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Η ΕΝ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΑΣΑ Α.Π. 673 ‘Εν ‘Αχαρναῖς τῆ 15/28.6.2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΗΜΟΥΣΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ Προλογικόν-Εἰσαγωγικόν τῆς Ὀρθοδόξου Πνοῆς ΣΥΝΕΚΛΗΘΗ ΤΗΝ 15ην ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 ΕΟΡΤΗΝ ΤΩΝ ΑΓ. ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΗΣ Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ Ι. ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Τήν Τρίτην 15ην Ἰουλίου, καθ' ἥν ἡ Ἐκκλησία ἐτίμησε τήν μνήμην τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἰουλίτης καί Κηρύκου, ἦγεν τά ὀνομαστήριά του καί ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κήρυκος. Τήν πρωίαν εἰς τόν Μητροπολιτικόν ἱερόν Ναόν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἰς Κορωπίον Ἀττικῆς, ἐγένετο πανηγυρικόν θεῖον Συλλείτουργον, κατά δέ τό ἑσπέρας τῆς ἰδίας ἡμέρας συνῆλθεν, ἡ ἐνδημοῦσα Ἱερά Σύνοδος, ἡ ὁποία ἔχουσα ὡς κύριον θέμα τό βαρύτατον ἔργον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί μέ δεδομένην τήν ὑπό τῶν συγχρόνων ὀργανωμένων κέντρων τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀλλεπαλλήλους σκευωρίας κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐμελέτησε καί κατεπόνησεν σχέδιον ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΩΣ-ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ, τό ὁποῖον ὡς ἐπίσημον κείμενον τῆς ἱερᾶς Συνόδου θά τεθῆ δημοσίως ὑπ' ὄψιν πρός ἅπαντας καί πρωτίστως πρός τόν πιστόν Λαόν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οἱ Σεβασμιώτατοι Μητροπολῖται τῆς ἐν Ἑλλάδι Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆ κ. Κήρυκος, Λαρίσης καί Τυρνάβου κ. Ἀμφιλόχιος καί τῆς ἐν Κύπρω Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Κιτίου κ. Παρθένιος, παρισταμένου καί συμμετέχοντος καί τοῦ Αἰδεσιμωτάτου π. Μιχαήλ Ἰωάννου, καθώς καί μοναχῶν καί θεολόγων, συνεδριάσαντες τήν 15ην Ἰουλίου 2014 εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἰς Κορωπίον Ἀττικῆς, ὡς ἡ ἐνδημοῦσα Ἱ.Σ. τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπελήφθησαν τῆς συγχρόνου ἀποκαλυπτικῆς ἐποχῆς καί ἰδιαιτέρως, τῶν ἀφ' ἑνός εὐρυτέρων παρατηρουμένων ἐκδηλώσεων τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ἀφ' ἑτέρου τῶν παραλλήλως ἰδίων παρατηρουμένων τάσεων καί ἐκδηλώσεων τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ τοιούτου! Ἐπί τούτοις ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν καί τό ἄκρως ἀνησυχητικόν φαινόμενον, καθ' ὅ ἡ συντριπτική πλειοψηφία καί τῶν φερομένων ὡς Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν δέν γνωρίζει καί δέν συνειδητοποιεῖ τήν Ὀρθοδοξίαν οὔτε ἐνδιαφέρεται νά μάθη καί ἁπλῶς μόνον θρησκεύει, ὅπως ὅλοι οἱ ὀπαδοί ὅλων τῶν θρησκειῶν! Τό κείμενον εἶναι ἐκτενές ἀλλά ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέρον ἀπ' ἀρχῆ μέχρι τέλους. ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΗΜΟΥΣΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ Α.Π. 673 Ἐν Ἀθήναις τῆ 15/28.6.2014 Πατέρες καί ἀδελφοί, Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά, «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», ἵνα εἰς τάς ἐσχάτας ταύτας ἡμέρας, Χάριτι Χριστοῦ, ὁμολογήσωμεν τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν καί ὁμολογίαν τῶν ἀπ' ἀρχῆ Ἁγίων Πατέρων μέχρι καί τῶν πρό ἡμῶν καί παραδώσωμεν ταύτην εἰς τάς ἐπερχομένας γενεάς ἀμήν, Γένοιτο. Πατέρες καί ἀδελφοί ἐν Χριστῶ, πιστά μέλη τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τά πρῶτα καί βασικά ΔΟΓΜΑΤΑ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως διετυπώθησαν, ὡμολογήθησαν καί ἐκηρύχθησαν ἐν Ἁγίω Πνεύματι, διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων καί ἰδιαιτέρως διά τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τά ὁποῖα ἰσχύουν εἰς τούς αἰῶνας, ἤτοι ἐν τῶ παρόντι καί τῶ μέλλοντι, εἶναι: 1ον Πιστεύω εἰς Ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα... 2ον Και εἰς Ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ... 3ον Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό Κύριον τό Ζωοποιόν, τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον... 4ον Καί εἰς μίαν Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν... και 5ον Ὁμολογῶ ἐν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Αὗται αἱ θεῖαι Δογματικαί ἀλήθειαι, ἤτοι τοῦ ἑνός καί Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ὁ ἱερώτατος θεσμός τῆς Μίας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποίαν ἀπ' ἀρχῆ, ἤγουν ἀπό τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, συγκροτεῖ καί συνέχει ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὗται, λέγομεν, αἱ Θεῖαι ἀλήθειαι ἐπολεμήθησαν ἀπ' ἀρχῆ ἐν τῶ Προσώπω τοῦ Χριστοῦ, ὑπό τῶν πολλῶν ἀντιχρίστων αἱρετικῶν, διά τοῦτο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐν ταῖς Ἁγίαις Οἰκουμενικαῖς καί ὅλαις ταῖς Ὀρθοδόξοις Συνόδοις, καθοδηγούμενοι ὑπό τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ὑπό τοῦ δι' Αὐτῆς (τῆς Ἐκκλησίας) παρατεινομένου εἰς τούς αἰῶνας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀντιμετώπισαν τούς πολλούς ἀντιχρίστους αἱρετικούς, ἤδη ἀκόμη ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους! (Α΄ Ἰωάννου Β΄ 18 καί 22 καί δ΄ 1-3). Ὅλοι αὐτοί «οἱ πολλοί ἀντίχριστοι», πρωτίστως ἠθέλησαν καί ἐπεχείρησαν νά ἀμφισβητήσουν καί διαστρέψουν τήν ἀλήθειαν ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας, Κηρύξας, Σταυρωθείς καί ἀναστάς ΙΗΣΟΥΣ, εἶναι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, εἶναι ὁ ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, κατά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ Πατρός! Τό μίσος ἀδιακρίτως ὅλων τῶν αἱρετικῶν κατά τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ δέν διεκόπη μέ τήν Σταύρωσιν, ἀλλ' ἀντιθέτως ἡ Ἀνάστασις τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τούς ἔκαμε νά τόν πολεμήσουν καί ἀναστάντα, διότι ἀκριβῶς εὑρίσκοντο καί ἐκινοῦντο εἰς τό σκότος τοῦ ἀντιχρίστου, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε ἐπαύσατο νά μεθοδεύη τήν ἀπάτην, ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦτο ὁ προφητευμένος Μεσσίας-Σωτήρ, ἀλλά «θά ἔλθη»!!! Ἐντεῦθεν ξεκινᾶ κάθε αἱρετικός, τό ἀντίχριστον ἔργον τοῦ Διαβόλου, χωρίς νά κατανοῆ ὅτι ἔχει συντριβεῖ ὁ Πονηρός ἤ μᾶλλον θέλει νά διασκεδάζη τήν συντριβή του μέ τό νά πλανᾶ τούς ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ καί νά τούς ἀποκόπτη ἐκ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ!! Ἀπό τό 1054, ὅτε ὁ Παπισμός ἤδη εἶχεν βουτηχθεῖ εἰς τά αἱρετικά «πιστεύω» του, καί ἰδιαιτέρως ἐπί τοῦ Τριαδολογικοῦ Δόγματος, εἰς τήν συνέχειαν δέ, ἀφοῦ κατέλυσεν καί τό Ἐκκλησιολογικόν Δόγμα, μετατρέψας τήν ἀλήθειαν περί τοῦ μεγάλου Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἕν Πολιτικοθρησκευτικόν μέγεθος, ἔκτοτε, πέραν ὅλων τῶν ἄλλων αἱρέσεων, τάς ὁποίας ἐπενόησεν μέχρι καί τήν μωρίαν «περί τοῦ ἀλαθήτου» αὐτοῦ, δυνάμεθα νά εἴπωμεν ὅτι καταφανῶς ἀποτελεῖ τήν διαχρονικήν παρουσίαν τοῦ ἀντιχρίστου, ὁ ὁποῖος ἀπό τό 1054 ἐν τῶ Προσώπω τοῦ κάθε Πάπα ἀντιποιεῖται τήν Ἐκκλησίαν, καί ἑπομένως καί τόν Χριστόν, ἐσχάτως δέ μετά τῶν Προτεσταντῶν καί διά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί Ταύτην τήν «κατήργησεν» ὑπόσχεται δέ ὅτι θά τήν «ἐπανασυστήση»!!!... Ἀπό τήν ἀρχήν τοῦ 20ου αἰῶνος (1900 κ.ἑ.) καί ὀλίγον ἐνωρίτερον ἀκόμη(*), ὁ ἀντίχριστος Σιωνισμός διά τῆς Μασονίας καί τῆς αἱρεσιοβριθοῦς Δύσεως (Παπισμοῦ-Προτεσταντισμοῦ), συνέλαβεν καί ἐμεθόδευσεν ὅπως παντί τρόπω προσβάλη τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Τό γεγονός αὐτό ἐπεχείρησεν, κατά τήν ἐν λόγω περίοδον τῆς συμβολῆ καί ἡμετέρων ἐπιλησμόνων, ἐπιόρκων καί ἀναξίων Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων!!! Ἡ μεγαλυτέρα κατάρα εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας, καί κατά τήν περίοδον εἰς τήν ὁποίαν ἀναφερόμεθα καί πάντοτε δυστυχῶς, ἐστάθησαν οἱ ἐπίορκοι καί ἀνάξιοι ρασοφόροι περί τῶν ὁποίων ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος χαρακτηριστικῶς λέγει: «Οὐδένα δέδοικα ως τούς ἐπισκόπους, ἐκτός ὀλίγων»! Ναί! Αὐτοί διεδραμάτισαν τόν ρόλον τοῦ ἀντιχρίστου καί κατά τόν 20ον αἰῶνα καί τόν συνεχίζουν, ὥστε νά ἰσχύη ἀπολύτως καί σήμερον τό τοῦ ἁγ. Ἰωάννου: «Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί καί καθώς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται καί νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασι...» (Α΄ Ἰωάννου 2, 18). Καί «...πολλοί ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον. Ἐν τούτω γινώσκετε τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. πᾶν πνεῦμα ὅ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστί. καί πᾶν πνεῦμα ὅ μή ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι. καί τοῦτο ἐστί τό τοῦ ἀντιχρίστου, ὅ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται καί νῦν ἐν τῶ κόσμω ἐστίν ἤδη» (Αὐτόθι 4, 1-3). Καί ἐν τῆς Β΄ ἐπιστολῆ αὐτοῦ ἀναγινώσκομεν: «Ὅτι πολλοί πλάνοι εἰσῆλθον εἰς τόν κόσμον, οἱ μή ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστόν ἐρχόμενον ἐν σαρκί. οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καί ὁ ἀντίχριστος». (Β΄ Ἰωάννου 7). Εἶναι βέβαιον ὅτι ὅτε ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἔγραφεν τάς ἐπιστολάς αὐτάς, (κατά τό 85-95 μ.Χ.), ὑπῆρχον πολλοί οἱ ὁποῖοι ἠμφισβήτουν ὅτι ὁ Χριστός ἦτο ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός! Δηλαδή ὁ ἀντίχριστος ἐνεφανίσθη ἀπ' ἀρχῆ διά νά ἀμφισβητήση καί προσβάλη τό Πρόσωπον καί τό ἔργον τοῦ ἐνανθρωπήσαντος, κηρύξαντος, Σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Χριστοῦ καί ἑπομένως καί τό σωτηριῶδες ἔργον του, τό ὁποῖον ἀφῆκεν νά συνεχίζεται ἐν Ἁγίω Πνεύματι διά καί ἐν τῆς Ἐκκλησία Του. Κατανοουμένου καί βιουμένου τούτου εἶναι ἑπόμενον πᾶς Ὀρθόδοξος Χριστιανός καί ζῶν μέλος τῆς Ἐκκλησίας νά συνειδητοποιῆ ὅτι οἱ ἴδιοι ἀντίχριστοι τῆς ἀποστολικῆς ἐκείνης περιόδου, ἕως σήμερον, οὐδ' ἐπί στιγμήν ἐπαύσαντο νά μεθοδεύουν καί νά ἐπιχειροῦν ἀκριβῶς τό ἴδιον ἀντίχριστον ἔργον των, ὥστε νά εἶναι καταφανής ἡ διαχρονική συνεχής ἀντιπαράθεσίς των, κατά τοῦ Χριστοῦ καί πλέον εὐθέως καί κατά τῆς Ἐκκλησίας Του! Ὅλοι αὐτοί ἀντιπαρέρχονται ἤ καί ἀγνοοῦν τό γεγονός ὅτι τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ὡς Ἕναν Οὐράνιον καί ἐπίγειον Θεσμόν, τόν συγκροτεῖ καί τόν συνέχει Αὐτό τοῦτο τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ὅτι ἐν Αὐτῆς παρατείνεται ὁ ἀναστάς Χριστός συνεχίζων τό σωτηριῶδες ἔργον του. Δι' αὐτό ἀκριβῶς σήμερον ὅλοι οἱ ἀντίχριστοι αἱρετικοί πολεμοῦν τήν Ἐκκλησίαν, διότι ἐφαντάσθησαν, ὅτι προσβάλλοντες Αὐτήν θά προσβάλουν ὅλην τήν ἀποκεκαλυμμένην ἀλήθειαν καί ὁλόκληρον τό σωτηριῶδες ἔργον τοῦ Χριστοῦ καί αὐτόν τόν Χριστόν! Ἡ μεγαλυτέρα δέ καί φοβερωτέρα ἐπίθεσίς των κατά τοῦ Χριστοῦ καί κατά τῆς Ἐκκλησίας Του εἰς τάς ἡμέρας μας, συντελεῖται διά τῶν Παλαιοημερολογιτικῶν σχισματοαιρέσεων, τάς ὁποίας οἱ ὠργανωμένοι αἱρετικοί προεκάλεσαν, καί μέ λύσσαν προκαλοῦν, ὡς μή δυνάμενοι νά προσβάλουν εὐθέως τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΠΕΛΘΟΝΤΑ 20όν ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 21ΟΝ ; Ἤδη ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ μόλις ἀπελθόντος 20ου αἰῶνος, Προτεστάνται, Παπικοί καί ἐπίορκοι Ὀρθόδοξοι, ὠργανωμένοι ἐδέχθησαν, ὡμολόγησαν καί διεκήρυξαν ἀπό κοινοῦ τό «δόγμα» τοῦ συγχρόνου ἀντιχρίστου Οἰκουμενισμοῦ, κατά τό ὁποῖον «μετά ἀπό τά διαχρονικῶς προκληθέντα πλεῖστα σχίσματα, πλέον δέν ὑπάρχει Αὑτή ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, διότι Αὕτη διεμελίσθη καί ἐσκορπίσθη δι' αὐτῶν εἰς πολλάς ἐπί μέρους «Ἐκκλησίας»! Ἑκάστη δέ ἐξ αὐτῶν τῶν πολλῶν Ἐκκλησιῶν ἔχει μόνον μέρος ἐκ τῆς ἀληθείας καί ὄχι τήν καθολικήν ἀλήθειαν». Δηλαδή πρωτίστως καί οὐσιωδῶς βλασφημεῖται ἡ μοναδικότης τῆς Ἐκκλησίας καί θεωροῦνται ὡς ἐπί μέρους «Ἐκκλησίαι» ὅλαι αἱ Σχισματοαιρέσεις! Ἑπομένως σαφῶς ἔχομεν πλήρη ἄρνησιν καί βλασφημίαν κατά τῆς Ἐκκλησίας! Πέραν τούτων λέγουν περαιτέρω ὅτι, «ἔχουμε καθῆκον νά ἑνωθοῦμε ὅλες οἱ Χριστιανικές Ἐκκλησίες, ὥστε διά τῆς ἑνώσεώς μας αὐτῆς, νά προκύψη πάλιν αὐτή ἡ διά τῶν Σχισμάτων ἀπωλεσθεῖσα μία Ἐκκλησία»!!! Καί ἐπάγονται: «Εἰς αὐτήν τήν ἕνωσιν δέν θά ληφθοῦν ὑπ' ὄψιν αἱ Δογματικαί διαφοραί, (δηλαδή αἱ αἱρέσεις), διότι αὗται χωρίζουν, ἀλλά θά γίνη μέ βάσιν τήν χριστιανικήν ἀγάπην, ἡ ὁποία ἐπιφέρει τήν ἑνότητα»!!! Αὐτοί πλέον διά τῶν ἀνωτέρω ἐσχάτων βλασφημιῶν των, εὐθέως καί ἀπροκαλύπτως κραυγάζουν ὅτι εἶναι πρόδρομοι τοῦ ἀναμενομένου ἀντιχρίστου μέ τό «σφράγισμα» κ.λπ.!!! Η ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΚΑΙ ΕΙΣΧΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΝ Αὕτη ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς γνωστόν, προέκυψεν καταφανῶς καί ἐπισήμως κατ' ἀρχάς τό 1920, διά τῆς ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΗΣ «Ἐγκυκλίου τῆς Πατριαρχικῆ Συνόδου τῆς Κων/λεως», ἐμεθοδεύθη δέ καί προωθήθη τό 1923 διά τοῦ λεγομένου «Πανορθοδόξου Συνεδρίου τῆς Κων/λεως», οὐσία ὅμως Μασονικοῦ-Οἰκουμενιστικοῦ, καί ἐπεβλήθη διά τῆς δικτατορικῶ τῶ τρόπω ἐπιβολῆ τοῦ Παπικοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τό 1924, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου. Ἀπορεῖ καί ἐξίσταται κάθε Ὀρθόδοξος, πῶς ταῦτα ἀπετολμήθησαν κατά τό 1920-1924 ὑπό Πατριαρχῶν, Ἀρχιεπισκόπων καί Συνόδων, ὑποτίθεται Ὀρθοδόξων μέχρι τότε!!! Βεβαίως, κάθε ἄλλο παρά Ὀρθόδοξοι ἦσαν, δεδομένου ὅτι πρό πολλοῦ εἶχον διαφθαρεῖ ὑπό τῆς Παναιρετικῆς Δύσεως (Παπισμοῦ καί Προτεσταντισμοῦ) καί ἰδιαιτέρως ὑπό τῆς ἑβραιομασονίας, ἡ ὁποία κατηύθυνεν τά πράγματα ἀκόμη καί διά Μασόνων Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων!!! Εἶναι χαρακτηριστικόν ὅτι προκειμένου νά διατυπωθῆ, ἀποφασισθῆ καί ὑπογραφῆ ἡ περιβόητος παναιρετική «Συνοδική-Πατριαρχική Ἐγκύκλιος τοῦ 1920», προηγήθη μακρά κοινή προεργασία Παπικῶν Προτεσταντῶν καί Ὀρθοδόξων καί δή εἰς τόν χῶρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, καθ' ἥν διετυπώθησαν ἰδιαιτέρως σχέδια αὐτῆς τῆς ἐγκυκλίου ὑφ' ὅλων, (αἱρετικῶν καί Ὀρθοδόξων), καί κατά τό προβλεπόμενον, κατόπιν θά ἐπελέγετο μεταξύ ὅλων τό καλύτερον, τό ὁποῖον θά διετυπώνετο εἰς ἐγκύκλιον ὑφ' ὅλων ἀποδεκτήν!... Παράδοξον τό ἀποτέλεσμα ἀλλά πραγματικόν! Ὅτε ἀνεγνώσθησαν καί ἐμελετήθησαν τά συντεταγμένα σχέδια αὐτῆς τῆς πρός ἔκδοσιν ἐγκυκλίου, (τά ὁποῖα, ὅπως ἐλέχθη, συνετάγησαν ἰδιαιτέρως παρά τῶν Παπικῶν, Προτεσταντῶν καί Ὀρθοδόξων), ἀπερρίφθησαν ὅλα καί μέ ἐνθουσιασμόν οἱ Παπικοί καί Προτεστάνται ἐνέκριναν τό κείμενον τοῦ «Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου», ὡς τήν καλυτέραν ἔκφρασιν τοῦ Σατανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ!!! Τό κείμενον αὐτῆς τῆς ὑπογραφείσης «Πατριαρχικῆς-Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου», ἐκτυπωθέν ἐν τοῖς Τυπογραφείοις τοῦ Πατριαρχείου, ἐπισήμως, πλήν μυστικῶς, ἀπεστάλη εἰς τούς Προκαθημένους ὅλων ἀδιακρίτως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἤτοι Ὀρθοδόξων καί σχισματοαιρετικῶν!... Τό ἐν λόγω κείμενον ἔχει δημοσιευθεῖ, ἀνάτυπον ἐκ τοῦ πρωτοτύπου, εἰς τό βιβλίον, «ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ τοῦ κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ», Ἀθῆναι 1985. Εἰς τό ἴδιον βιβλίον ἐκτίθενται καί τά περί τοῦ λεγομένου «ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ 1923», οὐσία ὅμως, ὡς προελέχθη, Μασονικοῦ ἐκτρώματος! Ἐπίσης ἐκτίθεται καί ἡ μέ βάσιν τό ψεῦδος, τήν ἀπάτην καί ἰδιαιτέρως τήν δολιότητα, ἐπιβολή τοῦ Παπικοῦ νέου ἡμερολογίου, ὑπό τοῦ μόλις πρός τόν σκοπόν αὐτόν, ἐκλεγέντος (Ἰούνιος 1923) εἰς Μητροπολίτην Ἀθηνῶν, τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου καί ἀμέσως μετωνομασθέντος εἰς Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν. Ταῦτα πάντα ἐκτίθενται καί εἰς τό βιβλίον τοῦ Θεοκλήτου Στράγκα «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ» Τόμος Β΄. Η ΑΜΕΣΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΗΣ ΕΣΧΑΤΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ, ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Ἡ ἄμεσος, ἀλλά καί σθεναρά ἀντίδρασις, ὑπό τοῦ πιστοῦ λείμματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δι' ἧ ἀντιμετωπίσθη ὅλη αὕτη ἡ ΕΣΧΑΤΗ καί ΜΕΓΙΣΤΗ Προδοσία-Αἵρεσις κατά τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἱστορική καί ἀποτελεῖ σημαντικόν σταθμόν εἰς τήν νεωτέραν ἱστορικήν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο τό πιστόν λεῖμμα τῆς Χάριτος, μέ μόνα δεδομένα τήν Ὀρθόδοξον συνείδησίν του καί τό ὑπό τῶν τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ 16ου αἰῶνος, ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ καί ΑΠΕΡΙΜΜΕΝΟΝ τοῦ Παπικοῦ Γρηγοριανοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, ἐν τέλει δέ καί τήν διάχυτον δυσωδίαν ἐκ τῶν ἀθλίων πράξεων καί γεγονότων τοῦ 1920, 1923 καί 1924, εἶπεν καί πάλιν ΟΧΙ εἰς τήν καταδεδικασμένην Παπικήν Καινοτομίαν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ. Κατ' ἀρχάς τό ΟΧΙ αὐτό ὑπό τοῦ πιστοῦ λείμματος τῆς Ὀρθοδοξίας ἐστηρίχθη ἐπί τοῦ δεδικασμένου τῆς Καινοτομίας ὑπό τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων, ἐπί Ἱερεμίου τοῦ Β΄ τοῦ Τρανοῦ (κατά τά ἔτη 1583, 1587 καί 1593), καί ἐπί τοῦ γεγονότος ὅτι ἐπί ὁλόκληρα 342 ἔτη (1583-1924), ἡ Ὀρθοδοξία ἐσεβάσθη αὐτάς τάς καταδικαστικάς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Ἁγίων Συνόδων! Οὕτω τό πιστόν τοῦτο λεῖμμα αὐθημερόν, ναί, αὐθημερόν(!), ὡμολόγησεν καί διεκήρυξεν ὅτι δέν δέχεται, ἀλλά καί καταδικάζει τήν ἐπιβολήν τῆς Καινοτομίας, συνωδά ταῖς ἀνωτέρω Ἁγίαις Πανορθοδόξοις Συνόδοις, τάς ἀποφάσεις τῶν ὁποίων ἐθεώρησεν καί ἀξιολόγησεν ὡς ἀποφάσεις ἐχούσας τό κῦρος τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀφοῦ καί αἱ ἐν λόγω Πανορθόδοξοι Σύνοδοι ἐλειτούργησαν καί ἐνήργησαν ὡς ἀδιάκοπος συνέχεια ἐκείνων, ἐν τῶ ἰδίω πνεύματι τῆς Ὀρθοδοξίας! Ἄς ἔλθουν κἄν σήμερον οἱ καινοτόμοι, ὅπως ἄλλωστε ἀδιαλείπτως τούς καλοῦμεν, νά διαλεχθῶμεν δημοσίως, δηλαδή ΕΠΙΣΗΜΩΣ, ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ καί ΟΡΘΟΔΟΞΩΣ, διά νά προκύψη τί ἔγινε τόν 16ον αἰῶνα, διατί ὄχι μόνον δέν ἐγένετο δεκτή τότε ὑπό τῆς Ὀρθοδοξίας ἡ Παπική Νεοημερολογιτική Καινοτομία τοῦ 1582, (τοῦ Πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓ΄), ἀλλά καί κατεκρίθη καί κατεδικάσθη! Διατί ὅμως αὗται αἱ καταδικαστικαί ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων, ὅπως ἐλέχθη, ἔγιναν σεβασταί ἐπί περίπου 4 αἰῶνας, καί ἀπό τό 1920-1924 τά πάντα διεγράφησαν. Διότι ὁ Οἰκουμενισμός, ἀνεξέλεγκτος πλέον, ἄλλοτε ὡς πονηρά ἀλώπηξ καί ἄλλοτε ὡς λυσσασμένος λύκος, τρέχει, πλανᾶ καί κατασπαράσσει Ὀρθοδόξους. Οὕτω θά ἴδη πᾶς τις ἐνδιαφερόμενος καί ποίας συνεπείας ἔσχεν καί ἔχει ἐξ ἀρχῆ ἡ Παπική καινοτομία, ἡ «διορθοσούλα» ὅπως τήν ἀποκαλοῦν, καί ποῦ εὕρηται σήμερον ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, δηλαδή εἰς τόν Παπικόν-Νεοημερολογιτικόν Οἰκουμενισμόν, ἤ εἰς τό Πιστόν Λεῖμμα τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὁποῖον τό 1924 δέν ἐκοινώνησε τῆς Καινοτομίας των, ἀλλά καί τήν ἐνέπτυσεν τρίς καί τήν ἀπέκλεισεν συνωδά τῶν ἀποφάσεων τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ 16ου αἰῶνος. Ἄς μήν βιασθῆ οὐδείς νά εἴπη αὐτό τό ὁποῖον ἰσχυρίζεται ὁ Νεοημερολογιτισμός: «μετά ποίου νά διαλεχθῶμεν, καθ' ἥν στιγμήν δέν ἐλέγχεσθε ἀπό τάς διαιρέσεις σας, δηλαδή τά παλαιοημερολογιτικά σχίσματα, τά ὁποῖα ἕκαστον βλασφημεῖ ὅτι εἶναι Ἐκκλησία Γ.Ο.Χ.»; Ὄχι, λέγομεν πρός ὅλους αὐτούς, διότι «αἱ Παλαιοημερολογιτικαί αὗται Ἐκκλησίαι», εἶναι ἐκτρώματα τῶν ἐγκαθέτων Νεοημερολογιτῶν εἰς τόν χῶρον τῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι μέ τά σχίσματα ἐνήργησαν καί ἐνεργοῦν καί ταύτην τήν ἐσχάτην ἱεροσυλίαν διά λογαριασμόν τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ!... Προεκάλεσεν λοιπόν τά σχίσματα αὐτά ὁ Νεοημερολογιτισμός, διά τῶν ἐγκαθέτων του, καί μέ πρῶτον τόν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον Καβουρίδην τό 1937, διότι δέν ἦτο καί δέν εἶναι καί σήμερον εἰς θέσιν νά παρακαθήση εἰς ἕνα Κανονικόν καί Ὀρθόδοξον Διάλογον καί νά ἀντιμετωπίση τά αἴτια, τούς σκοπούς, καί ἐν γένει τήν ἱστορικήν καί ἀναμφισβήτητον πραγματικότητα, ἀπό τό 1920, 1923 καί 1924 καί κατόπιν καί μέχρι σήμερον!... Ἡμεῖς ὡς Ἱερά Σύνοδος καί σήμερον, χάριτι Χριστοῦ, ἐν πλήρει ἐπιγνώσει ζητῶμεν ὅπως κατ' ἀρχάς ἐξετασθῆ τό Σχίσμα τοῦ 1924, καί κατόπιν καί ὅλα τά ὑπό τῶν ἐγκαθέτων προκληθέντα «Παλαιοημερολογιτικά» Σχίσματα, ἤτοι τοῦ 1937, γνωστοῦ ὡς Φλωρινικοῦ, μεθ' ὅλων τῶν θυγατρικῶν του, καθώς καί αὐτά τοῦ 1995 καί τοῦ 2005. Ἀμφότερα καί ταῦτα προκληθέντα ὑπό ἐπιόρκων πρώην ἐπισκόπων μας βεβαιοῦν ὅτι εἰς τάς ἡμέρας μας κατεληστεύθη ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική συνείδησις ὄχι μόνον τοῦ πιστοῦ Λαοῦ, καί πλέον, ὡς ἤδη προείρηται, Νεοημερολογῖται καί Παλαιοημερολογῖται εἰς τήν πλειονότητά των ἁπλῶς ΘΡΗΣΚΕΥΟΥΝ, ὅπως οἱ ὀπαδοί ὅλων τῶν θρησκειῶν, ἤτοι τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων θρησκευτικῶν κατασκευασμάτων!... Σήμερον εἰς τούς περισσοτέρους «Παλαιοημερολογίτας» ἐπικρατεῖ μία νοσηρά θρησκευτικότης καί ὄχι ἡ Χριστιανική Ὀρθόδοξος Πίστις! Χριστιανός Ὀρθόδοξος εἶναι ὁ πιστός, ὁ ὁποῖος ἔχει μυστικήν σχέσιν καί κοινωνίαν μετά τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, καί προσωπικῶς μετά τοῦ Χριστοῦ, ὅπερ μυστικῶς καί ὑπό ὑποκειμενικάς προϋποθέσεις, ἐπιτυγχάνεται μόνον ἐντός τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὡς Ἱερά Σύνοδος, ταῦτα προτάσσομεν, προκειμένου νά ἀκολουθήση ἡ ἀνάλυσις καί ὁ ἔλεγχος τῆς μόλις τελευταίας περιόδου, καθ' ἥν διά τῶν πολλῶν ἐνσκυψασῶν Παλαιοημερολογιτικῶν ψευδοσυνόδων καί ψευδοεκκλησιῶν, πλέον προωθεῖται καί ὁ χείρων τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δηλαδή ὁ Παλαιοημερολογιτικός, ὁ ὁποῖος καταφανῶς ἐξυπηρετεῖ τό ἔργον τοῦ ἀντιχρίστου, ἀφοῦ δι' αὐτῶν τῶν ψευδοσυνόδων καί ψευδοεκκλησιῶν, ἐπιχειρεῖται καί ἐνεργεῖται ἡ μεγίστη σύγχυσις καί κορυφώνεται ἡ μεγίστη καί ἐσχάτη βλασφημία κατά τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς ἐκ τούτου ἐπιβάλλεται ἡ ἔκθεσις καί ἔλεγχος ὅλων αὐτῶν τῶν ψευδοεκκλησιῶν, ὡς εὐθέως βαλλουσῶν κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΦΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω εἶναι προφανές ὅτι ζῶμεν εἰς ἀποκαλυπτικούς χρόνους, ἡ δέ εὐθύνη μας εἶναι μεγίστη! Ὡστόσον δέν πρέπει νά μᾶς ἀπασχολῆ καί νά μᾶς προβληματίζη τό γεγονός ὅτι σήμερον ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί γενικώτερον ἐκπροσωπεῖται καί ἐκφράζεται ὑπό ἐλαχίστων, ταπεινῶν καί ἀδυνάμων κατά κόσμον, διό πρωτίστως δέον ὅπως μᾶς διακρίνη ἡ χριστιανική ταπείνωσις καί ἔχωμεν ζῶσαν ἀγάπην, Πίστιν καί ὁμολογοῦμεν αὐτήν. Ὑπ' αὐτάς τά προϋποθέσεις δυνάμεθα νά ἐλπίζωμεν καί νά πιστεύωμεν ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος, ὅπως προελέχθη, παρατείνεται εἰς τούς αἰῶνας διά τῆς Ἐκκλησίας Του, θά μᾶς ἀξιώση, κατ' αὐτάς τάς πολύ δυσκόλους ἡμέρας, νά φανῶμεν ἄξιοι Διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων εἰς τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας καί γενικώτερον ὅλοι ἄξια μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὅσα ἀκροθιγῶς ἤδη ἐξεθέσαμεν διά τήν ἀποκαλυπτικήν Ἐκκλησιαστικήν περίοδον 1920-1924 καί ἐντεῦθεν, εἶναι ἀσφαλῶς ὀλίγα ἐκ τῶν πολλῶν, ὡστόσον ὅμως, σημαντικά καί ἱκανά διά κάθε εὐλαβῆ, ὥστε νά προβληματισθῆ καί ἀναζητήση νά μελετήση τήν περίοδον αὐτήν περισσότερον, προκειμένου νά πάρη θέσιν ὡς πρόσωπον, τό ὁποῖον ἀναζητεῖ τήν Σωτηρίαν του. Συνεχίζοντες τήν μελέτην-ἔκθεσιν τῶν σημαντικῶν σταθμῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιόδου ἀπό τό 1924 καί ἐντεῦθεν, καθ' ἥν ἐπιμελῶς, προεκλήθησαν μισητά Σχίσματα ἤ μᾶλλον Σχισματοαιρέσεις καί Ψευδοεκκλησίαι, καλούμεθα νά ἐπιδείξωμεν τήν δέουσαν ἀνησυχίαν καί προσοχήν, δεδομένου ὅτι δέν πρόκειται περί ὡρισμένων θεμάτων τά ὁποῖα ἔκλεισαν, ἀλλά συνεχίζονται καί πρό πάντων ἀποτελοῦν προπετάσματα αὐτοῦ τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ! Εἰς τό σημεῖον αὐτό ὡς Ἱερά Σύνοδος ἐπαναλαμβάνομεν τήν μεγάλην ἀλήθειαν, ἡ ὁποία ἤδη διετυπώθη καί ἐτονίσθη, ὅτι γενικῶς ὁ Νεοημερολογιτικός-Οἰκουμενισμός, δέν ἠδυνήθη ποτέ ἐλεύθερα καί βάσει τῆς ἀληθείας καί τῶν πραγματικῶν ἱστορικῶν γεγονότων νά συζητήση, δηλαδή δέν ἐτόλμησε νά διαλεχθῆ ἐπί τοῦ θέματος «Τό σχίσμα τοῦ 1924», ὅπως ἐπανειλημμένως, ἀλλά καί πάλιν ἐπισήμως διά τοῦ παρόντος τοῦ ζητεῖται! Ἄν, ὡς διατείνεται, ἐκπροσωπῆ καί ἐκφράζη τήν Ἐκκλησίαν, ἰδού νά παρακαθήση ἐπί τῆς κοινῆ τραπέζης διά νά ἐξετάσωμεν τό θέμα καί ὅπου προκύψη ἡ ἀληθής Ἐκκλησία, ἐκεῖ ἐν ταπεινώσει νά ὑποταχθῶμεν ὅλοι! Πῶς καί διατί μέχρι σήμερον ὁ Νεοημερολογιτισμός ἐν τῶ συνόλω του σιωπῶν ἐπί τῆς οὐσίας, κάκιστα δέ ἀμυνόμενος ἐξαντλεῖται εἰς ὅλως ψευδεῖς διαστροφάς, προκαλεῖ σχίσματα καί μονίμως θρασύτατα ἀντιποιεῖται τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος; Εἶναι σοβαρά, ἀλλά καί ἀπολύτως καθαρά εἰς τήν ἔρευνά των, τά θέματα καί δέν ἐπιδέχονται διαστροφάς, ψεύδη καί ἀπάτας. Ἡ ἱστορική καί ἡ πραγματική ἀλήθεια διά τάς Πανορθοδόξους Συνόδους τοῦ 1583, 1587 καί 1593 δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβητήσεις! Νά ἐξετασθῆ ἑπομένως ἀπό ἱστορικῆς καί Ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ἡ ἀλήθεια καί τό κῦρος τῶν ἀποφάσεων, Αὐτῶν τῶν Ἁγίων Πανορθοδόξων Συνόδων. Διατί αἱ ἐν λόγω ἀποφάσεις ἔγιναν σεβασταί ἀπό τότε καί μέχρι τό 1924, καί διατί τό 1924 κατελύθησαν; Ὑπό ποίας δεοντολογίας καί τίνι τρόπω ἐπεβλήθη ὁ Παπικός Νεοημερολογιτισμός; Εἶναι Οἰκουμενισμός ἤ ὄχι, ὁ ἐπιβληθείς τό 1924 Νεοημερολογιτισμός; Εἶναι τό πρῶτον πραγματικόν βῆμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας, καθώς ἀναφέρεται εἰς τήν ἐγκύκλιον τοῦ 1920 καί ὅπως ἔκτοτε διαχρονικῶς προκύπτει ἐν τῆς πράξει ἤ ὄχι; Ὡς ἐκ τούτων καί μόνον, δέν εἶχον καθῆκον νά τόν ἀρνηθοῦν τό 1924 καί νά παραμείνουν ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν οἱ Πατέρες μας καί ἀκολούθως καί ἡμεῖς; ΕΥΛΟΓΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΧΟΝ! Τό 1924 προκύπτουν «Παλαιοημερολογῖται» ἤ οἱ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΙ; Ἰδού διατί ἐπιβάλλεται ἡ ἐπί τῶν πηγῶν καί τῶν πραγματικῶν ἱστορικῶν γεγονότων ἐντριβή καί πραγματικός διάλογος ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία. Ἐν προκειμένω ἀπαιτεῖται, ὅσον εἶναι δυνατή, ἡ ἀναφορά εἰς χαρακτηριστικούς σταθμούς τῆς πορείας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τό 1924 μέχρι σήμερον, καί κυρίως πῶς καί διατί προέκυψαν αἱ Παλαιοημερολογιτικαί Σχισματοαιρέσεις-ψευδοεκκλησίαι, ἐνῶ προηγουμένως δέον νά τεθῆ καί πάλιν τό ἐρώτημα: Ἡδύνατο τό 1924 καί ἐδικαιοῦτο ἀπό Ὀρθοδόξου καί Κανονικῆ ἀπόψεως τό Πιστόν Λεῖμμα τῆς Χάριτος νά ἀπορρίψη καί ἀποκηρύξη ὡς σχισματοαίρεσιν τόν Νεοημερολογιτισμόν, μέ μόνον δεδομένον τό ὑπό τῆς Ὀρθοδοξίας ΚΑΤΑΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ τοῦ Παπικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ ἤδη ἀπό τόν 16ον αἰῶνα; Ἐκεῖναι αἱ Πανορθόδοξοι Σύνοδοι τοῦ 16ου αἰῶνος καί αἱ ἀποφάσεις των, ἦσαν καί παρέμειναν ἀλλά καί παραμένουν εὐθυγραμμισμέναι μέ τήν Καθολικήν Ὀρθοδοξίαν, τῶν Ἁγίων 7 Οἰκουμενικῶν καί ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἁγίων Συνόδων, ἤ ὄχι; Πῶς λοιπόν, ὑπό ποίων καί διατί κατελύθησαν; Ποίας συνεπείας ἔσχεν διά τούς καινοτόμους ἐκείνους καί τούς μέχρι σήμερον, τό μοιραῖον γεγονός τοῦ 1924, τό ὁποῖον ἔλαβεν τεραστίας διαστάσεις, ἀφοῦ σημειωθήτω ὅτι ἐν μικρᾶ παρόδω τοῦ χρόνου, ἐγένετο καί ἡ ἀποκάλυψις, α) Τῆς «Ἐγκυκλίου τοῦ 1920», β) Τοῦ Ὀρθῶς χαρακτηριζομένου «Μασονικοῦ Συνεδρίου τοῦ 1923» καί γ) Τῆς δικτατορικῶ τῶ τρόπω ἐπιβολῆ τοῦ Παπικοῦ ἡμερολογίου, «ὡς πρώτου βήματος πρός τόν Οἰκουμενισμόν»! Ὡς ἐκ τούτου ὡς Ἱερά Σύνοδος κρίνομεν ὅλως ἀπαραίτητον καί πάλιν νά τονισθῆ ὅτι μέχρι καί σήμερον οἱ Καινοτόμοι Σχισματοαιρετικοί, ὄχι μόνον δέν κατεδέχθησαν νά διαλεχθοῦν, ἀλλά δέν ἔπαυσαν καί νά ψεύδωνται, νά ἐξαπατοῦν καί νά βλασφημοῦν, καί τοῦτο ἀποκλειστικῶς διά νά ἐπιβιώνη ἡ ἐσχάτη σχισματοαίρεσις τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ καί Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ! ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΕΚ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΨΕΥΔΩΝ ΤΩΝ Κατονομάζωμεν ὡρισμένα ψεύδη τῶν ἀμετανοήτων Καινοτόμων, τά ὁποῖα ἀναμασῶνται διαχρονικά: α) «Δέν εἶναι, λέγουν, γνήσιαι αἱ Πανορθόδοξοι ἀποφάσεις τοῦ 16ου αἰῶνος»! Τοῦτο εἶναι γελοῖον ψεῦδος καί ἀνάξιον τούτη τήν ὥρα νά ἀναθεωρηθῆ, διότι αἱ πηγαί εἶναι ἀπολύτως ἀξιόπιστοι, τό δέ συγκεκριμένον γεγονός μαρτυρεῖται καθολικῶς ἀπ' ὅλους τούς ἱστορικούς, ἀκόμη καί ἀπ' αὐτούς, οἱ ὁποῖοι τολμοῦν νά ψεύδωνται, ἐνῶ ταυτοχρόνως δέν ἐντρέπονται διότι αὐτοδιαψεύδονται, ὑπό τῶν ἰδίων των συγγραμμάτων των, ὅπως ὁ ἡγηθείς καί ἐπιβαλών τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν, τόν Μάρτιον τοῦ 1924 Χρυσόστομος Παπαδόπουλος! Ἰδού λοιπόν τό πρῶτον, καθ' ἡμᾶς, ψεῦδος των νά ἐξετασθῆ. β) Εἶναι «σχισματικοί» λέγουν, οἱ «Παλαιοημερολογῖται»! Ὄχι, δέν εἴμεθα οὔτε «σχισματικοί», οὔτε «Παλαιοημερολογῖται», διότι τόσον οἱ Πατέρες μας τό 1924, ὅσον καί ἡμεῖς ἔμειναν καί ἐμμένομεν πιστοί, ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι εἰς τήν ὑπερδισχιλιετῆς ζῶσαν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, διό εἴμεθα μόνον ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ. Ἀντιθέτως σχισματοαιρετικοί κατεστάθησαν τό 1924 οἱ δεχθέντες τόν καταδικασμένον Παπικόν καί κατ' ἐπέκτασιν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Δηλαδή οἱ Πατέρες μας μέχρι τό 1924 ἦσαν «Παλαιοημερολογῖται»; γ) «Δέν ἔχουν οἱ Παλαιοημερολογῖται Ἀποστολικήν Διαδοχήν», «δέν ἔχουν μυστήρια»! Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, αὕτη δέν διεκόπη καί δέν ἐξέλιπεν οὔτε λεπτόν εἰς τήν Ἐκκλησίαν, καίτοι ἀπό τό 1924 ἕως τό 1935 ἔλειπεν ὁ ἐπισκοπικός βαθμός, διότι ὁ Δικτάτωρ-Παποκαῖσαρ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ἄλλους ἐκ τῶν ἐπισκόπων τῆς Συνόδου του, τούς ἠξηπάτησεν καί ἄλλους τούς ἐφίμωσεν. Παρέμεινεν δέ καί θά παραμείνη εἰς τούς αἰῶνας ὡς ἡ μεγίστη ἐκτροπή τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ ἡ σχετική Ε΄ Ἱεραρχία τῆς 24-30 Δεκεμβρίου 1923! Ὡστόσον οἱ Ὀρθόδοξοι Ἱερεῖς κατά τήν ἀπό τό 1924-1935 περίοδον ἦσαν ἀρκετοί καί ὅλα τά Μυστήρια, ἐκτός τῆς χειροτονίας Κληρικῶν, ἐτελοῦντο ΚΑΝΟΝΙΚΩΤΑΤΑ καί ΕΓΚΥΡΩΤΑΤΑ. Ἑπομένως οὐδέποτε διεκόπη ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, εἰς τούς ἐμμένοντας εἰς τήν δισχιλιετῆς Παράδοσιν, ἐνῶ τό 1935 ἡ Ἐκκλησία ἐπανέκτησεν καί τόν ἐπισκοπικόν βαθμόν, τοῦ ὁποίου ἐπί δεκαετίαν ἐστερήθη, διότι «ὅλα τἄσκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε» ἡ Οἰκουμενιστική Παναίρεσις!... ΕΠΑΝΑΚΤΑΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ Ἀφοῦ λοιπόν τό Ὀρθόδοξον πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, Κληρικοί, Μοναχοί καί Λαϊκοί, ἐδοκιμάσθησαν ἐπί ὁλόκληρον δεκαετίαν, τόν Μάϊον τοῦ 1935, μετά ἀπό 10ετεῖς σκληράς καί ἀδιακόπους διαμαρτυρίας, αἱ ὁποῖαι ἐλάμβανον σοβαράς διαστάσεις καθ' ὅλας τάς Συνοδικάς συνεδριάσεις τῆς ἐξηπατημένης καί καταδυναστευομένης Νεοημερολογιτικῆ Ἱεραρχίας, τό 1935 τρεῖς Ἀρχιερεῖς ἀποκηρύσσουν τήν καινοτόμον Νεοημερολογιτικήν Ἱεραρχίαν καί διακηρύσσουν, κατά τόν πλέον ἐπίσημον καί σαφῆ τρόπον ἐνώπιον 25.000 περίπου Ὀρθοδόξων, τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν ἐπισήμως καί οὔτω ἐπιστρέφουν εἰς τήν πρό τοῦ 1924 Ἐκκλησίαν, τήν ὁποίαν ἀδιακόπως ἐξεπροσώπουν καί ἐξέφραζον οἱ Γ.Ο.Χ. Μετά τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ καί τήν πανηγυρικήν ἕνωσιν, οἱ τρεῖς οὗτοι Ἀρχιερεῖς μετέβησαν αὐθημερόν εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης παρά τήν Κερατέαν, ὅπου ἐπεκύρωσαν καί τρανώτατα διεκήρυξαν τήν Ὁμολογίαν των, προβάντες χωρίς τήν παραμικράν καθυστέρησιν καί εἰς χειροτονίας ἑτέρων τεσσάρων Κληρικῶν εἰς Ἀρχιερεῖς! Τοῦτο τό γεγονός ὑπῆρξεν ἡ μεγίστη καί ἡ ἰσχυροτέρα ΟΜΟΛΟΓΙΑ, ἡ ὁποία εἰς τήν κυριολεξίαν, ἀπεγοήτευσεν καί ἐτσάκισε τόν Νεοημερολογιτικόν-Οἰκουμενισμόν, ὁ ὁποῖος ἐπερίμενεν, ἐλλείψει Ἀρχιερέων, νά σβήση ἡ Ὀρθοδοξία! Διό, ἀμέσως ἐν μιᾶ νυκτί, ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, τῆς συμβολῆς καί τοῦ πολιτικοῦ καθεστῶτος, ἔλαβεν τοιαῦτα μέτρα, ὥστε εἰς ἐλάχιστον χρόνον (αὐθημερόν) διέλυσεν τήν μόλις συγκροτηθεῖσαν Κανονικήν καί Ὀρθόδοξον Ἱεράν Σύνοδον, διώξας καί ἐξωρίσας τούς ὁμολογητάς Ἀρχιερεῖς! Ὡστόσον τήν Συνοδικήν ὁμολογίαν τοῦ 1935 καί πρό πάντων τάς ἐπισκοπικάς χειροτονίας, ἤγουν τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, παρά τάς ἀπεγνωσμένας ἐνεργείας τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου καί ὅλων τῶν διαδόχων του, δέν κατώρθωσαν ποτέ νά τήν διακόψουν καί νά τήν ἐξαλείψουν. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος διά τό ὁποῖον ἀπεγνωσμένως, ἀναιδῶς καί ἱεροσύλως ψεύδονται, συκοφαντοῦν καί ἀπατηλῶς ἀγωνίζονται νά αὐτοδικαιωθοῦν! Κηρύττοντες μέ ὅλα τά μέσα πού διαθέτουν ὅτι οἱ Γ.Ο.Χ. δῆθεν «δέν ἔχουν Ἀποστολικήν Διαδοχήν»(!) ὁμολογοῦν λαμπρότερον τοῦ ἡλίου ὅτι οἱ ἴδιοι μέ τόν Νεοημερολογιτισμόν των δέν ἔχουν Ἀποστολικήν Διαδοχήν. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΘΕΤΩΝ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΝ ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Πρό αὐτῆς τῆς πραγματικότητος ὁ Χρ. Παπαδόπουλος καί εὐρύτερον τά σκοτεινά κέντρα τοῦ Παπικοῦ, Προτεσταντικοῦ καί Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἤδη ἀπό τό 1932 ἤρχισαν νά ἀποστέλλουν ἐγκαθέτους των, οἱ ὁποῖοι εἰσεχώρησαν καί εἰς τό Διοικητικόν σῶμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆ Κοινότητας τῶν Ὀρθοδόξων, ἤτοι εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Ἐκκλησιαστικήν Ὀρθόδοξον Κοινότητα», (Π.Θ.Ε.Ο.Κ.), ὥστε κατ' αὐτόν τόν τρόπον νά περιέλθη εἰς χεῖρας των ἡ διοίκησις ὅλων τῶν ἀνά τό Πανελλήνιον 800 ἐνοριῶν καί Παραρτημάτων, καί κατόπιν σύν τῶ χρόνω νά σβήση καί ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ-ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί πρό πάντων νά ἐκλείψη ἡ Γνησία καί ἀδιάκοπος ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ εἰς Αὐτήν. Τήν ἰδίαν ἀκριβῶς περίοδον ἔχομεν σαφῆ τήν τάσιν νά μετατρέψουν τήν ἐν διωγμῶ εὑρισκομένην Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς ἕναν ἀνώδυνον κενόν «Παλαιοημερολογιτισμόν»! Δηλαδή ὁ Νεοημερολογιτισμός ἐπέτρεπε καί προωθοῦσε (καί συνεχίζει νά προωθῆ) μίαν ψευδοπαλαιοημερολογιτικήν ΚΕΝΗΝ Ἐκκλησιαστικήν Κοινότητα «δεκατριμεριτῶν» καί πάντως ἐξηρτημένην Πνευματικῶς καί Διοικητικῶς ἀπό αὐτόν. Τοῦτο πρέπει νά δεχθῶμεν ὅτι τό ἐπέτυχον ἐν πολλοῖς, ἀλλά καί ἀπέβη καί ἀποβαίνει μοιραῖον κατά τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐξαιρέτως εἰς τάς ἡμέρας μας! Διά τόν λόγον αὐτόν εἶναι μεγίστης σημασίας ὅτι «θέτομεν τόν δάκτυλον ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων»! Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ πρ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Τό ἔργον τοῦτο κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τό τέλος τοῦ 1935, ὑπευθύνως ἀνέλαβεν ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὅστις ἐσκεμμένως παρέμεινεν εἰς τό Παλαιόν καί μετά τό 1935 καί τό 1937, ὡς ἐγκάθετος «Παλαιοημερολογίτης» τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ! Δηλαδή ἔμεινεν ὄχι μόνον ἕνας κενός παλαιοημερολογίτης, ἀλλά καί ὄργανον, τό ὁποῖον θά ἐξετέλει ὅσα δέν ἡδύνατο νά ἐκτελῆ ὁ Νεοημερολογιτισμός. Ὁ ρόλος του ἐν προκειμένω ἦτο νά στηρίξη ἕναν «παλαιοημερολογιτισμόν», ὑπό τήν πνευματικήν καί διοικητικήν ἐξάρτησιν τῆς Καινοτόμου Σχισματοαιρετικῆ Συνόδου. Ἕναν Παλαιοημερολογιτισμόν χωρίς ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ-ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ καί χωρίς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, ἀλλά καί ἀπολύτως ἐξηρτημένον διοικητικῶς καί πνευματικῶς ἀπό τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ!... Τά πράγματα καταβοοῦν ὅτι τοῦτο ἀκριβῶς εἰς τάς ἡμέρας μας κατέστη αὐτοσκοπός καί ἐνεργεῖται πυρετωδῶς!... Ἐν πάση συντομία, πρέπει νά εἴπωμεν ὅτι ὁ ἐν λόγω πρώην ὁμολογητής, λόγοις καί ἔργοις, (βεβαίως, καί τοῦτο μόλις δι' ὀλίγους μῆνας, ἤτοι ἀπό τοῦ Μαΐου τοῦ 1935 καί μέχρι τοῦ Φθινοπώρου τοῦ ἰδίου ἔτους), προσέφερεν ὅ,τι ἱερώτερον, πολυτιμώτερον καί Ἐκκλησιαστικώτερον ἠδύνατο νά προσφέρη, καί αὐτό ἦτο ἡ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ! Δυστυχῶς ὅμως διά τόν ἴδιον, ἀπό τοῦ Φθινοπώρου τοῦ 1935, εὑρισκόμενος εἰς τήν ἐξορίαν, ἐπισήμως πλέον ἤρχισεν νά ἀρνῆται καί νά ἐμπτύη κατά τῆς ἀπό τοῦ Μαΐου τοῦ 1935 καλῆς Ὁμολογίας καί ἐπί τῶν ἱστορικῶν ἐκείνων Ἐπισκοπικῶν Χειροτονιῶν! Ἐνήργησεν ὡς νά ὥμοσεν εἰς τόν Πονηρόν νά διακόψη καί ἐξαλείψη γενικῶς τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί κυρίως, πάση θυσία, νά μήν γίνη πλέον νέα χειροτονία οὔτε ἐπισκόπου, οὔτε ἱερέως ἤ Διακόνου! Οὕτω ἐπίστευεν ὅτι θά ἐξέλιπεν σύντομα καί ἡ ἀρχιερωσύνη καί ἡ Ἱερωσύνη καί οἱ Ὀρθόδοξοι θά ἀνεζήτουν κληρικούς ἀπό τόν Νεοημερολογιτισμόν ὁπότε δολίως θά ἐξηρτῶντο ἀπό πάσης ἀπόψεως, Διοικητικῆ καί Πνευματικῆ ἀπό αὐτόν, κατ' αὐτόν δέ τόν τρόπον τό «Παλαιοημερολογιτικόν» ἤδη θά ἦτο πολύ γρήγορα λελυμένον! Αὐτό ἀκριβῶς τό ἔργον ἀνέλαβεν νά ἐκτελέση καί ὁλοκληρώση ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καββουρίδης! Τά γεγονότα σήμερον καταβοοῦν αὐτάς τάς ἀληθείας, διότι ἰδιαιτέρως σήμερον κραυγαλέως ἐνεργοῦνται συστηματικώτερον. Περιττόν νά τονίσωμεν τό γεγονός ὅτι τό προκληθέν Φλωρινικόν Σχῖσμα, δέν παρέμενεν μόνον ὡς χαίνουσα πληγή εἰς τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά προεκάλεσε καί ἕτερα «θυγατρικά» τοιαῦτα... ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΠΡΟΣΚΡΟΥΟΥΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠ’ ΑΥΤΟΥ ΜΟΝΟΥ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟ 1948 Ἐν ἀντιθέσει πρός τόν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον, ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος, παραμείνας εἰς τήν ἀπό τό 1924 Ὀρθόδοξον Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί ἐνδιαφερόμενος νά μήν ἐκλείψη καί ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, ἐποίησεν τό πᾶν ἵνα φέρη εἰς τήν ἀρχικήν του ὁμολογίαν τόν πρ. Φλωρίνης καί πρό πάντων νά προβοῦν ἀπό κοινοῦ εἰς νέας ἐπισκοπικάς χειροτονίας πλήν δέν τό ἐπέτυχεν, διότι αἱ σκοτειναί δυνάμεις δέν ἔπαιζον!... Ἐπίσης καί ὁ ἐπαμφοτερίζων Κυκλάδων Γερμανός Βαρυκόπουλος, (ὁ ὁποῖος ἐχειροτονήθη εἰς ἀρχιερέα τό 1935), ἄλλοτε ὡμολόγει καί ἄλλοτε ἐσιώπα, ἐνῶ μονίμως ἠρνεῖτο νά συμμετάσχη εἰς νέαν χειροτονίαν ἐπισκόπου, ὡς τοῦ προέτεινεν καί τόν παρεκάλει ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος! Οὗτος ἐν τέλει, καί ἐπισήμως περί τό 1947, συνεμάχησεν καί ἡνώθη μετά τοῦ πρ. Φλωρίνης... Πρό αὐτῆς τῆς πραγματικότητος, ἡ ὁποία ἀντιμετωπίζετο περισσότερον ἀπό μίαν δεκαετίαν (1937-1947), καί ἐνῶ ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος πλέον εὑρίσκετο εἰς τάς δυσμάς τοῦ βίου του, (τόν ἐχώριζεν μόνον ἑνάμισυ ἔτος περίπου ἀπό τῆς ὁσίας καί ὁμολογιακῆ Κοιμήσεώς του († 15.5.1950), ἤτοι τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1948, κατόπιν ὁμοφώνου ἀποφάσεως σύμπαντος τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τῶν Μοναχῶν, ἀλλά καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὗτος ἐπαναλαμβάνομεν ὁ κατ' ἐξοχήν ἀπό τήν πρώτην ὥραν ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ Βρεσθένης ΜΑΤΘΑΙΟΣ, ΥΠΕΡΒΑΣ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗΝ ΤΑΞΙΝ, ΕΧΕΙΡΟΤΟΝΗΣΕΝ ΜΟΝΟΣ ΑΥΤΟΣ ΤΟΝ ΠΑΝΟΣΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΝ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΕΙΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ! Κατόπιν τούτου, ἀπό κοινοῦ οἱ δύο αὐτοί Ἀρχιερεῖς, ἀνέδειξαν 5μελῆ Ὀρθόδοξον Ἱεράν Σύνοδον. Ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος ἔχων βαθεῖαν καί ζῶσαν συνείδησιν περί τῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθώτατα τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1948 ΥΠΕΡΕΒΗ τήν Κανονικήν Τάξιν, διά νά μήν ἐκλείψη ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, ὡς ἐπεδίωκον οἱ πάντες (Νεοημερολογιτικός καί Παλαιοημερολογιτικός Οἰκουμενισμός) καί εὑρεθῆ ὁ πιστός λαός ὑποχείριος τῶν προδοτῶν. Δηλαδή ἐν προκειμένω κατά παράλληλον ρῆιν τοῦ Κυρίου, εἶπεν καί ὁ Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Βρεσθένης ὅτι, «ἡ Κανονική Τάξις ἐγένετο διά τήν Ἐκκλησίαν καί ὄχι ἡ Ἐκκλησία διά τήν Κανονικήν Τάξιν...»!!! Ὁ μεγαλύτερος Διώκτης συκοφάντης καί ἱερόσυλος καί αὐτοῦ τοῦ ἐξαιρέτου γεγονότος, προέκυψεν καί πάλιν ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καββουρίδης, διότι εἶδεν ὅτι δι' αὐτῶν τῶν ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν, ὁ ἀοίδιμος Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Ματθαῖος, συνέτριβεν κυριολεκτικῶς τόν Παλαιοημερολογιτικόν Οἰκουμενιστικόν Φλωρινισμόν, ἀλλά καί τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Διό αἱ ἐν λόγω χειροτονίαι τοῦ 1948 ἐστάθησαν ἡ μεγίστη αἰτία καί ἀφορμή νά συνεχίσουν ἀπό κοινοῦ ὁ πρ. Φλωρίνης καί ὁ Νεοημερολογιτισμός καί ἐν γένει ὁ Οἰκουμενισμός, λυσσαλέον διωγμόν, κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στηριζόμενοι ἐπί τῆς διαστροφῆ κάθε ἀληθείας διά τοῦ ψεύδους, τῆς ἀπάτης καί τῆς συκοφαντίας! ἀπό κοινοῦ ἀμφότεροι ἐσυκοφάντησαν καί ἱεροσύλησαν ὅσον ἠδύναντο κατά τῶν συγκεκριμένων ἱστορικῶν ἀποβασῶν χειροτονιῶν! Ὅπως τό 1935 ὁ Νεοημερολογιτισμός ψευδέστατα ἐκήρυξεν ὡς δῆθεν «ἀντικανονικάς» καί «ἀκύρους» ἐκείνας τάς ἐπισκοπικάς χειροτονίας, οὕτω καί τώρα ἀπό κοινοῦ ἀμφότεροι ἐπαναλαμβάνουν τάς ἰδίας διαστροφάς καί ψεύδη! Τό ἀπολύτως ἀληθές εἶναι ὅμως ὅτι τό 1935 οἱ ἐπιστρέψαντες τρεῖς Ἀρχιερεῖς ἐχειροτόνησαν, ἀφοῦ πρῶτον ὡμολόγησαν καί ἐπέστρεψαν εἰς τήν πρό τοῦ 1924 Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, ἀπεκήρυξαν τόν Νεοημερολογιτισμόν καί πάντως πρό τῆς ὑπ' αὐτοῦ (τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ), «καθαιρέσεώς» των! Εἶναι ἀπολύτως σαφές καί ἱστορικῶς ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΟΝ, ὅτι τό 1935 ἤδη εἶχον προηγηθεῖ Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως αἱ χειροτονίαι καί μετά ἠκολούθησεν ἡ ἀνόητος πρᾶξις τῆς «καθαιρέσεως» ἀλλά καί τῆς ἐξορίας, ἀποκλειστικῶς, διότι ΕΧΕΙΡΟΤΟΝΗΣΑΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ!!! Βεβαίως καί ἄν ἀκόμη, καθ' ὑπόθεσιν λέγομεν, αἱ ἐπισκοπικαί ἐκεῖναι χειροτονίαι τοῦ 1935 εἶχον γίνει ὑπό «καθηρημένων», ἡ τοιαύτη πρᾶξις «καθαιρέσεως» ὑπό τοῦ ἀποκεκηρυγμένου Σχισματοαιρετικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, καί ὑπό τό φῶς τῆς Ὁμολογίας Ἐκκλησιολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ΟΥΔΕΝ θά ἐκέκτητο κῦρος καί ΟΥΔΕΜΙΑΝ συνέπειαν θά εἶχεν ἐπί τῶν ἐπισκόπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐχειροτόνησαν, καθώς καί ἐπί τῶν χειροτονηθέντων!... Η ΠΕΡΙ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΣ ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΤΟΥ πρ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ Ἐπαναλαμβάνομεν, ὅτι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβεν παντί σθένει καί τρόπω νά «ἀκυρώση» τάς χειροτονίας καί τοῦ 1948, ὑπῆρξεν ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος! Οὗτος ἐνῶ συστηματικῶς ἠρνεῖτο τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅμως ὅλως ἱεροσύλως ἀντεποιεῖτο τήν Ἐκκλησίαν τῶν Γ.Ο.Χ., ἀποκαλῶν ὡς τοιαύτην τήν ἀπό τό 1937 σχισματοαίρεσίν του! Ναί, ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΣ, ΑΡΝΗΤΗΣ καί ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ἀποβάς κατ' Αὐτῆς, συκοφαντεῖ τόν Ἐπίσκοπον Βρεσθένης καί τήν ὑπ' αὐτόν Ἱεράν Σύνοδον ὡς δῆθεν σχισματικῶν (ἔναντι τοῦ ἰδίου!), τό δέ ἀδιανόητον εἶναι ὅτι τό 1950 διακηρύσσει ὅτι «ἐάν τις τῶν Ματθαιϊκῶν Ἐπισκόπων καί Κληρικῶν, θελήση κάποτε νά ἐπιστρέψη (ποῦ; εἰς τό σχίσμα του(!), τό ὁποῖον ἀθεολογήτως καί ὅλως, ἐπαναλαμβάνομεν, κακοήθως ἐχαρακτήριζεν ὡς «Ἐκκλησίαν», ἐκ τῆς ὁποίας τό 1937 ἀπεκόπη δῆθεν ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος), θά ἔδει ὁπωσδήποτε νά χειροθετηθῆ ὡς πρώην σχισματικός»!!! Πρόκειται ἀσφαλῶς περί συνειδητῆς καί πάντως κακοήθους ἱεροσυλίας, τήν ὁποίαν ὅμως ἀποθανόντος τοῦ πρ. Φλωρίνης τό 1955, συνέχισαν οἱ πολύ χείρονες ἐκείνου ὀπαδοί του. Κενοί καί τυφλοί «παλαιοημερολογῖται», παρέλαβον τήν ἀπό 1950 γραπτήν «παρακαταθήκην» τοῦ πρ. Φλωρίνης, καί ἐμεθόδευσαν νά ἐφαρμόσουν τήν περί «χειροθεσίας» ἐντολήν, ἐπί τῶν ἐπισκόπων καί Κληρικῶν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία «χειροθεσία», ἐπαναλαμβάνομεν καί τονίζομεν, προβλέπεται μόνον διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ἐκκλησίαν πρώην σχισματικούς!!! Ὁ ἐντελῶς σκοτισθείς νοῦς τοῦ ἀρνητοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί διά λογαριασμόν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ προκαλέσαντος τό 1937 τό πρῶτον σχῖσμα-Σχισματοαίρεσιν εἰς τό Σῶμα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διενοήθη μέ αὐτόν τόν τρόπον νά προσβάλη τόσον τάς χειροτονίας τοῦ 1935, ὅσον καί κυρίως τοῦ 1948, ὥστε κατόπιν μοιραίως νά αὐτοκαταλυθῆ καί ἐκλείψη καί ἡ Ὁμολογία- Ἐκκλησιολογία, καί καταστήση ὁλόκληρον τό σῶμα τῶν ἀπό τό 1924 πιστῶν «σχισματικούς», ὅπως εἶχον καταστεῖ σχισματικοί ὁ ἴδιος καί οἱ ὀπαδοί του ἐπισήμως ἀπό τό 1937!!! Εἶναι ἔργον ἀντίχριστον καί ἀντιεκκλησιαστικόν ὅλον τοῦτο ἤ ὄχι; Ὅσον ὅμως τό σχέδιον τοῦτο ἐμεθοδεύθη καί ὅλως ΙΕΡΟΣΥΛΩΣ ἐπεχειρήθη ὑπό τῶν ὀπαδῶν του, τόσον ΑΠΕΤΥΧΕΝ, διότι ἐπιχειρηθέν τό συνέτριψεν ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου!... Ἄς τό παρακολουθήσωμεν ὅπως διεδραματίσθη ἀπό τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1971 καί συνεχίζεται μέχρι σήμερον. Τήν σύνοψιν τῶν συμβάντων κατά τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1971 τήν ἐπιχειροῦμεν ὡς Ἱερά Σύνοδος, διότι οἱ πλείονες ἐξ ἡμῶν εἴμεθα αὐτόπται καί αὐτήκοοι μάρτυρες τῶν γεγονότων. Θεωροῦμεν δέ ὡς εὐλογίαν Θεοῦ τήν παροῦσαν Συνεδρίασιν, διότι τόσον ἡμεῖς σήμερον ὡς Μητροπολῖται Μεσογαίας Κήρυκος καί Λαρίσης Ἀμφιλόχιος, ὅσον καί ὁ ἐλλογιμώτατος θεολόγος κ. Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, τοῦ ὁποίου ἡ παρουσία ἀπό τότε εἰς τά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, διεδραμάτιζεν σπουδαῖον ρόλον, ὁμιλοῦμεν καί γράφομεν ὡς αὐτόπται καί γνῶσται τῶν τότε γεγονότων. Ὡς γνῶσται λοιπόν, κυρίως ἀπό τήν 3ην Ὀκτωβρίου 1971, ὅτε ἐπέστρεψεν ἡ ἐξαρχία, διαβεβαιοῦμεν ὅ,τι καί ὅσα ἀκριβῶς καί ἐπανειλημμένως πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν καί ἐξαιρέτως ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατά τήν συνεδρίαν τῆς 8ης Ὀκτωβρίου 1971, ἡ ἐπιστρέψασα ἐξαρχία μας, ἐν ΩΜΟΦΟΡΙΩ και ΕΠΙΤΡΑΧΗΛΙΩ, διαβεβαίωνεν καί διετράνωνεν τήν μαρτυρίαν της, καθ' ἥν ἡ Ἱεραποστολή εἰς τήν ἐν Ἀμερικῆ Σύνοδον τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἐπέτυχεν ἀπολύτως διότι: 1) Ἡ Ρωσική Σύνοδος μετά πολλοῦ ἐνδιαφέροντος καί προσοχῆ ἤκουσεν τήν Ἔκθεσιν Πίστεως καί τά ἀφορῶντα εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καί ἰδιαιτέρως τήν ἀπό τό 1924, Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν Αὐτῆς, καί θαυμάσασα τήν ἐπεκρότησεν καί τήν ἀπεδέχθη. 2) Βάσει αὐτῆς τῆς ἀποδοχῆ τῆς Ὁμολογίας-Ἐκκλησιολογίας, ἐκηρύχθη ἡ Ἕνωσις καί ἀνεγνωρίσθη ἡ ὑφ' ἑνός ἐπισκόπου Χειροτονία τοῦ Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος καί ὅλαι ὅσαι κατόπιν ἠκολούθησαν ὡς ἀπολύτως πλήρεις καί ἔγκυροι. Δηλαδή ἀνεγνωρίσθησαν ὡς Κανονικαί καί Ὀρθόδοξοι πράξεις, διακονήσασαι ἀποκλειστικῶς τήν Ἐκκλησίαν. Εἰς τήν συνέχειαν, καί διά νά εἰρηνεύσουν οἱ Φλωρινικοί, οἱ ὁποῖοι ἐμαίνοντο κατά τῆς ἀναγνωρίσεως, ὥρισεν ὅπως, διά νά ἐπέλθη ἀγάπη, πραγματοποιηθῆ καί ἡ περιβόητος «Συγχωρητική Εὐχή», ὑπό τόν βασικόν ὅρον ὅτι αὕτη δέν καθήπτατο οὐδαμῶς τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948. Ἀντιθέτως τοῦτο ἐγένετο διά νά εἰρηνεύσουν καί Ὀρθοδοξήσουν οἱ Φλωρινικοί καί ἑνωθοῦν ἐν τῆς Ἐκκλησία, διότι δέν ἦτο δυνατόν νά εἶναι ἡνωμένη ἡ Ρωσική Σύνοδος μετά τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας καί νά διασαλεύεται ἡ ἕνωσίς της μετά τῶν Φλωρινικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐν προκειμένω πρωτίστως δέν εἶχον τήν ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, ἐπί τῆς ὁποίας ἐκηρύχθη ἡ ἕνωσις μετά τῆς Ρωσικῆ Συνόδου! Ταῦτα πάντα βάσει τῶν ἐπανειλημμένων καί ρητῶν δηλώσεων τῆς ἐξαρχίας μας!... Διά τούς λόγους αὐτούς, ἤτοι διά τήν ἀγάπην, εἰρήνην καί ἕνωσιν καί τῶν Φλωρινικῶν ἐν τῆς ἰδία Πίστει καί Ὁμολογία, ὁ Πρόεδρος τῆς Ρ.Σ. Φιλάρετος, ἠγνόησεν τήν ἐν «Σχεδίω ἀπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν» καί ἰδιαιτέρως τήν παράγραφον, αὐτῆς ἡ ὁποία ἀντιφατικῶς καί ὅλως ἀνοήτως ἀνέφερεν τήν περί «χειροθεσίας» ἀπόφασίν της, ἐνῶ προηγουμένως, εἰς τό αὐτό σχέδιον τῶν Φλωρινικῶν, φέρεται ρητῶς ὡς ἀναγνωρίσασα ἐγκύρους ταύτας. Διά τοῦτο ὥρισεν προφορικῶς νά ἀναγνωσθῆ μιά ἁπλῆ συγχωρητική εὐχή, ἡ ὁποία σαφέστατα ΔΕΝ ΣΥΝΕΙΧΕΤΟ μέ τήν ἀναγνώρισιν τῆς ὑφ' ἑνός χειροτονίας τοῦ 1948. Ἡ συγχωρητική εὐχή, ἡ ὁποία ἐγένετο δεκτή ὑπό τῆς ἐξαρχίας μας εἰς τήν Ἀμερικήν, ἐγένετο κατ' ἄκραν οἰκονομίαν δεκτή καί ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς τήν Ἑλλάδα, πάντοτε ὑπό τήν βασικήν προϋπόθεσιν ὅτι δέν εἶχεν ἀπολύτως καμμίαν σχέσιν μέ τάς χειροτονίας τοῦ 1948. Δηλαδή ἡ Συγχωρητική Εὐχή δέν ἀπετέλει παράγοντα διά τήν ἀναγνώρισιν ἀλλά ἠκολούθησεν ὑπό τήν ἀποκλειστικήν δεοντολογίαν νά εἰρηνεύσουν οἱ Φλωρινικοί, ὁμολογήσουν τήν καλήν ὁμολογίαν καί ἐπέλθη καί αὐτῶν ἡ ἐν τῆς Ἐκκλησία Ἕνωσις. Σημειωτέον ὅτι κατά τάς ρητάς δηλώσεις τῆς ἐξαρχίας ἡ Ρωσική Σύνοδος ἐθεωρήθη ὡς Ὀρθόδοξος καί ἕνεκα τούτου κατέστη δυνατή ἡ μετ' αὐτῆς ἕνωσις καθώς καί ἀποδοχή τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς. Ἀπό τῆς 8ης Ὀκτωβρίου ἕως τήν 15ην/28ην Ὀκτωβρίου 1971 συνέβησαν πολλά γύρω ἀπό τό θέμα «Συγχωρητική Εὐχή», τό κυριώτερον δέ ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος κατ' ἀρχάς ἐφέρετο διχασμένη, διότι δύο Ἐπίσκοποί μας ὁ Μακαριστός Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίων καί ὁ τότε Μεσσηνίας Γρηγόριος, ἠρνοῦντο νά ἀποδεχθοῦν καί αὐτήν τήν συγχωρητικήν εὐχήν, ἔστω ὡς πρᾶξιν ἀγάπης καί εἰρήνης! Ὅτε ὅμως κατά τόν Ὄρθρον τῆς 15/28 Ὀκτωβρίου 1971, οἱ δύο αὐτοί ἀρχιερεῖς ἐτέθησαν πρό τοῦ διλήμματος καθ' ὅ: «Ἀπόρριψις τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς συνεπάγεται τήν ἐκδίκασιν τῶν δύο Ἐπισκόπων τῆς Ἐξαρχίας καί προφανῶς τήν καθαίρεσίν των», καί ὅτι «ἀπειλεῖται σχῖσμα ἐσωτερικόν», ἐνῶ, ὅλως ἰδιαιτέρως, ἐτονίσθη καί ὑπεγραμμίσθη καί πάλιν ὅτι «ἡ συγκεκριμένη ἄκρα οἰκονομία περί ἀποδοχῆ τῆς Συγχωρητικῆ, δέν ἔχει ΚΑΜΜΙΑΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ-ΑΝΑΦΟΡΑΝ εἰς τό Μυστήριον τῆς χειροτονίας καί δέν θίγει τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, τήν ὁποίαν κέκτηται ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐκ τῶν ἀπολύτως ἐγκύρων Χειροτονιῶν τοῦ 1935 ὅσον καί τοῦ 1948». Κατόπιν τούτων, κατά τήν συγκεκριμένην ἡμέραν καί ὥραν, οἱ δύο Ἀρχιερεῖς ὑπανεχώρησαν καί δέχθησαν καί ἀνεγνώσθη τύποις ἡ «συγχωρητική εὐχή». Οὕτω τό ἀπό τό 1950 καταχθόνιο σχέδιον τοῦ πρ. Φλωρίνης, νά διακόψη τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν καί δι' αὐτῆς καί τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, μέσω καί διά τῆς «χειροθεσίας» κατά τόν Η΄ Κανόνα, δηλαδή νά συντρίψη τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί νά καταστήση τούς Γ.Ο.Χ. ἁπλῶς θρησκολήπτους καί ἀρρωστημένους «Παλαιοημερολογίτας», αὐτό λέγομεν τό ἄκρως ἱερόσυλον σχέδιον, δέν ΑΠΕΤΥΧΕΝ ἁπλῶς ἀλλά καί ΣΥΝΕΤΡΙΒΗ ΚΑΙ ΕΚΟΝΙΟΡΤΟΠΟΙΗΘΗ ὑπό τῆς δεξιᾶς τοῦ Κυρίου. ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΑΙΡΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗΝ ΕΥΧΗΝ. ΑΠΟΠΕΙΡΑΙ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΤΑΥΤΗΝ ΙΕΡΟΣΥΛΩΣ ΩΣ «ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΝ»! Ἐπίσης τονίζομεν καί δέον ὅπως ληφθῆ σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν, τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιστρέψασα ἐξαρχία μας ἀφοῦ εὐηγγελίσθη τά περί Ὁμολογίας, τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς περί ἀναγνωρίσεως τῶν χειροτονιῶν καί τῆς κατ' ἄκραν οἰκονομίαν καί ὑπό ρητούς ὅρους «συγχωρητικῆς εὐχῆς», ὄχι ἁπλῶς δέν ἐνεφάνισεν οὐδέν ἐπίσημον γραπτόν σχετικόν κείμενον, ἀλλ' οὔτε καί αυτήν τήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, τήν ὁποίαν ἀπό μακροῦ ἡτοίμαζον εἰς τε τήν Ἑλλάδα καί τήν Ἀμερικήν! Τοῦτο δε καταφανῶς ἐπειδή δέν ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Ρωσικῆ Συνόδου καί κυρίως, διότι δέν ὑπεγράφη! Αὕτη μόνον ἀπό τό τέλος τοῦ Νοεμβρίου 1971, ὅταν τά πάντα εἶχον τελειώσει, τότε μόνον δημοσιεύεται πρῶτον ὑπό τῶν Φλωρινικῶν καί ἀμέσως κατόπιν καί ὑπό τοῦ Εὐγενίου Τόμπρου, ἐννοεῖται ἀνυπόγραφος ὑπό τῆς Ρωσικῆς Συνόδου, φέρουσα μόνον τήν ὑπογραφήν τοῦ συμμετέχοντος εἰς τήν ὅλην σκευωρίαν Γραμματέως αὐτῆς, ἤτοι τοῦ Μανχάταν Λαύρου)(1), διά νά μείνη ἔκθετος εἰς τόν αἰῶνα, διότι ὑπέγραψεν ἄθλιον, ἱερόσυλον, ἀντιφατικόν, ψευδές καί ἐπαίσχυντον ἔγγραφον τῶν Φλωρινικῶν ὡς δῆθεν «ἀπόφασιν» τῆς Ρωσικῆ Συνόδου! Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἱερά Σύνοδος δέν ἠσχολήθη μέ αὐτήν τήν «ἀπόφασιν», ἐνῶ ζωηρῶς καί ἀποκλειστικῶς ἠσχολήθη μέ τήν Ὀρθόδοξον ὁμολογίαν διότι οὐδόλως αὕτη προέκυπτε, οὐδέ κἄν ἀνεφέρετο εἰς τήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, ἀλλά καί διότι ἐξετίθετο ἡ Ἐξαρχία μας! ὡς ἐκ τούτου ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐποίησε τό πᾶν δι' αὐτήν τήν ὁμολογίαν καί διά νά μή διασαλευθῆ ἡ κηρυχθεῖσα ἕνωσις, μεθ' ὅ θά ἠκολούθει καί τό περί ἀναγνωρίσεως ἤ «χειροθεσίας» ὡς ἄκρως ἀντιφατικόν θέμα. Δυστυχῶς ὅμως οἱ Φλωρινικοί, ἀλλά καί οἱ συμπράξαντες ἡμέτεροι (Εὐγένιος Τόμπρος, Καλλιόπιος κ.λπ.) ἀνέλαβον νά πραγματοποιήσουν νέον Σατανικώτερο σχέδιον! Δηλαδή, χωρίς θορύβους, ἀλλά καί ἄκρως δολίως καί ὑπούλως, ἐφαντάσθησαν ὅτι ἠδύναντο καί διά τῆς Γκεμπελιστικῆ μεθόδου νά μεταποιήσουν τήν δεδομένην πλέον «Συγχωρητικήν εὐχήν», τήν ὁποίαν ὑπό ρητούς ὅρους καί προϋποθέσεις ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐν Ἑλλάδι, εἰς «Χειροθεσίαν» ὡς ἐπί σχισματικῶν κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆ Συνόδου! Διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἤτοι τῆς ἐξαρτήσεως τῆς Ἀποστολικῆς μας Διαδοχῆς ἐκ τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς καί δι' αὐτῶν ἐκ τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ-Οἰκουμενισμοῦ, θά «ἐλύετο τό Παλαιοημερολογιτικόν», διότι θά «κατελύετο» καί ἡ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ, ἀλλά καί ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ! Δέν θά ἀπαριθμήσωμεν ὅλας τάς σχετικάς ἀποπείρας των, ἀλλά θά ἀναφέρωμεν μόνον ὡρισμένας χαρακτηριστικάς, τάς ὁποίας Κλῆρος καί Λαός πρέπει νά ἔχωμεν ὑπ' ὄψιν. 1) Ἤρξαντο τήν συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὁποίαν ὑπό ρητάς προϋποθέσεις καί ὅρους ἔκαμε δεκτήν ἡ Ἱερά Σύνοδος, νά τήν ἀποκαλοῦν καί νά τήν προπαγανδίζουν συστηματικῶς ὡς δῆθεν «χειροθεσίαν», βασιζόμενοι ἀποκλειστικῶς εἰς τό ἐκ τῶν ὑστέρων ἐμφανισθέν ἀνυπόγραφον, ἐλεεινόν καί τρισάθλιον «σχέδιον ἀποφάσεως τῶν Φλωρινικῶν», τό ὁποῖον, ὡς εἴπομεν, ἀναισχύντως καί ὅλως δολίως ἐνεφάνιζον ὡς δῆθεν ἀπόφασιν τῆς Ρωσικῆ Συνόδου, ἐνῶ εἴς τινας δυσκόλους περιπτώσεις μετεχειρίζοντο καί τήν «διευκρίνισιν» ὅτι «ἡ Ρ.Σ. ὑπό τόν ὅρον «χειροθεσία» ἐννοεῖ τήν Συγχωρητικήν εὐχήν καί ὄχι τήν κατά τόν Η΄ Κανόνα προβλεπομένην χειροθεσίαν»!!! 2) Ὁ Εὐγένιος Τόμπρος ἐν συνεννοήσει μετά τοῦ τότε (1972) ἀκόμη Πρωθυπουργοῦ Γεωργίου Παπαδοπούλου καί μέ πρόφασιν νά στηριχθῆ τό δοκιμαζόμενον Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων, δεδομένης δέ καί τῆς ἀντιθέσεως καί διαστάσεως τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου (τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας), πρός τόν Γ. Παπαδόπουλον, ἀπεφάσισαν ὅπως ὑπαχθῆ ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ἀναγνωρισθῆ καί ὑπό τοῦ Κράτους ὡς δευτέρα ἐν Ἑλλάδι ἐπίσημος Ἐκκλησία! Τό θέμα προωθεῖτο διακριτικώτατα, πλήν μέ γρήγορον ρυθμόν, καί δέν θά ἐλάμβανεν ἐπισήμως διαστάσεις, ἀλλά σιωπηλῶς καί ἀθορύβως θά ἐκηρύσσετο ἡ ἕνωσις, μέ τό ὡς ἄνω Πατριαρχεῖον μέ βάσιν ὅμως τήν «ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν», ἡ ὁποία ἐνεφάνιζεν τήν ἁπλῆν Συγχωρητικήν Εὐχήν εὐθέως ὡς χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν!... Τόν Ἰανουάριον τοῦ 1973 τό ἐν λόγω σχέδιον περί ἀναγνωρίσεως καί ὑπαγωγῆ τῆς «Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. ἐν Ἑλλάδι», εἰς τό Πατριαρχεῖον-Ἱεροσολύμων, προωθεῖται ἀποφασιστικά καί προκειμένου νά ὁλοκληρωθῆ, ἐσπευσμένως συγκροτεῖται 12μελής Ἱερά Σύνοδος, (ἐξ ὦν τινές, ἦσαν μυημένοι καί σαφέστατα ἐγνώριζον τό σχέδιον), ὅπως διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἀναγνωρισθῆ ἡ ψευδοαπόφασις καί ἀποκτήση κῦρος, ὁπότε ἡ Συγχωρητική Εὐχή πλέον θά ἐλογίζετο ἐπισήμως ὡς «χειροθεσία»! Ὅλον τοῦτο τό σχέδιον ἐναυάγησεν πρίν ὁλοκληρωθῆ, διότι οἱ πρωτεργάται Εὐγένιος Τόμπρος καί Γεώργιος Παπαδόπουλος τό 1974 ἐξέπεσον καί... ἔσβησαν! Ἰδού ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου καί πάλιν ἐπενέβη καί συνέτριψεν καί αὐτό τό σχέδιον!... 3) Ἡμέτεροι καί Φλωρινικοί, συνεχῶς συνήρχοντο καί ἐμελέτων τά σχέδια εἰς τήν Μονήν τῶν Ἁγίων Ταξιαρχῶν τοῦ Κορινθίας Καλλίστου εἰς τά Ἀθίκια, ἐνῶ ἐθεωρεῖτο ὡς καλή σύμπτωσις τό ὅτι ὁ κ. Γκουτζίδης κατά τήν συγκεκριμένην περίοδον, ἦλθεν εἰς τρόπον τινά εὐγενῆ ἀντίθεσιν πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν, διότι δέν ἐδέχθη τήν πρότασίν του νά χειροτονηθῆ Κληρικός καί νά συνεργασθῆ μετά τοῦ τότε ἀκόμη Πρωθιερέως Εὐγενίου Τόμπρου, διό ἀπό τό τέλος τοῦ 1972 καί ἀρχάς τοῦ 1973 διακριτικώτατα ἀπετραβήχθη καί μέχρι τά μέσα τοῦ 1977, δέν συμμετεῖχεν ἐπισήμως εἰς τόν ἀγῶνα τῆς Ἐκκλησίας, παρά μόνον ὡς θεολόγος προσωπικῶς διηκόνει τόν Ἀρχιεπίσκοπον. Αὐτό ὑπό τῶν ἐπιβούλων ἐθεωρήθη ὡς «εὐτυχές» γεγονός, διά τήν εὐκολωτέραν προώθησιν τῶν σχεδίων ὅλων τῶν συνασπισμένων Προδοτῶν, οἱ ὁποῖοι ἤθελον νά περάσουν τήν Συγχωρητικήν Εὐχήν ὡς «χειροθεσίαν»!... 4) Ὅσον καί ἄν ἀποτυγχάνουν καί ματαιώνονται τά συγκεκριμένα σχέδια, τό ὅλον θέμα παρηκολούθει μέ ἰδιαίτερον ἐνδιαφέρον ὁ Νεοημερολογιτισμός, ἐνῶ εἰς τινα βαθμόν διακριτικῶς ἤρχετο συνεργός καί ἡ πολιτεία! Τά ἔτη 1973 καί 1974 μέχρι 1976 εἶναι ἀποκαλυπτικά! Ὁ τότε Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης κατά τήν περίοδον 1974-1976, ἀναλαμβάνει ὅπως, μέσω τῶν Δικαστηρίων, ἀναγνωρισθῆ ἡ ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν, ἡ ὁποία ἐνῶ «τηρεῖ Φλωρινικήν σιγήν» ὡς πρός τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, εἶναι ὅμως ρητή ὡς πρός τό θέμα «χειροθεσία τῶν Ματθαιϊκῶν»!!! Ἐν προκειμένω ὁ Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης, μηνύει εἰς τό Πολυμελές Πλημμελειοδικεῖον Πειραιῶς τόν ἡμέτερον μόλις χειροτονηθέντα ὡς ἐπίσκοπον Πειραιῶς Νικόλαον Μεσσιακάρην ὡς «ἀντιποιούμενον τό λειτούργημα τοῦ ἐπισκόπου, ψευδεπίσκοπον ὄντα», διό ἐζήτει νά ἐπιληφθῆ καί ἀποφανθῆ ἡ Δικαιοσύνη! Ἡ κατηγορία βεβαίως ἦτο βαρυτάτη καί ἀπαιτοῦσε πίστιν καί γενναῖον φρόνημα, ἅτινα ὅμως ἔλειπον ἀπό τόν τότε Πειραιῶς Νικόλαον! Οὗτος ἐμφανισθείς εἰς τούς ἀνακριτάς, ἀπολογούμενος ἰσχυρίζετο ὅτι εἶναι Κανονικός καί ὄχι ψευδεπίσκοπος, καί δέν ἀντιποιεῖται λειτούργημα Ἐκκλησιαστικόν. Μή δυνάμενος δέ νά σηκώση περαιτέρω τόν σταυρόν τῆς ὁμολογίας καί τοῦ διωγμοῦ, ἐμφανίζει, (ὁ ἴδιος ἤ ὁ συνήγορός του, εἶναι χωρίς σημασίαν, ἀφοῦ ὁ Συνήγορος ὁμιλεῖ καί ἐνεργεῖ ἐξ ὀνόματος τοῦ πελάτου του), καί καταθέτει τήν «ψευδοαπόφασιν» τῶν Φλωρινικῶν ὡς ἐπίσημον ἀπόφασιν τῆς Ρωσικῆ Συνόδου, εἰς τήν ὁποίαν ἀναγνωρίζεται ὡς Κανονικός ὁ Πειραιῶς Νικόλαος, ἀλλά κατόπιν τῆς χειροθεσίας!!! Οὕτω εἰς τό 54/76 ἐκδοθέν ἀπαλλακτικόν Βούλευμα, ὁ μέν Πειραιῶς σαφῶς ἀρνεῖται τήν ἀρχιερωσύνη του, μεθ' ὅ ἀναγνωρίζεται ἀπό τό Πολυμελές ἀνακριτικόν τμῆμα, τοῦ Συμβουλίου τῶν Πλημμελειοδικῶν Πειραιῶς, ὡς Ἐπίσκοπος, ἡ δέ ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν προβάλλεται ὡς δῆθεν ἐπίσημον Ἐκκλησιαστικόν ἔγγραφον, καί λαμβάνει καί «νομικήν» θά ἐλέγομεν ὑπόστασιν!!! Πλέον ὁ μέχρι τό 1971 ἐγκαλούμενος ὡς «ψευδοκληρικός» καί ἀπό τόν Ἰανουάριον τοῦ 1973 καί «ψευδεπίσκοπος», δυνάμει αὐτῆς τῆς ἀδιανοήτου ἱεροσυλίας περί χειροθεσίας του, τήν ὁποίαν ἐμφανίζει ἡ ἀναφερθεῖσα «ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν», ὄχι ἁπλῶς «ΕΔΙΚΑΙΩΘΗ», ἀλλ' ὡς ἐκαυχᾶτο, ἔλαβεν καί τά «συγχαρητήρια» τῶν ἀνακρινόντων..., ἐνῶ, προσοχή(!), προέκυψεν ὡς δῆθεν «ἡττημένος» καί «συντετριμμένος» ὁ Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης!... Τοῦτο ἀσφαλῶς ἀποκλειστικῶς ἐπεδίωκεν καί ὁ ἴδιος καί εὐρύτερον ὁ Νεοημερολογιτικός Οἰκουμενισμός, δηλαδή μέσω αὐτῆς τῆς συμπαιγνίας νά λάβη κῦρος ἡ ψευδοαπόφασις καί ἀποκλειστικῶς ἡ περί «χειροθεσίας» παράγραφος! Γίνεται, λοιπόν, ἀπολύτως σαφές ὅτι πλέον ἡ Ἀποστολική Διαδοχή ἐπιχειρεῖται νά πληγῆ ἀπροκαλύπτως ὑπό τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ καί τῆς Πολιτείας μέσω τῆς Δικαιοσύνης!!! Τοῦτο τό ἐκδοθέν 54/76 Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα τοῦ Συμβουλίου Πλημμελειοδικῶν ὑπέρ τοῦ Πειραιῶς Νικολάου, ἐνεφανίσθη τό 2003, ὅτε ἡ ἤδη σχισματοαιρετική του ὁμάς, (τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος πλέον ἡγεῖτο ὡς «Ἀρχιεπίσκοπος», μετά τήν ἀναγκαστικήν παραίτησιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου ὑπέρ αὐτοῦ), εἶχεν εἰσέλθει εἰς τήν τελικήν της εὐθεῖαν προκειμένου «ἱεροσυνοδικῶς» νά διακηρύξη τήν ἄκρως ψευδῆ καί ἱερόσυλον σκευωρίαν-ἀπάτην, ἤτοι περί «ἀποκηρύξεως» καί «καταδίκης» τῆς δῆθεν «χειροθεσίας» καί «ἐπαναφορᾶς των εἰς τόν Ἅγιον Πατέρα»!!! Ὅλως ἰδιαιτέρας σημασίας εἶναι ὅτι διά τῆς οὔτω μετατροπῆ τῆς Συγχωρητικῆς εὐχῆς εἰς τήν ἀνυπόστατον «χειροθεσίαν» των, καί τῆς «Συνοδικῆς» των καταδίκης καί ἀποκηρύξεως αὐτῆς τό 2007, οὐσία τήν ΥΠΕΣΤΑΣΙΑΣΑΝ διά τούς ἰδίους τούς ἑαυτούς των καί τήν ἐπεκάθησαν ἐπί τῶν κεφαλῶν των! Σαφέστατα δέ ἡ θρασυτάτη αὐτή πρᾶξις ἀποτελεῖ τήν ἐσχάτην ἄρνησιν, βεβήλωσιν καί ἱεροσυλίαν κατά τῶν ἀπό τό 1935 καί 1948 ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν των, καί πλέον κατά τήν ἀκρίβειαν τῶν θείων καί Ἱερῶν Κανόνων δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναγνωρίζωνται ὡς ἐπίσκοποι!... 5) Παραλλήλως πρός τόν Νικόλαον καί προφανῶς καί πρό αὐτοῦ, (1974-1976) καί ὁ τότε Ἀργολίδος Παχώμιος Ἀργυρόπουλος, προετοιμάζων, ὅσον ἐξηρτᾶτο ἀπό τόν ἴδιον, τήν ἐπίσημον μετατροπήν τῆς Συγχωρητικῆς Εὐχῆς, εἰς δῆθεν «χειροθεσίαν»(!), πρῶτος αὐτός ἐγγράφως, ὑπό ἄκραν μυστικότητα, γράφει καί ὑπογράφει ἀπόρρητον «ἐξομολογητικήν ἐπιστολήν», εἰς τήν ὁποίαν ἀποφαίνεται ψευδῶς πλήν ρητῶς ὅτι ἡ ἐν Ἑλλάδι Ἱερά Σύνοδος καί προηγουμένως ἡ Ἐξαρχία ἐν Ἀμερικῆ, «προσέτρεξαν» καί «ἐδέχθησαν "ἀγαλλομένω ποδί" ὅλοι ὄχι "Συγχωρητικήν Εὐχήν" ἀλλά "Χειροθεσίαν" ὡς ἐπί σχισματικῶν»! Ὁμοίως καί οὗτος, ὅπως ὁ Νικόλαος, τό κείμενόν του, τό ὁποῖον ἐχαρακτήρισεν ἐξ ἀρχῆς ὡς «ἐξομολογητικήν του ἐπιστολήν», τό ἐκράτησεν μυστικόν καί μόνον περί τό 2003 ἐπισήμως τό ἐκυκλοφόρησεν καί μάλιστα ὑπερημύνθη αὐτοῦ, γράψας καί δεύτερον ἴδιον ἀκριβῶς ψευδές καί ἱερόσυλον κείμενον τό 2004! Αὐτή εἶναι ἡ ἐπί ὁλόκληρον 30ετίαν συνεχιζομένη προδοσία κατά τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948, δυστυχῶς καί παρά ἡμετέρων πρώην Ἐπισκόπων!... 6) Εἰς τά ἴδια πλαίσια, ὁ ἴδιος ἐσωτερικός μηχανισμός, τοῦ ὁποίου, μετά τόν Εὐγένιον Τόμπρον, ἡγεῖται ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος Μακρῆ, ἀλλά καί οἱ λοιποί ἐγκάθετοι, οἱ ὁποῖοι παραμένουν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ὡς οἱ Καλλιόπιος Γιαννακουλόπουλος, ὁ Κων/νος ἤ Καλλίνικος Σαραντόπουλος, σήμερον ἐμφανιζόμενος ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῶν Φλωρινικῶν, καί πλεῖστοι ἄλλοι, εἰς τά πλαίσια τῆς προετοιμασίας των νά μεταλλάξουν καί νά κηρύξουν τήν συγχωρητικήν εὐχήν εἰς χειροθεσίαν των, ἐχρησιμοποίησαν καί τόν τότε Κορινθίας Κάλλιστον Μακρῆν! Τοῦτον ἔπεισαν καί ἐδήλωσεν τό 1975, μετά 5 ὁλόκληρα ἔτη ἀπό τῆς εἰς Ἀμερικήν μεταβάσεως τῆς ἐξαρχίας μας, ὅτι «τήν 17ην Σεπτεμβρίου εἰς τήν Ἀμερικήν εἰς τόν ἴδιον δέν ἀνεγνώσθη «Συγχωρητική Εὐχή» ἀλλ' ἐγένετο «Χειροθεσία ἐπί σχισματικοῦ, διό προσχωρεῖ εἰς τήν Φλωρινικήν Παράταξιν»!!! Πάντως οὗτος, δέν διενοήθη νά εἴπη ὅτι καί εἰς τήν Ἑλλάδα ἔκαμαν «χειροθεσίαν» ἐπί τῶν ἐπισκόπων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὅπως, ἤδη πρό αὐτοῦ, ἀπετόλμησαν οἱ Παχώμιος καί Νικόλαος, οἱ ὁποῖοι, παρά ταῦτα, ἔφθασαν εἰς τό σημεῖον κατά μέν τό 1976 νά ὑπογράψουν τήν καθαίρεσιν τοῦ Καλλίστου(!), ὅταν, ΠΡΟΣΟΧΗ(!), ἀμφότεροι οὖτοι ἐν κρυπτῶ εἶχον ἤδη γράψει τά δόλια φληναφήματά των «περί χειροθεσίας ὡς ἐπί σχισματικῶν καί ἐν Ἀμερικῆ καί ἐν Ἑλλάδι καί τό χεῖρον ὅτι ἐν τέλει τήν «ἀποκηρύσσουν καί τήν καταδικάζουν» τό 2007, μέ συνέπειαν τήν ὑποστασιοποίησιν αὐτῆς! Ὅλα αὐτά ἐλάμβανον χώραν, διότι συνεχῶς ἐπί ὅλην 30ετίαν εἰργάζοντο καί προσεδόκουν ὅτι τήν Συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὁποίαν ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος τήν 15ην/28ην Ὀκτωβρίου 1971, προϊόντος τοῦ χρόνου, θά τήν μετέτρεπον καί θά τήν ἐπέβαλον ὡς «χειροθεσίαν» ἐπί σχισματικῶν, ὁπότε ἡ προδοσία θά ἦτο καθολική καί «πανηγυρική»! 7) Καθ' ὅλα τά ἔτη ἀπό τό 1971 ἕως καί τό 1975 ὑπό τῆς Ἱ. Συνόδου κατεβλήθησαν ἀπεγνωσμέναι προσπάθειαι ὅπως ἡ Ρ.Σ. δεχθῆ καί διακηρύξη τήν ἀπό τό 1924 Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί κηρυχθῆ πραγματική ἑνότης, πλήν κατέστη ἀδύνατον! Παρά ταῦτα ὁ τότε πρόεδρος τῆς Ρ. Συνόδου Φιλάρετος διεβεβαίωνεν ὅτι δέν ἐγένετο χειροθεσία ἐπί τῆς Ἐξαρχίας μας, ἀλλά ἁπλῆ συγχωρητική εὐχή. Τό ἀληθές ἐν προκειμένω εἶναι ὅτι ἡ Ρ.Σ. τό 1971 μᾶλλον ἐφέρετο καί ἤγετο ὑπό τῶν Φλωρινικῶν, τῶν ὁποίων σαφῶς εἶχεν καί τό «πιστεύω»! Παρά τό συστηματικῶς προωθούμενον σχέδιον περί δῆθεν «χειροθεσίας», τοῦτο ἀπό τοῦ Φεβρουαρίου 1976, ἐφάνη ὅτι ἔληξεν, διότι ἡ Ἱερά Σύνοδος διά τοῦ ὑπ' Α.Π. 1158/20.2.1976 ἐγγράφου της πρός τήν Ρωσικήν Σύνοδον ἀνεκοίνωσεν τήν διακοπήν πάσης κοινωνίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μετ' αὐτῆς. ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΑΛΛΑ Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΕΞΕΛΙΣΣΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ 1995 ΚΑΙ ΤΟΥ 2005 Κατόπιν αὐτοῦ τοῦ γεγονότος καί ὅλων ὅσων προηγήθησαν ἀπό τό 1971 τό συγκεκριμένον σχέδιον δέν ἐπαύθη, ἀλλά ἐτέθη ἐπί ἄλλης βάσεως! Μέ δεδομένον ὅτι τήν Ἱεράν Σύνοδον ἀπό τό 1977 ἐπλαισίωναν δύο θεολόγοι, (Ἐλ. Γκουτζίδης καί Μηνᾶς Κοντογιάννης) γνωστοί ἀμφότεροι διά τόν ζῆλον καί τήν ἐργατικότητά των, τοῦτο ἔλαβεν σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος, ὅστις συνειδητοποιήσας ὅτι τά σχέδια του περί «χειροθεσίας» θά προσέκρουον σκληρά ἐπ' αὐτῶν, κατ' ἀρχάς ἐποίησεν τό πᾶν νά τούς προσεταιρισθῆ καί νά τούς παρασύρη εἰς τάς μεθοδεύσεις του περί χειροθεσίας, πάντοτε ἐμμέσως καί σιωπηλῶς! Τοῦτο ὡς θά προκύψη δέν τό κατώρθωσεν! Συγκεκριμένως ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος, ἀνεβίωσεν τό κατά τάς ἀρχάς τοῦ 1974 διακοπέν καί ματαιωθέν σχέδιον τοῦ Εὐγενίου Τόμπρου, ἤτοι νά ἀναγνωρισθῆ ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀπό τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ὑπαχθῆ εἰς αὐτό! Πάλιν ὅμως ἐπειδή τοῦτο τό σχέδιον θά ἐπεχειρεῖτο μέ ἀποκλειστικήν βάσιν τήν γνωστήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, ἡ ὁποία ψευδέστατα διεκήρυσσεν τήν «χειροθεσίαν» ὡς ἐπί σχισματικῶν, τό θέμα καθίστατο δυσχερές! Μέ αὐτό τό δεδομένον, καθ' ὅλην τήν δωδεκαετίαν ἀπό τό 1977 ἕως καί τό 1989, ὁ τότε Ἀττικῆ Ματθαῖος, ἔφερε τούς δύο θεολόγους τρεῖς φοράς εἰς ἀπ' εὐθείας σύσκεψιν μετά παραγόντων τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων εἰς τάς Ἀθήνας, μέ ἀποκλειστικόν ἐπιχείρημα ὅτι: «Ἔχουμε ἱεράν ὑποχρέωσιν καί καθῆκον νά στηρίξωμεν τό δοκιμαζόμενον Πατριαρχεῖον τῶν Ἱεροσολύμων καί ἐφ' ὅσον τοῦτο γίνη θά τύχωμεν ἐπισήμου ἀναγνωρίσεως καί θά ἀπολαμβάνωμεν ὅλα τά δικαιώματα, τά ὁποῖα ἀπολαμβάνουν ὅλοι οἱ «λειτουργοί» ὅλων τῶν ἐπισήμως ἀναγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν, ἤτοι: μισθούς, συντάξεις καί πλῆθος ἄλλων προνομίων, ὡς δωρεάν αὐτοκίνητα κ.λπ., κ.λπ.»!!! Ἡ ἀπάντησις τῶν δύο Θεολόγων καί κατά τάς τρεῖς συναντήσεις ἦτο ἡ ἴδια: «Κρατεῖστε ὅλα αὐτά δέν τά θέλωμεν! Ἕν μόνον θέλομεν καί αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Ὁμολογία-Ἐκκλησιολογία! Αὐτήν ζητοῦμεν ἀπό τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ἀμέσως θά ἑνωθῶμεν»... Ἀφοῦ ἀπέτυχεν καί ἡ τρίτη ἐπίσημος συνάντησις, (τήν φοράν αὐτήν εἰς τό Γραφεῖον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου εἰς Περιστέριον), τότε ὁ Ματθαῖος Μακρῆ ἀπεφάσισεν νά ἀνοίξη μέτωπον πρός ἀπομάκρυνσιν τῶν δύο θεολόγων, καί ἐν ἀνάγκη καί τῶν συνεργαζομένων μετ' αὐτῶν Κληρικῶν, μέ πρῶτον τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί τόν Ἱερομόναχον Ἀμφιλόχιον καί βεβαίως ὄχι μόνον αὐτῶν! Συνεκρότησεν ὁμάδα ἐπιθέσεως, ἡ ὁποία πρωτίστως ἐφρόντισε νά διακοπῆ ὁ λαμπρός θεολογικός Διάλογος, μετά τῶν Φλωρινικῶν 1988-1991, καί ὁ ὁποῖος εἶχεν φθάσει εἰς θαυμαστόν σημεῖον, διό ἀμέσως ἐκήρυξεν τήν δῆθεν «ΝΕΟΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΝ», ἡ ὁποία ἐν τέλει καί αὕτη δέν εἶχεν τά ἀποτελέσματα τά ὁποῖα ἐφαντάζετο, διό καί προεκάλεσεν μέ ἄλλους 4 ἐπισκόπους τό σχῖσμα του κατά τό 1995, ἐνῶ ἤδη πρό ἔτους(;) περίπου εἶχεν ἀποστείλει τούς Πειραιῶς καί Ἀργολίδος διά νά πλαισιώνουν καί ἐλέγχουν τόν Ἀρχιεπίσκοπον, ὅστις εἶχεν ἀπομείνει μόνος του, καί πρό πάντων νά ἀντιμετωπίσουν τούς δύο θεολόγους!... Αὐτοί εἶναι οἱ ἀπό τό 1937 βλάσφημοι Σχισματικοί Φλωρινικοί, αὐτοί εἶναι οἱ ἐπίσης ἀπό τό 1995 πέντε Σχισματοαιρετικοί, οἱ ὑπό τόν τότε Ἀττικῆς Ματθαῖον, αὐτοί εἶναι καί οἱ περισσότερον ὅλων Σχισματοαιρετικοί ἀπό τό 1997 καί μέχρι τό 2005 καί 2007, οἱ «Νικολαΐται», οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἐλέχθη, μέχρι τό 1994 ἦσαν ὀργανικά ἡνωμένοι καί ὁμόφρονες μετά τῶν πέντε, ἐνῶ ὀλίγον πρό τοῦ σχίσματός του 1995, ἐξῆλθον καί ἐπλαισίωσαν τόν μόνον του ἐναπομείναντα Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί ἐστάλησαν διά νά συνεχίσουν τό περί «χειροθεσίας ἔργον»!!! Οὗτοι ἤδη ἀπό τό 1997 κατέλυσαν κάθε ἔννοιαν Κανονικῆ Τάξεως καί Συνοδικοῦ θεσμοῦ, καί ἀποβάντες τυφλά καί ἄβουλα ὄργανα τοῦ Φλωρινισμοῦ καί Νεοημερολογιτισμοῦ, ἱεροσύλησαν κατά παντός ὁσίου καί ἱεροῦ, πρωτίστως δέ κατ' Αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ ἔθεσαν ἀργίας, ἔκαμαν ἀφορισμούς, ἀπεσχημάτισαν, διέλυσαν ἀδελφότητας, ἐδίχασαν καί πλανώμενοι ἐπλάνησαν, ἐνῶ ἥρπασαν Ναούς καί Μονάς καί προεκάλεσαν τήν τρίτην μεγάλην Σχισματοαίρεσιν! Φερόμενοι καί ἀγόμενοι ὑπό τῶν ἀδελφῶν Τσακίρογλου καί κυρίως ὑπό τοῦ Μοναχοῦ Μαξίμου Τσακίρογλου, τοῦ Δημητρίου Κάτσουρα, ἀλλά καί τοῦ γνωστοῦ διά τήν ἀπό τό 1971 συμπεριφοράν του ἐπί τοῦ θέματος τῆς δῆθεν «χειροθεσίας», Βασιλείου Σακκᾶ, καί πρό πάντων ὑπό τοῦ ἐν Ἀθήναις Φλωρινικοῦ κέντρου ὑπό τούς κ. Καλλίνικον Σαραντόπουλον, (νῦν «Ἀρχιεπίσκοπον» τῶν Φλωρινικῶν), τόν κ. Ἀθανάσιον Σακαρέλλον καί ἄλλους βεβαίως, διέπραξαν τέρατα καί σημεῖα ἀπό Κανονικῆ, Ὀρθοδόξου καί ἐν γένει Ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως. Ἀναφέρομεν χαρακτηριστικῶς τήν δολίαν μεθόδευσιν κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθ. Γκουτζίδη, μέ ἀφορμήν τήν ὁμολογιακήν καί ἀπό πάσης ἀπόψεως Ὀρθόδοξον ὁμιλίαν του, κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1997, εἰς τήν Θεσσαλονίκην, ἡ ὁποία εἶχεν ὡς θέμα τήν ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ. Ἐκ τοῦ μή ὄντος ἐχάλκευσαν ζήτημα περί «ἀνάρχου Ἐκκλησίας» καί περί «μή κοινωνίας τῶν τριῶν Θείων Προσώπων», ἀποβάντες οἱ ἴδιοι ΑΚΡΩΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ἐπί τε τοῦ Ἐκκλησιολογικοῦ καί προηγουμένως τοῦ Τριαδολογικοῦ Δόγματος! Μέ βάσιν δέ αὐτά προέβησαν εἰς ὅλως ἀντικανονικάς καί ἀπολύτως ληστρικάς «καθαιρέσεις», «ἀφορισμούς» καί ἄλλας διώξεις μέ θλιβεράν κατάληξιν τό σχῖσμα τοῦ 2005. Ταῦτα πάντα εἶναι γνωστά, διότι πληθωρικῶς καί ἐπανειλημμένως ἐδημοσιεύθησαν εἰς τά περιοδικά «Κήρυξ Γνησίων Ὀρθοδόξων» καί «Ὀρθόδοξος Πνοή». Ἐπίσης ταῦτα πάντα ἐν πολλοῖς ἔχουν ἐκδικασθεῖ καί ὑπό τοῦ Ἀνωτάτου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου, τά δέ Πρακτικά καί αἱ ἀποφάσεις αὐτοῦ ἔχουν δημοσιευθεῖ εἰς τούς τόμους τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς» τῶν ἐτῶν 2009, τεῦχος Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου σελ. 451-494 καί Τόμος 2010, τεῦχος Ἰανουαρίου-Φεβρουαρίου σελ. 3-59 καί τεῦχος Μαρτίου-Ἀπριλίου σελ. 103-141. Διά τοῦτο ἐξ ἀρχῆ ἐμνημονεύσαμεν τό τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, «Καί νῦν πολλοί ἀντίχριστοι ἐληλύθασιν», διότι καί εἰς τάς ἡμέρας μας, ὅλα τά κέντρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί τό Φλωρινικόν σχῖσμα μεθ' ὅλων τῶν θυγατρικῶν του, καί ἐπί πᾶσι τούτοις αἱ σχισματοαιρέσεις τοῦ 1995, ὑπό τούς πέντε πρώην ἐπισκόπους μας, ἰδιαιτέρως δέ ἤ πολύ χείρων αὐτῆς, μεγίστη καί ἐσχάτη σχισματοαίρεσις τοῦ 2005, ἐποίησαν τά πάντα ἀφ' ἑνός νά πλήξουν τήν Ἐκκλησίαν καί ἀφ' ἑτέρου νά ἐπιτύχουν μίαν ἕνωσιν εἰς τά πλαίσια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὅλων τῶν «Παλαιοημερολογιτικῶν», ψευδοεκκλησιῶν πρός «λύσιν τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ προβλήματος»! Τοῦτο ὅλον ἤδη ἐνεργεῖται!... Διό, Πατέρες καί ἀδελφοί, πρόσχωμεν! Στῶμεν καλῶς, Στῶμεν μετά φόβου καί ἄν χρειασθῆ ἄς χύσωμεν καί τό αἷμα μας, ἐνῶ ὁ ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία Χριστοῦ Διάλογος καί σήμερον εἶναι τό αἴτημα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός ὅλους αὐτούς. Πατέρες καί ἀδελφοί, Ὅλαι αἱ ἀπό τό 1924 καί μέχρι σήμερον παλαιοημερολογιτικαί ψευδοσύνοδοι καί ψευδοεκκλησίαι, σκοπόν εἶχον καί ἔχουν νά ἐκκλείψη ἡ ἀπό τό 1935 καί 1948 γνησία καί ἀνόθευτος παραμένουσα Ἀποστολική Διαδοχή καί ἐν ταυτῶ ἡ ἀπό τό 1924 ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ! Ἐπί τῶ σκοπῶ τούτω ὅλαι αἱ σχισματικαί, αἱρετικαί Παλαιοημερολογιτικαί ψευδοσύνοδοι καί ψευδεκκλησίαι, ἔχει ἀποφασισθεῖ νά ἑνωθοῦν εἰς μίαν μεγάλην Παλαιοημερολογιτικήν Ψευδοεκλησίαν, ἐξηρτημένην ἀπό πάσης ἀπόψεως πνευματικῆ καί διοικητικῆ, ὑπό τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Αὐτό εἶναι τό προκεχωρημένον σχέδιον, τό ὁποῖον ἐνεργεῖται ὑπό τοῦ ἀντιχρίστου, εἰς τάς ἡμέρας μας, καί προσδοκοῦν νά τό ἐπιτύχουν. Ἤδη ὅπως ἐλέχθη ἔχουν πραγματοποιηθεῖ αἱ πρῶται Παλαιοημερολογιτικαί ἑνώσεις καί θά συνεχισθοῦν, ἐνῶ πρόβλημα, ὅπως ἔλεγεν καί ὁ ἀποβιώσας Χριστόδουλος, ἀποτελοῦν συγκεκριμένα πρόσωπα, κατωνόμαζεν δέ τόν Ἐπίσκοπον Κήρυκον καί τόν Ἐλευθέριον Γκουτζίδη. Σήμερον οὐσιαστικόν καί μεγάλο πρόβλημα, δι' ὅλους αὐτούς, ἀποτελεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι καί ἰδιαιτέρως ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, τήν ὁποίαν ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου ἀνέδειξαν τό 2008!!! Ἐδῶ εὑρίσκεται σήμερον τό ὅλον πρόβλημά τους(!), ἤτοι πῶς θά μολύνουν καί θά ἀκυρώσουν τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν τῶν ὀλίγων ἐναπομεινάντων Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων! Διά τοῦτο σήμερον ὅλαι αἱ δυνάμεις τοῦ ἀντιχρίστου εἶναι ἐστραμμέναι κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί τῆς ἐν Κύπρω καί ἐν Ρωσία καί ἐν Ρουμανία καί ἐν Κένυα. Διό μετέρχονται κάθε ὑποκρισίαν καί καταβάλλουν τάς μεγίστας προσπαθείας νά εὕρουν τρόπον ὥστε νά καταρρίψουν τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν ὅλων τῶν ἐπισκόπων τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πατέρες καί ἀδελφοί διερχόμεθα ἐσχάτους καιρούς, κινδυνεύομεν νά πλανηθῶμεν καί οἱ «ἐκλεκτοί», διό ἔχομεν χρέος καί καθῆκον νά φυλάξωμεν τήν Παρακαταθήκην τῆς ΠΙΣΤΕΩΣ, ἀλλά καί νά τήν διακηρύξωμεν μέχρις ἐσχάτης μας ἀναπνοῆ. Ἔχομεν χρέος νά ἐντείνωμεν τόν ἀγῶνα, διά τοῦ ὁποίου θά βοηθήσωμεν καί ὅλους τούς πρώην Πατέρας καί ἀδελφούς, ὡς ἀνωτέρω ἐπεσημάναμεν, οἱ ὁποῖοι πλανηθέντες ἐξέπεσον εἰς τάς φοβεράς παλαιοημερολογιτικάς σχισματοαιρέσεις, ἵνα, χάριτι Χριστοῦ, ἐπανέλθουν εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Ὅθεν, ἀπαιτεῖται νά ἔχωμεν καί νά κηρύσσωμεν γνησίαν καί καθαράν τήν ὁμολογίαν, ἀλλά νά ἔχωμεν καί χριστιανικήν ταπείνωσιν, ἀγάπην καί προσευχήν, δηλαδή νά εἴμεθα γνήσια καί ζῶντα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Κλείοντες τήν παροῦσαν Συνοδικήν Ἔκθεσιν τῶν συμβαινόντων σήμερον ἀπευθύνομεν ἰδιαιτέρως θερμοτάτην ΕΚΚΛΗΣΙΝ πρός ὅλους τούς πρώην ἀδελφούς μας λέγοντες: Πρώην ἐν Χριστῶ Πατέρες καί ἀδελφοί, οἱ ὁποῖοι συνεχίζετε καί ἐκπροσωπεῖτε τάς ἀπό τό 1937, 1995 καί τό 2005 δεινάς σχισματικάς καταστάσεις, ὡς ἐνδημοῦσα Ἱερά Σύνοδος τόσον τῆς ἐν Ἑλλάδι, ὅσον καί τῆς ἐν Κύπρω, ἀλλά καί τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σᾶς ἀπευθύνομεν θερμοτάτην Ἔκκλησιν, ὅπως παύσωμεν τάς οἱασδήποτε προφάσεις ὡς ἐκ τοῦ Πονηροῦ προερχομένας καί μή παρικωλύωμεν τόν ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία Χριστοῦ Διάλογον «προφασιζόμενοι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις», διότι ἄν οἱ αἴτιοι ἑνός σχίσματος εἶναι μίαν φοράν εἰς τήν ἀπώλειαν, οἱ ἀνεχόμενοι καί ἰδιαιτέρως οἱ παντί σθένει συντηροῦντες αὐτό εἶναι μυριάκις εἰς τήν ἀπώλειαν!... Ὅθεν ἐρχόμενος ἕκαστος εἰς ἑαυτόν, δεῦτε νά ταπεινωθῶμεν καί προσπίπτοντες τῶ Κυρίω, ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους διά νά καταστῶμεν ὅλοι ἀπό κοινοῦ γνήσια μέλη τοῦ ἑνός Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν Γένοιτο. Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Διά τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος Οἱ Μητροπολῖται: † Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Τ.Υ. ΚΗΡΥΚΟΣ † Λαρίσης καί Τυρνάβου Τ.Υ. ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ Διά τήν Γνησίαν ὈρθόδοξονἘκκλησίαν τῆς Κύπρου Ὁ Μητροπολίτης: † Ὁ Κιτίου καί πάσης Κύπρου Τ.Υ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ καί ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Τ.Υ. ΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΗΜΟΥΣΑΝ ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ † Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΕΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ @ ΓΟΕΕ 2014 + Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ

Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙΣΑ ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΙΝ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ