ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΜΟΝΗ
Σταυροπηγιακή Μονή
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σταυροπηγιακή Μονή καλείται η μονή (συνήθως της Ορθόδοξης Εκκλησίας ή της Ανατολικής Καθολικής Εκκλησίας) που υπάγεται απευθείας σε Πατριαρχείο ή Σύνοδο (συνήθως το Οικουμενικό Πατριαρχείο) και όχι στην τοπική Αρχιεπισκοπή.[1] Η λέξη σταυροπηγιακή είναι σύνθετη (σταυρός + πήγνυμι) και πηγάζει από την κανονική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα του Πατριάρχη να στείλει ένα σταυρό για να τοποθετηθεί στα θεμέλια της εκκλησίας της μονής, πράξη που οδηγεί στην εξάρτηση της μονής από αυτόν.[1] Το δικαίωμα αυτό το απέκτησε πρώτη φορά ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τον 8ο αιώνα και μπορεί να το ασκεί σε όλη την επικράτεια της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.[2] Οι σταυροπηγιακές μονές αποτελούσαν πηγή εσόδων για το οικείο Πατριαρχείο, καθώς ήταν υποχρεωμένες να αποστέλλουν ετήσια σε αυτό κάποιο χρηματικό ποσό.[3][4] Ένα πλεονέκτημα για τις μονές ήταν ότι έτσι εξασφάλιζαν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, αποφεύγοντας την ανάμιξη των τοπικών επισκόπων στους σκοπούς τους.[5] Άλλο πλεονέκτημα ήταν η μεταφορά σε αυτές των προνομίων που απολάμβανε το Πατριαρχείο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, προνόμια που περιλάμβαναν την παροχή εδαφικών εκτάσεων και την απαγόρευση απαλλοτρίωσής τους στο μέλλον από το Οθωμανικό κράτος.[6] Σταυροπηγιακές είναι όλες οι μονές του Αγίου Όρους, όπου και μνημονεύουν τον εκάστοτε Πατριάρχη, όπως άλλωστε και σε όλες τις υπόλοιπες σταυροπηγιακές μονές, αντί του τοπικού επισκόπου.[7][2] Όσον αφορά την Ανατολική Καθολική Εκκλησία οι σταυροπηγιακές μονές περιγράφονται ως ένα από τρία δυνατά είδη μονών: παπικές, πατριαρχικές (σταυροπηγιακές) και επισκοπικές.[8] Στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία τα πιθανά είδη μονών είναι τέσσερα: επισκοπικές (υπάγονται στον τοπικό επίσκοπο), πατριαρχικές ή σταυροπηγιακές (υπάγονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο), ηγουμενικές ή αρχιμανδρικές (υπάγονται στον ηγούμενο ή αρχιμανδρίτη υπό την δικαιοδοσία της Ιεράς Συνόδου) και συνοδικές μονές (παρεμφερείς των ηγουμενικών).[2] Οι σταυροπηγιακές μονές που ελέγχονται απευθείας από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος καλούνται συνοδικές σταυροπηγιακές.[9] Σταυροπηγιακές μονές πέρα από το Άγιο Όρος υπάρχουν και αλλού στην Ελλάδα (π.χ. Μονή Τοπλού στην Κρήτη), στην Κύπρο, αλλά και στην Ανατολική Ευρώπη (π.χ. Βουλγαρία, Ρωσία, Ουκρανία[10]).
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
↑ Άλμα πάνω, στο: 1,0 1,1 «Γλωσσάρι». Κέντρο Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς. Ιούλιος 2004. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
↑ Άλμα πάνω, στο: 2,0 2,1 2,2 «Απόφαση 2823/1999 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών». ΒΑΛΣΑΜΩΝ Βάση Δεδομένων για το Ορθόδοξο Κανονικό και Εκκλησιαστικό Δίκαιο. 1999. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ «Νέος Ελληνομνήμων, Τόμος 11». Google books. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ Παναγιώτης Χρ. Δούκας (1922). «Η Σπάρτη διαμέσου των αιώνων». Google books. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ Ανδρέας Καλοκαιρινός (1973). «Κρητικά Χρονικά». Google Books. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ «Απόφαση Άρειου Πάγου AΠ 1550/1998». ΒΑΛΣΑΜΩΝ Βάση Δεδομένων για το Ορθόδοξο Κανονικό και Εκκλησιαστικό Δίκαιο. 1998. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ «Το Άγιον Όρος». Google books. 1903. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ «Code of canons of Oriental Churchs, Canon 434». Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012. (Αγγλικά)
Άλμα πάνω ↑ «Απόφαση ΣτΕ 1433/2002». ΒΑΛΣΑΜΩΝ Βάση Δεδομένων για το Ορθόδοξο Κανονικό και Εκκλησιαστικό Δίκαιο. 2002. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012.
Άλμα πάνω ↑ «Univ Monastery Becomes Subject to Greek Catholic Patriarch». Religious Information Service of Ukraine. 7 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2012. (Αγγλικά)
Comments
Post a Comment