ΑΓΙΟΙ ΠΑΙΔΟΜΑΡΤΥΡΕΣ
Οι άγιοι εννέα παιδομάρτυρες οι εν Γεωργία
Στα
ανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου και νοτιοανατολικά της Ρωσίας
εκτείνεται η μαρτυρική Γεωργία. Ο λαός της είχε την ιδιαίτερη ευλογία να
δεχθεί τον σπόρο της χριστιανικής πίστεως από τον φλογερό μαθητή του
Κυρίου πρωτόκλητο Ανδρέα. Η οριστική όμως μεταστροφή στην ορθόδοξη πίστη
της ευρύτερης περιοχής της Ιβηρίας έγινε στις αρχές του 4ου
αιώνος από την αγία Νίνα, την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας
εορτάζει στις 14 Ιανουαρίου και την τιμά ως μεγάλη Ισαπόστολο.
Όμως το φως της χριστιανικής διδασκαλίας δεν είχε εισχωρήσει παντού. Υπήρχαν περιοχές που ήταν λιγότερο ή περισσότερο βυθισμένες στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας.
Βρισκόμαστε στον 6ο μ.Χ. αιώνα. Στην ήσυχη πεδιάδα της Κολά, σε κάποιο χωριό, εκεί όπου αναβλύζουν τα γάργαρα νερά του ποταμού Μτκβάρι (Κύρου), στα νοτιοδυτικά της Γεωργίας, λίγοι ήταν οι Χριστιανοί, ενώ οι πιο πολλοί άθεοι, ειδωλολάτρες. Ανάμεσα σ’ αυτούς και εννέα μικρά παιδιά ηλικίας από 7 έως 9 ετών, ο Γκουαράμ, ο Ανταρνασέ, ο Μπακάρ, ο Βάτσε, ο Μπαρτζίμι, ο Τάτσι, ο Τζουανσέρι, ο Ραμάζι και ο Παρσμάν. Μέσα στην παρέα τους τα παιδιά αυτά δέχονται να υπάρχουν και Χριστιανόπουλα. Η παιδική ηλικία δεν ξέρει να κρατά αποστάσεις από τους άλλους. Όλοι λοιπόν μαζί αναστρέφονται με απλότητα, μελετούν, τρέχουν, παίζουν. Και όταν η γλυκόηχη καμπάνα κτυπούσε για την εσπερινή Ακολουθία, έτρεχαν όλα τα παιδιά – μαζί αγαπημένα – στην Εκκλησία. Εκεί έφθανα με λαχτάρα και τα εννέα παιδιά. Έμεναν όμως έξω από το ναό. Πώς να συμμετάσχουν σε Ακολουθία; Πώς να απολαύσουν τη θαλπωρή της Εκκλησίας; Το ήξεραν καλά. Δεν τους το επέτρεπαν αυτό, γιατί ήταν αβάπτιστα.
Έμενε όμως μέσα τους ένα πικρός πόνος. Και τον έλεγαν: «Γιατί μας ξεχωρίζετε, αφού η πίστη στον Χριστό μας συγκινεί και μας αρέσει;» Και αυτή η σκηνή μαζί με το παράπονο πολλές φορές επαναλαμβανόταν.
Καθώς όμως περνούσε ο καιρός, φούντωνε μέσα τους βαθιά επιθυμία να βαπτισθούν, να γίνουν Χριστιανοί. Οι μικροί τους βαπτισμένοι φίλοι ήταν γι’ αυτούς τα φωτεινά παραδείγματα για τη νέα ζωή που ποθούσαν, τη χριστιανική ζωή!
Ζήτησαν λοιπόν και τα εννέα παιδιά να κατηχηθούν.
Ο ιερέας της μικρής κοινότητας ανέλαβε το ιερό αυτό έργο. Τους μίλησε για την πίστη μας στον αληθινό Τριαδικό Θεό, τα ιερά δόγματα, τις εντολές, τον ηθικό νόμο του Ευαγγελίου. Η αγνή ψυχή των άκακων παιδιών απορροφούσε με ευγνωμοσύνη τη θεία διδασκαλία. Σε όλα όλοι συμφωνούσαν. Η καρδιά τους γαλήνευε. Περίμεναν πλέον όλα με λαχτάρα τη βάπτισή τους. Ήξεραν πως μια τέτοια ενέργεια θα τους έφερνε σε σύγκρουση με τους γονείς τους. Όμως πάνω από την αγάπη των γονέων έβαζαν την αγάπη στον Θεό Πατέρα εφαρμόζοντας τον λόγο του Κυρίου: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». (Ματθ. ι’ 37). Οπλισμένοι λοιπόν με πίστη κα με μια ασυνήθιστη για την ηλικία τους σταθερότητα ακολούθησαν ελεύθερα και συνειδητά τον ιερέα στις πηγές του ποταμού Κύρου για να βαπτισθούν. Μαζί τους έφθασαν και οι Χριστιανοί της περιοχής αλλά και οι φίλοι των παιδιών, που θα ήταν οι ανάδοχοί τους.
Η βάπτιση έγινε το βραδάκι, για να προληφθούν αντιδράσεις. Αφού ευλογήθηκαν τα νερά των πηγών, τα παιδιά βαπτίσθηκαν «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Η Παράδοση αναφέρει και δύο θαυμαστά σημεία που έγιναν κατά την ιερή εκείνη ώρα. Τα παγωμένα νερά του ποταμού έγιναν ζεστά. Και άγγελοι από τον ουρανό ήρθαν και έντυσαν τα παιδιά με ολόλευκους χιτώνες. Πλημμυρισμένα στο φως και τη χαρά του ουρανού ζουν τώρα το θαύμα που ποθούσαν! Από τώρα είναι τα παιδιά της Εκκλησίας.
Όμως η χαρά των μικρών δεν επρόκειτο να κρατήσει για πολύ. Ένα τέτοιο θαυμαστό γεγονός εξαγρίωσε τους πονηρούς δαίμονες. Αυτοί υποκίνησαν τους γονείς των νεοβαπτισθέντων να στραφούν εναντίον των παιδιών τους. Όταν λοιπόν την επόμενη μέρα πληροφορήθηκαν το γεγονός, έτρεξαν οργισμένοι και άρπαξαν τα παιδιά τους από τα σπίτια των χριστιανών φίλων τους. Τα κτύπησαν βίαια. Τα πίεζα να δοκιμάσουν τα ειδωλόθυτα, δηλαδή από τροφές που είχαν προσφερθεί ως θυσία στους θεούς τους. Εκείνα όμως σταθερά αρνήθηκαν να φάνε. Παρέμεναν μάλιστα για την αγάπη του Χριστού νηστικά επτά μέρες.
Μάταια οι γονείς τους τους έταζαν με γλυκόλογα δώρα, ρούχα, παιχνίδια… Εκείνα έλεγαν: «Είμαστε τώρα παιδιά του Χριστού, Χριστιανόπουλα, αφήστε μας ελεύθερα να πάμε στους φίλους μας». Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο οι γονείς κατέφυγαν για βοήθεια στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα. Αυτός όμως άφησε στους γονείς την τελική γνώμη και κρίση. Τότε εκείνοι αποφάσισαν μαζί και με θυμωμένη φωνή είπαν πως «δεν συμφέρει να αφήνουμε άλλο τα παιδιά μας να ζήσουν. Το παράδειγμά τους μπορεί να οδηγήσει και άλλους στον Χριστιανισμό».
Πρώτος έπρεπε να τιμωρηθεί ο ιερέας, γιατί διευκόλυνε τα παιδιά στην ελεύθερη επιλογή τους. Αυτόν τον ευλαβή ιερέα τον κτύπησαν άγρια. Και αφού του αφέρεσαν όλα τα υπάρχοντά του, τον έδιωξαν βίαια. Έτσι επαληθεύτηκε ο λόγος του Κυρίου που ισχύει για τους αληθινούς εκπροσώπους του: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσι» (Ιω. ιε’ 20).
Στη συνέχεια ακολούθησε των παιδιών το μαρτύριο.
Με τη συνοδεία του ηγεμόνα και πολλών άλλων οι γονείς έφεραν τα εννέα παιδιά τους στις πηγές του ποταμού. Εκεί όπου πριν από λίγο είχαν βαπτισθεί, θα πάρουν τώρα και δεύτερο, πιο λαμπρό βάπτισμα, το Βάπτισμα του αίματος. Εκεί πλάι στις πηγές έσκαψαν βαθύ λάκκο και μέσα σ’ αυτόν οι άσπλαχνοι γονείς έριξαν οργισμένοι τα παιδιά τους! Και όλα μαζί εκείνα ομολογούσαν και έλεγαν: «Πεθαίνουμε για την πίστη μας στον Χριστό! Στο όνομά του βαπτισθήκαμε και με τον Κύριο αιώνια λαχταρούμε να ζούμε». Τόσο μεγάλη όμως ήταν η μανία των σκληρών γονέων τους, ώστε προκειμένου να συντρίψουν τελείως τα αθώα σώματα των παιδιών τους, έριξαν – μαζί με παρευρισκομένους – πέτρες από πάνω τους. Μετά πρόσθεσαν και χώμα. Και αφού το πάτησαν καλά, αναχώρησαν. Όλα γι’ αυτούς είχαν τελειώσει.
Όμως για τα εννέα αυτά αθώα πλάσματα του Θεού είχε αρχίσει το ουράνιο πανηγύρι στο χορό των αγγέλων. Η επιθυμία των παιδιών αυτών είχε εκπληρωθεί και μάλιστα σε απόλυτο βαθμό. Βρέθηκαν όχι σε επίγειο ναό, που τόσο λαχταρούσαν, αλλά σε «αχειροποίητο ναό», στην Εκκλησία του Ουρανού, απολαμβάνοντας εκεί μέσα με γαλήνη και ασφάλεια το πρόσωπο του Θεού που τόσο αγάπησαν. Η Εκκλησία της Γεωργίας είχε αυξήσει πλέον τον ανεκτίμητο πλούτο της στον ουρανό, τον πλούτο των αγίων της, με άλλους εννέα Αγίους. Εννέα Παιδομάρτυρες, που τους εορτάζει κάθε χρόνο στις 22 Φεβρουαρίου.
Το στεφάνι της δόξας των Αγίων χαρίσθηκε στους αγίους Αποστόλους, στους μεγάλους Πατέρες, στους Οσίους και Ομολογητές και τους Μάρτυρες, ανθρώπους πιστούς της ώριμης ηλικίας. Ξεχωριστή όμως θέση στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατέχουν και οι Παιδομάρτυρες. Μικρά παιδιά από όλο τον ορθόδοξο κόσμο με αδολότητα και σταθερότητα ομολογίας στον αληθινό Θεό μας συγκίνησαν και έγιναν διδάσκαλοί μας.
Όμως το φως της χριστιανικής διδασκαλίας δεν είχε εισχωρήσει παντού. Υπήρχαν περιοχές που ήταν λιγότερο ή περισσότερο βυθισμένες στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας.
Βρισκόμαστε στον 6ο μ.Χ. αιώνα. Στην ήσυχη πεδιάδα της Κολά, σε κάποιο χωριό, εκεί όπου αναβλύζουν τα γάργαρα νερά του ποταμού Μτκβάρι (Κύρου), στα νοτιοδυτικά της Γεωργίας, λίγοι ήταν οι Χριστιανοί, ενώ οι πιο πολλοί άθεοι, ειδωλολάτρες. Ανάμεσα σ’ αυτούς και εννέα μικρά παιδιά ηλικίας από 7 έως 9 ετών, ο Γκουαράμ, ο Ανταρνασέ, ο Μπακάρ, ο Βάτσε, ο Μπαρτζίμι, ο Τάτσι, ο Τζουανσέρι, ο Ραμάζι και ο Παρσμάν. Μέσα στην παρέα τους τα παιδιά αυτά δέχονται να υπάρχουν και Χριστιανόπουλα. Η παιδική ηλικία δεν ξέρει να κρατά αποστάσεις από τους άλλους. Όλοι λοιπόν μαζί αναστρέφονται με απλότητα, μελετούν, τρέχουν, παίζουν. Και όταν η γλυκόηχη καμπάνα κτυπούσε για την εσπερινή Ακολουθία, έτρεχαν όλα τα παιδιά – μαζί αγαπημένα – στην Εκκλησία. Εκεί έφθανα με λαχτάρα και τα εννέα παιδιά. Έμεναν όμως έξω από το ναό. Πώς να συμμετάσχουν σε Ακολουθία; Πώς να απολαύσουν τη θαλπωρή της Εκκλησίας; Το ήξεραν καλά. Δεν τους το επέτρεπαν αυτό, γιατί ήταν αβάπτιστα.
Έμενε όμως μέσα τους ένα πικρός πόνος. Και τον έλεγαν: «Γιατί μας ξεχωρίζετε, αφού η πίστη στον Χριστό μας συγκινεί και μας αρέσει;» Και αυτή η σκηνή μαζί με το παράπονο πολλές φορές επαναλαμβανόταν.
Καθώς όμως περνούσε ο καιρός, φούντωνε μέσα τους βαθιά επιθυμία να βαπτισθούν, να γίνουν Χριστιανοί. Οι μικροί τους βαπτισμένοι φίλοι ήταν γι’ αυτούς τα φωτεινά παραδείγματα για τη νέα ζωή που ποθούσαν, τη χριστιανική ζωή!
Ζήτησαν λοιπόν και τα εννέα παιδιά να κατηχηθούν.
Ο ιερέας της μικρής κοινότητας ανέλαβε το ιερό αυτό έργο. Τους μίλησε για την πίστη μας στον αληθινό Τριαδικό Θεό, τα ιερά δόγματα, τις εντολές, τον ηθικό νόμο του Ευαγγελίου. Η αγνή ψυχή των άκακων παιδιών απορροφούσε με ευγνωμοσύνη τη θεία διδασκαλία. Σε όλα όλοι συμφωνούσαν. Η καρδιά τους γαλήνευε. Περίμεναν πλέον όλα με λαχτάρα τη βάπτισή τους. Ήξεραν πως μια τέτοια ενέργεια θα τους έφερνε σε σύγκρουση με τους γονείς τους. Όμως πάνω από την αγάπη των γονέων έβαζαν την αγάπη στον Θεό Πατέρα εφαρμόζοντας τον λόγο του Κυρίου: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». (Ματθ. ι’ 37). Οπλισμένοι λοιπόν με πίστη κα με μια ασυνήθιστη για την ηλικία τους σταθερότητα ακολούθησαν ελεύθερα και συνειδητά τον ιερέα στις πηγές του ποταμού Κύρου για να βαπτισθούν. Μαζί τους έφθασαν και οι Χριστιανοί της περιοχής αλλά και οι φίλοι των παιδιών, που θα ήταν οι ανάδοχοί τους.
Η βάπτιση έγινε το βραδάκι, για να προληφθούν αντιδράσεις. Αφού ευλογήθηκαν τα νερά των πηγών, τα παιδιά βαπτίσθηκαν «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Η Παράδοση αναφέρει και δύο θαυμαστά σημεία που έγιναν κατά την ιερή εκείνη ώρα. Τα παγωμένα νερά του ποταμού έγιναν ζεστά. Και άγγελοι από τον ουρανό ήρθαν και έντυσαν τα παιδιά με ολόλευκους χιτώνες. Πλημμυρισμένα στο φως και τη χαρά του ουρανού ζουν τώρα το θαύμα που ποθούσαν! Από τώρα είναι τα παιδιά της Εκκλησίας.
Όμως η χαρά των μικρών δεν επρόκειτο να κρατήσει για πολύ. Ένα τέτοιο θαυμαστό γεγονός εξαγρίωσε τους πονηρούς δαίμονες. Αυτοί υποκίνησαν τους γονείς των νεοβαπτισθέντων να στραφούν εναντίον των παιδιών τους. Όταν λοιπόν την επόμενη μέρα πληροφορήθηκαν το γεγονός, έτρεξαν οργισμένοι και άρπαξαν τα παιδιά τους από τα σπίτια των χριστιανών φίλων τους. Τα κτύπησαν βίαια. Τα πίεζα να δοκιμάσουν τα ειδωλόθυτα, δηλαδή από τροφές που είχαν προσφερθεί ως θυσία στους θεούς τους. Εκείνα όμως σταθερά αρνήθηκαν να φάνε. Παρέμεναν μάλιστα για την αγάπη του Χριστού νηστικά επτά μέρες.
Μάταια οι γονείς τους τους έταζαν με γλυκόλογα δώρα, ρούχα, παιχνίδια… Εκείνα έλεγαν: «Είμαστε τώρα παιδιά του Χριστού, Χριστιανόπουλα, αφήστε μας ελεύθερα να πάμε στους φίλους μας». Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο οι γονείς κατέφυγαν για βοήθεια στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα. Αυτός όμως άφησε στους γονείς την τελική γνώμη και κρίση. Τότε εκείνοι αποφάσισαν μαζί και με θυμωμένη φωνή είπαν πως «δεν συμφέρει να αφήνουμε άλλο τα παιδιά μας να ζήσουν. Το παράδειγμά τους μπορεί να οδηγήσει και άλλους στον Χριστιανισμό».
Πρώτος έπρεπε να τιμωρηθεί ο ιερέας, γιατί διευκόλυνε τα παιδιά στην ελεύθερη επιλογή τους. Αυτόν τον ευλαβή ιερέα τον κτύπησαν άγρια. Και αφού του αφέρεσαν όλα τα υπάρχοντά του, τον έδιωξαν βίαια. Έτσι επαληθεύτηκε ο λόγος του Κυρίου που ισχύει για τους αληθινούς εκπροσώπους του: «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσι» (Ιω. ιε’ 20).
Στη συνέχεια ακολούθησε των παιδιών το μαρτύριο.
Με τη συνοδεία του ηγεμόνα και πολλών άλλων οι γονείς έφεραν τα εννέα παιδιά τους στις πηγές του ποταμού. Εκεί όπου πριν από λίγο είχαν βαπτισθεί, θα πάρουν τώρα και δεύτερο, πιο λαμπρό βάπτισμα, το Βάπτισμα του αίματος. Εκεί πλάι στις πηγές έσκαψαν βαθύ λάκκο και μέσα σ’ αυτόν οι άσπλαχνοι γονείς έριξαν οργισμένοι τα παιδιά τους! Και όλα μαζί εκείνα ομολογούσαν και έλεγαν: «Πεθαίνουμε για την πίστη μας στον Χριστό! Στο όνομά του βαπτισθήκαμε και με τον Κύριο αιώνια λαχταρούμε να ζούμε». Τόσο μεγάλη όμως ήταν η μανία των σκληρών γονέων τους, ώστε προκειμένου να συντρίψουν τελείως τα αθώα σώματα των παιδιών τους, έριξαν – μαζί με παρευρισκομένους – πέτρες από πάνω τους. Μετά πρόσθεσαν και χώμα. Και αφού το πάτησαν καλά, αναχώρησαν. Όλα γι’ αυτούς είχαν τελειώσει.
Όμως για τα εννέα αυτά αθώα πλάσματα του Θεού είχε αρχίσει το ουράνιο πανηγύρι στο χορό των αγγέλων. Η επιθυμία των παιδιών αυτών είχε εκπληρωθεί και μάλιστα σε απόλυτο βαθμό. Βρέθηκαν όχι σε επίγειο ναό, που τόσο λαχταρούσαν, αλλά σε «αχειροποίητο ναό», στην Εκκλησία του Ουρανού, απολαμβάνοντας εκεί μέσα με γαλήνη και ασφάλεια το πρόσωπο του Θεού που τόσο αγάπησαν. Η Εκκλησία της Γεωργίας είχε αυξήσει πλέον τον ανεκτίμητο πλούτο της στον ουρανό, τον πλούτο των αγίων της, με άλλους εννέα Αγίους. Εννέα Παιδομάρτυρες, που τους εορτάζει κάθε χρόνο στις 22 Φεβρουαρίου.
Το στεφάνι της δόξας των Αγίων χαρίσθηκε στους αγίους Αποστόλους, στους μεγάλους Πατέρες, στους Οσίους και Ομολογητές και τους Μάρτυρες, ανθρώπους πιστούς της ώριμης ηλικίας. Ξεχωριστή όμως θέση στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατέχουν και οι Παιδομάρτυρες. Μικρά παιδιά από όλο τον ορθόδοξο κόσμο με αδολότητα και σταθερότητα ομολογίας στον αληθινό Θεό μας συγκίνησαν και έγιναν διδάσκαλοί μας.
Περιοδικό «Ο Σωτήρ», αριθ. 1973
Comments
Post a Comment