ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Η κατάθεσις της Τιμίας Ζώνης της Υπεραγίας Δεσποίνης
ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
ΕΝ ΤΩ ΜΙΚΡΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ.
Ιστώμεν στίχους δ’. και ψάλλομεν τα εξής Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος α’. Πανεύφημοι μάρτυρες υμάς.
Πανάγαθε Δέσποινα ελπίς, των πιστών και
στήριγμα, καταφυγή και διάσωσμα, και τείχος άρρηκτον, σην τιμίαν Ζώνην,
δέδωκας τη Ποίμνη σου, εις πάντων ευσεβών περιποίησιν, και καταφύγιον,
και λιμένα και προπύργιον, τοις εν ζάλη πικρώς κινδυνεύουσι.
Τη ποίμνη σου δέδωκας αγνή, όλβον
αναφαίρετον, και ποταμόν ανεξάντλητον, και δώρον άγιον, και σωτήρα θείον
και χαρίτων άβυσσον, και ρώσιν οις εν πίστει προσπίπτουσι, και μέγα
Ίαμα, και παθών πάντων ελάτειρα, την αγίαν Ζώνην σου Πανάχραντε.
Ζώνη πανακήρατε Μητρός, του Θεού και
πάντιμε, Σειρά Ουράνιε άχραντε, λιμήν αχείμαστε, πάντων των εν πίστει,
προσφυφόντων πάντοτε, γενού καταφυγή και στερέωμα, και πύργος άσειστος,
και ακένωτον θησαύρισμα, τη ση Ποίμνη, η λαμπρώς γεραίρει σε.
Μόνη σου Σεμνή η ευκλεής, έχουσα την Ζώνην
σου, ως Θησαυρόν αδαπάνητον, κρήνην αένναον, αγιάζει πάντας, πίστει
τους προστρέχοντας, και νέμει δωρεάν των ιάσεων, χάριν εκάστοτε,
εκδιώκουσα των θλίψεων, αθυμίαν και χαράν βραβεύουσα.
Δόξα, Και νυν. Ήχος β’.
Σήμερον αγνή Παρθένος και Θεοτόκος Μαρία,
άνωθεν οπτανομένη, προτίθησιν ημίν εις προσκύνησιν, και αγιασμόν ως
άφθορος, την άφθαρτον και παναγίαν αυτής Ζώνην, την τον αχώρητον θεόν,
τον εν αυτη χωρήσαι ευδοκήσαντα, θεοπρεπώς διαζώσασαν, και παρασχούσαν
πάσιν ιλασμόν και νοσημάτων την ίασιν.
Εις τον Στίχον, Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος β . Οίκος του Ευφραθά.
Ζώνη παντευκλεής, της υπερτίμου Κόρης, Μητρός Θεού του Λόγου σκέποις ημάς φρουρούσα, από παντοίων θλίψεων.
Στιχ. Του ποταμού τα ορμήματα ευφραίνουσι.
Λύσιν των δυσχερών, και κτήσιν των αρίστων, της σης πανσέπτου Ζώνης, δυνάμει Θεοτόκε, τοις σοις οικέταις δώρησαι.
Στιχ. Ηγίασε το σκήνωμα αυτού ο Ύψιστος.
Ελπίς χριστιανών, Παρθένε Παναγία, δυνάμει της σης Ζώνης, από παντοίας βλάβης, σους δούλους περιφύλαττε.
Δόξα, Και νυν. Ήχος β . Ιακώβου.
Δεύτε πιστοί, εν καθαρά καρδία, και εν
κιθάρα ψαλμού, τον ύμνον τη Παρθένω προσοίσωμεν, την πάντιμον αυτής
Ζώνην πίστει κατασπαζόμενοι, την αυτής Θεοδόχον γαστέρα περιζώσασαν και
τον εν κοιλία αυτής Θεόν Λόγον βρεφωθέντα περιστείλασαν~τη αφθαρσία
διαλάμπουσαν και ημάς περισώζουσαν παντοίων κινδύων και θλίψεων, και
θανάτου λοιμώδους, και ταις ψυχαίς ημών βραβεύουσαν το μέγα έλεος.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον, και το Απολυτίκιον.
Ήχος πλ. δ .
Θεοτόκε αειπάρθενε των ανθρώπων η σκέπη,
Εσθήτα και Ζώνην του αχράντου σου Σώματος, κραταιάν τη Ποίμνη σου
περιβολήν εδωρήσω, τω ασπόρω Τόκω σου άφραρτα διαμείναντα. Επί σοι γαρ
και φύσις καινοτομείται και χρόνος, διο δυσωπούμεν σε, ειρήνην τη ποίμνη
σου δώρησαι, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.
Και Απόλυσις.
ΕΝ ΤΩ ΜΕΓΑΛΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ.
Μετά τον Προοιμιακόν το, Μακάριος ανήρ. Εις δε το, Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν στίχους η καί ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος α . Αυτόμελον.
Ω του παραδόξου θαύματος! Ως πηγής
θησαυρόν, τοις πιστοίς κατέλιπες, την Ζώνην σου την σεπτήν Παρθένε
άχραντε. Ευφραίνονται οι πιστοί, των ιαμάτων την χάριν λαμβάνοντες,
πληρούνται αγιασμού, και ευφροσύνης οι πόθω προσπίπτοντες~ και μετ’
ευλαβίας πάντες ευσεβώς προσέρχονται, αρυόμενοι χάριν εξ αυτής και ρώσιν
πάντοτε.
Βαβαί των σων μυστηρίων αγνή! σην γαρ
θείαν Ζώνην ως πηγήν ακένωτον, και άσυλον θησαυρόν, ημίν δεδώρησαι~
εκβλύζει γαρ τοις πιστοίς, αδιαλείπτως αείζωα χεύματα~ βραβεύει δε
δαψιλώς, τοις προσιούσιν εν πίστει την ίασιν χαλεπής παντοίας λώβης
ιατρός πανάριστος~ ανεδείχθη Παρθένε ως αυτή μόνη ηυδόκησας.
Την σην δοξάζουσι πάντιμον, παναγίαν
Ζώνην, αγνή παμμακάριστε~ τα στίφη των ευσεβών, και θεοφρόνων λαών~
λαμβάνοντες εξ αυτής, ως εκενώτου ταμείου της Χάριτος, ιάματα ψυχικά,
και των σωμάτων ταχείαν ανάρρωσιν~ και παντός πληρούται πας τις, αγαθού
Πανάχραντε, ο προστρέχων εν ταύτη, μετά πόθου τε και πίστεως.
Δεύρο ευσεβούντων άθροισμα, εν ψαλμοίς κάι
ύμνοις τη Παρθένω άσωμεν, τιμώντες και την αυτής τιμίαν Ζώνην πιστώς,
ως άφθαρτόν τε σειράν , την το ακήρατον σκεύος ζωννύσασαν, και δύναμιν
κραταιάν, τοις προσπελάζουσι πάσι παρέχουσαν. Δεύτε συνελθόντες πάντες,
ευσεβώς φιλέορτοι, απαρύσασθε χάριν, δι’ αυτής και μέγα έλεος.
Έτερα Στιχηρά Προσόμοια του αυτού ήχου.
Των ουρανίων ταγμάτων.
Χαίρε ευφραίνου και σκίρτα Βατοπαιδίου
Μονή, κατέχουσα εν κόλποις, την υπέρτιμον Ζώνην, της μόνης Θεοτόκου τας
αστραπάς, των θαυμάτων εκπέμπουσαν, και ιαμάτων πελάγη τοις προς αυτήν,
προσιούσι διανέμουσαν.
Αφθόνως πάσιν εκβλύζει, πηγάς ιάσεων, η
πάντιμός σου Ζώνη, Δέσποινα Θεοτόκε, ην έδωκας τη Ποίμνη σου Θησαυρόν,
και πηγήν των ιάσεων, σε γαρ μεσίτιν κεκτήμεθα και φρουρόν, απροσμάχητον
οι δούλοί σου.
Δεύτε αρύσασθε πάντες χάριν ιάσεων, εκ της
πανσέπτου θήκης, Ζώνης της Θεοτόκου, και γαρ αφθόνως βρύει ρώσιν ψυχών,
και σωμάτων εκάστοτε, τοις απτομένοις και ψαύουσιν ευλαβώς πάσαν λώβην
εκδιώκουσα.
Ως θαυμαστή σου υπάρχει και θαυματόβρυτος,
η πανέντιμος Ζώνη, άφθορε Θεοτόκε, αστράπτουσα τεράτων μαρμαρυγάς, εν
αυτή γαρ συνέστειλας, τον ποιητήν των απάντων και εξ αυτού, Θείαν
δύναμιν παρέλαβε.
Δόξα, Και νυν. Ήχος α .
Οκτάηχον.
Θεαρχίω νεύματι, πάντοθεν οι θεοφόροι Απόστολοι υπό νεφών μεταρσίως αιρόμενοι~
ήχος πλ. α .
Καταλαβόντες το Πανάχραντον και Ζωαρχικόν σου Παρθένε σκήνος, εξόχως ησπάζοντο.
ήχος β .
Ο δε Θωμάς των Αποστόλων θερμότατος, τω του οικείου Δεσπότου, παραγενόμενος νεύματι.
ήχος πλ. β .
Το Θεοδόχον και ακραιφνέστατόν σου σώμα
υπερκοσμίως προπεμπόμενον, εν αιθέρι καταλαβών, την Παναγίαν σου Ζώνην,
εις πίστωσιν υπεδέξατο, και γηθοσύνως εβόα τοις συμμύσταις του Λόγου,
ιδού της Παντανάσσης η Ζώνη πανακήρατος.
ήχος γ .
Άρατε τον λίθον του τάφου, και τούτον πανευλαβώς κατοπτεύσατε, κενωθέντα του σώματος της του αεννάου φωτός Δεσπότου Μητρός.
ήχος βαρύς.
Δια ταύτης γαρ της παναφθάρτου Ζώνης, η
της μεταστάσεως Αυτής πίστωσις γέγονεν, ην προσκυνούντες αγιαζόμεθα~ και
ταύτη άξιον γέρας απονέμειν αδύνατον.
ήχος δ .
Ταύτης γαρ το αδιάφθαρτον υπερβαίνει πάσαν έννοιαν.
ήχος πλ. δ .
Διο άχραντε Θεοτόκε, αεί συν ζωηφόρω
Βασιλεί και Τόκω ζώσα, πρέσβευε διηνεκώς, περιφρουρήσαι και σώσαι, από
πάσης προσβολής εναντίας την ποίμνην σου, την Σην ακήρατον Ζώνην
πλουτήσασαν. Την γαρ σην προστασίαν κεκτήμεθα.
ήχος α .
Εις τους αιώνας σε αγλαοφανώς μακαρίζοντες.
Είσοδος, Φως ιλαρόν, το Προκείμενον της ημέρας,
Και τα Άναγνώματα.
Και τα Άναγνώματα.
Της Εξόδου το Ανάγνωσμα.
(Κεφ. Μ , 1)
Και ελάλησε Κύριος προς Μωυσήν λέγων~ εν
ημέρα μια του μηνός του πρώτου νουμηνία στήσεις την σκήνην του μαρτυρίου
και θήσεις την κιβωτόν του μαρτυρίου και σκεπάσεις την κιβωτόν τω
καταπετάσματι και εισοίσεις την τράπεζαν και προθήσεις την πρόθεσιν
αυτής και εισοίσεις την λυχνίαν και επιθήσεις τους λύχνους αυτής. Και
θήσεις το θυσιαστήριον το χρυσούν εις το θυμιάν εναντίον της κιβωτού και
επιθήσεις κάλυμμα καταπετάσματος επί την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου
και το θυσιαστήριον των καρπωμάτων θήσεις παρά τας θύρας της σκηνής του
μαρτυρίου και περιθήσεις την σκηνήν και πάντα τα αυτής αγιάσεις κύκλω.
Και λήψη το έλαιον του χρίσματος και χρίσεις την σκηνήν και πάντα τα εν
αυτή και αγιάσεις αυτήν και πάντα τα σκεύη αυτής και έσται αγία. Και
χρίσεις το θυσιαστήριον των καρπωμάτων και πάντα τα σκεύη αυτού. Και
αγιάσεις το θυσιαστήριον, και έσται το θυσιαστήριον άγιον των αγίων. Και
εποίησε Μωϋσής πάντα όσα συνέταξεν αυτώ Κύριος ο Θεός ο άγιος του
Ισραήλ. Και εκάλυψεν η νεφέλη την σκηνήν του μαρτυρίου, και δόξης Κυρίου
επλήσθη η σκηνή, και ουκ ηδυνήθη Μωϋσής εισελθείν εις την σκηνήν του
μαρτυρίου, ότι επεσκίαζεν επ’ αυτήν η νεφέλη, και δόξης Κυρίου επλήσθη η
σκηνή.
Βασιλέων Γ το Ανάγνωσμα.
(Κεφ. Η 1)
Εγένετο ως συνετέλεσε Σολομών του
οικοδομήσαι τον οίκον Κυρίου και τον οίκον αυτού μετά είκοσιν έτη, τότε
εξεκκλησίασεν ο βασιλεύς Σολομών πάντας τους πρεσβυτέρους Ισραήλ εν Σιών
του ανενεγκείν την κιβωτόν διαθήκης Κυρίου εκ πόλεως Δαυίδ, αύτη εστί
Σιών, εν μηνί Αθανίν. Και ήραν οι ιερείς την κιβωτόν και το σκήνωμα του
μαρτυρίου και τα σκεύη τα άγια τα εν τω σκηνώματι του μαρτυρίου, και ο
βασιλεύς και πας Ιαραήλ έμπροσθεν της κιβωτού θύοντες πρόβατα και βόας
αναρίθμητα. Και εισφέρουσιν οι ιερείς την κιβωτόν εις τον τόπον αυτής
εις το δαβίρ του οίκου, εις τα άγια των αγίων υπό τας πτέρυγας των
Χερουβίμ~ ότι τα Χερουβίμ διαπεπετασμένα ταις πτέρυξιν επί τον τόπον της
κιβωτού, και περιεκάλυπτον τα Χερουβίμ επί την κιβωτόν καό επί τα άγια
αυτής επάνωθεν, καό υπερείχον τα ηγιασμένα, και ενεβλέποντο αι κεφαλαί
των ηγιασμένων εκ των αγίων εις πρόσωπον του δαβίρ και ουκ ωπτάνοντο
έξω. Ουκ ην εν τη κιβωτω πλην δύο πλάκες λίθιναι, πλάκες της διαθήκης,
ας έθηκεν εκεί Μωϋσής εν Χωρήβ, ας διέθετο Κύριος μετά των υιών Ισραήλ
εν τω εκπορεύεσθαι αυτούς εκ γης Αιγύπτου~ και εγένετο ως εξήλθον οι
ιερείς εκ του αγίου, και η νεφέλη έπλησε τον οίκον. Και ουκ ηδύναντο οι
ιερείς στήναι λειτουργείν από ρποσώπου της νεφέλης, ότι έπλησε δόξα
Κυρίου τον οίκον.
Προφητείας Ιεζεκιήλ το Ανάγνωσμα.
(Κεφ. ΜΓ , 27)
Και έσται από της ημέρας της ογδόης και
επέκεινα ποιήσουσιν οι ιερείς επί το Θυσαιαστήριον τα ολοκαυτώματα υμών
και τα του σωτηρίου υμών, και προσδέξομαι υμάς, λέγει Κύριος. Και
επέστρεψέ με κατά την οδόν της πύλης των αγίων της εξωτέρας της
βλεπούσης κατά ανατολάς, και αύτη ην καεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς
με~ η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, και ουδείς μη
διέλθη δι’ αυτής, ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι’ αυτής, και
έσται κεκλεισμένη~ διότι ο ηγούμενος, ούτος καθήσεται εν αυτή του φαγείν
άρτον εναντίον Κυρίου. Κατά την οδόν αιλάμ της πύλης εισελεύσεται και
κατά την οδόν αυτού εξελεύσεται. Και εισήγαγέ με κατά την οδόν ταής
πύλης της προς βορράν κατέναντι του οίκου και είδον και ιδού πλήρης
δόξης ο οίκος του Κυρίου.
Εις την Λιτήν ιδιόμελα. Ήχος α .
Ευφραινέσθωσαν οι ουρανοί, και αγαλλιάσθω η
γη~ σήμερον γαρ η Παντάνασσα ημών, παράδοξον και ανεκλάλητον,
παρασκευάζει πάσι τοις πιστοίς την αγαλλίασιν, δια της ετησίου
πανηγύρεως, της αειλαμπούς αυτής και παμφαούς ζωοπαρόχου Ζώνης, τας
ακτινοβόλους αστραπάς ημίν επαφιείσης και θεοφεγγείς προπεμπούσης
ακτίνας, και μυριπνόους προχεούσης ευωδίας πλουσίως. Ανεξάντλητος γαρ η
βρύσις των αυτής αγαθών, και αένναος υπάρχει των αυτής θαυματουργιών,
τοις εν πίστει και πόθω προσκυνούσιν αυτήν.
Ο αυτός.
Η πανάμωμος νύμφη, και Μήτηρ της ευδοκίας
του Πατρός, την τιμίαν αυτής άχραντον Ζώνην, σήμερον προτίθεται τοις
πιστοίς εις προσκύνησιν, και πανδαισίαν πνευματικήν, δι’ ης το Πανάγιον
αυτής περιέζωσε σώμα, το ακήρατον σκεύος, των επί Χριστού συνελθουσών
δύο φύσεων. Και τον εν κοιλία αυτής Θεόν κρυπτόμενον περιέστειλε~ ος και
παρέχει ζωήν αιώνιον, τοις τιμώσιν αυτήν.
Ήχος β .
Δεύτε πιστοί, εν καθαρά διανοία, και ψυχής
αγνότητι συνελθόντες, ευφήμους ωδάς τη Παρθένω προσάξωμεν~ και τη αυτής
παντίμω Ζώνη, την υμνωδίαν προσοίσωμεν λέγοντες~ ω θεία και σεπτή, και
αγγέλοις αιδέσιμος σειρά, η το ασθενές της ημών φύσεως ρωννύουσα, και
τους αοράτους και ορατούς εχθρούς της Ποίμνης σου συμποδίζουσα~ η τας
των αεί προστρεχόντων σοι οσφύας περισφίγγουσα, και νέκρωσιν μεν κατά
παθών δωρούμενη, ανδρείαν δε προς αρετής πράξιν και ενέργειαν~ η των
παθών ψυχής τε και σώματος, θερμοτάτη ελάτειρα, επίχεε και ημίν τα σα
ελέη, τοις εν πίστει και πόθω προσιούσί σοι.
Ο αυτός.
Ζώνη τιμία και σεπτή, η τον Θεόν Λόγον
εγγάστριον όντα περιελίξασα, και την των ιάσεων χάριν, εκείθεν
πλουτήσασα~ η της αφθάρτου του Θεού Μητρός, το υπέρσεμνον σώμα
προσεγγίσασα, κακείθεν την αφθαρσίαν αμφιασαμένη, απαρασάλευτος, και
άφθαρτος μένουσα, νέμεις τον αγιασμόν, την ρώσιν, την ίασιν, και
πταισμάτων ιλασμόν τοις προσιούσί σοι πίστει και προσκυνούσι πόθω και
σέβουσιν.
Ο αυτός.
Παντάνασσα Δέσποινα, ρύσαι λαόν σου και
ποίμνην εκ πάσης λώβης, τη δυνάμει και χάριτι, της πανσέπτου σου Ζώνης,
δι’ ης αφθόνως προχέεις τοις πιστοίς τα ιάματα, και αεννάως εποχετεύεις,
την παρά σου χρηστότητα, και παντοίαν λύμην αποσοβείς, και νόσους εκ
των πιστών αγαθή.
Ο αυτός.
Φρένα καθάραντες και νουν συν τοις
αγγέλοις και ημείς πανηγυρίσωμεν~ φαιδρώς εξάρχοντες Δαβιτικήν μελωδίαν,
τη νεάνιδι Νύμφη του παμβασιλέως Χριστού του Θεού ημών~ ανάστηθι Κύριε
λέγοντες, εις την ανάπαυσίν σου, συ και η Κιβωτός του αγιάσματός σου~ ως
γαρ παλάτιον, τερπνόν ταύτην κατεκόσμησας, και κατεπλήρωσας αυτην τη
ποίμνη σου Δέσποτα, περιποιείσθαι, και σκέπειν, εκ πολεμίων παντοίων, τη
κραταιά δυνάμει, ταις ικεσίαις αυτής.
Δόξα, Και νυν. Ήχος πλ. β .
Τις μη μακαρίσει σε Παναγία Παρθένε, τις
μη ανυμνήσει σου τα υπέρ λόγον θαυμάσια, και ανευφημήσει σου την
ακήρατον Ζώνην; Ταύτην γαρ θησαυρόν ακένωτον πάσι πιστοίς παραδόξως
κατέλιπες, γήθεν μεθισταμένη, προς τον σον Υιόν και Θεόν ημών~ αντί του
παναχράντου και ζωαρχικού σου σκηνώματος, δι’ ης και προχέεις ιάματα
πάσι τοις δεομένοις, και βραβεύεις τη ποίμνη σου την σην ευλογίαν
Πανάχραντε.
Εις τον Στίχον, Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος πλ. α . Χαίροις ασκητικών αληθώς.
Χαίροις η Βασιλίς Ουρανού, Θεογεννήτορ,
Μαριάμ αειπάρθενε, φυλάττουσα Όρος Άθω, εν ω οικείς νοερώς, ουρανόν ως
άλλον αυτό δείξασα, κατ’ εξαίρετον όμως δε, Μονής ταύτης η έφορος~ εν η
την θείαν, και ακήρατον Ζώνην σου, εθησαύρισας, θησαυρόν ως πολύοβλον,
πάσιν αφθόνως βλύζουσαν, την χάριν του Πνεύματος, την ενοικούσαν εν
ταύτη παρά του σοι ενοικήσαντος~ ψυχών σωτηρίαν, και σωμάτων ευρωστίαν
και μέγα έλεος.
Στιχ. Του ποταμού τα ορμήματα ευφραίνουσι.
Χαίροις ωραιοτάτη σειρά, κεχρυσωμένη, ταις
του Πνεύματος χάρισι, το δείγμα της αφθαρσίας, η νοητή πορφυρίς, της
Μητρός Χριστού του υψιμέδοντος, η πάσι την άφθονον των θαυμάτων
ενέργειαν, εξ ακενώτων δωρεών των του Πνεύματος~ εκπαρέχουσα και τας
νόσους ελαύνουσα~ χαίρε η περιζώσασα, το σώμα το άχραντον, της παρθενίας
το άνθος, τον λογικόν τε παράδεισον~ Θεού το χωρίον, του παρέχοντος τω
κόσμω το μέγα έλεος.
Στιχ. Ηγίασε το σκήνωμα αυτού ο Ύψιστος.
Χαίροις η θεία ίρις ημίν, Κατακλυσμού του
νοητού παύλαν φέρουσα, και τύπον διαλλαγής τε, της προς Θεόν κραταιόν,
το χρυσοπλοκώτατον φραγγέλιον, δι’ ούπερ μαστίζονται των δαιμόνων αι
φάλαγγες, και δραπετεύει, παθών λοίμη ανίατος, των την θείαν σου,
εκζητούντων αντίληψιν~ χαίρε το αξιάγαστον, Αγγέλων Θεώρημα, και της
Μονής σου το κλέος, Μητρός Θεού το περίζωμα, ημών δε το σθένος, και
αντίληψις και σκέπη, και περιτείχισμα.
Δόξα, Και νυν. Ήχος β .
Ως στέφανον υπέρλαμπρον, πανάχραντε
Θεοτόκε την Ζώνην σου την αγίαν, η εκκλησία του Θεού περιέθετο, και
φαιδρύνεται χαίρουσα σήμερον και μυστικώς χορεύει Δέσποινα εκβοώσά σοι~
χαίρε διάδημα τίμιον, και στέφανε της θεία δόξης~ χαίρε η μόνη δόξα του
πληρώματος, και αιώνιος ευφροσύνη~ χαίρε των εις σε προστρεχόντων, λιμήν
και προστασία, και σωτηρία ημών.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον, και το Απολυτίκιον,,
εκ του Μικρού Εσπερινού.
εκ του Μικρού Εσπερινού.
Εις την ευλόγησιν των άρτων το, Θεοτόκε Παρθένε,
και είτα Ανάγνωσις.
και είτα Ανάγνωσις.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετά την α Στιχολογίαν, Κάθισμα.
Ήχος α . Τον τάφον σου Σωτήρ.
Την Ζώνην την σεπτήν, του αχράντου σου
σκήνους, υμνούμεν οι πιστοί, Παναγία Παρθένε, εξ ης αρυόμεθα νοσημάτων
την ίασιν, και κραυγάζομεν~ Μήτερ Θεού του Υψίστου, συ η λύτρωσις, των
σε τιμώντων υπάρχεις, Μαρία θεόκλητε.
Δόξα, Και νυν. Ήχος γ .
Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως.
Τόκον άφθορον, και παρθενίαν, μόνη έσχηκας
ευλογημένη, περιβολήν δε τη ση ποίμνη σωτήριον, την σεβασμίαν σου Ζώνην
δεδώρησαι, έως του νυν διαμένουσαν άφθορον, Θεονύμφευτε δι’ ης εκ Θεού
λαμβάνομεν, οι δούλοί σου αγνή το μέγα έλεος.
Μετά την β . Στιχολογίαν, Κάθισμα.
Ήχος δ . Επεφάνης σήμερον.
Της τιμίας Ζώνης σου τη καταθέσει,
εορτάζει σήμερον, ο σος πανύμνητε λαός, και εκτενώς ανακράζει σοι~ Χαίρε
Παρθένε, Χριστιανών το καύχημα.
Δόξα, Και νυν. Όμοιον.
Εν τη Θεία Ζώνης σου νυν καταθέσει,
εορτάζει Δέσποινα, η ταύτην έχουσα Μονή, εν ευφροσύνη βοώσα αυτή, χαίρε η
Ζώνη της μόνης Θεόπαιδος.
Μετά τον Πολυέλαιον, Κάθισμα.
Ήχος δ . Κατεπλάγη Ιωσήφ.
Δεύτε άπαντες πιστοί, πόθω συνδράμετε
σορώ, Ζώνης παντίμου της Αγνής, και Θεοτόκου Μαριάμ, εν τη πανσέπτω Μονή
Βατοπαιδίου, την χάριν εξ αυτής, απαρυόμενοι, και ρώσιν των ψυχών και
των σωμάτων τε, και δυσχερών την λύτρωσιν, απολαβόντες βοήσατε~ Χαίρε
Παρθένε, η τη σεπτή σου, Ζώνη ημάς περισώζουσα.
Δόξα, Και νυν. Ήχος πλ. δ .
Το προσταχθέν μυστικώς.
Των μονοτρόπων ο πιστός και Θείος
σύλλογος, εν τη πανσέπτω σου σορω Ζώνης της θείας~ μετά πόθου Παρθένε
νυν προσπελάζων, Μαρία Μήτηρ Κυρίου κράζει θερμώς, διάσωζε ημάς πάντας
εκ συμφορών, και κινδύνων και θλίψεων, και βασιλείας ουρανών, αξίωσον
τους πίστει αυτήν, προσκυνούντας ως θείαν Σειράν.
Οι Αναβαθμοί. Το Α Ἀντίφωνον του δ Ἤχου.
Προκείμενον, Ήχος δ .
Προκείμενον, Ήχος δ .
Μνησθήσομαι του ονόματός σου.
Στίχος. Άκουσον Θύγατερ και ίδε και κλίνον το ους σου.
Το, Πάσα πνοή.
Ευαγγέλιον, εκ του κατά Λουκάν. Ζήτει Σεπτεμβρίου η .
Εν ταις ημέραις εκείναις αναστάσα Μαριάμ.
Τέλος~ Και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.
Εν ταις ημέραις εκείναις αναστάσα Μαριάμ.
Τέλος~ Και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.
Ο Ν . Δόξα. Ήχος β .
Της σης πανσέπτου Ζώνης, Παντάνασσα δυνάμει, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.
Και νυν. Το αυτο. Είτα.
Ελέησον με ο Θεός κατά το μέγα έλεος σου.
Ήχος. Ο αυτός.
Παντάνασσα Δέσποινα, ρύσαι λαόν σου και
ποίμνην εκ πάσης βλάβης, δυνάμει και χάριτι της παντίμου θείας σου Ζώνης
ην εν πίστει και πόθω δοξάζομεν.
Είθ’ ούτω, Σώσον ο Θεός τον λαόν σου. Το, Κύριε ελέησον,
ιβ . Ελέει και οικτιρμοίς.
ιβ . Ελέει και οικτιρμοίς.
Και ευθύς η Στιχολογία, κατά το σύνηθες,
μετά των γ Κανόνων της Θεοτόκου.
μετά των γ Κανόνων της Θεοτόκου.
Οι Κανόνες εις ιβ καί ο ειρμός δις.
Ο παρών Κανών ποίημα Γεωργίου Νικομηδείας.
Ωδή α . Ήχος δ . Ο Ειρμός.
Θαλάσσης το ερυθραίον πέλαγος.
Λαμπάδα φωτοφανή και άδυτον, ο της
Παρθένου ναός, ως ουρανός ευράμενος φαιδρός, την υπέρλαμπρον Ζώνην
αυτής, την οικουμένην σήμερον, ταις των θαυμάτων αιθριάζει αυγαίς.
Ισχύν τε και ασφαλείας σύνδεσμον, την σην
Πανάχραντε, θείαν ως όντως Ζώνην νοητώς, εζωσμένη η πόλις σου, το κράτος
αδιάσπαστον, έχει διο και εγκαυχάται εν σοι.
Της πάλαι ως αληθώς υπέρτιμος, η ση σορός
κιβωτού, Θεογεννήτορ ώφθη τοις εν γη, ου τα σύμβολα φέρουσα, αλλά πιστώς
φυλάττουσα, της αληθείας τα γνωρίσματα.
Αρώματα μυστικά προχέονται, εν τω ναώ της
Αγνής, εκ της τιμίας σήμερον σορού, και πληρούσι του Πνεύματος, της
ευωδίας άπαντας, τους μετά πόθου προσιόντας αυτή.
Έτερος Κανών, ου η Ακροστιχίς~ Ισχύν με την σην ζώσον αγνή Παρθένε. Ιωσήφ.
Ωδή α . Ήχος πλ. δ .
Αρματηλάτην Φαραώ εβύθισε.
Ισχύν με θείαν ευσεβώς περίζωσον,
υμνολογούντά σου, την ιεράν Ζώνην, θείον χρηματίζουσαν, τη πόλει σου
περίζωμα, και κραταίωμα Κόρη, και αρραγές περιτείχισμα, άχραντε Παρθένε
τη ποίμνη σου.
Συ τον Θεόν τον δυνατόν εκύησας,
περιζωννύοντα, τους ευσεβείς πάντας, δύναμιν Πανάμωμε~ διο σε
μακαρίζομεν, και την θείαν σου Ζώνην, περιχαρώς ασπαζόμενοι, χάριν
απαντλούμεν και έλεος.
Χαρμονικώς τη καταθέσει σήμερον,
περιχορεύσωμεν, της ιεράς Ζώνης, της αγνής Θεόπαιδος~ εξ ης ημίν
περίζωμα, αφθαρσίας υφάνθη, και αδιάρρηκτον ένδυμα, και περιβολή
αδιάσπαστος.
Υπό την σην ο σος λαός Πανάμωμε,
προστρέχει δύναμιν~ υπό την σην σκέπην, καταφεύγει πάντοτε~ πάσι γενού
βοήθεια, και τα προς σωτηρίαν τοις πάσι δίδου αιτήματα, σώζουσα δεινών
τας ψυχάς ημών.
Έτερος Κανών Νέος, ου η Ακροστιχίς.
Υμνούντι σην Ζώνην, χάριν νέμοις άφθορε.
Υμνούντι σην Ζώνην, χάριν νέμοις άφθορε.
Ωδή α . Ήχος δ .
Ανοίξω το στόμα μου.
Υμνούντι την Ζώνην σου, την θείαν άχραντε
Δέσποινα, και πανηγυρίζοντι ως ουρανίαν σειράν, δος μοι άνωθεν την
δρόσον σου ελέους, ίν’ άσω γηθόμενος, ταύτης τα θαύματα.
Μαρία ακήρατε, και παντευλόγησε άνασσα,
δοχείον αείφωτον, του απροσίτου φωτός, συ κατέλιπες, ημίν σεπτήν σου
Ζώνην, πηγήν ανεξάντλητον, και όλβον άσυλον.
Νοσούντων ανάρρωσιν, και πεπτωκότων
ανόρθωσιν, και χείρα τοις κάμνουσιν εν απορία δεινώς, αγνή δέδωκας, την
Ζώνην σου την θείαν, ην κατασπαζόμενοι αγιαζόμεθα.
Ο τόκος απείρανδρος, και υπέρ νουν το
μυστήριον, και πάντα παράδοξα εν σοι τελείται αγνή, την δε Ζώνην σου
φαιδρόν περίζωσμά τε, και μέγα θησαύρισμα, ημίν δεδώρησαι.
Καταβασία. Ανοίξω το στόμα μου.
Ωδή γ . Ο Ειρμός. Ευφραίνεται επί σοι.
Τιμήσωμεν οι πιστοί, ως συναφείας προς Θεόν, σύνδεσμον, την της Αγνής σήμερον Ζώνην, και πιστώς προσκυνήσωμεν.
Αένναοι οχετοί, εκ της αχράντου σου σορού ρέοντες, των χαρισμάτων Αγνή, πάντας τους πιστούς καταρδεύουσιν.
Ιάματα τοις πιστοίς, η πολυύμνητος ημίν σήμερον, της υπερτίμου Αγνής, Ζώνη αναβρύει εν χάριτι.
Ως δρόσος εωθινή, η ευφροσύνη σου Αγνή ‘ρέουσα, την των παθών κάμινον, των σε ανυμνούντων κοιμίζει αεί.
Έτερος. Ουρανίας αψίδος.
Νεουργείται καρδία, πίστει θερμη ψαύουσα,
Ζώνη ιερά της Παρθένου, και περιζώννυται, δύναμιν άμαχον, κατά παθών
ακαθάρτων, δυσμενών ασάρκων τε, άτρωτος μένουσα.
Μένει άφθορος έτι, η ιερά Ζώνη σου, ήτις
σου το άχραντον σώμα, Κόρη διέζωσε, καθαγιάζουσα, τους ευσεβώς
προσιόντας, και φθοράς εξαίρουσα, νόσων και θλίψεων.
Εχρημάτισας οίκος, περικαλλής Άχραντε,
Λόγου του εκ σου σαρκωθέντος, και εν αγίω σου οίκω ευδόκησας. Ζώνην την
σην εντεθήναι~ ην κατασπαζόμενοι αγιαζόμεθα.
Την τιμίαν σου Ζώνην, τιμητικώς άπαντες,
εν αγαλλιάσει καρδίας, περιπτυσσόμεθα, τιμήν υπάρχουσαν, πάντων πιστών
Θεοτόκε, ως τω υπερτίμω σου, ψαύσασαν σώματι.
Έτερος. Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε.
Υμνούντας σους δούλους Θεοτόκε, την Ζώνην
την άφθορον την σην, φύλαξον τούτους ύπερθεν, της αμαρτίας Πάναγνε, και
εκ παντοίων λύτρωσαι πειρατηρίων Πανάμωμε.
Ναμάτων του Πνεύματος εδείχθη, η Ζώνη σου
Κόρη η σεπτή, ως κρήνη ανεξάντλητος, και ποταμός ανέκλειπτος, τοις
πίστει προσπελάζουσι και προσκυνούσιν εκάστοτε.
Το σώμα σου άχραντε Παρθένε, ωραίως
διέζωσας τη ση Ζώνη και πειριείλησας θεοπρεπώς τον Κύριον, τον δι’ ημάς
σαρκούμενον, εκ σων αιμάτων πανάσπιλε.
Ιλέω σω όμματι Παρθένε, επίβλεψον επί την
εμήν, κάκωσιν την πανώλεθρον, και σώσον με τη χάριτι της ακηράτου Ζώνης
σου, όπως υμνώ σε γηθόμενος.
Καταβασία.
Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, ως ζώσα και
άφθονος πηγή, «θίασον συγκροτήσαντας, πνευματικόν στερέωσον, και της
παντίμου Ζώνης σου, τη καταθέσει περίζωσον».
Κάθισμα. Ήχος δ . Ο υψωθείς εν ταώ Σταυρώ.
Τα καταθέσια της σης θείας Ζώνης, η
Εκκλησία σου φαιδρώς εορτάζει, και εκτενώς κραυγάζει σοι Παρθένε Αγνή.
Άπαντας περίσωζε, της εχθρών δυναστείας~ Θραύσον τα φρυάγματα, των αθέων
βαρβάρων, και την ημών κυβέρνησον ζωήν, πράττειν Κυρίου τα θεία
θελήματα.
Δόξα. Και νυν. Όμοιον.
Οι των θαυμάτων ποταμοί Θεοτόκε, εκ της
πανσέπτου σου σορού προερχόμενοι, ως εξ Εδέμ ποτίζουσι το πρόσωπον της
γης, χάριτας προχέοντες, τοις πιστώς σε τιμώσιν~ όθεν ανυμνούμεν σε, και
σεπτώς ευφημούμεν, και ευχαρίστως κράζομεν αεί~ χαίρε η μόνη ελπίς των
υμνούντων σε.
Ωδή δ . Ο Ειρμός. Επαρθέντα σε ιδούσα.
Ως υπέρτιμον στερέωμα Θεοτόκε, ο Ποιητής
και Κτίστης σε, πηξάμενος ώσπερ, άστροις κατεκόσμησε, ταις θείαις
ελλάμψεσιν, αις καταφαιδρύνεις τα πέρατα.
Σε κραταίωμα η πόλις σου Θεοτόκε, και
ασφαλή κρηπίδα, έχουσα τη θεία Ζώνη σου συνέχεται, δεσμόν αδιάσπαστον,
ταύτην εν πολέμοις προτείνουσα.
Από γης ημάς ανέλκει Θεογεννήτορ, προς
ουρανόν η θεία, Ζώνη σου σω πόθω, ταύτης αναφθέντας θερμώς~ διο σε
δοξάζομεν, ως αιτίαν δόξης της κρείττονος.
Ιδού χάρις ανεξάντλητος, δεύτε πάντες
ειλικρινεί καρδία, αρύσασθε πίστει, νάματα πηγάζοντα, αφθόνως φιλέορτοι
της σεπτής σορού της πανάγνου Μητρός.
Έτερος. Συ μου ισχύς Κύριε.
Ήρθης προς φως, άδυτον μεταχωρήσασα~
έλιπες δε, τοις σε μακαρίζουσιν, αντί του σώματός σου Αγνή, την τιμίαν
Ζώνην, πηγήν θαυμάτων υπάρχουσαν, και τόπον σωτηρίας, και χαράκωμα
ταύτης, της τιμώσης σε πόλεως άχραντε.
Νέον ημείς, ως ουρανόν υπερχόμεθα, σου τον
οίκον, εν ω τερησαύρισται, καθάπερ ήλιος φωταυγής, σου η θεία Ζώνη,
βολάς θαυμάτων εκπέμπουσα, και πάντων τας καρδίας, καταυγάζουσα Κόρη,
και παθών την ομίχλην διώκουσα.
Συ κιβωτός, του νοητού αγιάσματος
χρηματίζεις. Άχραντε πανύμνητε~και την τιμίαν ταύτην σορόν, έχουσαν την
Ζώνην, ην περιούσα εφόρεσας, παρέχεις τω λαώ σου, καταφύγιον πάσι, και
πηγήν ιαμάτων ακένωτον.
Ήκε τη ση, πόλει πολύοβλον δώρημα, η τιμία
Ζώνη σου πανύμνητε, και κατετέθη περιφανώς, ταύτη τη ημέρα, εν τούτω τω
θείω οίκω σου~ και γέγονε μεγίστης, εορτής Θεοτόκε, τοις θερμώς σε
ποθούσιν υπόθεσις.
Νόμου σκιαι, και Προφητών τα αινίγματα,
προεδήλουν, έσεσθαί σε Πάναγνε, Θεού Μητέρα παναληθή, δι’ ης η κατάρα
απεστειρώθη και ήνθησε, τελεία ευλογία, και σωτήριος χάρις, τοις εν
πίστει και πόθω υμνούσι σε.
Έτερος. Την ανεξιχνίαστον θείαν βουλήν.
Σώμα σου το ακήρατον και ακραιφνές, το
παρθενικόν και πανάσπιλον, σου της Πανάγνου, και Μητρός της του Θεού,
πανευκλεώς διέζωσε, η ζώνη η πανσέβαστος άχραντε.
Ήκεν ως πολύοβλον και κραταιόν, δώρον τη
ση ποίμνη Πανάμωμε, Σου η αγία, και πολύτιμος σειρά, ώσπερ αυτή
ηυδόκησας, προς αγιασμόν και ασφάλειαν.
Νάουσιν ιάματα εκ της Σορού, της
αειλαμπούς ω πανάσπιλε, σου θείας Ζώνης, εις ανάρρωσιν πιστών, α ευλαβώς
αρύοντες, εκ ποικίλων νόσων ρυόμεθα.
Ζώνη πανακήρατε και σεβαστή, ταις
αγγελικαίς νόων τάξεσι, και τοις ανθρώποις, τοις πιστοίς προσκυνητή, ως
δαψιλώς επίρρανον, χάριν τοις υμνούσί σε άνωθεν.
Καταβασία. Την ανεξιχνίαστον Θείαν βουλήν.
Ωδή ε . Ο Ειρμός. Συ Κύριέ μου φως.
Συ Κύριε την σην, Μητέρα εμεγάλυνας~ συ ύψωσας υπέρ πάσας νοεράς εξουσίας, ασυγκρίτως την δόξαν αυτής.
Η χάρις του Θεού, νυν αφθόνως παρέχεται, πανάχραντε Θεοτόκε, εκ τιμίας σορού σου, τοις πίστει προσκυνούσί σε.
Σε δύναμιν πιστοί, βασιλείς περιζώννυνται~ σε σύνδεσμον Θεοτόκε, η ση πόλις αυχούσα, τη Ζώνη σου σεμνύνεται.
Γνωστή σου αληθώς, η χάρις αναδέδεκται, Πανάχραντε παραδόξως, ενεργούσα δυνάμεις, και τέρατα εν πάση τη γη.
Έτερος. Ίνα τι με απώσω.
Ζώνης θείας τεθείσης, σήμερον εν οίκω σου
Θεοχαρίτωτε, συνεναπετέθη, αγαθών πάσα δόσις τοις χρήζουσι~ και
πληρούται πας τις, αγιασμού ο προσπελάζων, τας αιτήσεις πιστώς
κομιζόμενος.
Ωραιώθης Παρθένε, Λόγον ωραιότατον
αποκυήσασα~ και τω σω ωραίω, τούτω τεθήναι ευδόκησας, την ωραίαν Ζώνην,
ήτις το σον ωραίον σώμα, Θεοτόκε ωραίως διέζωσεν.
Σου ο Άγιος οίκος, άλλος ως Παράδεισος,
πάσι γνωρίζεται, μέσον κεκτημένος, ώσπερ εύοσμον ρόδον την Ζώνην σου,
ευωδίας θείας, αναπληρούσαν τας καρδίας, των πιστώς προσιόντων Πανάμωμε.
Όμβρου θείου νεφέλη, γέγονας Πανάμωμε,
εναποστάζουσα, σωτηρίας ύδωρ, και την γην χερσωθείσαν εγκλήμασι, προς
καρποφορίαν, μεταγαγούσα ευσεβείας~ δια τούτο πιστώς σε δοξάζομεν.
Έτερος. Εξέστη τα σύμπαντα.
Ωραίως διέζωσας, Θεόν ενανθρωπήσαντα, όντα
εν κοιλία της Παρθένου, σάρκα λαβόντα ως εξ αυτής αληθώς, είληφας δε
χάριν παρ’ αυτού, Ζώνη πανακήρατε, ην βραβεύεις τοις χρήζουσιν.
Νοσήματα παύονται εν τη σεπτή προσψαύσει
σου, συ γαρ αεισέβαστε θεία Ζώνη, έζωσας ξένως, τον ποιητήν του παντός,
όντα εν κοιλία της αγνής, όθεν και επήγασεν, αφθαρσίαν και ίασιν.
Ηγίασας άπαντα, της γης Ζώνη τα πέρατα, σε
γαρ του Θεού ημών η Μήτηρ, γήθεν απαίρουσα προς τα ουράνια, όλβον
εγκατέλιπεν ημίν, πάσι τοις αιτούσί σε, των θαυμάτων τας χάριτας.
Ναός ο περίδοξος, ούτος τη καταθέσει σου,
τέρπεται φαιδρώς πανηγυρίζων, πλουτών σε μόνην περιβολήν κραταιάν, και
άρρηκτον τείχος και πηγήν, Ζώνη πανακήρατε αγαθών πολυχεύμονα.
Καταβασία.
Εξέστη τα σύμπαντα, τη καταθέσει σήμερον,
Ζώνης της παν»τίμου σου Παρθένε, ην αιρομένη προς αιωνίους μονάς, ημίν»
εναπέθου θησαυρόν, πάσι τοις υμνούσί σε, τας ιάσεις βραβεύουσαν».
Ωδή στ . Θύσω σοι, μετά φωνής.
Όλην σε, υπερφυώς εδόξασε Κύριος~ όλην
ανύψωσε μόνην~ όλην σε ετίμησεν υπέρ λόγον, Θεοτόκε, τον ναόν τε συν τη
Ζώνη και θεία σορώ.
Νάουσιν, εκ πελάγους τα ρείθρα της
χάριτος, σου της σορού της αχράντου, και την κτίσιν πάσαν περικυκλούσιν,
αρδεύοντα, τους πιστώς προσκυνούντας τον τόκον σου.
Ισχύν σε, οι πιστοί κεκτημένοι και
καύχημα, περιζωννύονται δόξαν, την σεπτήν σου Ζώνην Θεοκυήτορ
κατέχοντες, ως υπέρλαμπρον κόσμον και τίμιον.
Γηθόμενοι, της Παρθένου την χάριν
δοξάσωμεν, και την πανέντιμον Ζώνην, την αυτής ευλαβώς ασπασώμεθα, ρώσιν
πάσιν, ασθενούσι και χάριν παρέχουσαν.
Έτερος. Άβυσσος αμαρτιών.
Νέον τέτοκας ημίν, ως παιδίον τον προ
πάντων αιώνων~ και καινουργείς καρδίας, αμαρτίας παλαίωσιν, δεξαμένας
καινισμώ, της καταθέσεως της τιμίας, Ζώνης σου Κόρη αειπάρθενε.
Άγιός σου ο ναός, θαυμαστός δικαιοσύνη
υπάρχει~ όστις την θαυμαστήν σου Ζώνην, θαύματα βρύουσαν, κεκτημένος
τοις πιστοίς, πέλαγος δείκνυται ιαμάτων, Θεοκυήτορ Μητροπάρθενε.
Γέγηθε πάσα ψυχή, συνιούσα εν Αγίω ναω
σου, και εν αυτώ ορώσα, Θεοτόκε την Ζώνην σου, ώσπερ ήλιον φαιδρόν,
φέγγος αστράπτουσαν χαρισμάτων, του παντουργού και θείου Πνεύματος.
Νεύρωσον ημών Αγνή, τας καρδίας
παρεθείσας, παντοίων αμαρτιών ιδέαις, και περίζωσον δύναμιν, τους την
Ζώνην σου πιστώς, ως πολυτίμητον κεκτημένους, και αναφαίρετον
θησαύρισμα.
Έτερος. Την Θείαν ταύτην και πάντιμον.
Χαρίτων θείων έμπλησον, τους πίστει τη
σορώ σου προστρέχοντας, και εκβοώντάς σοι, χαίρε η Ζώνη η πάντιμος, η
της ζωής το σκεύος περιελίξασα.
Αγνείας θείον θησαύρισμα, πηγήν τε
χαρισμάτων γινώσκοντες, αγνή του Πνεύματος, Ζώνην σου θείαν την
άφθαρτον, μετ’ ευλαβείας ταύτην περιπτυσσόμεθα.
Ρέουσι ρείθρα ιάσεων, εκ ταής πανευκλεούς
θείας Ζώνης σου, και καταρδεύουσι, πάντων ψυχάς τε και σώματα, αμφοίν
την θεραπείαν αφθόνως νέμοντα.
Ισχύν τους πάντας περίζωσον, υμνούντας
ευλαβώς την ακήρατον Ζώνην σου άχραντε, τείχος και σκέπην υπάρχουσαν, τη
Ιερά Μονή σου και εγκαλλώπισμα.
Νάουσι ρείθρα σωτήρια, πελάγους της σορού
της αχράντου τε, και θείας Ζώνης σου, πάσαν την κτίσιν κυκλούμενα, και
άρδοντα πλουσίως αγνή τους πάσχοντας.
Καταβασία.
Την θείαν ταύτην και πάντιμον, τελούντες
εορτήν οι θεόφρονες, »της υπερτίμου ανγής, Ζώνης σεπτής καταθέσεως, τον
εξ αυ»της τεχθέντα Θεόν δοξάζομεν».
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ . Τη υπερμάχω.
Της Θεοτόκου την σεπτήν Ζώνην υμνήσωμεν,
ως χορηγούσαν τοις πιστοίς πάσιν ιάματα, αναμέλποντες, εφύμνιον μετά
πόθου, ως το σώμα της πανάγνου περιζώσασαν, και Θεόν τον εν κοιλία
περιστείλασαν, ανακράζοντες, χαίροις Ζώνη πανέντιμε.
Ο οίκος.
Άγγελοι ουρανόθεν, και βροτών πάσα φύσις,
συμφώνως ανυμνήσωμεν πάντες, την Ζώνην της Παρθένου αγνής, πολλών γαρ
θαυμάτων αυτουργός πέφηνε~ διόπερ γηθοσύνως μεγαλύνοντες πιστώς βοώμεν:
Χαίρε η Ζώνη Μητρός Κυρίου,
Χαίρε πηγή μυστηρίου θείου.
Χαίρε ασθενείας λοιμόν καταπαύσασα,
Χαίρε εναντίους εχθρούς καταθραύσασα.
Χαίρε η Ίρις η ουράνιος της Θεού καταλλαγής,
Χαίρε κλίμαξ επανάγουσα τους πιστούς προς ουρανούς.
Χαίρε ότι εναπέπνιξας τον αρχέκακον όφιν,
Χαίρε ότι απενέκρωσας τον αντίπαλον σίντην.
Χαίρε δι’ ης των δεινών εκλυτρούμεθα,
Χαίρε δι’ ης παν καλόν ποριζόμεθα.
Χαίρε Σορός ασθενών ιατρεία,
Χαίρε Μονής της δε η σωτηρία.
Χαίρε η Ζώνη Μητρός Κυρίου,
Χαίρε πηγή μυστηρίου θείου.
Χαίρε ασθενείας λοιμόν καταπαύσασα,
Χαίρε εναντίους εχθρούς καταθραύσασα.
Χαίρε η Ίρις η ουράνιος της Θεού καταλλαγής,
Χαίρε κλίμαξ επανάγουσα τους πιστούς προς ουρανούς.
Χαίρε ότι εναπέπνιξας τον αρχέκακον όφιν,
Χαίρε ότι απενέκρωσας τον αντίπαλον σίντην.
Χαίρε δι’ ης των δεινών εκλυτρούμεθα,
Χαίρε δι’ ης παν καλόν ποριζόμεθα.
Χαίρε Σορός ασθενών ιατρεία,
Χαίρε Μονής της δε η σωτηρία.
Χαίρε Ζώνη πανέντιμε.
Συναξάριον.
Τω αυτώ μηνί ΛΑ , η ανάμνησις της εν τη
αγία Σορώ καταθέσεως της τιμίας Ζώνης της υπεραγίας Δεσποίνης ημών
Θεοτόκου, εν τω σεβασμίω αυτής οίκω, τω όντι εν τοις Χαλκοπρατείοις,
ανακομισθείσης από της επισκοπής Ζήλας επί Ιουστινιανού του βασιλέως, εν
έτει φλ (530). Έτι δε και του θαύματος του γεγονότος δια της επιθέσεως
της τιμίας Ζώνης εις την βασίλισσαν Ζωήν, την σύζυγον του εν βασιλεύσιν
αοιδίμου Λέοντος του σοφωτάτου βασιλέως, εν έτει ωπς (886).
Στίχοι.
»Χρυσήν δορωνιδ’ οία, σεμνή Παρθένε,
»Τω του χρόνου τίθημι σην Ζώνην τέλει.
»Θέντο σορώ Ζώνην πρώτη Πανάγνου τριακοστή.
»Τω του χρόνου τίθημι σην Ζώνην τέλει.
»Θέντο σορώ Ζώνην πρώτη Πανάγνου τριακοστή.
Ο βασιλεύς Αρκάδιος ο του μεγάλου
Θεοδοσίου υιός, ο βασιλεύσας εν έτει τνε (395), έστειλε και έφερεν από
τα Ιεροσόλυμα εις την Κωνσταντινούπολιν την τιμίαν Ζώνην της υπεραγίας
Θεοτόκου, η οποία εφυλάττετο εκεί ομού με την τιμίαν Εσθήτα της Θεοτόκου
από μίαν γυναίκα παρθένον. Αφ’ ου δε έφερεν αυτήν εις την
Κωνσταντινούπολιν, την έβαλεν εις λαμπράν θήκην, την οποίαν ωνόμασεν
αγίαν Σορόν. Μετά δε παρέλευσιν χρόνων τετρακοσίων δέκα, Λέων ο Σοφός
βασιλεύς ήνοιξε την αγίαν ταύτην Σορόν, δια την σύζυγόν του βασίλισσαν
την ονομαζομένην Ζωήν, η οποία ηνωχλείτο από πνεύμα ακάθαρτον. Διότι
είδεν αυτή μίαν τοιαύτην οπτασίαν, ότι αν βληθή επάνω εις αυτήν η τιμία
Ζώνη της Θεοτόκου, θέλει ελευθερωθή από το δαιμόνιον. Ανοιχθείσης λοιπόν
της αγίας θήκης και Σορού, ευρέθη η τιμία Ζώνη της Θεοτόκου
ακτινοβολούσα, ως αν ήτο θεοϋφαντος, έχουσα μίαν χρυσήν βούλλαν και ένα
σύντομον υπόμνημα, το οποίον εφανέρωνε καταλεπτώς τον χρόνον, και την
ινδικτιώνα και την ημέραν, κατά την οποίαν εφέρθη εις την
Κωνσταντινούπολιν η αγία ζώνη, και ότι κατετέθη από τας χείρας του
βασιλέως Αρκαδίου εντός της θήκης και εβουλλώθη από αυτόν. Αφ’ ου λοιπόν
επροσκύνησεν αυτήν και εφίλησεν ο βασιλεύς, την ήπλωσεν ο τότε
πατριάρχης επάνω εις την πάσχουσαν βασίλισσαν, και ω του θαύματος!
Παρευθύς ηλευθερώθη η βασίλλισα από το δαιμόνιον. Όθεν όλοι εδόξασαν τον
Θεόν και Σωτήρα Χριστόν, και ευχαρίστησαν εις την πανάχραντον Μητέρα
Του, και πάλιν απέθεντο την τιμίαν Ζώνην εντός της αγίας Σορού, εις την
οποίαν ήτο και πρότερον~ (όρα περί τούτου εις την Καλοκαιρινήν).
Ταις της παναμώμου πρεσβείαις ελέησον ημάς Κύριε, ο εξ αυτής ασπόρως τεχθείς. Αμήν.
Ωδή ζ . Ο Ειρμός. Εν τη καμίνω αβραμιαίοι.
Συ ως ήλιος, δικαιοσύνης μόνος ων
φωτουργέ, θείως τον ναόν εφαίδρυνας της Σεμνής, τοις ποικίλοις σου
χαρίσμασιν, εν ω ανίσχουσα, τας ακτίνας εκλάμπει η Ζώνη αυτής.
Χρυσήν ως στάμνον, την σην σορόν
κυκλούντες μόνη Αγνή, θείας αληθώς μετέχομεν νυν τρυφής, των χαρίτων
παντευλόγητε, και των συμβόλων σου, υπερτέραν ως ούσαν τιμώμεν αυτήν.
Υπερβλύζουσιν οι των θαυμάτων Κόρη
πάναγνε, χάριν αληθώς κρατήρές σου τοις πιστοίς, και αφθόνως της τιμίας
σου, σορού προέρχονται, ως εξ άλλης Εδέμ νοητοί ποταμοί.
Νυν προσέλθετε, μετ’ ευφροσύνης πάντες οι
επί γης~ δεύτε, η σορός προτρέπεται μυστικώς, της Κυρίας περιπτύξασθε,
υπερένδοξον, εν εμοί θησαυρισθείσαν Ζώνην αυτής.
Έτερος. Θεού συγκατάβασις.
Η πάντων Βασίλισσα, προς ουρανίους σκηνάς
απαίρουσα, καταλέλοιπεν όλβον, τη Βασιλίδι πασών των πόλεων, την ταύτης
Ζώνην, δι’ ης περισώζεται, επιδρομής ορατών, και αοράτων εχθρών.
Πηγή νυν προσέλθωμεν, αποσταζούση χάριν
και έλεος, τη σορώ τη τιμία, τη κατεχούση Ζώνην την πάντιμον, της
τιμησάσης ανθρώπων το φύραμα, τιμίω τόκω αυτής, Παρθένου τε και Μητρός.
Αινείτε τον Κύριον, Δυνάμεις πάσαι αι
επουράνιαι, και την τούτον τεκούσαν, ανθρώπων γλώσσαι πάσαι δοξάσατε,
ότι την Ζώνην αυτής εδωρήσατο, καταφυγήν αληθή, και σωτηρίαν πιστοίς.
Ρανάτωσαν άνωθεν, δικαιοσύνην νεφέλαι
σήμερον, καταθέσει της Ζώνης της σης νεφέλης θεοχαρίτωτε, και μελωδείτω
ψυχή πάσα χαίρουσα~ Ευλογητός ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.
Έτερος. Ουκ ελάτρευσαν ταή κτίσει.
Νυν προσέλθωμεν, μετ’ ευφροσύνης άπαντες,
απαρυόμενοι, εκ της σορού μυστικώς, την χάριν και έλεος, εν πίστει
κράζοντες, Ζώνη πάντιμε της μόνης Θεομήτορος, σε τιμώμεν εις αιώνας.
Εσωμάτωσας, Παρθένε τον δεσπόζοντα, πάντα
τα πέρατα, ομοιωθέντα ημίν, τον περιζωννύοντα άμαχον δύναμιν τους την
Ζώνην σου μετ’ ευλαβείας Δέσποινα, προσκυκνούντας εις αιώνας.
Μένει άφθορος, εισέτι η πνάχραντος, και
θεία Ζώνη σου, η περιζώσασα, το άχραντον σώμά σου καθαγιάζουσα, τους
βοώντάς σοι, ευλογημένος Δέσποινα, ο καρπός της σης κοιλίας.
Ο περίδοξος, Ναός ο ευμοιρίσας σου, την
πανυπέρτιμον, Ζώνην Παρθένε αγνή, πηγή των ιάσεων άπασι δείκνυται, τοις
προστρέχουσι, μετ’ ευλαβείας πάντοτε, και ζεούσης διανοίας.
Καταβασία. Ουκ ελάτρευσαν τη κτίσει.
Ωδή η . Ο Ειρμός. Χείρας εκπετάσας Δανιήλ.
Πλάκας θείας πάλαι κιβωτός, χειρί
γραφείσας Θεού, συνέσχε πάναγνε~ η ση δε άχραντε Δέσποινα, σεβασμία και
τιμία σορός. Ζώνην κατέχει την αυτόν, τον νομοθέτην εν σοι,
συγκατασχούσαν. Φρικτόν το μυστήριον!
Άγγελοι πανάχραντε αγνή, νυν
συγχορεύουσιν, εν τω σεπτώ σου ναώ, και περιέπουσι Δέσποινα, την τιμίαν
και αγίαν σου Ζώνην, ην πόθω και χαρά και ευφροσύνη πολλή,
προσκυνούντες, σε ανυμνούμεν, την δόξαν του γένους ημών.
Ράβδος η το άνθος της ζωής, αναβλαστήσασα,
συ ει η πάντων χαρά, η πολυτίμητος Άχραντε, μυροθήκη η του Πνεύματος, ο
θησαυρός των αγαθών, των αρωμάτων πηγή, εξ ης μύρον, των ιαμάτων
εκβλύζει η θεία σορός.
Υμνούσι πανάχραντε Αγνή, τα μεγαλεία τα
σα, αι νοεραί στρατιαί, ανακηρύττουσιν άπαντες. Πατριάρχαι και Προφήται
τρανώς, συν Αποστόλοις ιεροίς, και των μαρτύρων χοροί~ μεθ’ ων πίστει,
σε προσκυνούντες δοξάζομεν.
Έτερος. Επταπλασίως κάμινον.
Θρόνος καθάπερ άγιος, η σορός ανατίθεται,
ένδον εν αδύτοις, ιεροίς φαιδρότατα, της μόνης θεόπαιδος, και Βασιλίδος
πάντων αγνής, Ζώνην κεκτημένη, επαναπαυομένην~ εξ ης τοις κοπιώσιν, εν
πολλαίς αμαρτίαις, ανάπαυσις τελεία, προέρχεται αφθόνως.
Επί της γης τον Κύριον, ιερώς εσωμάτωσας,
και χερσίν αγίαις, αληθώς διέζωσας, τον περιζωννύοντα, τους ευσεβούντας
δύναμιν~ νυν δε αναβάσα, ούρανών υπεράνω, κατέλιπες ανθρώποις, την
τιμίαν σου Ζώνην, Παρθένε Θεοτόκε, κραταίωμα και σκέπην.
Νενοσηκόσιν ίαμα, ολισθαίνουσι στήριγμα,
και τοις ραθυμούσιν, ευθυμία ένθεος, κυβέρνησις πλέουσι, πεπλανημένοις
επιστροφή, η παρεπομένη τη τιμία σου Ζώνή, αγνή Παρθένε χάρις, αληθώς
χρηματίζει~ ην πίστει προσκυνούμεν, εις πάντας τους αιώνας.
Επιτελούντες σήμερον, την αγίαν κατάθεσιν,
Ζώνης σου της θείας, ιεράν πανήγυριν, οι δούλοί σου άγομεν~ και εν χαρά
βοώμέν σοι, Χαίρε Θεοτόκε, η χαρά των Αγγέλων, και πάντων των ανθρώπων,
των πιστώς μελωδούντων~ Λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τους αιώνας.
Έτερος. Παίδας ευαγείς εν τη καμίνω.
Ίδε η Σορός εν η η κλίνη, η πάλαι του
Σολομώντος αναδείκνυται, ήσπερ οι εξήκοντα, κύκλω περιίσταντο, βασιλικόν
θησαύρισμα της Θεομήτορος, η θεία και ακήρατος Ζώνη, ην υμνολογούμεν
συν πόθω εις αιώνας.
Σαρκούμενος ξένως Θεοτόκε, ο Λόγος Πατρός
εκ σου πανάμωμε, σου την πανακήρατον, Ζώνην εθαυμάστωσε, και ιαμάτων
έδειξε πηγήν αένναον~ διο σε την Παρθένον υμνούμεν, και υπερυψούμεν εις
πάντας τους αιώνας.
Αγγέλων τα πλήθη την σην Ζώνην, κυκλούντα
Παρθένε θείοις άσμασι, ευλαβώς γεραίρουσι, συν ημίν τοις δούλοις σου,
δι’ ης παρέχεις άπασι τοις προσιούσιν αυτή, ιάματα παθών ανιάτων, και
λοιμώδους νόσου, εξαίρεις την σην Ποίμνην.
Φέρουσα Θεόν εν ταις αγκάλαις, τον φέροντα
σύμπαντα βουλήματι, πάντως περιέζωσας, τη παντίμω Ζώνη σου, αγνή και
καθωράϊσας, ήνπερ κατέλιπες, ημίν τοις ευλογούσιν εκ πόθου, και
δοξολογούσιν εις πάντας τους αιώνας.
Καταβασία. Παίδας ευαγείς εν τη καμίνω.
Ωδή θ . Η Τιμιωτέρα ου στιχολογείται.
Ο Ειρμός, δις~ άνευ στίχου.
Λίθος αχειρότμητος όρους, εξ αλαξεύτου σου
Παρθένε ακρογω»νιαίος ετμήθη, Χριστός συνάψας τας διεστώσας φύσεις, διο
»επαγαλλόμενοι, Σε Θεοτόκε μεγαλύνομεν».
Στιχ. Ηλιόμορφε Κόρη, σου την αστραπηφόρον τιμώμεν θείαν Ζώνην.
Θάλαμος υπέρτιμος όντως, Θεογεννήτορ η
σορός σου, ώφθη την αγίαν σου Ζώνην, παρθενικήν τε και νυμφικήν ως
στολήν, αξίως περιέχουσα, και συντηρούσα ως ζωής θησαυρόν.
Στιχ. Πανάσπιλε Μαρία την άφθορόν σου Ζώνην, συν πόθω προσκυνούμεν.
Ένθεον διάδημα κάλλους, η Εκκλησία
Θεοτόκε, αναδησαμένη την θείαν, και παναγίαν Ζώνην σου σήμερον,
βασιλικώς ευφραίνεται, και ωραίζεται τη δόξη σου.
Στιχ. Σειράν την ουράνιαν, υπέρλαμπρόν σου Ζώνην,
τιμώμεν Θεοτόκε.
τιμώμεν Θεοτόκε.
Ναόν εκμιμούμενον πάσαν, των ουρανών την
ευκοσμίαν, σήμερον πιστοί της Παρθένου, κατειληφότες των χαρισμάτων
αυγαίς, ώσπερ αστέρων κάλλεσι, καταλαμπόμενοι φαιδρύνθητε.
Στιχ. Ίριν τηλαυγεστάτην, Θαυματόβρυτον Ζώνην
τιμώμέν σου Παρθένε.
τιμώμέν σου Παρθένε.
Έχει την αγίαν σου Ζώνην, Θεογεννήτορ η ση
πόλις, σύνδεσμον ειρήνης και τείχος, και των δογμάτων θείαν ενότητα,
και ορθοδόξων καύχημα, και Βασιλέων τροπαιούχημα.
Στιχ. Τόξον βολίδας ιάσεων εκπέμπον,
εκθειάζομεν Κόρη.
εκθειάζομεν Κόρη.
Υμνούμεν την άφατον δόξαν, και την
ανείκαστόν σου χάριν~ συ γαρ ει πηγή της σοφίας, εξ ης ο λόγος πάσι
προέρχεται, τοις σε τιμώσιν Άχραντε, και μεγαλύνουσι τον τόκον σου.
Έτερος. Εξέστη επί τούτω ο ουρανός.
Στιχ. Μεγάλυνον ψυχή μου την της αγνής Παρθένου πανακήρατον Ζώνην.
Ωδού η θεία κλίνη του Σολομών, δυνατοί ην
κυκλούσιν εξήκοντα, ρήσει Γραφών, οίάπερ εν κλίνη βασιλική, σορώ τιμία
σήμερον, Ζώνην ανακλίνει την εαυτής, ανάκλησιν εις πάντων, των
τεταπεινωμένων, και ευσεβούντων περιποίησιν.
Στιχ. Μεγάλυνον ψυχή μου, σειράν αστραπηφόρον, την της Πανάγνου Ζώνην.
Ως πόλις Βασιλέως των ουρανών, περί ης
ελαλήθη παράδοξα, έθου τη ση, πόλει δώρον τίμιον και σεπτόν, την
παναγίαν Ζώνην σου, πάντων εις κραταίωμα των πιστών~ δι’ ης οι
στεφηφόροι, τροπούνται πολεμίους, ορθοδοξία διαλάμποντες.
Στιχ. Μεγάλυνον ψυχή μου, Ίριν την ουράνιαν, τηλαυγεστάτην Αγνής Ζώνην.
Σταλάξατε τα όρη νυν γλυκασμόν, και βουνοί
ευφροσύνην αιώνιον, Πατριαρχών, δήμοι και μαρτύρων~ πάντες χοροί, των
Προφητών ο σύλλογος, θείων Αποστόλων δήμος σεπτός, ευφράνθητε συν πάσιν,
ημίν τη καταθέσει, της θείας Ζώνης της θεόπαιδος.
Στιχ. Μεγάλυνον ψυχή μου, την χρυσόπλοκον Ζώνην ,
το Παντανάσσης τόξον.
το Παντανάσσης τόξον.
Ηγίασας τα πάντα δια της σης, Παναγία
Παρθένε κυήσεως, και νυν ημίν, δέδωκας εις πλείονα φωτισμόν, την
παναγίαν Ζώνην σου~ ης τη καταθέσει πάσα η γη, χορεύει και γεραίρει, σε
την χαράς αρρήτου, αποπληρούσαν το ανθρώπινον.
Στιχ. Μεγάλυνον ψυχή μου, Κλίμακα Θεσπεσίαν, την της Μητροπαρθένου αγνής Τιμίαν Ζώνην.
Φιλίας με δολίας της των παθών, και εχθρού
καθ’ εκάστην πειράζοντος, αμαρτιών βάρει ραθυμίας τε χαλεπής, απαγωγής
πανάχραντε, και αιχμαλωσίας και προνομής, τω σω προσπεφευγότα, ελέει δια
τάχους, ως συμπαθής Αγνή απάλλαξον.
Έτερος. Άπας γηγενής, σκιρτάτω τω πνεύματι.
Στιχ. Άγγελοι την Ζώνην της Θεοτόκου ορώντες καταπλήττονται,
πως παραδόξως παρέχει, τοις προσιούσι την χάριν.
πως παραδόξως παρέχει, τοις προσιούσι την χάριν.
Θείος θησαυρός, η Ζώνη σου δέδεικται
Θεοκυήτορ πιστοίς, τοις αυτήν γεραίρουσι, και ετησίως πανηγυρίζουσι, την
ιεράν και εύσημον κατάθεσιν, ην διέθου άπασι σωτήριον, και κοινόν
ασθενών ιατήριον.
Στιχ. Άγγελοι κυκλούσι Σορόν την θείαν, της Ζώνης της Θεόπαιδος, συναγαλλόμενοι πάσι τοις μεγαλύνουσι ταύτην.
Όλης εκ ψυχής, προσδράμωμεν σήμερον,
πάντες φιλόχριστοι, Ζώνης της σεπτής σορώ, και μετά πίστεως
προσπτυξώμεθα, ρώσιν ψυχής και σώματος απολαμβάνοντες, και υμνούντες
ταύτης την αντίληψιν, την αγνήν Θεοτόκον αεί δοξάζοντες.
Δόξα.
Άγγελοι και άνθρωποι της πανάγνου, την Ζώνην την ακήρατον, τιμήσωμεν επαξίως, ως ζώσασαν Θεόν Λόγον.
Ράνον εφ’ ημάς, Παρθένε τα πλούσια θεία
ελέη σου, τη παναλκεστάτη δε, δυνάμει Ζώνης της υπερτίμου σου, την σην
Μονήν περίσωζε, εκ περιστάσεων, και τους πόθω ταύτη προσεδρεύοντας,
χαλεπών νοσημάτων εκλύτρωσαι.
Και νυν.
Άχραντε Παρθένε Θεοκυήτορ, την Ποίμνην σου περίζωσον, δύναμιν της σης
Ζώνης, ίν’ ασινής διαμένει.
Ζώνης, ίν’ ασινής διαμένει.
Έχει την σορόν, της Ζώνης σου πάναγνε η
Ιερά σου Μονή, η τω σω ονόματι, σεμνυνομένη και καυχωμένη εν σοι, ην
περιφρούρει πάντοτε, από παντοίων δεινών και κινδύνων, σους δούλους
απάλλαξον, και ζωής αξίωσον.
Καταβασία.
Απας γηγενής, σκιρτάτω τω πνεύματι
λαμπαδουχούμενος πανη»γυριζέτω δε, αύλων νόων φύσις γεραίρουσα, την
ιεράν Κατά»θεσιν της υπερτίμου αγνής, θείας Ζώνης, χαίροις αυτή
κράζουσα, »Θεοτόκε αγνή αειπάρθενε».
Εξαποστειλάριον. Γυναίκες ακουτίσθητε.
Ο πάντα υπέρ έννοιαν, τα σα ποιήσας
άχραντε, την σην Εσθήτα και Ζώνην, ετίμησεν αφθαρσία, τη πόλει σου
κραταίωμα, δους ταύτην και ασφάλειαν ης και νυν την κατάθεσιν, περιχαρώς
εκτελούντες πανηγυρίζομεν πόθω.
Όμοιον.
Της Ζώνης της τιμίας σου, μεθ’ ης το
ιερώτατον, σον περιέστειλας σώμα Θεοκυήτορ Παρθένε, τιμώντες εορτάζομεν,
την ταύτης νυν κατάθεσιν, δι’ ης λυτρούμεθα, και πειρασμών και
κινδύνων, Μήτερ Θεού του υψίστου.
Όμοιον.
Κυρία πάντων πέλουσα ποιημάτων Δέσποινα,
και πλήρης όντως Σοφίας, της υπερφώτου, ως Μήτηρ, Θεού του
παντοκράτορος, φωτός και θείας γνώσεως, και χάριτός με πλήρωσον, τη
συμπληρώσει των ύμνων, Σου της αγνής Θεοτόκου.
Εις τους Αίνους, ιστώμεν Στίχους δ
Και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.
Και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος δ . Ως γενναίον εν μάρτυσιν.
Ως υπέρλαμπρον στέφανον, Θεοτόκε
πανάχραντε, την αγίαν Ζώνην σου περιέθετο, η Εκκλησία και χαίρουσα,
φαιδρύνεται σήμερον, και χορεύει μυστικώς, εκβοώσά σοι Δέσποινα~ χαίρε
στέφανε, και διάδημα θείον~ χαίρε μόνη, του πληρώματός μου δόξα, και
ευφροσύνη αιώνιος. Δις.
Συ πανάχραντε Δέσποινα, κραταιόν
περιτείχισμα, αρραγές τε στήριγμα και διάσωσμα, τω σω λαώ και τη ποίμνη
σου, υπάρχουσα δέδωκας, ως φαιδράν περιβολήν, την υπέρτιμον Ζώνην σου,
περισώζουσαν, συμφορών εκ παντοίων τους εν πίστει, και ζεούση προθυμία,
ταύτην τιμώντας Θεόνυμφε.
Ο ναός σου πανάχραντε, ως πηγή
ανεξάντλητος, των θαυμάτων σήμερον αναδέδεικται~οι ποταμοί γαρ της
χάριτος, αφθόνως προχέονται, της αγίας σου σορού, και πιστών την
διάνοιαν, κατευφραίνουσι, των εν πίστει και πόθω σοι βοώντων, η χαρά και
ευφροσύνη, και ζωή συ υπάρχεις ημών.
Δόξα, Και νυν. Ήχος πλ. α .
Δεύτε φιλεόρτων το σύστημα, δεύτε και
χορείαν στησώμεθα, δεύτε καταστέψωμεν άσμασι την εκκλησίαν επί τη
καταθέσει, σήμερον, της πανεντίμου Ζώνης, της Μητρός του Θεού ημών, και
προς αυτήν εκβοήσωμεν λέγοντες~ χαίροις Σειρά ουράνιος, η τον νοητόν
ουρανόν ωραίσασα~ χαίροις Ίρις πολύμορφε, ταις του Πνεύματος
καθωραϊσμένη ρανίσι~ χαίροις τόξον χρυσαυγέστατον, το την Πλατυτέραν
Ουρανού στεφανώσαν~ χαίροις χρυσόπλοκε σφενδόνη, της Θυγατρός του Δαβίδ,
δι’ ης τον νοητόν τροπούμεθα Γολιάθ~ χαίροις φραγγέλιον της Παρθένου
τρίπλοκον παμφαέστατον, εν ω τον δολερώτατον δράκοντα εναπέπνιξε, και το
παρθενικόν αυτής περιέστειλε σώμα, και εκείθεν την αφθαρσίαν αρυόμενον~
χαίροις Ζώνη ηόμορφε, η τον νοητόν ήλιον, εν κοιλία όντα της Παρθένου
αισθητώς διαζώσασα, και των ιαμάτων την χάριν πλουτήσασα~ ήνπερ παρέχει
αφθόνως, τοις μετά πόθου ευλαβώς απτομένοις σου.
Δοξολογία Μεγάλη, και Απόλυσις.
Σήμερον ἑορτάζει τό προσκυνητάρι της Αγίας Ζώνης πού εὑρίσκεται στόν δρόμο ἀνεβηαίνοντας πρός τήν Ἱεράν Μονήν Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφερείας Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς. Μάλιστα κατ' αὐτήν τήν ἡμέραν δέν ἐνθυμοῦμαι ποῖον ἔτος, νομίζω ζῶντος τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἡ Ἀγία Ζώνη περιέσωσε, περιφρούρησε καί διεφύλαξε θαυματουργικῶς τήν Μονήν ἀπό ἐκσπάσασαν πυρκαιάν ἡ ὁποία ἠπείλησε νά καταστρέψη τήν Μονήν. Κατ' αὐτήν τήν ἡμέραν παλαιόθεν εἰς τήν Ἰεράν Μονήν κάμνουν 'Αγρυπνίαν...
ReplyDelete