Skip to main content

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΟΠΩΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ


Ορθόδοξη Εκκλησία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πήδηση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία[1] (επίσημα: Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία)[2] είναι ένα σύνολο τοπικών εκκλησιών, οργανωμένες ως Πατριαρχεία, αυτοκέφαλες σύνοδοι και αυτόνομες αρχιεπισκοπές, που βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία μεταξύ τους, με πρώτο στην ιεραρχία το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Αποδέχεται τις αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων και θεωρεί την Οικουμενική Σύνοδο ως το ανώτατο όργανο για αποφάσεις σε θέματα δόγματος και λατρείας. Επίσης αξιώνει ως αφετηρία της τον Ιησού Χριστό και τους Αποστόλους του μέσω της συνεχούς αποστολικής διαδοχής.
Ανάμεσα σ' ένα πλήθος εκκλησιών και θρησκευτικών κοινοτήτων που αποτελούν τον Χριστιανισμό, οι αριθμητικά μεγαλύτερες είναι η Καθολική Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Προτεσταντικές Εκκλησίες και Ομολογίες.
Τα πλέον αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας είναι η πλούσια λειτουργική ζωή της και, όπως διδάσκει, η αφοσίωσή της στην αποστολική παράδοση. Θεωρείται από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς ότι η Εκκλησία τους έχει διατηρήσει την παράδοση και τη διαδοχή της αρχαίας Εκκλησίας στην πληρότητά της έναντι άλλων χριστιανικών ομολογιών, οι οποίες έχουν απομακρυνθεί από την κοινή εκκλησιαστική παράδοση των πρώτων 10 αιώνων. Σήμερα το άθροισμα των Ορθοδόξων Εκκλησιών υπολογίζεται σε 300 περίπου εκατομμύρια Χριστιανούς που ακολουθούν την πίστη και τις πρακτικές που καθορίστηκαν από τις εννιά Οικουμενικές Συνόδους. Οι όροι ορθόδοξος - ορθοδοξία έχουν χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά, στον ελληνόφωνο χριστιανικό κόσμο, προκειμένου να υποδείξουν τις κοινότητες, ή τα άτομα, που διατήρησαν την αληθινή πίστη (όπως καθορίζεται από τις Οικουμενικές Συνόδους), σε αντιδιαστολή με εκείνους που κηρύχτηκαν αιρετικοί. Ο επίσημος προσδιορισμός της Εκκλησίας στα λειτουργικά και κανονικά κείμενά της είναι «Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία».

Πίνακας περιεχομένων

Πρωτοχριστιανισμός και Ορθοδοξία


Η ιστορία της Ορθοδοξίας σε πρόσωπα
Αντίθετα προς το σύγχρονο τρόπο αναζήτησης της κάθε μορφής αλήθειας, που θεωρείται πως βρίσκει την πιο γνήσια έκφραση της στις νέες ανακαλύψεις και στην πρόοδο, στην αρχαιότητα γενικά αναζητούσαν την αλήθεια στο παλιό και το αρχέγονο. Κάθε τι που ήταν νέο, προξενούσε αμέσως την υποψία ως προς την αυθεντικότητα του και έτσι, μια διδασκαλία δεν μπορούσε να διεκδικήσει γνησιότητα και αλήθεια, αν δεν έπειθε για την αρχαία καταγωγή της. Στην περίπτωση του χριστιανισμού είναι πολύ χαρακτηριστική η άποψη του πλατωνικού φιλοσόφου του 2ου αι. μ.Χ., Κέλσου, που ήταν πολέμιος της χριστιανικής διδασκαλίας:
«[...] ερήσομαι αυτούς, πόθεν ήκουσιν η τίνα έχουσιν αρχηγέτην πατρίων νόμων. Ουδένα φήσουσιν, οι γε εκείθεν μεν ώρμηνται και αυτοί και τον διδάσκαλόν τε και χοροστάτην ουκ άλλοθεν πόθεν φέρουσιν όμως δ' αφεστήκασιν Ιουδαίων».
(Ωριγένους, Κατά Κέλσου 5, 33)
Ρωτάει λοιπόν ο Κέλσος, ποιον έχουν οι Χριστιανοί για αρχηγό και δάσκαλο των πατροπαράδοτων νόμων τους. Όσο κι αν ψάξουν λέει, δεν θα βρουν κανένα τέτοιο αρχαίο νομοθέτη και δάσκαλο. Έτσι, κατά τον Κέλσο, ο Χριστιανισμός δεν έχει την ταυτότητα της αρχέγονης παράδοσης, πράγμα που μας δείχνει πόσο σημαντικό ήταν το κριτήριο αυτό όχι μόνο για τους Χριστιανούς αλλά και για τους πολέμιους του. Ο νεωτερισμός, δεν μπορούσε να σχετίζεται με την ορθοδοξία και καθετί νέο ήταν ξένο προς την αλήθεια και θα έπρεπε να να συμπεριληφθεί στις νέες διδασκαλίες των αιρετικών.
Έτσι, στη διαμάχη Ορθοδοξίας και Αίρεσης τα κριτήρια ήταν και είναι ιστορικά. Η ορθοδοξία διεκδικούσε την αρχαιότητα πάντα, ακόμη και τις στιγμές που αφομοίωνε το ελληνικό περιβάλλον της κι αυτό είχε γίνει συνείδηση στην Εκκλησία και τους θεολόγους. Σε αυτή τη βάση, είναι εντυπωσιακή η αναφορά στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» (1,4) του Ευσέβιου όπου κρίνει πως είναι αναγκαίο να αναφερθεί στην προϊστορία της ένσαρκης παρουσίας του Λόγου, για να μην νομίσουν κάποιοι ότι ο Χριστός και η διδασκαλία του είναι πράγματα νέα. Αυτή η διατύπωση θα δημιουργούσε το εύλογο ερώτημα, πώς είναι δυνατόν να μην είναι νέα η διδασκαλία του Ιησού; Όμως το νόημα των λεγομένων του Ευσέβιου είναι πως η διδασκαλία και το έργο του Χριστού στηρίζεται επάνω στην ίδια, αρχαία αλήθεια, η οποία όμως πραγματώνεται σε μια νέα φάση της ίδιας ιστορικής συνέχειας, στη φάση της σάρκωσης του Λόγου.
Η τοποθέτηση αυτή εστιάζει επάνω στο πραγματικό πρόβλημα των αιρέσεων στον αρχικό χριστιανισμό που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το πρόβλημα του «ιστορικού Ιησού». Ενώ για την αρχέγονη ορθοδοξία ο «ιστορικός Ιησούς» αποτελούσε κριτήριο ορθής πίστης, για τις «αιρετικές τάσεις» ήταν μια παραθεωρημένη θεολογική αντίληψη. Το πρόβλημα των αρχών του χριστιανισμού, ιδωμένο από τη σκοπιά της ιστορίας της διαμάχης της Ορθοδοξίας με τις αιρέσεις, είναι στην ουσία του, πρόβλημα της ανθρώπινης αδυναμίας να κατανοήσει σωστά και να βιώσει το μυστήριο που λέγεται «Ιησούς από τη Ναζαρέτ».
Το κριτήριο της «ορθοδοξίας», πέρα από οτιδήποτε άλλο, ήταν και είναι η δυνατότητα δημιουργίας Εκκλησίας και όχι η ύπαρξη απλά μιας σχολής, ή θρησκευτικής ομάδας, ή φατρίας, ή ακόμη και η δημιουργία ηθικά τέλειων ατόμων. Τα εκκλησιαστικά κριτήρια ήταν πάντα αυτά που πρόδιδαν την αίρεση από τη γέννησή της και δεν ήταν άλλα από τα ανθρώπινα πάθη που κυριαρχούσαν επάνω από τη συλλογικότητα. Η φιλαρχία και η πρόληψη, δηλ. η εκ των προτέρων υπάρχουσα στον ανθρώπινο νου αντίληψη, ήταν αυτή που αποξένωνε από την κοινότητα, έφθειρε τις ανθρώπινες σχέσεις και προξενούσε τους ανυποχώρητους πολέμους για την απόκτηση ιδιοτελών ωφελημάτων. Οι κυριαρχικές τάσεις των «φίλαρχων» παραμέριζαν το «κοινό αγαθό» και προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν τις σκοπιμότητές τους, ενώ ταυτόχρονα, η πρόληψη λειτουργούσε ως στασιμότητα και αρνητική κοινωνικότητα, που μεταδιδόταν στους οπαδούς ως πάθος για τη «θρησκευτική αλήθεια» για την οποία άξιζε κανείς θυσιαστεί. Έτσι το θεωρητικό κατασκεύασμα του φίλαρχου ιδρυτή της αίρεσης, πρόδιδε ταυτόχρονα μια στάση ζωής και μια επιθυμία για γνώση και κυριαρχία.
Ο Μ. Αθανάσιος επέκρινε με καυστικό τρόπο τους Αρειανούς όχι μόνο για τη θεολογική τους μέθοδο, αλλά και για την υποκριτική τους συμπεριφορά απέναντι στους άρχοντες από τους οποίους προσπαθούσαν να αποσπάσουν την προστασία. Έτσι όχι μόνο αρνούνται την ζωντανή παράδοση η οποία διατηρούσε την ορθή πίστη χωρίς ανάλογες ενέργειες, αλλά όπως λέει ο Μ. Αθανάσιος, οι Αρειανοί προσποιούνται ότι γράφουν και θεολογούν για τον Κύριο και Σωτήρα Χριστό, ενώ επιχειρούν να κάνουν τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο κύριο τους, ονομάζοντας τον αιώνιο βασιλιά, τη στιγμή που αρνούνται να ομολογήσουν την αϊδιότητα του Υιού του Θεού.
Με τον τρόπο αυτό, τα εκκλησιαστικά κριτήρια εντόπιζαν και εντοπίζουν, όχι μόνο το θεωρητικό πλάσμα αλλά και την ίδια τη νοθευμένη χριστιανική ζωή. Η γέννηση της αίρεσης εκτός από τον καθορισμό της με βάση τα πάθη, το συμφέρον, τη δίψα για γνώση και κυριαρχία, πραγματώνεται σε ένα ιστορικό πλαίσιο όπου απουσιάζει η ενότητα και η συνέχεια της ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα, κυριαρχεί περισσότερο μια αποσπασματική θεωρητική σκέψη. Η αίρεση είχε και έχει αρχή τον ανθρώπινο παράγοντα και την ατομικότητα ενώ αυτή ακριβώς η αδυναμία δεν επιτρέπει τον χαρακτήρα της καθολικότητας της νέας διδασκαλίας.


Σε κάθε μία από τις ομάδες που προέκυψαν στην πορεία, ως παρακλάδια του ιστορικού χριστιανισμού, τα φαινόμενα είναι κοινά:
υπάρχει ένα πρόσωπο ή μια μικρή ομάδα προσώπων που ιδρύει την αίρεση, τα οποία γίνονται αποδεκτά από τους πιστούς της ομάδας ως αυτά που ανίχνευσαν (με τη βοήθεια του θεού πάντα) τα λάθη του παρελθόντος και πλέον υπάρχει μια καλύτερη, μια σωστότερη διδασκαλία. Είναι προφανές πως οι πιστοί των ομάδων αυτών δεν αντιλαμβάνονται ότι συμμετέχουν σε κάτι που αποτελεί τον ορισμό της αιρετικής συμπεριφοράς αφού έχουν ως ιστορική αρχή κάποιο «θεόπνευστο» πρόσωπο που «καλείται» από τον θεό να διορθώσει τα «κακώς κείμενα». Στον ιστορικό χριστιανισμό όμως και σε όλη την παράδοση της θείας οικονομίας που εκείνος ακολούθησε από την Παλαιά Διαθήκη, ποτέ τα άτομα δεν αντικατέστησαν το σύνολο, ποτέ η ατομικότητα δεν αντικατέστησε τη συλλογικότητα. Η έξαρση αυτή της ατομικότητας που αποβαίνει εις βάρος των κοινών αγαθών και της παράδοσης, εξηγείται πάντα με κοινωνικά και γενικά, ιστορικά κριτήρια παθογένειας.
Σε μια τέτοια έκφραση αποσπασματικότητας, δεν είναι σπάνιες και οι περιπτώσεις όπου η αιρετική σκέψη συγχέει την «ηθική καθαρότητα» με την Εκκλησία και πολλές φορές μάλιστα αιτιολογεί την ύπαρξή της με αυτόν ακριβώς τον παράγοντα, την αναζήτηση της «αρχέγονης καθαρότητας». Ποτέ όμως δεν αποτέλεσε προϋπόθεση της ύπαρξής της Εκκλησίας η ηθική καθαρότητα, αφού στην περίπτωση αυτή δεν θα υπήρχε καν «Εκκλησία» αφού δεν υπήρχε και δεν θα υπάρξει ιστορικά, «ηθική καθαρότητα» μέσα σε μία τρεπτή ανθρώπινη φύση. Έτσι, προϋπόθεση της Ορθοδοξίας δεν είναι η απουσία παθών και κοινωνικών επιρροών αλλά η μεταμόρφωσή τους, μέσα σε ένα ενιαίο και οργανωμένο τρόπο ζωής, όπου κυριαρχεί η ιστορική συνέχεια, τα αγαθά της παράδοσης και η δημιουργική σκέψη, ως όργανο εξυπηρέτησης συλλογικών και κοινωνικών λειτουργιών.
Ιστορικά, εύκολα διαπιστώνεται ότι κάθε αίρεση αποτελεί κάτι το μεμονωμένο, με μια θεωρητική κατοχύρωση τονισμένη στο έπακρο. Ενώ η Ορθόδοξη παράδοση, αβίαστα έμεινε στη θέση της κινούμενη ανάμεσα στον ιουδαϊσμό και στον ελληνισμό, αντίθετα, η αίρεση χαρακτηρίζεται είτε από την προσκόλληση στον ιουδαϊσμό ως «γνήσια αρχέγονη κοίτη» είτε από την επιρροή της από τον ελληνισμό με αυτούσιο δανεισμό θεωρητικών πλασμάτων. Ο αντιαιρετικός αγώνας επέμεινε στην ύπαρξη της μίας αρχής, ταυτόχρονα όμως επέμεινε στην ιστορική της συνέχεια. Η αρχή και η πηγή της Ορθοδοξίας δεν είναι κάποιο πρόσωπο, αλλά έρχεται κατευθείαν από την χαρισματική και ιστορική της επαφή με τον Θεό, ενώ οι δύο Διαθήκες διατυπώνουν τη μεταφυσική και την ιστορική αυτή ενότητα.
Μέσα στη ενότητα αυτή δεν μπορούν να υπάρξουν δογματικές απόψεις που στηριζόμενες σε επιλεγμένα τμήματα της Αγίας Γραφής και όχι στο σύνολό της, παραθεωρούν τις θεοφάνειες και τη θεολογία για την Αγία Τριάδα, με πρόσχημα την πολεμική ενάντια στην Πολυθεΐα ή τη στήριξη του Μονοθεϊσμού. Τις θέσεις επάνω στα ζητήματα αυτά, ουδέποτε είχε πρόβλημα να διατυπώσει η Εκκλησία, ξεπερνώντας με επιτυχία είτε την προσκόλληση στον Ιουδαϊσμό είτε στην ελληνική φιλοσοφία, διατηρώντας πάντα την ιστορική συνέχεια. Διαμόρφωσε νέες προτάσεις και όρους, παραπέμποντας πάντα στις αρχέγονες ιστορικές ρίζες, με κριτήρια που έδιναν πρωταρχική θέση στους δύο σημαντικούς παράγοντες: στη θεολογική θεωρία αλλά και στην πράξη.
Επιγραμματικά, τα πιο αντιπροσωπευτικά κείμενα που προσδιόρισαν τις βασικές χριστολογικές δοξασίες στον αρχέγονο ορθόδοξο χώρο είναι:
  • Οι συλλογές Λογίων του Ιησού, που μαρτυρούνται από την ονομαζόμενη Πηγή των Λογίων (Q).
  • Οι συλλογές Θαυμάτων του Ιησού, που μαρτυρούνται από την ονομαζόμενη Πηγή των Σημείων του Δ' ευαγγελίου και τις συλλογές των θαυμάτων του κατά Μάρκον.
  • Οι Αποκαλύψεις, που μαρτυρούνται πρώτιστα από τη λεγόμενη «Μικρή Αποκάλυψη» που βρίσκουμε στο 13ο κεφ. του Κατά Μάρκον και από τον Ποιμένα του Ερμά.
  • Τα Ευαγγέλια, το αποκλειστικό αυτό προϊόν του χριστιανικού κόσμου.
Έτσι, κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο, τα παραπάνω κείμενα χαρακτηρίζουν τις πιο ενδεικτικές θεολογικές τάσεις της Πρώτης Εκκλησίας: ο Ιησούς είναι Σοφία και Θείος Ανήρ. Περιγράφεται η θεϊκή του προέλευση και ο θεϊκός του χαρακτήρας και διατυπώνεται η πίστη στο Σταυρό και την Ανάσταση του Ιησού, η ενσάρκωση της παντοδυναμίας του Θεού στην αδυναμία του ανθρώπινου γένους. Ο Ιησούς είναι ο σταυρωθείς, ταφείς και αναστάς Χριστός και ταυτόχρονα ο ένας Θεός-Γιαχβέ και η θεολογία αυτή διαχωρίζει στη χριστιανική σκέψη τα κριτήρια της Ορθοδοξίας από αυτά της Αιρέσεως, μέχρι την παγίωση του Χριστιανικού δόγματος κατά την Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας το 325. Εκεί, απλώς διατυπώθηκε, το ήδη εμπεδωμένο και διαρκώς διδασκόμενο δόγμα της Αγίας Τριάδας με το λεγόμενο Σύμβολο της Πίστεως, που αργότερα, με τη σύγκληση της Β' οικουμενικής συνόδου του 381, στην Κωνσταντινούπολη, έγινε το Σύμβολο Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως. Το αποσαφηνισμένο πλέον Τριαδικό Δόγμα, έχουν ως βάση οι κατοπινοί πατέρες και όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας ως σήμερα, επειδή εκφράζει το απόσταγμα της εκκλησιαστικής πείρας και ζωής όπως αυτό εκφράστηκε όχι μόνο μέσα από τη θεολογία των Γραφών αλλά και από τους πρώτους ακόμα πατέρες όπως ο Ιγνάτιος, ο Ιουστίνος, ο Αθηναγόρας, ο Ειρηναίος, ο Τερτυλλιανός κ.ά.

Δογματική διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Τα Δόγματα της Αγίας Καθολικής και Αποστολικής (Ορθοδόξου) Εκκλησίας

1. Η πίστη και λατρεία της Αγίας Τριάδος (Πατρός, Υιού, Αγ. Πνεύματος)
2. Η θεϊκή φύση του Ιησού Χριστού
3. Η ανθρώπινη φύση του Ιησού Χριστού
4. Το αειπάρθενο της Θεοτόκου
5. Η προσκύνηση των Αγίων Εικόνων
6. Η Δευτέρα Παρουσία του Ιησού Χριστού και
7. Η Ανάσταση των νεκρών
Όλα τα Δόγματα περιλαμβάνονται στο "Σύμβολο της πίστεως" (ή "Πιστεύω")

Ο Τριαδικός Θεός και η σχέση του με την Εκκλησία


Η Φιλοξενία του Αβραάμ αποτελεί την ορθόδοξη απεικόνιση της Αγίας Τριάδας.
Ο Θεός Πατέρας είναι η πηγή της Αγίας Τριάδας. Οι οικουμενικές σύνοδοι κατά τον 4ο αιώνα αποφάσισαν, ότι ο Θεός έχει τρεις υποστάσεις - Πατέρας, Υιός, και Άγιο Πνεύμα – σε μία θεία φύση. Από τον Πατέρα γεννιέται ο Υιός άχρονα, πριν κάθε χρονικό σημείο (Ψαλμ.2,7, Β’Κορ.11,31). Το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται αιώνια από τον Πατέρα (Ιωάν.15,26). Ο Θεός Πατέρας δημιούργησε όλη την κτίση μέσω του Υιού - Λόγου, διά του Αγίου Πνεύματος (Γέν.1 και 2, Ιωαν.1,3, Πράξ.33,4), και οι άνθρωποι καλούνται να τον λατρέψουν (Ιωαν. 4,23). Η ουσία του Θεού δεν μπορεί να συλληφθεί, να καταληφθεί από τον ανθρώπινο νου. Έχοντας ως κύριο χαρακτηριστικό του την αγάπη, απέστειλε τον Υιό του για να σώσει το ανθρώπινο γένος προσφέροντας προς αυτό την αιώνια ζωή (Ιωαν.3,16).
Ο Ιησούς Χριστός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, γεννημένος από τον Πατέρα προ πάντων των αιώνων. Ενανθρωπίστηκε, και έτσι κατέστη τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος. Η έλευσή του στη γη προβλέφθηκε στην Παλαιά Διαθήκη από τους Προφήτες.
Ο Υιός του Θεού έλαβε πλήρη ανθρώπινη φύση μέσω της Θεοτόκου Παρθένου Μαρίας.Ήταν και είναι Θείο πρόσωπο, κατέχοντας από το Θεό - Πατέρα την πληρότητα της θείας φύσης, και με την ενσάρκωσή του την ανθρώπινη φύση από την Παρθένο Μαρία. Έτσι ο Υιός είναι κάτοχος ατέρμονα δύο φύσεων σε ένα πρόσωπο, ενώ ταυτόχρονα ως εν πρόσωπον έχει δύο θελήσεις και δύο ενέργειες, με τη ανθρώπινη θέληση και ενέργεια να υποτάσσεται στη θεία, δίχως να εξαφανίζεται. Απεριόριστος στη θεία φύση του, δέχτηκε εθελοντικά και πρόθυμα τον περιορισμό του στην ανθρωπότητα, όπου δοκίμασε την πείνα, τη δίψα, την κούραση - και τελικά, το θάνατο. Η Ενσάρκωση είναι το σημαντικότερο δόγμα της Ορθοδοξίας γιατί χωρίς αυτή δεν μπορεί να υπάρξει Χριστιανισμός. Η Καινή Διαθήκη αναφέρει, «καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι•» Α'Ιωαν.4,3. Με την ενσάρκωσή του, ο Λόγος εξαγόρασε την ανθρωπότητα από το κράτος της φθοράς και του θανάτου χάρη στο ότι ο ίδιος ως άνθρωπος είναι ξένος προς την αμαρτία.
Το Άγιο πνεύμα είναι ένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας και υφίσταται ομοούσιο με τον Πατέρα και τον Υιό. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν τη βιβλική επαγγελία ότι το Άγιο Πνεύμα μεταδίδεται μέσω του Χρίσματος στο βάπτισμα (Πράξ.2,38). Η φύση της ορθόδοξης εκκλησίας κατανοείται ως Εκκλησία του τρισυπόστατου Θεού. Η Αγία Τριάδα είναι βάση και πηγή της ύπαρξης της Εκκλησίας και, υπό αυτήν την έννοια, η Εκκλησία είναι εικόνα και ομοίωση του Θεού.

Εικόνα του Ιησού Χριστού. Στην ορθόδοξη αγιογραφία, το κόκκινο χρώμα συμβολίζει τη θεότητα, ενώ το μπλε την ανθρωπότητα.[3]
Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, ως ενότητα της ζωής μαζί του, μιας ζωής εξαρτημένης από Αυτόν και υπό την εξουσία του. Η ίδια ιδέα εκφράζεται όταν αποκαλείται η Εκκλησία νύφη του Χριστού ή του Λόγου. Οι σχέσεις μεταξύ της νύφης και του γαμπρού (νυμφίου), γινόμενες αντιληπτές στην άφθαρτη πληρότητά τους, συνιστούν μια τέλεια ενότητα ζωής, μια ενότητα που διαφυλλάσει το δεδομένο της διαφορετικότητάς τους: είναι μια ένωση δύο οντοτήτων, η οποία δεν διαλύεται από τη διττότητα ούτε απορροφάται από την ενότητα. Η Εκκλησία, αν και είναι σώμα Χριστού, δεν είναι ο Χριστός – ο Θεάνθρωπος- επειδή είναι μόνο η ανθρώπινη φύση του. Είναι, όμως, η εν Χριστώ και δια Χριστόν ζωή. Ο Χριστός δεν είναι μόνο ένα θείο πρόσωπο. Δεδομένου ότι η ύπαρξή του είναι αδιάσπαστη από αυτήν της Αγίας Τριάδας, είναι ομοούσια με αυτήν του Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος. Εξ αυτού συνάγεται ότι η εν Χριστώ ζωή της Εκκλησίας είναι ζωή και εν Αγία Τριάδι. Το σώμα του Χριστού υφίσταται ως μέρος Του, και συνακόλουθα ως μέρος της Αγίας Τριάδας. Ο Χριστός είναι ο Υιός. Από αυτόν γνωρίζει ο πιστός τον Πατέρα, υιοθετείται από το Θεό, τον οποίο αποκαλεί «πατέρα του.»
Η αγάπη του Θεού, η αγάπη του Πατέρα για τον Υιό και αυτή του Υιού για τον Πατέρα, δεν είναι ένα απλό χαρακτηριστικό μιας σχέσης. Κατέχει η ίδια αυτόνομη ύπαρξη, είναι υποστατική. Η αγάπη του Θεού είναι το Άγιο Πνεύμα, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα στον Υιό. Ο Πατέρας φανερώνει την αγάπη του για το Υιό μέσω του Αγίου Πνεύματος, το οποίο αποτελεί την ενότητα της ζωής Πατέρα και Υιού. Και το ίδιο το Πνεύμα, που είναι η αγάπη των δύο Προσώπων, σύμφωνα με την ίδια τη φύση της αγάπης, άγει, την προσωπική του ύπαρξή έξω από τον Πατέρα και τον Υιό.
Η Εκκλησία, στην ιδιότητά της ως σώμα Χριστού, που ζει με τη ζωή του Χριστού, είναι εξ αυτού του γεγονότος η περιοχή όπου το Άγιο Πνεύμα υπάρχει και δρα. Η Εκκλησία είναι ζωή υπό το Άγιο Πνεύμα, επειδή είναι το σώμα του Χριστού.
Η ουσία αυτού του δόγματος αποκαλύπτεται στην ιστορική εκδήλωσή του. Η Εκκλησία είναι το έργο της Ενσάρκωσης του Χριστού, είναι η ίδια η Ενσάρκωση. Ο Θεός λαμβάνει για τον εαυτό του την ανθρώπινη φύση, και η ανθρώπινη φύση υπολαμβάνει τη θεότητα: είναι η θεοποίηση της ανθρώπινης φύσης, αποτέλεσμα της ένωσης των δύο φύσεων στο Χριστό. Αλλά την ίδια στιγμή το έργο της αφομοίωσης της ανθρωπότητας στο σώμα του Χριστού δεν ολοκληρώνεται δυνάμει της Ενσάρκωσης μόνο, ή ακόμα από την Ανάσταση. Αυτό το έργο χρειάστηκε την αποστολή του Αγίου Πνεύματος, την Πεντηκοστή, η οποία ήταν η πραγμάτωση της εκκλησίας. Το Άγιο Πνεύμα, υπό μορφή πύρινων γλωσσών, επισκέφθηκε τον κόσμο και στάθηκε πάνω στους Αποστόλους. Η κοινότητα των δώδεκα Αποστόλων με προκαθημένη τη Θεοτόκο, αντιπροσωπεύει το σύνολο της ανθρωπότητας. Οι πύρινες γλώσσες παρέμειναν στον κόσμο και διαμόρφωσαν το θησαυρό των δωρεών του Αγίου Πνεύματος που ενυπάρχουν στην Εκκλησία.

Ορθόδοξη Εσχατολογία και Σωτηριολογία


Η Θεοτόκος αποτελεί το βασικότερο ανθρώπινο πρόσωπο της ορθόδοξης θεολογίας, εμφανίζεται ως η διάμεσος μεταξύ Θεού και ανθρώπου, αιτία αναδημιουργίας του ανθρώπου και ανακαίνισης της κτίσης.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας η παρούσα ζωή είναι ο δρόμος που οδηγεί στην αιωνιότητα: «η αγωνιζομένη Εκκλησία» που μετασχηματίζεται σε «θριαμβέυουσα Εκκλησία.» Η εσχατολογία της Ορθοδοξίας δεν αφαιρεί την αξία της παρούσας ζωής, αλλά η αντίληψη της λαμβάνει μια νέα, ανώτερη αιτιολόγηση. Ο πρώιμος χριστιανισμός είναι μέτοχος ενός έντονου συναισθήματος του κοντινού και αναπόφευκτου τέλους. Εκείνη η προσδοκία του άμεσου τέλους εξαφανίζεται φυσικά κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Αυτή η ιδέα έχει αντικατασταθεί από την προσδοκία της γρήγορης λήξης της επίγειας ζωής διά του θανάτου και της δίκαιης ανταπόδοσης των πεπραγμένων. Συγχρόνως έχει αναπτυχθεί στο Χριστιανισμό, και ειδικότερα στον ορθόδοξο κόσμο, μία ιδιάζουσα ευλάβεια για το θάνατο. Το νεκρό σώμα γίνεται αντιληπτό ως σπόρος της επερχόμενης ανάστασης (αναζωογόνησης), και το ίδιο το τελετουργικό του ενταφιασμού θεωρούμενο από ορισμένους αρχαίους συγγραφείς ως ένα μυστήριο, προσευχή για το νεκρό, εγκαθιστά μια σύνδεση μεταξύ αυτού και του άλλου κόσμου.
Η σωτηρία ξεκινά με τη Μετάνοια, το Βάπτισμα και τη λήψη των δωρεών του Αγίου Πνεύματος διά του Χρίσματος. Η Μετάνοια προϋποθέτει την αλλαγή της αντίληψης του ανθρώπου για τη ζωή του, την εγκατάλειψη του παλαιού τρόπου ζωής και την εισδοχή σε ένα νέο με άξονα τη διδασκαλία του Ιησού. Το Βάπτισμα σημαίνει την νέκρωση του παλιού ανθρώπου και την αναγέννησή του απολαμβάνοντας την ενότητα με το Χριστό. Και το να λάβει τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος συνίσταται στο να λάβει το Πνεύμα, το οποίο τον καθιστά ικανό να εισέλθει στη νέα εν Χριστώ ζωή, γαλουχούμενος μέσα στην Εκκλησία, ώστε να προσαρμοστεί στην εικόνα του Θεού.
Η σωτηρία απαιτεί πίστη στον Ιησού Χριστό. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να σωθούν από τις καλές πράξεις τους. Η σωτηρία είναι «πίστη εργαζόμενη μέσω της αγάπης.» Είναι μια συνεχής, ισόβια διαδικασία. Δεδομένη, από τη μία πλευρά, γιατί εκχωρήθηκε στο ανθρώπινο γένος μέσω του θανάτου και της Ανάστασης του Ιησού. Πρέπει όμως να κατακτηθεί γιατί ο πιστός «σώζεται» από την ενεργό συμμετοχή του μέσω της πίστης του στην ένωσή του με το Χριστό διά του Αγίου Πνεύματος.
Ο τελευταίος στόχος του ορθόδοξου Χριστιανού είναι να επιτύχει τη θέωση, την ένωση με το Θεό, βασικό χαρακτηριστικό κορυφαίων αγίων μορφών της Εκκλησίας. Αυτό εκφράζεται μερικές φορές με το απόφθεγμα: «Ο Θεός έγινε άνθρωπος ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να γίνει Θεός.»
Η δογματική τοποθέτηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας σχετικά με την χιλιετία που αναφέρει η Αποκάλυψη του Ιωάννη (20:1-6) είναι αχιλιαστική. Ο Αχιλιασμός (νεώτερος όρος που επινοήθηκε για να χαρακτηρίσει αυτή τη διδασκαλία) διδάσκει ότι η Βασιλεία του Θεού δεν θα εδραιωθεί με φυσικό τρόπο στη γη μέσω κάποιας χιλιετούς επίγειας διακυβέρνησης, αλλά ότι
  • ο Ιησούς Χριστός είναι παρών βασιλεύοντας από τον ουρανό, καθισμένος «εκ δεξιών» του Πατρός
  • ότι ο Χριστός είναι και θα παραμείνει με την χριστιανική Εκκλησία μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, όπως υποσχέθηκε κατά την Ανάληψη,
  • ότι η (συμβολική) χιλιετία έχει αρχίσει με την Πεντηκοστή, όπως φαίνεται από την επιστολή του αποστόλου Πέτρου, στην οποία χρησιμοποιείται η προφητεία του Ιωήλ για τον ερχομό της βασιλείας, για να καταδειχθεί τι συνέβαινε,
  • και ότι γι' αυτό, η χριστιανική Εκκλησία και η διάδοση του ευαγγελίου είναι η βασιλεία του Χριστού.
Πάντως κατά τους τέσσερις πρώτους αιώνες, ο Χιλιασμός ήταν διαδεδομένος σε Ανατολή και Δύση, παρότι ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, συζητώντας τις δικές του προ-χιλιαστικές απόψεις στο έργο του «Διάλογος με τον Εβραίο Τρύφωνα» στο κεφ. 110, παρατήρησε ότι αυτές δεν ήταν απαραίτητες στους Χριστιανούς:
«Παραδέχτηκα προηγουμένως ότι εγώ και πολλοί άλλοι είμαστε αυτής της γνώμης, και (πιστεύω) ότι κάτι τέτοιο θα λάβει χώρα, όπως βέβαια γνωρίζεις. Αλλά από την άλλη, σου κοινοποίησα ότι πολλοί που ανήκουν στην αγνή κι ευσεβή πίστη, και είναι αληθινοί Χριστιανοί, σκέφτονται αλλιώς».[1]
Αρκετές εκκλησιαστικές σύνοδοι αλλά και εξέχουσες φυσιογνωμίες του χριστιανικού χώρου, όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Ευσέβιος, και ιδιαίτερα ο Αυγουστίνος, κ.ά., ασχολήθηκαν με το χιλιασμό και την καταδίκη του. Τελικά ο Χιλιασμός καταδικάστηκε ως αίρεση τον 4ο αι. μ.Χ. από την Εκκλησία, η οποία στη Σύνοδο της Νικαίας συμπεριέλαβε στο «Σύμβολο της Πίστεως» τη φράση «οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος», ώστε να αποκλείσει την ιδέα μιας βασιλείας του Θεού που θα διαρκούσε κυριολεκτικώς για 1000 χρόνια. Παρά την πίστη μερικών συγγραφέων στον Χιλιασμό, επρόκειτο για μια περιορισμένη μειοψηφία μέσα στην σχεδόν καθολική καταδίκη του δόγματος αυτού. (Βλ. και λήμμα Χιλιασμός).

Χριστιανικές αιρέσεις

Αίρεση, σύμφωνα με την Oρθόδοξη χριστιανική θεώρηση, είναι κάθε παρέκκλιση από την καθιερωμένη και επίσημη διδασκαλία της Χριστιανικής θρησκείας από ένα ή και περισσότερα μέλη της Εκκλησίας. Σύντομα μετά την ίδρυσή της χριστιανικής Εκκλησίας, εμφανίστηκαν πολλά διαφορετικά δόγματα τα οποία αμφισβήτησαν την αυθεντικότητα διδασκαλιών σχετικά με την τριαδολογία, τη χριστολογία, την σωτηριολογία και την εκκλησιολογία. Τέτοια δόγματα ήταν ή είναι: ο Γνωστικισμός, ο Μοναρχιανισμός, ο Αρειανισμός, ο Απολιναρισμός, ο Νεστοριανισμός, ο Μονοφυσιτισμός, ο Πελαγιανισμός, ο Μονοθελητισμός, ο Μονοενεργητισμός, ο Παυλικιανισμός, η Εικονομαχία, οι Βογόμιλοι, ο Εβιωνιτισμός, ο Μανιχαϊσμός, ο Σαβελλιανισμός κ.λπ τα οποία και θεωρήθηκαν αιρέσεις από την Ορθόδοξη εκκλησία.

Η Ζ' Συνδιάσκεψη Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Ιερών Μητροπόλεων για θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας, που συνήλθε (Αλίαρτος 20-26.9.1995) υπό την προεδρία του τότε Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας (και μεταγενέστερα Αρχιεπισκόπου Αθηνών) κ. Ιερωνύμου, ασχολήθηκε με τις ποικίλες πνευματικές και κοσμοθεωριακές ομάδες και τάσεις καθώς και με τις νεοφανείς αιρέσεις και παραθρησκευτικές ομάδες. Επίσης κατάρτισε έναν κατάλογο με πάνω από 420 σύγχρονες "σέκτες" και εξωχριστιανικές ομάδες οι οποίες είναι αιρετικές σύμφωνα με την Ορθόδοξη εκκλησία αλλά και σύμφωνα με την πλειοψηφία του Χριστιανισμού γενικότερα. [2]

Πηγές της Ορθόδοξης χριστανικής πίστης: Αγία Γραφή και Ιερά Παράδοση

Η διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας προέρχεται από δύο πηγές: την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, μέσω της οποίας ερμηνεύεται η Αγία Γραφή.
Σε αντίθεση με τον Προτεσταντισμό, που στηρίζεται γενικά μόνο στην Αγία Γραφή ως αποκλειστική και έσχατη δογματική αρχή (sola scriptura) η Ορθοδοξία βασίζεται στην Ιερά Παράδοση, ένα ευρύ όρο που περιλαμβάνει τη Βίβλο, τα διατάγματα των επτά Οικουμενικών Συνόδων, τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, καθώς επίσης τους ιερούς κανόνες των τοπικών Συνόδων, τα λειτουργικά κείμενα και άλλες πρωτοχριστιανικές ή νεότερες πηγές. Η πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Παράδοση στηρίζεται στο λόγο του Παύλου: «Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι' ἐπιστολῆς ἡμῶν.» Β’Θεσ.2.15. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει ότι το Άγιο Πνεύμα εργάζεται μέσα στην ιστορία προκειμένου να αποκαλύψει την αλήθεια στα μέλη της Εκκλησίας, αναδεικνύοντας τη δογματική ορθότητα έναντι της πλάνης.
Όσον αφορά την Αγία Γραφή η Ορθοδοξία αποδέχεται ως ορθή ερμηνεία αυτή στην οποία υπάρχει συμφωνία των εκκλησιαστικών Πατέρων. Εδώ υφίσταται μία νοητή γραμμή, που ξεκινά από την Αποστολική Παράδοση και Γραμματεία και εξελίσσεται μέσω των Πατέρων αρχαίων, νεότερων και σύγχρονων (για τους Ορθοδόξους το Άγιο Πνεύμα, ως ακατάπαυστα δρών μέσα στην Εκκλησία, προσφέρει συνεχώς αυθεντικούς και φωτισμένους ερμηνευτές). Εκείνοι που διαφώνησαν με την κοινή πατερική γραμμή δεν έγιναν αποδεκτοί ως αυθεντικοί «Πατέρες.» Όλες οι θεολογικές έννοιες πρέπει να είναι σύμφωνες με αυτή τη γραμμή ερμηνείας. Ακόμη και εκείνοι που θεωρούνται γνήσιοι Πατέρες μπορούν να έχουν μερικές μη κοινά αποδεκτές θεολογικές απόψεις (θεολογούμενες), που δεν είναι, μολαταύτα, πραγματικά αιρετικές. Κατά συνέπεια ένας Ορθόδοξος Χριστιανός δεν είναι αναγκασμένος να συμφωνήσει με κάθε άποψη κάθε Πατέρα, αλλά μάλλον με τη γενική πατερική γραμμή, και έπειτα μόνο σχετικά με εκείνα τα θέματα για τα οποία η Εκκλησία έχει εκφέρει δογματικό λόγο.

Τα Μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Τα Ιερά Μυστήρια, οι αγιαστικές δηλαδή πράξεις, που σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία είναι ορατά σημεία μέσω των οποίων μεταδίδεται η αόρατη χάρη του Αγίου Πνεύματος, δεν έχουν συγκεκριμένο αριθμό. Από αυτά όμως, ως βασικότερα, ξεχωρίζουν επτά, χωρισμένα σε δύο ομάδες, οι οποίες υποδιαιρούνται σε δύο υποομάδες η κάθε μία. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει τα υποχρεωτικά Μυστήρια, σε αυτά που ο άνθρωπος οφείλει να συμμετέχει ώστε να νοείται ως μέλος της Εκκλησίας. Τα Μυστήρια χωρίζονται σε επαναλαμβανόμενα και μη επαναλαμβανόμενα.
  • Υποχρεωτικά:
Μη επαναλαμβανόμενα:
    • Βάπτισμα
    • Χρίσμα
Επαναλαμβανόμενα:
    • Θεία Ευχαριστία
    • Εξομολόγηση
  • Προαιρετικά:
Μη επαναλαμβανόμενα:
    • Ιερωσύνη
Επαναλαμβανόμενα:
    • Γάμος
    • Ευχέλαιο

Ορθόδοξη Λειτουργική

Τα Ιερά Βιβλία

  1. Το Ευαγγέλιο. Περιέχει περικοπές από τα 4 Ευαγγέλια (Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά, Ιωάννου).
  2. Ο Απόστολος. Περιέχει περικοπές από τις Πράξεις και από τις Επιστολές των Αποστόλων.
  3. Το Ωρολόγιο. Περιέχει τις τακτικές ακολουθίες που τελούνται καθημερινά, τα απολυτίκια και κοντάκια όλου του έτους καθώς και άλλες περιστασιακές ακολουθίες.
  4. Τα 12 Μηναία. Περιέχουν τους ύμνους των ακολουθιών του Εσπερινού και του Όρθρου όλων των ακίνητων εορτών.
  5. Το Τριώδιο. Περιέχει τους ύμνους που ψάλλονται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι το Μεγάλο Σάββατο.
  6. Το Πεντηκοστάριο. Περιέχει τους ύμνους των ακολουθιών του Εσπερινού και του Όρθρου που τελούνται από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των Αγίων Πάντων.
  7. Η Παρακλητική. Περιέχει τους ύμνους των ακολουθιών του Εσπερινού, του Μεσονυκτικού και του Όρθρου, για οκτώ εβδομάδες, μία για κάθε ήχο της Βυζαντινής Μουσικής.
  8. Το Ψαλτήριο. Περιέχει τους 150 ψαλμούς του Δαυίδ και τις 9 ωδές της ακολουθίας του Όρθρου.
  9. Το Ευχολόγιο. Περιέχει περιστασιακές ευχές, δεήσεις και τελετουργικές ακολουθίες.
  10. Το Τυπικό. Περιέχει σαφείς οδηγίες για την τάξη με την οποία πρέπει να γίνονται οι ιερές ακολουθίες.

Τα Ιερά Σκεύη

  • 1. Το Άγιο Ποτήριον. Χρυσό ή ασημένιο και πλούσια διακοσμημένο ποτήρι, μέσα από τον οποία γίνεται η Θεία Κοινωνία – Μετάληψη.
  • 2. Ο Άγιος Δίσκος. Επάνω στον οποίο ο Ιερέας μεταφέρει τον άγιο Άρτο από την Προσκομιδή στην Αγία Τράπεζα.
  • 3. Ο Αστερίσκος. Κυρτός χρυσός ή ασημένιος σταυρός που τοποθετείται επάνω στον Άγιο Δίσκο.
  • 4. Η Λόγχη. Μικρό μαχαίρι σε σχήμα λόγχης, με το οποίο κόβεται το πρόσφορο. Συμβολίζει την λόγχη που κέντησε το πλευρό του Εσταυρωμένου Χριστού.
  • 5. Η Λαβίδα. Το κουταλάκι με το οποίο γίνεται η Θεία Κοινωνία.
  • 6. Ο Αέρας. Τετράγωνο μεταξωτό και χρυσοκέντητο κάλυμμα, με το οποίο σκεπάζονται τα Τίμια Δώρα.
  • 7. Ο Σπόγγος. Χρησιμοποιείται από τον Ιερέα για το καθάρισμα του Αγίου Δίσκου. Συμβολίζει τον σπόγγο με τον οποίο ο Ρωμαίος στρατιώτης πότισε τον Εσταυρωμένο Χριστό νερό και ξύδι.
  • 8. Το Ζέον. Μικρό δοχείο μέσα στο οποίο ζεσταίνεται το νερό που χύνεται στο Άγιο Ποτήριο.
  • 9. Το Θυμιατήριο. Μετάλλινο δοχείο, κρεμασμένο από τέσσερις αλυσίδες, που κάθε μία τους έχει κατά διαστήματα τρία κουδουνάκια. Μέσα σ’ αυτό καίγεται το θυμίαμα.
  • 10. Το Μυροδοχείο. Ασημένιο ή γυάλινο μικρό δοχείο, που περιέχει το Άγιο Μύρο με το οποίο μυρώνουν τα βρέφη.
  • 11. Τα Εξαπτέρυγα. Στρογγυλές ανάγλυφες εικόνες από ξύλο ή μέταλλο επιχρυσωμένο ή επαργυρωμένο. Έχουν γύρω – γύρω έξι πτέρυγες και συμβολίζουν τους αγγέλους. Φέρονται πάνω σε ψηλά κοντάρια.
  • 12. Οι Ιερές Σημαίες ή τα Λάβαρα. Από βαρύτιμο ύφασμα με εικόνες, ζωγραφιστές ή κεντημένες. Στις εκκλησιαστικές πομπές προπορεύονται, μαζί με τα Εξαπτέρυγα, τον Τίμιο Σταυρό και τις Άγιες Εικόνες.
  • 13. Ο Επιτάφιος. Μεταξωτό παραλληλόγραμμο ύφασμα με κρόσσια, επάνω στο οποίο είναι κεντημένη ή ζωγραφισμένη η σκηνή της ταφής του Κυρίου.
  • 14. Η Κολυμβήθρα. Μεγάλο χάλκινο δοχείο, μέσα στο οποίο γίνεται η Βάπτιση.
  • 15. Ο Τίμιος Σταυρός. Ανάγλυφη παράσταση του Εσταυρωμένου από ξύλο ή μέταλλο επιχρυσωμένο ή επαργυρωμένο. Φέρεται πάνω σε ψηλό κοντάρι και συνοδεύεται από τα Εξαπτέρυγα.
Στα Ιερά Σκεύη συγκαταλέγονται και τα Εικονίσματα, τα Κανδήλια, οι Πολυέλαιοι, οι Καμπάνες κ.λπ.

Τα Ιερά Άμφια

  • A. Επισκοπικά Άμφια:
A.1. Το στιχάριο. Εσωτερικό φόρεμα με στενά μανίκια και μακρύ ως τα πόδια.
A.2. Τα επιμάνικα. Στενά χρυσοκέντητα μανικέτια που προσαρμόζονται στην άκρη των μανικιών του στιχαρίου.
A.3. Το επιτραχήλιο (πετραχήλι). Στενόμακρο χρυσοποίκιλτο ύφασμα που φοριέται γύρω από τον λαιμό και φτάνει ως τα πόδια.
A.4. Η ζώνη. Χρυσοκέντητη ή ασημοκέντητη ζώνη, που φοριέται στην μέση, πάνω από το στιχάριο.
A.5. Ο σάκκος. Ευρύχωρο χρυσοκέντητο άμφιο με κοντά μανίκια και μακρύ ως τα γόνατα.
A.6. Το ωμοφόριον. Μακρόστενο βαρύτιμο ύφασμα με χρυσοκέντητους ή ασημοκέντητους σταυρούς που φοριέται επάνω στους ώμους.
A.7. Η μίτρα. Μεγαλοπρεπές κάλυμμα της κεφαλής από βελούδο, κεντημένο με χρυσάφι και ασήμι και διακοσμημένο με τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών και με πολύτιμους λίθους.
A.8. Ο σταυρός και το εγκόλπιο (Με εικόνα του Χριστού ή της Παναγίας). Είναι ολόχρυσα, στολισμένα με πολύτιμους λίθους και κρέμονται με χρυσή αλυσίδα ως το στήθος.
A.9. Το επιγονάτιο. Ύφασμα σε σχήμα ρόμβου, με κρόσσια και κεντημένο με σταυρούς. Κρέμεται από τη ζώνη και φθάνει ως το δεξί γόνατο.
A.10. Η ποιμαντορική ράβδος (πατερίτσα). Ψηλή ράβδος από πολύτιμο μέταλλο, σύμβολο της αρχιερατικής εξουσίας. Στην κορυφή έχει δύο αντιμέτωπες κεφαλές φιδιών με τον σταυρό στην μέση.
A.11. Το επανωκαλύμμαυχο. Μαύρο λεπτό ύφασμα που φορεί ο επίσκοπος πάνω από το καλυμμαύχι του.
  • B. Άμφια Ιερέως:
B.1. Στιχάριο.
B.2. Ζώνη
B.3. Επιμάνικα
B.4. Επιτραχήλιο (σε όχι τόσο βαρύτιμη κατασκευή, όπως τα επισκοπικά)
B.5. Επιγονάτιο [μόνο οι Ιερείς που έχουν τον τίτλο του οικονόμου]
B.6. Το φαιλόνιο. Είναι εξωτερικό άμφιο, σαν παλτό χωρίς μανίκια. Φθάνει ως τα πόδια, είναι μπροστά ανοιχτό από την μέση ως κάτω και στο επάνω μέρος έχει άνοιγμα για να περνάει το κεφάλι. Είναι από πολύχρωμο μεταξωτό ύφασμα με σταυρούς και χρυσά σιρίτια.
Β.7. Το επανωκαλύμμαυχο. Μαύρο λεπτό ύφασμα που φορεί ο άγαμος πρεσβύτερος πάνω από το καλυμμαύχι του.
  • Γ. Άμφια του Διακόνου:
Γ.1. Στιχάριο.
Γ.2. Το οράριο. Στενό και μακρύ ύφασμα, στολισμένο με σταυρούς και με κρόσσια.
Γ.3. Το επανωκαλύμμαυχο. Μαύρο λεπτό ύφασμα που φορεί ο άγαμος διάκονος πάνω από το καλυμμαύχι του.

Η Ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας


Σόλιδος του Ιουστινιανού Β´, με απεικόνιση του Χριστού Παντοκράτορα
Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε αρχικά στο ελληνόφωνο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Παύλος και οι άλλοι Απόστολοι ταξίδεψαν σε όλη την Αυτοκρατορία, ιδρύοντας Εκκλησίες σε σημαντικές πόλεις, με τις πρώτες χριστιανικές κοινότητες να εμφανίζονται στην Αντιόχεια, την Αλεξάνδρεια και την Ιερουσαλήμ, και έπειτα στα δύο πολιτικά κέντρα, αυτά της Ρώμης και της Νέας Ρώμης - Κωνσταντινούπολης.

Η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη απετέλεσε κέντρο της Ορθοδοξίας καθ' όλη τη διάρκεια της Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η ορθόδοξη πίστη για την καθιέρωση αποστολικής διαδοχής διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην άποψη της Εκκλησίας για το καθήκον της ως συνεχιστή της παράδοσης αυτής και υπερασπιστή της χριστιανικής κοινότητας. Οι συστηματικοί διωγμοί των Χριστιανών σταμάτησαν το 313 όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος εξέδωσε το Διάταγμα των Μεδιολάνων. Από εδώ και πέρα, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας άσκησε σε διάφορους βαθμούς την επιρροή του μέσα στην Εκκλησία. Αυτό περιλάμβανε τη σύγκληση Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων για την επίλυση θεολογικών διαφορών και την καθιέρωση του δόγματος της Εκκλησίας. Μερικές φορές Πατριάρχες (ιδιαίτερα της Κωνσταντινούπολης) καθαιρέθηκαν από Αυτοκράτορες, ιδιαίτερα όταν οι δεύτεροι συντάχθηκαν με τους εικονοκλάστες κατά τις εικονομαχικές έριδες του όγδοου και ένατου αιώνα.
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι, που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του 325 και του 787 μ.Χ., απέδωσαν για τους Ορθοδόξους την οριστική ερμηνεία του χριστιανικού δόγματος.
Ο Ορθόδοξος χριστιανικός πολιτισμός έφθασε στη χρυσή εποχή του κατά την περίοδο της ακμής της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και συνέχισε να ακμάζει στη Ρωσία, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Πολυάριθμες αυτοκέφαλες Εκκλησίες δημιουργήθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη και τις σλαβικές χώρες.

Η Εκκλησία των Επτά Οικουμενικών Συνόδων

Ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Χριστιανικής Εκκλησίας στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325. Εάν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επρόκειτο να γίνει μια χριστιανική αυτοκρατορία, ο Κωνσταντίνος επιθυμούσε να βασίζεται ακλόνητα στην ορθόδοξη πίστη και ήταν ευθύνη της Συνόδου της Νίκαιας να διαμορφώσει το περιεχόμενο αυτής της πίστης. Τίποτα δε θα μπορούσε να απεικονίσει ακριβέστερα τη νέα σχέση μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αυτής της Συνόδου, στην οποία προήδρευσε ο Αυτοκράτορας. Η εν Νικαία ήταν η πρώτη των επτά Οικουμενικών Συνόδων, που και αυτές, όπως και η πόλη του Κωνσταντίνου, κατέχουν κεντρική θέση στην ιστορία της Ορθοδοξίας.
Η ζωή της Εκκλησίας κατά την πρωτοβυζαντινή και μέση βυζαντινή περίοδο κυριαρχείται από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους. Αυτές οι Σύνοδοι εκπλήρωσαν ένα διπλό στόχο. Κατ' αρχήν, ξεκαθάρισαν και διευθέτησαν την ορατή οργάνωση της Εκκλησίας, θεσμοθετώντας την Πενταρχία των παλαίφατων Πατριαρχείων και αποδίδοντάς τους τη θεσμική τους θέση. Αφετέρου καθόρισαν μια για πάντα τη διδασκαλία της Εκκλησίας επάνω στα θεμελιώδη δόγματα της χριστιανικής πίστης — Τριαδολογία και Χριστολογία. Όλοι οι Χριστιανοί συμφωνούν στην εκτίμηση αυτών των εννοιών ως «μυστηρίων» που βρίσκονται πέρα από την ανθρώπινες δυνατότητες έκφρασης και κατανόησης. Οι επίσκοποι, όταν συνέταξαν τους κανόνες των Συνόδων, δεν φαντάζονταν ότι είχαν εξηγήσει το μυστήριο, επιδίωξαν μόνο να αποκλείσουν ορισμένους λαθεμένους τρόπους εξήγησής του. Για να αποτρέψουν τους πιστούς από την παρέκκλιση στην πλάνη και την αίρεση, προστάτεψαν απαγορευτικά τα μυστήρια.
Οι συνομιλίες κατά τη διάρκεια των Συνόδων, ακόμα και όταν εμφανίζονται πολύ θεωρητικές και απόμακρες, εμπνέονταν από έναν πολύ πρακτικό σκοπό: τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, κατά τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης, χωρίζεται από το Θεό εξ αιτίας της αμαρτίας, και δεν μπορεί μέσω των δικών του προσπαθειών να υπερκεράσει το εμπόδιο του χωρισμού, που η αμαρτωλότητά του έχει δημιουργήσει. Ο Θεός επομένως λαμβάνει την πρωτοβουλία: Γίνεται άνθρωπος και ανασταίνεται από τους νεκρούς, απαλλάσσοντας με αυτόν τον τρόπο την ανθρωπότητα από τη δουλεία της αμαρτίας και του θανάτου. Αυτό είναι το κεντρικό μήνυμα της χριστιανικής πίστης, και αυτό το μήνυμα της απολύτρωσης οι Σύνοδοι προσπάθησαν να προστατέψουν. Οι αιρέσεις ήταν επικίνδυνες και όφειλαν να καταδικαστούν, επειδή έφθειραν τη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης, εγείροντας μία ερκάνη μεταξύ Θεού και ανθρώπου, και καθιστώντας έτσι αδύνατο για τον άνθρωπο να επιτύχει τη σωτηρία.

Εικονομαχικές έριδες

Αντικείμενο της μεγαλύτερης θρησκευτικής διαμάχης σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής ιστορίας υπήρξε η απόδοση τιμής προς τις ιερές εικόνες, εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, που βρίσκονταν στις εκκλησίες και σε ιδιωτικούς οίκους. Οι εικονοκλάστες ή εικονομάχοι αντιτίθεντο σε οποιαδήποτε μορφή θρησκευτικής τέχνης απεικόνιζε ανθρώπινα όντα ή το Θεό και απαιτούσαν την καταστροφή των εικόνων. Η αντίπαλη παράταξη των εικονολατρών υπεράσπιζε σθεναρά τη θέση των εικόνων στη ζωή της Εκκλησίας. Η διαμάχη δεν ήταν απλά μια σύγκρουση δύο διάφορων αντιλήψεων της χριστιανικής τέχνης αλλά και μία ευρύτερη αντίθεση σχετικά με την ανθρώπινη φύση του Ιησού και το νόημα της λύτρωσης του ανθρώπινου γένους.

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας ως θέμα της λαϊκής βυζαντινής εικονογραφίας
Οι εικονοκλάστες πιθανότατα επηρεάστηκαν από εβραϊκές και μουσουλμανικές αντιλήψεις για τη θρησκευτική απεικόνιση, και είναι χαρακτηριστικό ότι τρία έτη πριν το πρώτο ξέσπασμα της εικονομαχίας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο μουσουλμάνος χαλίφης Γιεζίντ διέταξε την αφαίρεση όλων των εικόνων από την επικράτειά του. Αλλά η εικονομαχία δεν εισήχθη απλά από το εξωτερικό. Μέσα στο χριστιανισμό υπήρχε πάντα μια ακραία συντηρητική προοπτική, η οποία καταδίκαζε τις εικόνες επειδή διέκρινε σε αυτές μία λανθάνουσα ειδωλολατρία. Όταν οι αυτοκράτορες της δυναστείας των Ισαύρων επιτέθηκαν στις εικόνες, βρήκαν αφθονία πηγών υποστήριξης εντός της εκκλησιαστικής γραμματείας. Χαρακτηριστική αυτής της συντηρητικής άποψης είναι η δράση του Αγίου Επιφανίου Σαλαμίνος (315 - 403), ο οποίος, όταν ανακάλυψε ένα ύφασμα με τη μορφή του Χριστού στην εκκλησία ενός χωριού της Παλαιστίνης, αγανακτισμένος το έσκισε. Αυτή η αντίληψη ήταν πάντα ισχυρή στη Μικρά Ασία και μερικοί υποστηρίζουν πως η απόρριψη των εικόνων ήταν μία ασιατική αντίδραση στο ελληνικό πνεύμα. Αλλά δύσκολα γίνεται αποδεκτή μια τέτοια άποψη. Περισσότερο τείνει να αντιμετωπιστεί ως ένα ρήγμα μέσα στην ελληνική παράδοση.
Οι εικονομαχικές έριδες, που διήρκεσαν περίπου 120 χρόνια χωρίζονται σε δύο φάσεις. Η πρώτη περίοδος ξεκινά το 726 όταν ο Αυτοκράτορας Λέων Γ’ άρχισε την επίθεσή του ενάντια στις εικόνες, και τελείωσε το 780 όταν η Αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία ανέστειλε τη δίωξη. Η θέσεις των εικονολατρών υποστηρίχτηκαν από την έβδομη Οικουμενική Σύνοδο το 787, η οποία έλαβε χώρα στη Νίκαια της Βιθυνίας. Η Σύνοδος διακήρυξε την απόδοση τιμής στο εικονιζόμενο πρόσωπο και τη διατήρηση των εικόνων με την περιβολή του ίδιου σεβασμού που απονέμονταν στο Ευαγγέλιο και το Σταυρό. Μια νέα επίθεση στις εικόνες άρχισε από τον Αυτοκράτορα Λέοντα Ε' τον Αρμένιο στα 815 και συνεχίστηκε μέχρι τα 843 όταν επανεγκαταστάθηκαν οι εικόνες, αυτή τη φορά οριστικά, από μια άλλη Αυτοκράτειρα, τη Θεοδώρα. Η τελική ύψωση των ιερών εικόνων το 843 είναι γνωστή ως θρίαμβος της Ορθοδοξίας, και τιμάται την Κυριακή της Ορθοδοξίας, την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων


Οι Θεσσαλονικείς αυτάδελφοι Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος με την επινόηση του γλαγολιτικού αλφαβήτου έγιναν αίτιοι της απαρχής της ευρύτερης σλαβικής γραμματείας.
Γεγονός ιδιαίτερης σπουδαιότητας για την Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε η μεταστροφή των Σλάβων στο Χριστιανισμό με τη δράση των Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου. Η αποστολή τους εντάσσονταν στη γενικότερη ιεραποστολική προσπάθεια του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου του Μεγάλου, που κατανοώντας τη δυναμική που θα προσέδιδε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ο προσεταιρισμός των βόρειων σλαβικών φυλών, εκπόνησε μία γενικότερη εκπολιτιστική προσπάθεια, χρησιμοποιώντας τους δύο αδελφούς, λόγω του ότι κατείχαν τη σλαβονική γλώσσα καθώς και αξιόλογη θεολογική μόρφωση.
Η αρχική τους προσέγγιση με τους Καυκάσιους Χαζάρους δεν απέδωσε αποτελέσματα οπότε και στράφηκαν στους Μοραβούς. Στη Μοραβία αρχικά αντιμετωπίστηκαν ευμενώς από τον πρίγκιπα Ροσιστλάβο και εκπόνησαν ένα νέο αλφάβητο βασισμένο στο ελληνικό, το Γλαγολιτικό ή Κυριλλικό, προκειμένου να μεταφράσουν στα σλαβικά έργα της χριστιανικής γραμματείας. Η δράση τους ενόχλησε τους Γερμανούς ιεραποστόλους και οδήγησε σε δίωξη τους και καταφυγή τους στη Ρώμη αποζητώντας την προστασία του Πάπα. Ο Πάπας τους δικαίωσε αλλά ο Κύριλλος, ήδη καταβεβλημένος, πέθανε στη Ρώμη και το βάρος της συνέχισης της ιεραποστολής μετατέθηκε στο Μεθόδιο. Ο Μεθόδιος, αφού χειροτονήθηκε επίσκοπος, επέστρεψε στη Μοραβία και δημιούργησε γύρω του μία ομάδα ιεραποστόλων, η οποία, όμως, μετά το θάνατό του (885) και παρά τη θέση του Επισκόπου Ρώμης υπέρ του εκδιώχθηκε από τη χώρα.
Συνεχιστής του έργου τους αναδείχτηκε ο Κλήμης Αχρίδος, του οποίου η δράση έφερε αποτέλεσμα στους Βουλγάρους με τη βάπτιση του ηγεμόνα τους Τσάρου Βόρις στα 869.
Το 891 βαπτίζεται και ο ηγεμόνας των Σέρβων πρίγκιπας Μούτιμιρ, οπότε ταυτόχρονα το σερβικό κράτος μετατρέπεται σε χριστιανικό. Στη Ρωσία (τότε Κράτος των Ρως) ο Χριστιανισμός υιοθετήθηκε αρχικά από τη βασίλισσα Όλγα το 955, η πλέον όμως καθοριστική καμπή για τη χώρα ήταν η απόφαση του εγγονού της Όλγας, Μεγάλου Πρίγκιπα Βλαδίμηρου του Κιέβου, για θεσμοθέτηση της χριστιανικής ομολογίας ως επίσημης θρησκείας του κράτους το 988, επηρεασμένος από την άποψη μεγαλείου, που του μετέφεραν οι απεσταλμένοι του από την Κωνσταντινούπολη.
Η βουλγαρική Εκκλησία αναγνωρίστηκε ως Πατριαρχείο από την Κωνσταντινούπολη το 945, η σερβική το 1346 και η ρωσική το 1589.

Το Σχίσμα του 1054

Κύριο λήμμα: Σχίσμα του 1054
Το σχίσμα των Εκκλησιών ανατολής και δύσης ήταν αποτέλεσμα μίας μακράς σειράς επεισοδίων, που ως κατάληξη είχαν την ανταλλαγή αναθεμάτων μεταξύ του Πατριάρχη Μιχαήλ Η' Κηρουλάριου και του Πάπας Λέοντος ΙΕ' το 1054.
Το παλαιό δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχε περιέλθει οριστικά στους Φράγκους, οι οποίοι από την εποχή του Καρλομάγνου κατέβαλαν προσπάθειες εκφραγκισμού της Ρωμαϊκής Πατριαρχικής Έδρας. Η προσπάθεια αυτή κατέληξε στην παύση εκλογής ρωμαϊκής καταγωγής Παπών και την ανάληψη του Θρόνου από Φράγκους επισκόπους. Η θεολογική σκέψη των Φράγκων καθοδηγούνταν από τις αρχές περί διττής εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και μη αποδοχής των αποφάσεων της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, όπως αυτές είχαν περάσει από τις Συνόδους του Καρλομάγνου. Η μνημόνευση του Επισκόπου Ρώμης στα δίπτυχα των άλλων εκκλησιών φαίνεται να διακόπτεται από την εκλογή στη θέση αυτή του Σεργίου Δ’, όταν αυτός περιέλαβε στην ενθρονιστήρια συστατική του επιστολή το Filioque.
Η αλλαγή της κυριαρχίας στη Ρωμαϊκή Έδρα έφερε στην επιφάνεια διαφορές στη θεολογική κατανόηση λεπτών δογματικών θεμάτων, την έννοια της παράδοσης, τη λειτουργική πρακτική, αλλά και πολιτικές αντιπαραθέσεις με βαθύτερο σκοπό την επικυριαρχία στους σλαβογενείς λαούς. Μετά από πολλά προειδοποιητικά συμπτώματα, η τελική ρήξη ήρθε το 1054, όταν αντηλλάγησαν οι αφορισμοί μεταξύ των δύο προκαθημένων. Είχαν υπάρξει αμοιβαίοι αφορισμοί και στο παρελθόν αλλά δεν είχαν οδηγήσει ποτέ σε μόνιμα σχίσματα. Προϊόντος του χρόνου φάνηκαν κάποιες δυνατότητες συμφιλίωσης, αλλά το ρήγμα διευρύνθηκε όταν οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την πρωτεύουσα του Ρωμαϊκού βασιλείου και έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, την Κωνσταντινούπολη, το 1204, αλλά και όταν εκμεταλλευόμενοι τη στρατιωτική αδυναμία της Αυτοκρατορίας προσπάθησαν να τη σύρουν σε μία εκκλησιαστική ένωση με ταπεινωτικούς όρους, όπως στις Συνόδους της Λυώνος (1274) και της Φερράρας - Φλωρεντίας (1439).

r
Αναπαράσταση των κυρίων δογμάτων του Χριστιανισμού.[4][5] Δεν αποτελεί εξαντλητική αναπαράσταση.



Ο Ορθόδοξος κόσμος υπό οθωμανική κυριαρχία

Η οριστική κατάκτηση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς, με την άλωση της Κωνσταντινούπολης στα 1453, οδήγησε όλο τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο των Βαλκανίων και της Ανατολής υπό την κυριαρχία ενός αλλόθρησκου εξουσιαστή. Από αυτή τη μοίρα διέφυγε μόνο η Ρωσική Αυτοκρατορία, η οποία σε αυτή την περίοδο, λόγω της υψηλής πνευματικότητας που αναπτύσσεται από μεγάλες εκκλησιαστικές και λογοτεχνικές μορφές θα ονομαστεί Αγία Ρωσία.
Οι Οθωμανοί, εντούτοις, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Κορανίου, κατέτασσαν τους Χριστιανούς, όπως και τους Ιουδαίους, στις θρησκείες της Βίβλου, θρησκείες δηλαδή αληθινές αλλά ατελείς. Αυτό παρείχε στους Χριστιανούς κάποια δικαιώματα. Συνεπώς, υπό τον όρο ότι Χριστιανοί υπόκειντο στην εξουσία του χαλιφάτου και της μουσουλμανικής πολιτικής κυβέρνησης και καταβάλλοντας τους δεδομένους φόρους, απελάμβαναν σχετική θρησκευτική ανοχή. Στην πραγματικότητα, οι Χριστιανοί μεταβλήθηκαν σε ιδιαίτερη κοινότητα - μιλέτ, το Ρουμ μιλέτ ή Ρωμαϊκό γένος, που υπό την κυριαρχία του Ισλάμ απελάμβανε μία ορισμένη εσωτερική αυτονομία.
Τον Ιανουάριο του 1454 ο Σουλτάνος επέτρεψε την εκλογή νέου Οικουμενικού Πατριάρχη, που επρόκειτο να γίνει ηγέτης – Γενάρχης ολόκληρου του χριστιανικού πληθυσμού, με δικαιώματα διαχείρισης της φορολογίας και δράσης ως δικαστικής αρχής για όλους τους Χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ως συνέπεια της μη διάκρισης του Κορανίου σε φυλές αλλά σε θρησκείες). Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο του νέου συστήματος, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως έλαβε αυξημένα προνόμια και η αρμοδιότητά του επεκτάθηκε και γεωγραφικά και ουσιαστικά: αφ' ενός, μέσω των προνομίων που του χορηγήθηκαν από το Σουλτάνο, θα μπορούσε ουσιαστικά να αγνοήσει τους άλλους ορθόδοξους Πατριάρχες, και, αφ' ετέρου, η δύναμή του έπαψε να είναι καθαρώς κανονική και πνευματική, γενόμενη επίσης και πολιτική. Για τους υπόδουλους Έλληνες, εμφανίστηκε όχι μόνο ως διάδοχος των βυζαντινών Πατριαρχών αλλά και ως κληρονόμος των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων. Για τους Οθωμανούς, ήταν ο ανώτερος και άμεσα υπόλογος διοικητής του Ρουμ μιλιέτ.
Στην πραγματικότητα όλα αυτά τα δικαιώματα και τα προνόμια, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της λατρείας και της θρησκευτικής οργάνωσης, σπάνια αντιστοιχούσαν στην πραγματικότητα. Τα νομικά προνόμια του Πατριάρχη και της Εκκλησίας εξαρτώντο, ουσιαστικά, από τη διάθεση και τον οίκτο του Σουλτάνου και της Υψηλής Πύλης, ενώ όλοι οι Χριστιανοί αντιμετωπίζονταν ως υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας. Υπήρχαν συχνά μαζικές διώξεις Χριστιανών, το περίφημο παιδομάζωμα, απαγόρευση ανέγερσης ή συντήρησης ναών, καθώς και ύπαρξης κωδωνοστασίων. Όπως αναφέρει ο ιστορικός Steven Runciman, η συμφωνία μεταξύ του πατριάρχη Γενάδιου και του σουλτάνου "σύντομα αποδείχτηκε περισσότερο αποτελεσματική στα χαρτιά παρά στην πράξη". Ειδικά μετά τον 17ο αι. που άρχισε η αποκέντρωση της εξουσίας, οι Έλληνες υπήκοοι της αυτοκρατορίας δεν ένοιωθαν ποτέ ασφαλείς.[6]
Η ένωση της Φλωρεντίας, ήδη καταδικασμένη από τη λαϊκή πλειονοψηφία των Ορθοδόξων, πέρασε σε οριστική αχρησία με την άλωση της Κωνσταντινούπολης και την ανάδειξη Πατριαρχών από την ανθενωτική μερίδα. Το 1484 η Πατριαρχική Σύνοδος την καταδίκασε και επίσημα. Όμως ούτε ο Σουλτάνος δεν ήταν ευνοϊκός στη συνέχιση των πολιτικών δεσμών με τη δυτική χριστιανοσύνη, φοβούμενος πιθανή σταυροφορία για την απελευθέρωση των χριστιανών υπηκόων του. Πλέον ο πνευματικός διάλογος με τη δύση έγινε αδύνατος και σε αυτό οφείλεται η απουσία της Ορθοδοξίας από σημαντικές εκκλησιαστικές και πνευματικές κινήσεις της περιόδου. Μέσω της λειτουργικής λατρείας και της παραδοσιακής πνευματικότητας των μοναστηριών, η ορθόδοξη πίστη συντηρήθηκε στην παλαιά ρωμαϊκή επικράτεια. Όσο αφορά στην ευρύτερη εκκλησιαστική παιδεία και διανόηση ξεχωρίζουν λαϊκοί ιεροκήρυκες όπως ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός αλλά και συγγραφείς όπως ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Βενιαμίν ο Λέσβιος και Πατριάρχες σαν το διαφωτιστή Κύριλλο Λούκαρη.

Οι εθνικές εκκλησίες των Βαλκανίων

Ο εθνικισμός, που αναπτύχθηκε ως κίνημα τον 18ο αιώνα, επηρέασε και την τουρκοκρατούμενη βαλκανική χερσόνησο με την αρχική διεκδίκηση εκκλησιαστικής αυτονομίας των εθνοτήτων από το εκκλησιαστικό κέντρο της Κωνσταντινούπολης.
Στη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής όλες οι παλαιές αυτοκέφαλες εκκλησίες, αποδυναμωμένες, είχαν μετατραπεί σε Μητροπόλεις υπαγόμενες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Επιπλέον, εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όλες οι χριστιανικές βαλκανικές φυλές έτειναν να εξελληνισθούν (εκρωμαϊσθούν), τουλάχιστον σε επίπεδο γλώσσας και παιδείας, αλλά και ευρύτερα με παραδείγματα εθνικών κοινοτήτων πλήρως εξελληνισμένων.
Αυτή η τάση εξελληνισμού και απώλειας της εθνικής συνείδησης οδήγησε ορισμένους λόγιους να εκινήσουν προσπάθειες εθνικής αφύπνισης των μη ελληνικών εθνοτικών ομάδων της αυτοκρατορίας. Παράδειγμα αυτής της κίνησης είναι η δράση του Βούλγαρου μοναχού Παϊσίου Χιλανδαρινού, ο οποίος στα 1762 συνέγραψε τη «Σλαβοβουλγαρική Ιστορία», προσπαθώντας να δώσει ένα ιστορικό σύγγραμμα στο βουλγαρικό λαό, προκειμένου να τονίσει την ιστορικότητά του και την εθνική του αυθυπαρξία.
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η συνακόλουθη δημιουργία ελληνικού κράτους δημιούργησε το ερώτημα για την εκκλησιαστική διοίκησή του. Η πλέον προβεβλημένη άποψη ήταν αυτή της απόδοσης αυτοκεφαλίας στην ελλαδική Εκκλησία, σκέψη που προκαλούσε την αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ως κύριος εκφραστής της ιδέας της αυτοκεφαλίας προέβαλλε ο λόγιος κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης, του οποίου τις απόψεις υιοθετώντας η Αντιβασιλεία προέβη στην ανακήρυξη της Εκκλησίας της Ελλάδος ως αυτοκέφαλης το 1833. Η πράξη αυτή καταδικάστηκε από το Φανάρι κηρύσωντας σχισματική την ελλαδική σύνοδο. Τελικά το 1850 το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θεωρώντας ως αντικανονική την προηγούμενη κατάσταση, απέδωσε με ειδικό Τόμο στην Εκκλησία της Ελλάδος το αυτοκέφαλο.
Παράλληλα με αυτά τα γεγονότα, οξυνόταν και η διεκδίκηση άλλων λαών για εκκλησιαστική αυτονομία. Ειδικότερα τις δεκαετίες του 1840 και του 1850 τα κινήματα των Βουλγάρων εθνικιστών προβάλλουν έντονα αυτό το αίτημα με διάφορες προσπάθειες, που θα καταλήξουν στην ίδρυση, με απόφαση του Σουλτάνου, της Βουλγαρικής Εξαρχίας στα 1870 ως αντιπάλου δέους στον Οικουμενικό Θρόνο.
Η προσυλητιστική δράση της Βουλγαρικής Εξαρχίας προς ελληνόφωνους και σλαβόφωνους πληθυσμούς οδήγησε στον αφορισμό της από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τη σύγκληση Μείζονος Συνόδου το 1872, η οποία καταδίκασε τον εθνοφυλετισμό ως αίρεση εντός της Εκκλησίας. Βασικό χαρακτηριστικό των εκκλησιαστικών κινημάτων του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα ήταν η σύνδεσή τους με αλυτρωτικές εθνικές βλέψεις. Το βουλγαρικό σχίσμα θα λήξει το 1946 με αίτηση συγχωρήσεως των Βουλγάρων προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και απόδοση κανονικής αυτοκεφαλίας.
Με πιο ανώδυνο τρόπο και τα άλλα βαλκανικά έθνη, που ήδη είχαν συγκροτήσει ανεξάρτητα κράτη, εισήλθαν στο καθεστώς της αυτοκέφαλης εκκλησιαστικής διοίκησης. Έτσι στα 1879 εκδόθηκε Πατριαρχικός Τόμος για την Εκκλησία της Σερβίας, στα 1885 για την Εκκλησία της Ρουμανίας, στα 1924 για την πολωνική Εκκλησία και στα 1937 για την Εκκλησία της Αλβανίας.

Η Oρθοδοξία στον 20ο αιώνα


Ο Βυζαντινός δικέφαλος αετός υπεράνω των θυρών του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Κυρίαρχο εκκλησιαστικό σύμβολο της Ορθοδοξίας.
Η πορεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον 20ο αιώνα επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την άνοδο και την πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού στη Ρωσική Αυτοκρατορία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Η αρνητική θέση των ολοκληρωτικών σοσιαλιστικών κυβερνήσεων έναντι της θρησκείας έφερε τις κατά τόπους Εκκλησίες σε θέση διωκομένου περιορίζοντας την ποιμαντική τους δράση, αποκόπτοντας μεγάλα τμήματα του λαού από τις τάξεις τους μέσω των κατασταλτικών μηχανισμών, της αντιθρησκευτικής νομοθεσίας και της προπαγάνδας ενώ στο σύνολό τους αυτές οι κυβερνήσεις προέβησαν σε κλιμακούμενης έντασης διώξεις των λειτουργών των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης της Ε.Σ.Σ.Δ. η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρήθηκε σαν θεσμός στήριξης του παλαιού μοναρχικού καθεστώτος και αντίθετος με τις αρχές του μαρξιστικού κράτους. Έως και την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Εκκλησία της Ρωσίας και των άλλων σοβιετικών δημοκρατιών υπέστη σφοδρή πολεμική, η οποία εντάθηκε την περίοδο της κυριαρχίας του Ιωσήφ Στάλιν.
Οι εκτοπίσεις, οι εκτελέσεις, οι εγκλεισμοί σε ψυχιατρικές κλινικές Ορθοδόξων ιερέων και ιεραρχών εντάσσονταν στη συνήθη πρακτική του προπολεμικού σοβιετικού καθεστώτος. Ακόμη, συχνά φαινόμενα ήταν το κλείσιμο, η καταστροφή και η αλλαγή της χρήσης Ι. Ναών.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτέλεσε σημείο καμπής στη σχέση της τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με το σοβιετικό κράτος. Η βοήθεια, που προσέφερε η Εκκλησία στην αμυντική προσπάθεια της Ε.Σ.Σ.Δ. είχε ως αποτέλεσμα τη χαλάρωση της κρατικής πολεμικής εναντίον της. Αν και μέχρι τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ο κρατικός μηχανισμός διατηρούσε αρνητική στάση απέναντι στην Εκκλησία και γενικότερα στην έκφραση θρησκευτικότητας, η οργανωτική δομή του Πατριαρχείου Μόσχας ενισχύθηκε με σκοπό την προς τα έξω ανάδειξη της θρησκευτικής ανεκτικότητας αλλά και τη χρησιμοποίησή του ως αντίβαρου στην ενίσχυση από τη δυτική συμμαχία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η επικράτηση ολοκληρωτικών καθεστώτων σοβιετικού τύπου στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης οδήγησε σε παρόμοιες μορφές διώξεων με αυτές που υπέστη η Εκκλησία στην Ε.Σ.Σ.Δ. και τις άλλες ομόδοξες τοπικές Εκκλησίες.
Στη χειρότερη θέση βρέθηκε η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας. Οι παρεμβάσεις του αλβανικού κράτους οδήγησαν σταδιακά στην εξάρθρωση του εκκλησιαστικού οργανισμού με μαζικές φυλακίσεις και εκτοπίσεις στελεχών του. Ειδικότερα από το 1967, όταν με συνταγματική ρήτρα στη Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας απαγορεύθηκε η οποιαδήποτε έκφραση θρησκευτικής πίστης και λατρείας, δημοσίας ή ιδιωτικής, οι διώξεις έλαβαν μορφή εντατική οδηγώντας έως το 1990 σε διάλυση και αφανισμό κάθε πρότερη οργανωμένη εκκλησιαστική παρουσία.
Η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού το 1989 - 1990 έδωσε νέα δυναμική στις Ορθόδοξες Εκκλησίες των ανατολικών χωρών και τις επανέφερε στο κέντρο της κοινωνικής ζωής από το αναγκαστικό περιθώριο.
Ένα πρόσθετο πρόβλημα, που προέκυψε από την παραμονή των Ορθοδόξων Εκκλησιών υπό κομμουνιστικά καθεστώτα ήταν η δημιουργία εκκλησιαστικών διοικήσεων της διασποράς με μέλη πολίτες, που βρέθηκαν εκτός των χωρών τους σε αντίδραση προς την εκεί πολιτική κατάσταση. Η έλλειψη κοινής διοικητικής υπαγωγής αυτών των οργανισμών προκάλεσε διάφορα προβλήματα κανονικής κυρίως φύσης. Στη μετακομμουνιστική εποχή γίνονται κινήσεις προσέγγισης με σκοπό την υπαγωγή των εκκλησιαστικών οργανισμών της διασποράς σε κανονικές διοικήσεις τοπικών Εκκλησιών και Πατριαρχείων.
Μέσα στον 20ο αιώνα αναπτύχθηκε και η Οικουμενική Κίνηση, η προσπάθεια διαλόγου δηλαδή μεταξύ των χριστιανικών ομολογιών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μετείχε στην Οικουμενική Κίνηση από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής της και συντέλεσε στη διάπλαση και περαιτέρω εξέλιξή της. Άλλωστε η Ορθόδοξη Εκκλησία θεώρησε πως εξαιτίας του οικουμενικού πνεύματος που τη διακρίνει, κατά τη διάρκεια της ιστορίας, πάντοτε αγωνίστηκε για την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας. Γι’ αυτό και η ορθόδοξη συμμετοχή στην Οικουμενική Κίνηση δεν λογίστηκε καθόλου ξένη προς τη φύση και την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αποτελεσε για αυτήν έκφραση της αρχαίας αποστολικής πίστης μέσα σε νέες ιστορικές συνθήκες και την αντιμετώπιση νέων υπαρξιακών αιτημάτων.

Διάρθρωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας

«Τους Επισκόπους εκάστου Έθνους ειδέναι χρη τον εν αυτοίς πρώτον και ηγείσθαι αυτόν ως κεφαλήν» [ΛΔ’ Αποστολικός Κανών]
Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία περιλαμβάνει :
  • Α. Τέσσερα (4) Αρχαία ή Πρεσβυγενή Πατριαρχεία:
1. Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως («Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης») με έδρα την Κωνσταντινούπολη.
2. Πατριαρχείο Αλεξανδρείας («Πάπας και Πατριάρχης της Μεγάλης πόλεως Αλεξανδρείας, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αιθιοπίας και πάσης Αφρικής, Πατήρ Πατέρων, Ποιμήν Ποιμένων, Αρχιερεύς Αρχιερέων, τρίτος και δέκατος των Αποστόλων και Κριτής της Οικουμένης») με έδρα την Αλεξάνδρεια.
3. Πατριαρχείο Αντιοχείας («Πατριάρχης της Μεγάλης Θεουπόλεως Αντιοχείας, Συρίας, Αραβίας, Κιλικίας, Ιβηρίας τε και Μεσοποταμίας και πάσης Ανατολής») με έδρα τη Δαμασκό.
4. Πατριαρχείο Ιεροσολύμων («Πατριάρχης της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης, Συρίας, Αραβίας, πέραν του Ιορδάνου, Κανά της Γαλιλαίας και Αγίας Σιών») με έδρα τα Ιεροσόλυμα.
  • Β. Πέντε (5) Νεώτερα Πατριαρχεία:
1. Πατριαρχείο Ρωσίας («Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας») με έδρα τη Μόσχα.
2. Πατριαρχείο Σερβίας («Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Καρλοβικίου και Πατριάρχης των Σέρβων») με έδρα το Βελιγράδι.
3. Πατριαρχείο Ρουμανίας («Αρχιεπίσκοπος Βουκουρεστίου, Μητροπολίτης Μουντένια και Δοβρουτζάς και Πατριάρχης Ρουμανίας») με έδρα το Βουκουρέστι.
4. Πατριαρχείο Βουλγαρίας («Μητροπολίτης Σόφιας και Πατριάρχης πάσης Βουλγαρίας») με έδρα τη Σόφια.
5. Πατριαρχείο Γεωργίας («Αρχιεπίσκοπος Μιτσχέτης και Τιφλίδος και Καθολικός Πατριάρχης πάσης Γεωργίας») με έδρα την Τιφλίδα.
2. Εκκλησία της Κύπρου («Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου») με έδρα τη Λευκωσία.
3. Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας («Μητροπολίτης Βαρσοβίας και πάσης Πολωνίας») με έδρα την Βαρσοβία.
4. Εκκλησία της Αλβανίας («Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας») με έδρα τα Τίρανα.
5. Εκκλησία της Τσεχίας και Σλοβακίας («Μητροπολίτης πάσης Τσεχίας και Σλοβακίας») με εναλλασσόμενη έδρα.
* Δ. Αυτόνομες Εκκλησίες:
1. Φινλανδίας («Αρχιεπίσκοπος Καρελίας και πάσης Φιλανδίας»)
2. Εσθονίας («Μητροπολίτης Εσθονίας»)
3. Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος («Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, Μητροπολίτης Σκοπίων και Έξαρχος του Πατριάρχη Σερβίας») με έδρα την Αχρίδα. Διώκεται από την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ. Η αυτονομία της έχει χορηγηθεί από το Πατριαρχείο Σερβίας.
  • Υπό την άμεση δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου τελούν:
1. Η Αρχιεπισκοπή Κρήτης.
2. Οι Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου.
3. Οι Μητροπόλεις της Κρήτης.
4. Η Αρχιεπισκοπή Αμερικής.
5. Η Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας.
6. Η Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρεττανίας.
7. Η Μητρόπολις Γαλλίας.
8. Η Μητρόπολις Γερμανίας.
9. Η Μητρόπολις Αυστρίας.
10. Η Μητρόπολις Σουηδίας.
11. Η Μητρόπολις Βελγίου.
12. Η Μητρόπολις Νέας Ζηλανδίας.
13. Η Μητρόπολις Ελβετίας.
14. Η Μητρόπολις Ιταλίας.
15. Η Μητρόπολις Τορόντο.
16. Η Μητρόπολις Παναμά.
17. Η Μητρόπολις Μπουένος Άιρες.
18. Η Μητρόπολις Χονγκ Κονγκ.
19. Η Μητρόπολις Σιγκαπούρης.
20. Η Μητρόπολις Κορέας.
21. Η Μητρόπολις Ισπανίας και Πορτογαλίας.
ενώ ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχει και άμεση δικαιοδοσία: α) στην νήσο Πάτμο (Πατριαρχική Εξαρχία – Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου), β) στην Μοναστική Πολιτεία του Αγίου Όρους, γ) στη Σταυροπηγιακή μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας στη Χαλκιδική και δ) στη Σταυροπηγιακή μονή των Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη.
Η Διοίκηση των Μητροπόλεων των «Νέων Χωρών» στην Ήπειρο, Μακεδονία και Δυτική Θράκη ασκείται προσωρινά «επιτροπικώς» από την Εκκλησία της Ελλάδος, σύμφωνα με την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
Σημειωτέον ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει κοινό διοικητικό κέντρο. Όλες οι Εκκλησίες θεωρούνται ίσης αξίας, φέρουσες μόνο “πρεσβεία λειτουργικής τιμής”. Η ενότητά της στηρίζεται στην "Κοινωνία Αγάπης" μεταξύ των Προκαθημένων και την αναγνώριση που λαμβάνουν, με "Ειρηνικές Επιστολές", από τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, βάσει της κανονικότητας της εκλογής τους από την Ιερά Σύνοδο της τοπικής Εκκλησίας που ανήκουν.

Τα ονόματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει χρησιμοποιήσει ή έχει αναφερθεί με τα εξής ονόματα:
  • Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού
  • Ορθόδοξη, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία

Βλέπε επίσης

Παραπομπές


  • Σύνταγμα hellenicparliament.gr
  • Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ agiosnikolaosglyfadas.gr
  • Αγιογραφίες 14dim-iliou.att.sch.gr
  • «Religion Flow Chart: Christianity». Faiths and Freedoms: Religious Diversity in New York City. Macaulay Honors College at CUNY. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2015.
  • «Branches of Chrisitianity». Waupun Area School District. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2015.

  • Βιβλιογραφία

    Πρωτοχριστιανισμός και Ορθοδοξία
    • Δογματική και Συμβολική Θεολογία, Τόμος Β’, Ματσούκας Ν., Πουρναράς, 1992
    • Αιρέσεις και Θεολογικές τάσεις στον Αρχέγονο Χριστιανισμό (στο ΒΒ αρ.6, σ. 445-470), Βασιλειάδης Π., Πουρναράς, 1988
    • Ορθοδοξία και Αίρεση, Ματσούκας Ν., Πουρναράς, 1992
    • Το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, Τόμος Α', Αγουρίδης Σ., Πουρναράς, 2005
    • The Anchor Bible Dictionary, λήμμα: Jesus, Freedman, D. N., Doubleday: New York, 1996, c1992
    • History of the Christian church, Vol.I (Chapter II: JESUS CHRIST, Chapter III: THE APOSTOLIC AGE), Schaff, P., & Schaff, D. S., 1997
    Ο Ορθόδοξος κόσμος υπό οθωμανική κυριαρχία
    • Mάχη Παΐζη-Aποστολοπούλου, Δημήτρης Γ. Aποστολόπουλος, «H Oρθόδοξη Eκκλησία στην Oθωμανική Aυτοκρατορία 1770–1821» Iστορία του Nέου Eλληνισμού 1700–2000, τ. 2, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2003, σελ. 283–296.
    • Δημήτρης Γ. Aποστολόπουλος, «Eκκλησία στην Tουρκοκρατία», Iστορία των Eλλήνων, τ. 8: O Eλληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (1453–1821), Aθήνα (2006), σ. 170–193 (β΄έκδ. Aθήνα 2006), τ. 10, σελ. 212–241

    Εξωτερικοί σύνδεσμοι


    Comments

    Popular posts from this blog

    Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ

    ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Η ΕΝ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΑΣΑ Α.Π. 673 ‘Εν ‘Αχαρναῖς τῆ 15/28.6.2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΗΜΟΥΣΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ Προλογικόν-Εἰσαγωγικόν τῆς Ὀρθοδόξου Πνοῆς ΣΥΝΕΚΛΗΘΗ ΤΗΝ 15ην ΙΟΥΛΙΟΥ 2014 ΕΟΡΤΗΝ ΤΩΝ ΑΓ. ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΗΣ Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ Ι. ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Τήν Τρίτην 15ην Ἰουλίου, καθ' ἥν ἡ Ἐκκλησία ἐτίμησε τήν μνήμην τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἰουλίτης καί Κηρύκου, ἦγεν τά ὀνομαστήριά του καί ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κήρυκος. Τήν πρωίαν εἰς τόν Μητροπολιτικόν ἱερόν Ναόν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἰς Κορωπίον Ἀττικῆς, ἐγένετο πανηγυρικόν θεῖον Συλλείτουργον, κατά δέ τό ἑσπέρας τῆς ἰδίας ἡμέρας συνῆλθεν, ἡ ἐνδημοῦσα Ἱερά Σύνοδος, ἡ ὁποία ἔχουσα ὡς κύριον θέμα τό βαρύτατον ἔργον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί μέ δεδομένην τήν ὑπό τῶν συγχρόνων ὀργανωμένων κέντρων τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀλλεπαλλήλους σκευωρίας κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐμελέτησε καί κατεπόνησεν σχέδιον ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΩΣ-ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ, τό ὁποῖον ὡς ἐπίσημον κείμενον τῆς ἱερᾶς Συνόδου θά τεθῆ δημοσίως ὑπ' ὄψιν πρός ἅπαντας καί πρωτίστως πρός τόν πιστόν Λαόν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οἱ Σεβασμιώτατοι Μητροπολῖται τῆς ἐν Ἑλλάδι Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆ κ. Κήρυκος, Λαρίσης καί Τυρνάβου κ. Ἀμφιλόχιος καί τῆς ἐν Κύπρω Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Κιτίου κ. Παρθένιος, παρισταμένου καί συμμετέχοντος καί τοῦ Αἰδεσιμωτάτου π. Μιχαήλ Ἰωάννου, καθώς καί μοναχῶν καί θεολόγων, συνεδριάσαντες τήν 15ην Ἰουλίου 2014 εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης εἰς Κορωπίον Ἀττικῆς, ὡς ἡ ἐνδημοῦσα Ἱ.Σ. τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπελήφθησαν τῆς συγχρόνου ἀποκαλυπτικῆς ἐποχῆς καί ἰδιαιτέρως, τῶν ἀφ' ἑνός εὐρυτέρων παρατηρουμένων ἐκδηλώσεων τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ἀφ' ἑτέρου τῶν παραλλήλως ἰδίων παρατηρουμένων τάσεων καί ἐκδηλώσεων τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ τοιούτου! Ἐπί τούτοις ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν καί τό ἄκρως ἀνησυχητικόν φαινόμενον, καθ' ὅ ἡ συντριπτική πλειοψηφία καί τῶν φερομένων ὡς Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν δέν γνωρίζει καί δέν συνειδητοποιεῖ τήν Ὀρθοδοξίαν οὔτε ἐνδιαφέρεται νά μάθη καί ἁπλῶς μόνον θρησκεύει, ὅπως ὅλοι οἱ ὀπαδοί ὅλων τῶν θρησκειῶν! Τό κείμενον εἶναι ἐκτενές ἀλλά ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέρον ἀπ' ἀρχῆ μέχρι τέλους. ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΗΜΟΥΣΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ Α.Π. 673 Ἐν Ἀθήναις τῆ 15/28.6.2014 Πατέρες καί ἀδελφοί, Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά, «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», ἵνα εἰς τάς ἐσχάτας ταύτας ἡμέρας, Χάριτι Χριστοῦ, ὁμολογήσωμεν τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν καί ὁμολογίαν τῶν ἀπ' ἀρχῆ Ἁγίων Πατέρων μέχρι καί τῶν πρό ἡμῶν καί παραδώσωμεν ταύτην εἰς τάς ἐπερχομένας γενεάς ἀμήν, Γένοιτο. Πατέρες καί ἀδελφοί ἐν Χριστῶ, πιστά μέλη τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τά πρῶτα καί βασικά ΔΟΓΜΑΤΑ τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως διετυπώθησαν, ὡμολογήθησαν καί ἐκηρύχθησαν ἐν Ἁγίω Πνεύματι, διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων καί ἰδιαιτέρως διά τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τά ὁποῖα ἰσχύουν εἰς τούς αἰῶνας, ἤτοι ἐν τῶ παρόντι καί τῶ μέλλοντι, εἶναι: 1ον Πιστεύω εἰς Ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα... 2ον Και εἰς Ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ... 3ον Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό Κύριον τό Ζωοποιόν, τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον... 4ον Καί εἰς μίαν Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν... και 5ον Ὁμολογῶ ἐν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Αὗται αἱ θεῖαι Δογματικαί ἀλήθειαι, ἤτοι τοῦ ἑνός καί Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ὁ ἱερώτατος θεσμός τῆς Μίας Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποίαν ἀπ' ἀρχῆ, ἤγουν ἀπό τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, συγκροτεῖ καί συνέχει ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὗται, λέγομεν, αἱ Θεῖαι ἀλήθειαι ἐπολεμήθησαν ἀπ' ἀρχῆ ἐν τῶ Προσώπω τοῦ Χριστοῦ, ὑπό τῶν πολλῶν ἀντιχρίστων αἱρετικῶν, διά τοῦτο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐν ταῖς Ἁγίαις Οἰκουμενικαῖς καί ὅλαις ταῖς Ὀρθοδόξοις Συνόδοις, καθοδηγούμενοι ὑπό τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ὑπό τοῦ δι' Αὐτῆς (τῆς Ἐκκλησίας) παρατεινομένου εἰς τούς αἰῶνας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀντιμετώπισαν τούς πολλούς ἀντιχρίστους αἱρετικούς, ἤδη ἀκόμη ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους! (Α΄ Ἰωάννου Β΄ 18 καί 22 καί δ΄ 1-3). Ὅλοι αὐτοί «οἱ πολλοί ἀντίχριστοι», πρωτίστως ἠθέλησαν καί ἐπεχείρησαν νά ἀμφισβητήσουν καί διαστρέψουν τήν ἀλήθειαν ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας, Κηρύξας, Σταυρωθείς καί ἀναστάς ΙΗΣΟΥΣ, εἶναι ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, εἶναι ὁ ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, κατά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ Πατρός! Τό μίσος ἀδιακρίτως ὅλων τῶν αἱρετικῶν κατά τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ δέν διεκόπη μέ τήν Σταύρωσιν, ἀλλ' ἀντιθέτως ἡ Ἀνάστασις τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τούς ἔκαμε νά τόν πολεμήσουν καί ἀναστάντα, διότι ἀκριβῶς εὑρίσκοντο καί ἐκινοῦντο εἰς τό σκότος τοῦ ἀντιχρίστου, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε ἐπαύσατο νά μεθοδεύη τήν ἀπάτην, ὅτι ὁ Χριστός δέν ἦτο ὁ προφητευμένος Μεσσίας-Σωτήρ, ἀλλά «θά ἔλθη»!!! Ἐντεῦθεν ξεκινᾶ κάθε αἱρετικός, τό ἀντίχριστον ἔργον τοῦ Διαβόλου, χωρίς νά κατανοῆ ὅτι ἔχει συντριβεῖ ὁ Πονηρός ἤ μᾶλλον θέλει νά διασκεδάζη τήν συντριβή του μέ τό νά πλανᾶ τούς ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ καί νά τούς ἀποκόπτη ἐκ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ!! Ἀπό τό 1054, ὅτε ὁ Παπισμός ἤδη εἶχεν βουτηχθεῖ εἰς τά αἱρετικά «πιστεύω» του, καί ἰδιαιτέρως ἐπί τοῦ Τριαδολογικοῦ Δόγματος, εἰς τήν συνέχειαν δέ, ἀφοῦ κατέλυσεν καί τό Ἐκκλησιολογικόν Δόγμα, μετατρέψας τήν ἀλήθειαν περί τοῦ μεγάλου Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἕν Πολιτικοθρησκευτικόν μέγεθος, ἔκτοτε, πέραν ὅλων τῶν ἄλλων αἱρέσεων, τάς ὁποίας ἐπενόησεν μέχρι καί τήν μωρίαν «περί τοῦ ἀλαθήτου» αὐτοῦ, δυνάμεθα νά εἴπωμεν ὅτι καταφανῶς ἀποτελεῖ τήν διαχρονικήν παρουσίαν τοῦ ἀντιχρίστου, ὁ ὁποῖος ἀπό τό 1054 ἐν τῶ Προσώπω τοῦ κάθε Πάπα ἀντιποιεῖται τήν Ἐκκλησίαν, καί ἑπομένως καί τόν Χριστόν, ἐσχάτως δέ μετά τῶν Προτεσταντῶν καί διά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί Ταύτην τήν «κατήργησεν» ὑπόσχεται δέ ὅτι θά τήν «ἐπανασυστήση»!!!... Ἀπό τήν ἀρχήν τοῦ 20ου αἰῶνος (1900 κ.ἑ.) καί ὀλίγον ἐνωρίτερον ἀκόμη(*), ὁ ἀντίχριστος Σιωνισμός διά τῆς Μασονίας καί τῆς αἱρεσιοβριθοῦς Δύσεως (Παπισμοῦ-Προτεσταντισμοῦ), συνέλαβεν καί ἐμεθόδευσεν ὅπως παντί τρόπω προσβάλη τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Τό γεγονός αὐτό ἐπεχείρησεν, κατά τήν ἐν λόγω περίοδον τῆς συμβολῆ καί ἡμετέρων ἐπιλησμόνων, ἐπιόρκων καί ἀναξίων Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων!!! Ἡ μεγαλυτέρα κατάρα εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας, καί κατά τήν περίοδον εἰς τήν ὁποίαν ἀναφερόμεθα καί πάντοτε δυστυχῶς, ἐστάθησαν οἱ ἐπίορκοι καί ἀνάξιοι ρασοφόροι περί τῶν ὁποίων ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος χαρακτηριστικῶς λέγει: «Οὐδένα δέδοικα ως τούς ἐπισκόπους, ἐκτός ὀλίγων»! Ναί! Αὐτοί διεδραμάτισαν τόν ρόλον τοῦ ἀντιχρίστου καί κατά τόν 20ον αἰῶνα καί τόν συνεχίζουν, ὥστε νά ἰσχύη ἀπολύτως καί σήμερον τό τοῦ ἁγ. Ἰωάννου: «Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί καί καθώς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται καί νῦν ἀντίχριστοι πολλοί γεγόνασι...» (Α΄ Ἰωάννου 2, 18). Καί «...πολλοί ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον. Ἐν τούτω γινώσκετε τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. πᾶν πνεῦμα ὅ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστί. καί πᾶν πνεῦμα ὅ μή ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι. καί τοῦτο ἐστί τό τοῦ ἀντιχρίστου, ὅ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται καί νῦν ἐν τῶ κόσμω ἐστίν ἤδη» (Αὐτόθι 4, 1-3). Καί ἐν τῆς Β΄ ἐπιστολῆ αὐτοῦ ἀναγινώσκομεν: «Ὅτι πολλοί πλάνοι εἰσῆλθον εἰς τόν κόσμον, οἱ μή ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστόν ἐρχόμενον ἐν σαρκί. οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καί ὁ ἀντίχριστος». (Β΄ Ἰωάννου 7). Εἶναι βέβαιον ὅτι ὅτε ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἔγραφεν τάς ἐπιστολάς αὐτάς, (κατά τό 85-95 μ.Χ.), ὑπῆρχον πολλοί οἱ ὁποῖοι ἠμφισβήτουν ὅτι ὁ Χριστός ἦτο ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός! Δηλαδή ὁ ἀντίχριστος ἐνεφανίσθη ἀπ' ἀρχῆ διά νά ἀμφισβητήση καί προσβάλη τό Πρόσωπον καί τό ἔργον τοῦ ἐνανθρωπήσαντος, κηρύξαντος, Σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Χριστοῦ καί ἑπομένως καί τό σωτηριῶδες ἔργον του, τό ὁποῖον ἀφῆκεν νά συνεχίζεται ἐν Ἁγίω Πνεύματι διά καί ἐν τῆς Ἐκκλησία Του. Κατανοουμένου καί βιουμένου τούτου εἶναι ἑπόμενον πᾶς Ὀρθόδοξος Χριστιανός καί ζῶν μέλος τῆς Ἐκκλησίας νά συνειδητοποιῆ ὅτι οἱ ἴδιοι ἀντίχριστοι τῆς ἀποστολικῆς ἐκείνης περιόδου, ἕως σήμερον, οὐδ' ἐπί στιγμήν ἐπαύσαντο νά μεθοδεύουν καί νά ἐπιχειροῦν ἀκριβῶς τό ἴδιον ἀντίχριστον ἔργον των, ὥστε νά εἶναι καταφανής ἡ διαχρονική συνεχής ἀντιπαράθεσίς των, κατά τοῦ Χριστοῦ καί πλέον εὐθέως καί κατά τῆς Ἐκκλησίας Του! Ὅλοι αὐτοί ἀντιπαρέρχονται ἤ καί ἀγνοοῦν τό γεγονός ὅτι τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ὡς Ἕναν Οὐράνιον καί ἐπίγειον Θεσμόν, τόν συγκροτεῖ καί τόν συνέχει Αὐτό τοῦτο τό Ἅγιον Πνεῦμα καί ὅτι ἐν Αὐτῆς παρατείνεται ὁ ἀναστάς Χριστός συνεχίζων τό σωτηριῶδες ἔργον του. Δι' αὐτό ἀκριβῶς σήμερον ὅλοι οἱ ἀντίχριστοι αἱρετικοί πολεμοῦν τήν Ἐκκλησίαν, διότι ἐφαντάσθησαν, ὅτι προσβάλλοντες Αὐτήν θά προσβάλουν ὅλην τήν ἀποκεκαλυμμένην ἀλήθειαν καί ὁλόκληρον τό σωτηριῶδες ἔργον τοῦ Χριστοῦ καί αὐτόν τόν Χριστόν! Ἡ μεγαλυτέρα δέ καί φοβερωτέρα ἐπίθεσίς των κατά τοῦ Χριστοῦ καί κατά τῆς Ἐκκλησίας Του εἰς τάς ἡμέρας μας, συντελεῖται διά τῶν Παλαιοημερολογιτικῶν σχισματοαιρέσεων, τάς ὁποίας οἱ ὠργανωμένοι αἱρετικοί προεκάλεσαν, καί μέ λύσσαν προκαλοῦν, ὡς μή δυνάμενοι νά προσβάλουν εὐθέως τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΠΕΛΘΟΝΤΑ 20όν ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 21ΟΝ ; Ἤδη ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ μόλις ἀπελθόντος 20ου αἰῶνος, Προτεστάνται, Παπικοί καί ἐπίορκοι Ὀρθόδοξοι, ὠργανωμένοι ἐδέχθησαν, ὡμολόγησαν καί διεκήρυξαν ἀπό κοινοῦ τό «δόγμα» τοῦ συγχρόνου ἀντιχρίστου Οἰκουμενισμοῦ, κατά τό ὁποῖον «μετά ἀπό τά διαχρονικῶς προκληθέντα πλεῖστα σχίσματα, πλέον δέν ὑπάρχει Αὑτή ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, διότι Αὕτη διεμελίσθη καί ἐσκορπίσθη δι' αὐτῶν εἰς πολλάς ἐπί μέρους «Ἐκκλησίας»! Ἑκάστη δέ ἐξ αὐτῶν τῶν πολλῶν Ἐκκλησιῶν ἔχει μόνον μέρος ἐκ τῆς ἀληθείας καί ὄχι τήν καθολικήν ἀλήθειαν». Δηλαδή πρωτίστως καί οὐσιωδῶς βλασφημεῖται ἡ μοναδικότης τῆς Ἐκκλησίας καί θεωροῦνται ὡς ἐπί μέρους «Ἐκκλησίαι» ὅλαι αἱ Σχισματοαιρέσεις! Ἑπομένως σαφῶς ἔχομεν πλήρη ἄρνησιν καί βλασφημίαν κατά τῆς Ἐκκλησίας! Πέραν τούτων λέγουν περαιτέρω ὅτι, «ἔχουμε καθῆκον νά ἑνωθοῦμε ὅλες οἱ Χριστιανικές Ἐκκλησίες, ὥστε διά τῆς ἑνώσεώς μας αὐτῆς, νά προκύψη πάλιν αὐτή ἡ διά τῶν Σχισμάτων ἀπωλεσθεῖσα μία Ἐκκλησία»!!! Καί ἐπάγονται: «Εἰς αὐτήν τήν ἕνωσιν δέν θά ληφθοῦν ὑπ' ὄψιν αἱ Δογματικαί διαφοραί, (δηλαδή αἱ αἱρέσεις), διότι αὗται χωρίζουν, ἀλλά θά γίνη μέ βάσιν τήν χριστιανικήν ἀγάπην, ἡ ὁποία ἐπιφέρει τήν ἑνότητα»!!! Αὐτοί πλέον διά τῶν ἀνωτέρω ἐσχάτων βλασφημιῶν των, εὐθέως καί ἀπροκαλύπτως κραυγάζουν ὅτι εἶναι πρόδρομοι τοῦ ἀναμενομένου ἀντιχρίστου μέ τό «σφράγισμα» κ.λπ.!!! Η ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΚΑΙ ΕΙΣΧΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΝ Αὕτη ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς γνωστόν, προέκυψεν καταφανῶς καί ἐπισήμως κατ' ἀρχάς τό 1920, διά τῆς ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΗΣ «Ἐγκυκλίου τῆς Πατριαρχικῆ Συνόδου τῆς Κων/λεως», ἐμεθοδεύθη δέ καί προωθήθη τό 1923 διά τοῦ λεγομένου «Πανορθοδόξου Συνεδρίου τῆς Κων/λεως», οὐσία ὅμως Μασονικοῦ-Οἰκουμενιστικοῦ, καί ἐπεβλήθη διά τῆς δικτατορικῶ τῶ τρόπω ἐπιβολῆ τοῦ Παπικοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου τό 1924, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου. Ἀπορεῖ καί ἐξίσταται κάθε Ὀρθόδοξος, πῶς ταῦτα ἀπετολμήθησαν κατά τό 1920-1924 ὑπό Πατριαρχῶν, Ἀρχιεπισκόπων καί Συνόδων, ὑποτίθεται Ὀρθοδόξων μέχρι τότε!!! Βεβαίως, κάθε ἄλλο παρά Ὀρθόδοξοι ἦσαν, δεδομένου ὅτι πρό πολλοῦ εἶχον διαφθαρεῖ ὑπό τῆς Παναιρετικῆς Δύσεως (Παπισμοῦ καί Προτεσταντισμοῦ) καί ἰδιαιτέρως ὑπό τῆς ἑβραιομασονίας, ἡ ὁποία κατηύθυνεν τά πράγματα ἀκόμη καί διά Μασόνων Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων!!! Εἶναι χαρακτηριστικόν ὅτι προκειμένου νά διατυπωθῆ, ἀποφασισθῆ καί ὑπογραφῆ ἡ περιβόητος παναιρετική «Συνοδική-Πατριαρχική Ἐγκύκλιος τοῦ 1920», προηγήθη μακρά κοινή προεργασία Παπικῶν Προτεσταντῶν καί Ὀρθοδόξων καί δή εἰς τόν χῶρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, καθ' ἥν διετυπώθησαν ἰδιαιτέρως σχέδια αὐτῆς τῆς ἐγκυκλίου ὑφ' ὅλων, (αἱρετικῶν καί Ὀρθοδόξων), καί κατά τό προβλεπόμενον, κατόπιν θά ἐπελέγετο μεταξύ ὅλων τό καλύτερον, τό ὁποῖον θά διετυπώνετο εἰς ἐγκύκλιον ὑφ' ὅλων ἀποδεκτήν!... Παράδοξον τό ἀποτέλεσμα ἀλλά πραγματικόν! Ὅτε ἀνεγνώσθησαν καί ἐμελετήθησαν τά συντεταγμένα σχέδια αὐτῆς τῆς πρός ἔκδοσιν ἐγκυκλίου, (τά ὁποῖα, ὅπως ἐλέχθη, συνετάγησαν ἰδιαιτέρως παρά τῶν Παπικῶν, Προτεσταντῶν καί Ὀρθοδόξων), ἀπερρίφθησαν ὅλα καί μέ ἐνθουσιασμόν οἱ Παπικοί καί Προτεστάνται ἐνέκριναν τό κείμενον τοῦ «Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου», ὡς τήν καλυτέραν ἔκφρασιν τοῦ Σατανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ!!! Τό κείμενον αὐτῆς τῆς ὑπογραφείσης «Πατριαρχικῆς-Συνοδικῆς Ἐγκυκλίου», ἐκτυπωθέν ἐν τοῖς Τυπογραφείοις τοῦ Πατριαρχείου, ἐπισήμως, πλήν μυστικῶς, ἀπεστάλη εἰς τούς Προκαθημένους ὅλων ἀδιακρίτως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἤτοι Ὀρθοδόξων καί σχισματοαιρετικῶν!... Τό ἐν λόγω κείμενον ἔχει δημοσιευθεῖ, ἀνάτυπον ἐκ τοῦ πρωτοτύπου, εἰς τό βιβλίον, «ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ τοῦ κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ», Ἀθῆναι 1985. Εἰς τό ἴδιον βιβλίον ἐκτίθενται καί τά περί τοῦ λεγομένου «ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ 1923», οὐσία ὅμως, ὡς προελέχθη, Μασονικοῦ ἐκτρώματος! Ἐπίσης ἐκτίθεται καί ἡ μέ βάσιν τό ψεῦδος, τήν ἀπάτην καί ἰδιαιτέρως τήν δολιότητα, ἐπιβολή τοῦ Παπικοῦ νέου ἡμερολογίου, ὑπό τοῦ μόλις πρός τόν σκοπόν αὐτόν, ἐκλεγέντος (Ἰούνιος 1923) εἰς Μητροπολίτην Ἀθηνῶν, τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου καί ἀμέσως μετωνομασθέντος εἰς Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν. Ταῦτα πάντα ἐκτίθενται καί εἰς τό βιβλίον τοῦ Θεοκλήτου Στράγκα «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ» Τόμος Β΄. Η ΑΜΕΣΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΗΣ ΕΣΧΑΤΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ, ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Ἡ ἄμεσος, ἀλλά καί σθεναρά ἀντίδρασις, ὑπό τοῦ πιστοῦ λείμματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δι' ἧ ἀντιμετωπίσθη ὅλη αὕτη ἡ ΕΣΧΑΤΗ καί ΜΕΓΙΣΤΗ Προδοσία-Αἵρεσις κατά τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἱστορική καί ἀποτελεῖ σημαντικόν σταθμόν εἰς τήν νεωτέραν ἱστορικήν πορείαν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο τό πιστόν λεῖμμα τῆς Χάριτος, μέ μόνα δεδομένα τήν Ὀρθόδοξον συνείδησίν του καί τό ὑπό τῶν τριῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ 16ου αἰῶνος, ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ καί ΑΠΕΡΙΜΜΕΝΟΝ τοῦ Παπικοῦ Γρηγοριανοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, ἐν τέλει δέ καί τήν διάχυτον δυσωδίαν ἐκ τῶν ἀθλίων πράξεων καί γεγονότων τοῦ 1920, 1923 καί 1924, εἶπεν καί πάλιν ΟΧΙ εἰς τήν καταδεδικασμένην Παπικήν Καινοτομίαν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ. Κατ' ἀρχάς τό ΟΧΙ αὐτό ὑπό τοῦ πιστοῦ λείμματος τῆς Ὀρθοδοξίας ἐστηρίχθη ἐπί τοῦ δεδικασμένου τῆς Καινοτομίας ὑπό τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων, ἐπί Ἱερεμίου τοῦ Β΄ τοῦ Τρανοῦ (κατά τά ἔτη 1583, 1587 καί 1593), καί ἐπί τοῦ γεγονότος ὅτι ἐπί ὁλόκληρα 342 ἔτη (1583-1924), ἡ Ὀρθοδοξία ἐσεβάσθη αὐτάς τάς καταδικαστικάς ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Ἁγίων Συνόδων! Οὕτω τό πιστόν τοῦτο λεῖμμα αὐθημερόν, ναί, αὐθημερόν(!), ὡμολόγησεν καί διεκήρυξεν ὅτι δέν δέχεται, ἀλλά καί καταδικάζει τήν ἐπιβολήν τῆς Καινοτομίας, συνωδά ταῖς ἀνωτέρω Ἁγίαις Πανορθοδόξοις Συνόδοις, τάς ἀποφάσεις τῶν ὁποίων ἐθεώρησεν καί ἀξιολόγησεν ὡς ἀποφάσεις ἐχούσας τό κῦρος τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀφοῦ καί αἱ ἐν λόγω Πανορθόδοξοι Σύνοδοι ἐλειτούργησαν καί ἐνήργησαν ὡς ἀδιάκοπος συνέχεια ἐκείνων, ἐν τῶ ἰδίω πνεύματι τῆς Ὀρθοδοξίας! Ἄς ἔλθουν κἄν σήμερον οἱ καινοτόμοι, ὅπως ἄλλωστε ἀδιαλείπτως τούς καλοῦμεν, νά διαλεχθῶμεν δημοσίως, δηλαδή ΕΠΙΣΗΜΩΣ, ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ καί ΟΡΘΟΔΟΞΩΣ, διά νά προκύψη τί ἔγινε τόν 16ον αἰῶνα, διατί ὄχι μόνον δέν ἐγένετο δεκτή τότε ὑπό τῆς Ὀρθοδοξίας ἡ Παπική Νεοημερολογιτική Καινοτομία τοῦ 1582, (τοῦ Πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓ΄), ἀλλά καί κατεκρίθη καί κατεδικάσθη! Διατί ὅμως αὗται αἱ καταδικαστικαί ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων, ὅπως ἐλέχθη, ἔγιναν σεβασταί ἐπί περίπου 4 αἰῶνας, καί ἀπό τό 1920-1924 τά πάντα διεγράφησαν. Διότι ὁ Οἰκουμενισμός, ἀνεξέλεγκτος πλέον, ἄλλοτε ὡς πονηρά ἀλώπηξ καί ἄλλοτε ὡς λυσσασμένος λύκος, τρέχει, πλανᾶ καί κατασπαράσσει Ὀρθοδόξους. Οὕτω θά ἴδη πᾶς τις ἐνδιαφερόμενος καί ποίας συνεπείας ἔσχεν καί ἔχει ἐξ ἀρχῆ ἡ Παπική καινοτομία, ἡ «διορθοσούλα» ὅπως τήν ἀποκαλοῦν, καί ποῦ εὕρηται σήμερον ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, δηλαδή εἰς τόν Παπικόν-Νεοημερολογιτικόν Οἰκουμενισμόν, ἤ εἰς τό Πιστόν Λεῖμμα τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὁποῖον τό 1924 δέν ἐκοινώνησε τῆς Καινοτομίας των, ἀλλά καί τήν ἐνέπτυσεν τρίς καί τήν ἀπέκλεισεν συνωδά τῶν ἀποφάσεων τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων τοῦ 16ου αἰῶνος. Ἄς μήν βιασθῆ οὐδείς νά εἴπη αὐτό τό ὁποῖον ἰσχυρίζεται ὁ Νεοημερολογιτισμός: «μετά ποίου νά διαλεχθῶμεν, καθ' ἥν στιγμήν δέν ἐλέγχεσθε ἀπό τάς διαιρέσεις σας, δηλαδή τά παλαιοημερολογιτικά σχίσματα, τά ὁποῖα ἕκαστον βλασφημεῖ ὅτι εἶναι Ἐκκλησία Γ.Ο.Χ.»; Ὄχι, λέγομεν πρός ὅλους αὐτούς, διότι «αἱ Παλαιοημερολογιτικαί αὗται Ἐκκλησίαι», εἶναι ἐκτρώματα τῶν ἐγκαθέτων Νεοημερολογιτῶν εἰς τόν χῶρον τῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι μέ τά σχίσματα ἐνήργησαν καί ἐνεργοῦν καί ταύτην τήν ἐσχάτην ἱεροσυλίαν διά λογαριασμόν τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ!... Προεκάλεσεν λοιπόν τά σχίσματα αὐτά ὁ Νεοημερολογιτισμός, διά τῶν ἐγκαθέτων του, καί μέ πρῶτον τόν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον Καβουρίδην τό 1937, διότι δέν ἦτο καί δέν εἶναι καί σήμερον εἰς θέσιν νά παρακαθήση εἰς ἕνα Κανονικόν καί Ὀρθόδοξον Διάλογον καί νά ἀντιμετωπίση τά αἴτια, τούς σκοπούς, καί ἐν γένει τήν ἱστορικήν καί ἀναμφισβήτητον πραγματικότητα, ἀπό τό 1920, 1923 καί 1924 καί κατόπιν καί μέχρι σήμερον!... Ἡμεῖς ὡς Ἱερά Σύνοδος καί σήμερον, χάριτι Χριστοῦ, ἐν πλήρει ἐπιγνώσει ζητῶμεν ὅπως κατ' ἀρχάς ἐξετασθῆ τό Σχίσμα τοῦ 1924, καί κατόπιν καί ὅλα τά ὑπό τῶν ἐγκαθέτων προκληθέντα «Παλαιοημερολογιτικά» Σχίσματα, ἤτοι τοῦ 1937, γνωστοῦ ὡς Φλωρινικοῦ, μεθ' ὅλων τῶν θυγατρικῶν του, καθώς καί αὐτά τοῦ 1995 καί τοῦ 2005. Ἀμφότερα καί ταῦτα προκληθέντα ὑπό ἐπιόρκων πρώην ἐπισκόπων μας βεβαιοῦν ὅτι εἰς τάς ἡμέρας μας κατεληστεύθη ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική συνείδησις ὄχι μόνον τοῦ πιστοῦ Λαοῦ, καί πλέον, ὡς ἤδη προείρηται, Νεοημερολογῖται καί Παλαιοημερολογῖται εἰς τήν πλειονότητά των ἁπλῶς ΘΡΗΣΚΕΥΟΥΝ, ὅπως οἱ ὀπαδοί ὅλων τῶν θρησκειῶν, ἤτοι τῶν διαφόρων ἀνθρωπίνων θρησκευτικῶν κατασκευασμάτων!... Σήμερον εἰς τούς περισσοτέρους «Παλαιοημερολογίτας» ἐπικρατεῖ μία νοσηρά θρησκευτικότης καί ὄχι ἡ Χριστιανική Ὀρθόδοξος Πίστις! Χριστιανός Ὀρθόδοξος εἶναι ὁ πιστός, ὁ ὁποῖος ἔχει μυστικήν σχέσιν καί κοινωνίαν μετά τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, καί προσωπικῶς μετά τοῦ Χριστοῦ, ὅπερ μυστικῶς καί ὑπό ὑποκειμενικάς προϋποθέσεις, ἐπιτυγχάνεται μόνον ἐντός τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὡς Ἱερά Σύνοδος, ταῦτα προτάσσομεν, προκειμένου νά ἀκολουθήση ἡ ἀνάλυσις καί ὁ ἔλεγχος τῆς μόλις τελευταίας περιόδου, καθ' ἥν διά τῶν πολλῶν ἐνσκυψασῶν Παλαιοημερολογιτικῶν ψευδοσυνόδων καί ψευδοεκκλησιῶν, πλέον προωθεῖται καί ὁ χείρων τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δηλαδή ὁ Παλαιοημερολογιτικός, ὁ ὁποῖος καταφανῶς ἐξυπηρετεῖ τό ἔργον τοῦ ἀντιχρίστου, ἀφοῦ δι' αὐτῶν τῶν ψευδοσυνόδων καί ψευδοεκκλησιῶν, ἐπιχειρεῖται καί ἐνεργεῖται ἡ μεγίστη σύγχυσις καί κορυφώνεται ἡ μεγίστη καί ἐσχάτη βλασφημία κατά τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς ἐκ τούτου ἐπιβάλλεται ἡ ἔκθεσις καί ἔλεγχος ὅλων αὐτῶν τῶν ψευδοεκκλησιῶν, ὡς εὐθέως βαλλουσῶν κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΦΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω εἶναι προφανές ὅτι ζῶμεν εἰς ἀποκαλυπτικούς χρόνους, ἡ δέ εὐθύνη μας εἶναι μεγίστη! Ὡστόσον δέν πρέπει νά μᾶς ἀπασχολῆ καί νά μᾶς προβληματίζη τό γεγονός ὅτι σήμερον ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί γενικώτερον ἐκπροσωπεῖται καί ἐκφράζεται ὑπό ἐλαχίστων, ταπεινῶν καί ἀδυνάμων κατά κόσμον, διό πρωτίστως δέον ὅπως μᾶς διακρίνη ἡ χριστιανική ταπείνωσις καί ἔχωμεν ζῶσαν ἀγάπην, Πίστιν καί ὁμολογοῦμεν αὐτήν. Ὑπ' αὐτάς τά προϋποθέσεις δυνάμεθα νά ἐλπίζωμεν καί νά πιστεύωμεν ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος, ὅπως προελέχθη, παρατείνεται εἰς τούς αἰῶνας διά τῆς Ἐκκλησίας Του, θά μᾶς ἀξιώση, κατ' αὐτάς τάς πολύ δυσκόλους ἡμέρας, νά φανῶμεν ἄξιοι Διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων εἰς τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας καί γενικώτερον ὅλοι ἄξια μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὅσα ἀκροθιγῶς ἤδη ἐξεθέσαμεν διά τήν ἀποκαλυπτικήν Ἐκκλησιαστικήν περίοδον 1920-1924 καί ἐντεῦθεν, εἶναι ἀσφαλῶς ὀλίγα ἐκ τῶν πολλῶν, ὡστόσον ὅμως, σημαντικά καί ἱκανά διά κάθε εὐλαβῆ, ὥστε νά προβληματισθῆ καί ἀναζητήση νά μελετήση τήν περίοδον αὐτήν περισσότερον, προκειμένου νά πάρη θέσιν ὡς πρόσωπον, τό ὁποῖον ἀναζητεῖ τήν Σωτηρίαν του. Συνεχίζοντες τήν μελέτην-ἔκθεσιν τῶν σημαντικῶν σταθμῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιόδου ἀπό τό 1924 καί ἐντεῦθεν, καθ' ἥν ἐπιμελῶς, προεκλήθησαν μισητά Σχίσματα ἤ μᾶλλον Σχισματοαιρέσεις καί Ψευδοεκκλησίαι, καλούμεθα νά ἐπιδείξωμεν τήν δέουσαν ἀνησυχίαν καί προσοχήν, δεδομένου ὅτι δέν πρόκειται περί ὡρισμένων θεμάτων τά ὁποῖα ἔκλεισαν, ἀλλά συνεχίζονται καί πρό πάντων ἀποτελοῦν προπετάσματα αὐτοῦ τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ! Εἰς τό σημεῖον αὐτό ὡς Ἱερά Σύνοδος ἐπαναλαμβάνομεν τήν μεγάλην ἀλήθειαν, ἡ ὁποία ἤδη διετυπώθη καί ἐτονίσθη, ὅτι γενικῶς ὁ Νεοημερολογιτικός-Οἰκουμενισμός, δέν ἠδυνήθη ποτέ ἐλεύθερα καί βάσει τῆς ἀληθείας καί τῶν πραγματικῶν ἱστορικῶν γεγονότων νά συζητήση, δηλαδή δέν ἐτόλμησε νά διαλεχθῆ ἐπί τοῦ θέματος «Τό σχίσμα τοῦ 1924», ὅπως ἐπανειλημμένως, ἀλλά καί πάλιν ἐπισήμως διά τοῦ παρόντος τοῦ ζητεῖται! Ἄν, ὡς διατείνεται, ἐκπροσωπῆ καί ἐκφράζη τήν Ἐκκλησίαν, ἰδού νά παρακαθήση ἐπί τῆς κοινῆ τραπέζης διά νά ἐξετάσωμεν τό θέμα καί ὅπου προκύψη ἡ ἀληθής Ἐκκλησία, ἐκεῖ ἐν ταπεινώσει νά ὑποταχθῶμεν ὅλοι! Πῶς καί διατί μέχρι σήμερον ὁ Νεοημερολογιτισμός ἐν τῶ συνόλω του σιωπῶν ἐπί τῆς οὐσίας, κάκιστα δέ ἀμυνόμενος ἐξαντλεῖται εἰς ὅλως ψευδεῖς διαστροφάς, προκαλεῖ σχίσματα καί μονίμως θρασύτατα ἀντιποιεῖται τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος; Εἶναι σοβαρά, ἀλλά καί ἀπολύτως καθαρά εἰς τήν ἔρευνά των, τά θέματα καί δέν ἐπιδέχονται διαστροφάς, ψεύδη καί ἀπάτας. Ἡ ἱστορική καί ἡ πραγματική ἀλήθεια διά τάς Πανορθοδόξους Συνόδους τοῦ 1583, 1587 καί 1593 δέν ἐπιδέχεται ἀμφισβητήσεις! Νά ἐξετασθῆ ἑπομένως ἀπό ἱστορικῆς καί Ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ἡ ἀλήθεια καί τό κῦρος τῶν ἀποφάσεων, Αὐτῶν τῶν Ἁγίων Πανορθοδόξων Συνόδων. Διατί αἱ ἐν λόγω ἀποφάσεις ἔγιναν σεβασταί ἀπό τότε καί μέχρι τό 1924, καί διατί τό 1924 κατελύθησαν; Ὑπό ποίας δεοντολογίας καί τίνι τρόπω ἐπεβλήθη ὁ Παπικός Νεοημερολογιτισμός; Εἶναι Οἰκουμενισμός ἤ ὄχι, ὁ ἐπιβληθείς τό 1924 Νεοημερολογιτισμός; Εἶναι τό πρῶτον πραγματικόν βῆμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας, καθώς ἀναφέρεται εἰς τήν ἐγκύκλιον τοῦ 1920 καί ὅπως ἔκτοτε διαχρονικῶς προκύπτει ἐν τῆς πράξει ἤ ὄχι; Ὡς ἐκ τούτων καί μόνον, δέν εἶχον καθῆκον νά τόν ἀρνηθοῦν τό 1924 καί νά παραμείνουν ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν οἱ Πατέρες μας καί ἀκολούθως καί ἡμεῖς; ΕΥΛΟΓΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΧΟΝ! Τό 1924 προκύπτουν «Παλαιοημερολογῖται» ἤ οἱ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΑΙ; Ἰδού διατί ἐπιβάλλεται ἡ ἐπί τῶν πηγῶν καί τῶν πραγματικῶν ἱστορικῶν γεγονότων ἐντριβή καί πραγματικός διάλογος ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία. Ἐν προκειμένω ἀπαιτεῖται, ὅσον εἶναι δυνατή, ἡ ἀναφορά εἰς χαρακτηριστικούς σταθμούς τῆς πορείας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τό 1924 μέχρι σήμερον, καί κυρίως πῶς καί διατί προέκυψαν αἱ Παλαιοημερολογιτικαί Σχισματοαιρέσεις-ψευδοεκκλησίαι, ἐνῶ προηγουμένως δέον νά τεθῆ καί πάλιν τό ἐρώτημα: Ἡδύνατο τό 1924 καί ἐδικαιοῦτο ἀπό Ὀρθοδόξου καί Κανονικῆ ἀπόψεως τό Πιστόν Λεῖμμα τῆς Χάριτος νά ἀπορρίψη καί ἀποκηρύξη ὡς σχισματοαίρεσιν τόν Νεοημερολογιτισμόν, μέ μόνον δεδομένον τό ὑπό τῆς Ὀρθοδοξίας ΚΑΤΑΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΝ τοῦ Παπικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ ἤδη ἀπό τόν 16ον αἰῶνα; Ἐκεῖναι αἱ Πανορθόδοξοι Σύνοδοι τοῦ 16ου αἰῶνος καί αἱ ἀποφάσεις των, ἦσαν καί παρέμειναν ἀλλά καί παραμένουν εὐθυγραμμισμέναι μέ τήν Καθολικήν Ὀρθοδοξίαν, τῶν Ἁγίων 7 Οἰκουμενικῶν καί ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἁγίων Συνόδων, ἤ ὄχι; Πῶς λοιπόν, ὑπό ποίων καί διατί κατελύθησαν; Ποίας συνεπείας ἔσχεν διά τούς καινοτόμους ἐκείνους καί τούς μέχρι σήμερον, τό μοιραῖον γεγονός τοῦ 1924, τό ὁποῖον ἔλαβεν τεραστίας διαστάσεις, ἀφοῦ σημειωθήτω ὅτι ἐν μικρᾶ παρόδω τοῦ χρόνου, ἐγένετο καί ἡ ἀποκάλυψις, α) Τῆς «Ἐγκυκλίου τοῦ 1920», β) Τοῦ Ὀρθῶς χαρακτηριζομένου «Μασονικοῦ Συνεδρίου τοῦ 1923» καί γ) Τῆς δικτατορικῶ τῶ τρόπω ἐπιβολῆ τοῦ Παπικοῦ ἡμερολογίου, «ὡς πρώτου βήματος πρός τόν Οἰκουμενισμόν»! Ὡς ἐκ τούτου ὡς Ἱερά Σύνοδος κρίνομεν ὅλως ἀπαραίτητον καί πάλιν νά τονισθῆ ὅτι μέχρι καί σήμερον οἱ Καινοτόμοι Σχισματοαιρετικοί, ὄχι μόνον δέν κατεδέχθησαν νά διαλεχθοῦν, ἀλλά δέν ἔπαυσαν καί νά ψεύδωνται, νά ἐξαπατοῦν καί νά βλασφημοῦν, καί τοῦτο ἀποκλειστικῶς διά νά ἐπιβιώνη ἡ ἐσχάτη σχισματοαίρεσις τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ καί Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ! ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΕΚ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΨΕΥΔΩΝ ΤΩΝ Κατονομάζωμεν ὡρισμένα ψεύδη τῶν ἀμετανοήτων Καινοτόμων, τά ὁποῖα ἀναμασῶνται διαχρονικά: α) «Δέν εἶναι, λέγουν, γνήσιαι αἱ Πανορθόδοξοι ἀποφάσεις τοῦ 16ου αἰῶνος»! Τοῦτο εἶναι γελοῖον ψεῦδος καί ἀνάξιον τούτη τήν ὥρα νά ἀναθεωρηθῆ, διότι αἱ πηγαί εἶναι ἀπολύτως ἀξιόπιστοι, τό δέ συγκεκριμένον γεγονός μαρτυρεῖται καθολικῶς ἀπ' ὅλους τούς ἱστορικούς, ἀκόμη καί ἀπ' αὐτούς, οἱ ὁποῖοι τολμοῦν νά ψεύδωνται, ἐνῶ ταυτοχρόνως δέν ἐντρέπονται διότι αὐτοδιαψεύδονται, ὑπό τῶν ἰδίων των συγγραμμάτων των, ὅπως ὁ ἡγηθείς καί ἐπιβαλών τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν, τόν Μάρτιον τοῦ 1924 Χρυσόστομος Παπαδόπουλος! Ἰδού λοιπόν τό πρῶτον, καθ' ἡμᾶς, ψεῦδος των νά ἐξετασθῆ. β) Εἶναι «σχισματικοί» λέγουν, οἱ «Παλαιοημερολογῖται»! Ὄχι, δέν εἴμεθα οὔτε «σχισματικοί», οὔτε «Παλαιοημερολογῖται», διότι τόσον οἱ Πατέρες μας τό 1924, ὅσον καί ἡμεῖς ἔμειναν καί ἐμμένομεν πιστοί, ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι εἰς τήν ὑπερδισχιλιετῆς ζῶσαν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, διό εἴμεθα μόνον ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ. Ἀντιθέτως σχισματοαιρετικοί κατεστάθησαν τό 1924 οἱ δεχθέντες τόν καταδικασμένον Παπικόν καί κατ' ἐπέκτασιν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Δηλαδή οἱ Πατέρες μας μέχρι τό 1924 ἦσαν «Παλαιοημερολογῖται»; γ) «Δέν ἔχουν οἱ Παλαιοημερολογῖται Ἀποστολικήν Διαδοχήν», «δέν ἔχουν μυστήρια»! Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, αὕτη δέν διεκόπη καί δέν ἐξέλιπεν οὔτε λεπτόν εἰς τήν Ἐκκλησίαν, καίτοι ἀπό τό 1924 ἕως τό 1935 ἔλειπεν ὁ ἐπισκοπικός βαθμός, διότι ὁ Δικτάτωρ-Παποκαῖσαρ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ἄλλους ἐκ τῶν ἐπισκόπων τῆς Συνόδου του, τούς ἠξηπάτησεν καί ἄλλους τούς ἐφίμωσεν. Παρέμεινεν δέ καί θά παραμείνη εἰς τούς αἰῶνας ὡς ἡ μεγίστη ἐκτροπή τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ ἡ σχετική Ε΄ Ἱεραρχία τῆς 24-30 Δεκεμβρίου 1923! Ὡστόσον οἱ Ὀρθόδοξοι Ἱερεῖς κατά τήν ἀπό τό 1924-1935 περίοδον ἦσαν ἀρκετοί καί ὅλα τά Μυστήρια, ἐκτός τῆς χειροτονίας Κληρικῶν, ἐτελοῦντο ΚΑΝΟΝΙΚΩΤΑΤΑ καί ΕΓΚΥΡΩΤΑΤΑ. Ἑπομένως οὐδέποτε διεκόπη ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, εἰς τούς ἐμμένοντας εἰς τήν δισχιλιετῆς Παράδοσιν, ἐνῶ τό 1935 ἡ Ἐκκλησία ἐπανέκτησεν καί τόν ἐπισκοπικόν βαθμόν, τοῦ ὁποίου ἐπί δεκαετίαν ἐστερήθη, διότι «ὅλα τἄσκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε» ἡ Οἰκουμενιστική Παναίρεσις!... ΕΠΑΝΑΚΤΑΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ Ἀφοῦ λοιπόν τό Ὀρθόδοξον πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, Κληρικοί, Μοναχοί καί Λαϊκοί, ἐδοκιμάσθησαν ἐπί ὁλόκληρον δεκαετίαν, τόν Μάϊον τοῦ 1935, μετά ἀπό 10ετεῖς σκληράς καί ἀδιακόπους διαμαρτυρίας, αἱ ὁποῖαι ἐλάμβανον σοβαράς διαστάσεις καθ' ὅλας τάς Συνοδικάς συνεδριάσεις τῆς ἐξηπατημένης καί καταδυναστευομένης Νεοημερολογιτικῆ Ἱεραρχίας, τό 1935 τρεῖς Ἀρχιερεῖς ἀποκηρύσσουν τήν καινοτόμον Νεοημερολογιτικήν Ἱεραρχίαν καί διακηρύσσουν, κατά τόν πλέον ἐπίσημον καί σαφῆ τρόπον ἐνώπιον 25.000 περίπου Ὀρθοδόξων, τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν ἐπισήμως καί οὔτω ἐπιστρέφουν εἰς τήν πρό τοῦ 1924 Ἐκκλησίαν, τήν ὁποίαν ἀδιακόπως ἐξεπροσώπουν καί ἐξέφραζον οἱ Γ.Ο.Χ. Μετά τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ καί τήν πανηγυρικήν ἕνωσιν, οἱ τρεῖς οὗτοι Ἀρχιερεῖς μετέβησαν αὐθημερόν εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης παρά τήν Κερατέαν, ὅπου ἐπεκύρωσαν καί τρανώτατα διεκήρυξαν τήν Ὁμολογίαν των, προβάντες χωρίς τήν παραμικράν καθυστέρησιν καί εἰς χειροτονίας ἑτέρων τεσσάρων Κληρικῶν εἰς Ἀρχιερεῖς! Τοῦτο τό γεγονός ὑπῆρξεν ἡ μεγίστη καί ἡ ἰσχυροτέρα ΟΜΟΛΟΓΙΑ, ἡ ὁποία εἰς τήν κυριολεξίαν, ἀπεγοήτευσεν καί ἐτσάκισε τόν Νεοημερολογιτικόν-Οἰκουμενισμόν, ὁ ὁποῖος ἐπερίμενεν, ἐλλείψει Ἀρχιερέων, νά σβήση ἡ Ὀρθοδοξία! Διό, ἀμέσως ἐν μιᾶ νυκτί, ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, τῆς συμβολῆς καί τοῦ πολιτικοῦ καθεστῶτος, ἔλαβεν τοιαῦτα μέτρα, ὥστε εἰς ἐλάχιστον χρόνον (αὐθημερόν) διέλυσεν τήν μόλις συγκροτηθεῖσαν Κανονικήν καί Ὀρθόδοξον Ἱεράν Σύνοδον, διώξας καί ἐξωρίσας τούς ὁμολογητάς Ἀρχιερεῖς! Ὡστόσον τήν Συνοδικήν ὁμολογίαν τοῦ 1935 καί πρό πάντων τάς ἐπισκοπικάς χειροτονίας, ἤγουν τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, παρά τάς ἀπεγνωσμένας ἐνεργείας τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου καί ὅλων τῶν διαδόχων του, δέν κατώρθωσαν ποτέ νά τήν διακόψουν καί νά τήν ἐξαλείψουν. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος διά τό ὁποῖον ἀπεγνωσμένως, ἀναιδῶς καί ἱεροσύλως ψεύδονται, συκοφαντοῦν καί ἀπατηλῶς ἀγωνίζονται νά αὐτοδικαιωθοῦν! Κηρύττοντες μέ ὅλα τά μέσα πού διαθέτουν ὅτι οἱ Γ.Ο.Χ. δῆθεν «δέν ἔχουν Ἀποστολικήν Διαδοχήν»(!) ὁμολογοῦν λαμπρότερον τοῦ ἡλίου ὅτι οἱ ἴδιοι μέ τόν Νεοημερολογιτισμόν των δέν ἔχουν Ἀποστολικήν Διαδοχήν. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΘΕΤΩΝ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΝ ΣΧΙΣΜΑΤΟΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Πρό αὐτῆς τῆς πραγματικότητος ὁ Χρ. Παπαδόπουλος καί εὐρύτερον τά σκοτεινά κέντρα τοῦ Παπικοῦ, Προτεσταντικοῦ καί Νεοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἤδη ἀπό τό 1932 ἤρχισαν νά ἀποστέλλουν ἐγκαθέτους των, οἱ ὁποῖοι εἰσεχώρησαν καί εἰς τό Διοικητικόν σῶμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆ Κοινότητας τῶν Ὀρθοδόξων, ἤτοι εἰς τήν «Πανελλήνιον Θρησκευτικήν Ἐκκλησιαστικήν Ὀρθόδοξον Κοινότητα», (Π.Θ.Ε.Ο.Κ.), ὥστε κατ' αὐτόν τόν τρόπον νά περιέλθη εἰς χεῖρας των ἡ διοίκησις ὅλων τῶν ἀνά τό Πανελλήνιον 800 ἐνοριῶν καί Παραρτημάτων, καί κατόπιν σύν τῶ χρόνω νά σβήση καί ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ-ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί πρό πάντων νά ἐκλείψη ἡ Γνησία καί ἀδιάκοπος ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ εἰς Αὐτήν. Τήν ἰδίαν ἀκριβῶς περίοδον ἔχομεν σαφῆ τήν τάσιν νά μετατρέψουν τήν ἐν διωγμῶ εὑρισκομένην Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς ἕναν ἀνώδυνον κενόν «Παλαιοημερολογιτισμόν»! Δηλαδή ὁ Νεοημερολογιτισμός ἐπέτρεπε καί προωθοῦσε (καί συνεχίζει νά προωθῆ) μίαν ψευδοπαλαιοημερολογιτικήν ΚΕΝΗΝ Ἐκκλησιαστικήν Κοινότητα «δεκατριμεριτῶν» καί πάντως ἐξηρτημένην Πνευματικῶς καί Διοικητικῶς ἀπό αὐτόν. Τοῦτο πρέπει νά δεχθῶμεν ὅτι τό ἐπέτυχον ἐν πολλοῖς, ἀλλά καί ἀπέβη καί ἀποβαίνει μοιραῖον κατά τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐξαιρέτως εἰς τάς ἡμέρας μας! Διά τόν λόγον αὐτόν εἶναι μεγίστης σημασίας ὅτι «θέτομεν τόν δάκτυλον ἐπί τόν τύπον τῶν ἥλων»! Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ πρ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Τό ἔργον τοῦτο κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τό τέλος τοῦ 1935, ὑπευθύνως ἀνέλαβεν ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὅστις ἐσκεμμένως παρέμεινεν εἰς τό Παλαιόν καί μετά τό 1935 καί τό 1937, ὡς ἐγκάθετος «Παλαιοημερολογίτης» τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ! Δηλαδή ἔμεινεν ὄχι μόνον ἕνας κενός παλαιοημερολογίτης, ἀλλά καί ὄργανον, τό ὁποῖον θά ἐξετέλει ὅσα δέν ἡδύνατο νά ἐκτελῆ ὁ Νεοημερολογιτισμός. Ὁ ρόλος του ἐν προκειμένω ἦτο νά στηρίξη ἕναν «παλαιοημερολογιτισμόν», ὑπό τήν πνευματικήν καί διοικητικήν ἐξάρτησιν τῆς Καινοτόμου Σχισματοαιρετικῆ Συνόδου. Ἕναν Παλαιοημερολογιτισμόν χωρίς ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ-ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ καί χωρίς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, ἀλλά καί ἀπολύτως ἐξηρτημένον διοικητικῶς καί πνευματικῶς ἀπό τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ!... Τά πράγματα καταβοοῦν ὅτι τοῦτο ἀκριβῶς εἰς τάς ἡμέρας μας κατέστη αὐτοσκοπός καί ἐνεργεῖται πυρετωδῶς!... Ἐν πάση συντομία, πρέπει νά εἴπωμεν ὅτι ὁ ἐν λόγω πρώην ὁμολογητής, λόγοις καί ἔργοις, (βεβαίως, καί τοῦτο μόλις δι' ὀλίγους μῆνας, ἤτοι ἀπό τοῦ Μαΐου τοῦ 1935 καί μέχρι τοῦ Φθινοπώρου τοῦ ἰδίου ἔτους), προσέφερεν ὅ,τι ἱερώτερον, πολυτιμώτερον καί Ἐκκλησιαστικώτερον ἠδύνατο νά προσφέρη, καί αὐτό ἦτο ἡ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ! Δυστυχῶς ὅμως διά τόν ἴδιον, ἀπό τοῦ Φθινοπώρου τοῦ 1935, εὑρισκόμενος εἰς τήν ἐξορίαν, ἐπισήμως πλέον ἤρχισεν νά ἀρνῆται καί νά ἐμπτύη κατά τῆς ἀπό τοῦ Μαΐου τοῦ 1935 καλῆς Ὁμολογίας καί ἐπί τῶν ἱστορικῶν ἐκείνων Ἐπισκοπικῶν Χειροτονιῶν! Ἐνήργησεν ὡς νά ὥμοσεν εἰς τόν Πονηρόν νά διακόψη καί ἐξαλείψη γενικῶς τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί κυρίως, πάση θυσία, νά μήν γίνη πλέον νέα χειροτονία οὔτε ἐπισκόπου, οὔτε ἱερέως ἤ Διακόνου! Οὕτω ἐπίστευεν ὅτι θά ἐξέλιπεν σύντομα καί ἡ ἀρχιερωσύνη καί ἡ Ἱερωσύνη καί οἱ Ὀρθόδοξοι θά ἀνεζήτουν κληρικούς ἀπό τόν Νεοημερολογιτισμόν ὁπότε δολίως θά ἐξηρτῶντο ἀπό πάσης ἀπόψεως, Διοικητικῆ καί Πνευματικῆ ἀπό αὐτόν, κατ' αὐτόν δέ τόν τρόπον τό «Παλαιοημερολογιτικόν» ἤδη θά ἦτο πολύ γρήγορα λελυμένον! Αὐτό ἀκριβῶς τό ἔργον ἀνέλαβεν νά ἐκτελέση καί ὁλοκληρώση ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καββουρίδης! Τά γεγονότα σήμερον καταβοοῦν αὐτάς τάς ἀληθείας, διότι ἰδιαιτέρως σήμερον κραυγαλέως ἐνεργοῦνται συστηματικώτερον. Περιττόν νά τονίσωμεν τό γεγονός ὅτι τό προκληθέν Φλωρινικόν Σχῖσμα, δέν παρέμενεν μόνον ὡς χαίνουσα πληγή εἰς τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά προεκάλεσε καί ἕτερα «θυγατρικά» τοιαῦτα... ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΠΡΟΣΚΡΟΥΟΥΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠ’ ΑΥΤΟΥ ΜΟΝΟΥ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟ 1948 Ἐν ἀντιθέσει πρός τόν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον, ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος, παραμείνας εἰς τήν ἀπό τό 1924 Ὀρθόδοξον Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί ἐνδιαφερόμενος νά μήν ἐκλείψη καί ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, ἐποίησεν τό πᾶν ἵνα φέρη εἰς τήν ἀρχικήν του ὁμολογίαν τόν πρ. Φλωρίνης καί πρό πάντων νά προβοῦν ἀπό κοινοῦ εἰς νέας ἐπισκοπικάς χειροτονίας πλήν δέν τό ἐπέτυχεν, διότι αἱ σκοτειναί δυνάμεις δέν ἔπαιζον!... Ἐπίσης καί ὁ ἐπαμφοτερίζων Κυκλάδων Γερμανός Βαρυκόπουλος, (ὁ ὁποῖος ἐχειροτονήθη εἰς ἀρχιερέα τό 1935), ἄλλοτε ὡμολόγει καί ἄλλοτε ἐσιώπα, ἐνῶ μονίμως ἠρνεῖτο νά συμμετάσχη εἰς νέαν χειροτονίαν ἐπισκόπου, ὡς τοῦ προέτεινεν καί τόν παρεκάλει ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος! Οὗτος ἐν τέλει, καί ἐπισήμως περί τό 1947, συνεμάχησεν καί ἡνώθη μετά τοῦ πρ. Φλωρίνης... Πρό αὐτῆς τῆς πραγματικότητος, ἡ ὁποία ἀντιμετωπίζετο περισσότερον ἀπό μίαν δεκαετίαν (1937-1947), καί ἐνῶ ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος πλέον εὑρίσκετο εἰς τάς δυσμάς τοῦ βίου του, (τόν ἐχώριζεν μόνον ἑνάμισυ ἔτος περίπου ἀπό τῆς ὁσίας καί ὁμολογιακῆ Κοιμήσεώς του († 15.5.1950), ἤτοι τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1948, κατόπιν ὁμοφώνου ἀποφάσεως σύμπαντος τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τῶν Μοναχῶν, ἀλλά καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὗτος ἐπαναλαμβάνομεν ὁ κατ' ἐξοχήν ἀπό τήν πρώτην ὥραν ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ Βρεσθένης ΜΑΤΘΑΙΟΣ, ΥΠΕΡΒΑΣ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗΝ ΤΑΞΙΝ, ΕΧΕΙΡΟΤΟΝΗΣΕΝ ΜΟΝΟΣ ΑΥΤΟΣ ΤΟΝ ΠΑΝΟΣΟΛΟΓΙΩΤΑΤΟΝ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΕΙΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ! Κατόπιν τούτου, ἀπό κοινοῦ οἱ δύο αὐτοί Ἀρχιερεῖς, ἀνέδειξαν 5μελῆ Ὀρθόδοξον Ἱεράν Σύνοδον. Ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος ἔχων βαθεῖαν καί ζῶσαν συνείδησιν περί τῆς Ἐκκλησίας, Ὀρθώτατα τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1948 ΥΠΕΡΕΒΗ τήν Κανονικήν Τάξιν, διά νά μήν ἐκλείψη ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, ὡς ἐπεδίωκον οἱ πάντες (Νεοημερολογιτικός καί Παλαιοημερολογιτικός Οἰκουμενισμός) καί εὑρεθῆ ὁ πιστός λαός ὑποχείριος τῶν προδοτῶν. Δηλαδή ἐν προκειμένω κατά παράλληλον ρῆιν τοῦ Κυρίου, εἶπεν καί ὁ Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Βρεσθένης ὅτι, «ἡ Κανονική Τάξις ἐγένετο διά τήν Ἐκκλησίαν καί ὄχι ἡ Ἐκκλησία διά τήν Κανονικήν Τάξιν...»!!! Ὁ μεγαλύτερος Διώκτης συκοφάντης καί ἱερόσυλος καί αὐτοῦ τοῦ ἐξαιρέτου γεγονότος, προέκυψεν καί πάλιν ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καββουρίδης, διότι εἶδεν ὅτι δι' αὐτῶν τῶν ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν, ὁ ἀοίδιμος Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Ματθαῖος, συνέτριβεν κυριολεκτικῶς τόν Παλαιοημερολογιτικόν Οἰκουμενιστικόν Φλωρινισμόν, ἀλλά καί τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Διό αἱ ἐν λόγω χειροτονίαι τοῦ 1948 ἐστάθησαν ἡ μεγίστη αἰτία καί ἀφορμή νά συνεχίσουν ἀπό κοινοῦ ὁ πρ. Φλωρίνης καί ὁ Νεοημερολογιτισμός καί ἐν γένει ὁ Οἰκουμενισμός, λυσσαλέον διωγμόν, κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στηριζόμενοι ἐπί τῆς διαστροφῆ κάθε ἀληθείας διά τοῦ ψεύδους, τῆς ἀπάτης καί τῆς συκοφαντίας! ἀπό κοινοῦ ἀμφότεροι ἐσυκοφάντησαν καί ἱεροσύλησαν ὅσον ἠδύναντο κατά τῶν συγκεκριμένων ἱστορικῶν ἀποβασῶν χειροτονιῶν! Ὅπως τό 1935 ὁ Νεοημερολογιτισμός ψευδέστατα ἐκήρυξεν ὡς δῆθεν «ἀντικανονικάς» καί «ἀκύρους» ἐκείνας τάς ἐπισκοπικάς χειροτονίας, οὕτω καί τώρα ἀπό κοινοῦ ἀμφότεροι ἐπαναλαμβάνουν τάς ἰδίας διαστροφάς καί ψεύδη! Τό ἀπολύτως ἀληθές εἶναι ὅμως ὅτι τό 1935 οἱ ἐπιστρέψαντες τρεῖς Ἀρχιερεῖς ἐχειροτόνησαν, ἀφοῦ πρῶτον ὡμολόγησαν καί ἐπέστρεψαν εἰς τήν πρό τοῦ 1924 Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, ἀπεκήρυξαν τόν Νεοημερολογιτισμόν καί πάντως πρό τῆς ὑπ' αὐτοῦ (τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ), «καθαιρέσεώς» των! Εἶναι ἀπολύτως σαφές καί ἱστορικῶς ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΟΝ, ὅτι τό 1935 ἤδη εἶχον προηγηθεῖ Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως αἱ χειροτονίαι καί μετά ἠκολούθησεν ἡ ἀνόητος πρᾶξις τῆς «καθαιρέσεως» ἀλλά καί τῆς ἐξορίας, ἀποκλειστικῶς, διότι ΕΧΕΙΡΟΤΟΝΗΣΑΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ!!! Βεβαίως καί ἄν ἀκόμη, καθ' ὑπόθεσιν λέγομεν, αἱ ἐπισκοπικαί ἐκεῖναι χειροτονίαι τοῦ 1935 εἶχον γίνει ὑπό «καθηρημένων», ἡ τοιαύτη πρᾶξις «καθαιρέσεως» ὑπό τοῦ ἀποκεκηρυγμένου Σχισματοαιρετικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, καί ὑπό τό φῶς τῆς Ὁμολογίας Ἐκκλησιολογίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ΟΥΔΕΝ θά ἐκέκτητο κῦρος καί ΟΥΔΕΜΙΑΝ συνέπειαν θά εἶχεν ἐπί τῶν ἐπισκόπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐχειροτόνησαν, καθώς καί ἐπί τῶν χειροτονηθέντων!... Η ΠΕΡΙ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΣ ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΤΟΥ πρ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ Ἐπαναλαμβάνομεν, ὅτι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβεν παντί σθένει καί τρόπω νά «ἀκυρώση» τάς χειροτονίας καί τοῦ 1948, ὑπῆρξεν ὁ πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος! Οὗτος ἐνῶ συστηματικῶς ἠρνεῖτο τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅμως ὅλως ἱεροσύλως ἀντεποιεῖτο τήν Ἐκκλησίαν τῶν Γ.Ο.Χ., ἀποκαλῶν ὡς τοιαύτην τήν ἀπό τό 1937 σχισματοαίρεσίν του! Ναί, ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΣ, ΑΡΝΗΤΗΣ καί ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ἀποβάς κατ' Αὐτῆς, συκοφαντεῖ τόν Ἐπίσκοπον Βρεσθένης καί τήν ὑπ' αὐτόν Ἱεράν Σύνοδον ὡς δῆθεν σχισματικῶν (ἔναντι τοῦ ἰδίου!), τό δέ ἀδιανόητον εἶναι ὅτι τό 1950 διακηρύσσει ὅτι «ἐάν τις τῶν Ματθαιϊκῶν Ἐπισκόπων καί Κληρικῶν, θελήση κάποτε νά ἐπιστρέψη (ποῦ; εἰς τό σχίσμα του(!), τό ὁποῖον ἀθεολογήτως καί ὅλως, ἐπαναλαμβάνομεν, κακοήθως ἐχαρακτήριζεν ὡς «Ἐκκλησίαν», ἐκ τῆς ὁποίας τό 1937 ἀπεκόπη δῆθεν ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος), θά ἔδει ὁπωσδήποτε νά χειροθετηθῆ ὡς πρώην σχισματικός»!!! Πρόκειται ἀσφαλῶς περί συνειδητῆς καί πάντως κακοήθους ἱεροσυλίας, τήν ὁποίαν ὅμως ἀποθανόντος τοῦ πρ. Φλωρίνης τό 1955, συνέχισαν οἱ πολύ χείρονες ἐκείνου ὀπαδοί του. Κενοί καί τυφλοί «παλαιοημερολογῖται», παρέλαβον τήν ἀπό 1950 γραπτήν «παρακαταθήκην» τοῦ πρ. Φλωρίνης, καί ἐμεθόδευσαν νά ἐφαρμόσουν τήν περί «χειροθεσίας» ἐντολήν, ἐπί τῶν ἐπισκόπων καί Κληρικῶν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία «χειροθεσία», ἐπαναλαμβάνομεν καί τονίζομεν, προβλέπεται μόνον διά τούς ἐπιστρέφοντας εἰς τήν Ἐκκλησίαν πρώην σχισματικούς!!! Ὁ ἐντελῶς σκοτισθείς νοῦς τοῦ ἀρνητοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας καί διά λογαριασμόν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ προκαλέσαντος τό 1937 τό πρῶτον σχῖσμα-Σχισματοαίρεσιν εἰς τό Σῶμα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διενοήθη μέ αὐτόν τόν τρόπον νά προσβάλη τόσον τάς χειροτονίας τοῦ 1935, ὅσον καί κυρίως τοῦ 1948, ὥστε κατόπιν μοιραίως νά αὐτοκαταλυθῆ καί ἐκλείψη καί ἡ Ὁμολογία- Ἐκκλησιολογία, καί καταστήση ὁλόκληρον τό σῶμα τῶν ἀπό τό 1924 πιστῶν «σχισματικούς», ὅπως εἶχον καταστεῖ σχισματικοί ὁ ἴδιος καί οἱ ὀπαδοί του ἐπισήμως ἀπό τό 1937!!! Εἶναι ἔργον ἀντίχριστον καί ἀντιεκκλησιαστικόν ὅλον τοῦτο ἤ ὄχι; Ὅσον ὅμως τό σχέδιον τοῦτο ἐμεθοδεύθη καί ὅλως ΙΕΡΟΣΥΛΩΣ ἐπεχειρήθη ὑπό τῶν ὀπαδῶν του, τόσον ΑΠΕΤΥΧΕΝ, διότι ἐπιχειρηθέν τό συνέτριψεν ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου!... Ἄς τό παρακολουθήσωμεν ὅπως διεδραματίσθη ἀπό τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1971 καί συνεχίζεται μέχρι σήμερον. Τήν σύνοψιν τῶν συμβάντων κατά τόν Σεπτέμβριον τοῦ 1971 τήν ἐπιχειροῦμεν ὡς Ἱερά Σύνοδος, διότι οἱ πλείονες ἐξ ἡμῶν εἴμεθα αὐτόπται καί αὐτήκοοι μάρτυρες τῶν γεγονότων. Θεωροῦμεν δέ ὡς εὐλογίαν Θεοῦ τήν παροῦσαν Συνεδρίασιν, διότι τόσον ἡμεῖς σήμερον ὡς Μητροπολῖται Μεσογαίας Κήρυκος καί Λαρίσης Ἀμφιλόχιος, ὅσον καί ὁ ἐλλογιμώτατος θεολόγος κ. Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, τοῦ ὁποίου ἡ παρουσία ἀπό τότε εἰς τά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, διεδραμάτιζεν σπουδαῖον ρόλον, ὁμιλοῦμεν καί γράφομεν ὡς αὐτόπται καί γνῶσται τῶν τότε γεγονότων. Ὡς γνῶσται λοιπόν, κυρίως ἀπό τήν 3ην Ὀκτωβρίου 1971, ὅτε ἐπέστρεψεν ἡ ἐξαρχία, διαβεβαιοῦμεν ὅ,τι καί ὅσα ἀκριβῶς καί ἐπανειλημμένως πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν καί ἐξαιρέτως ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατά τήν συνεδρίαν τῆς 8ης Ὀκτωβρίου 1971, ἡ ἐπιστρέψασα ἐξαρχία μας, ἐν ΩΜΟΦΟΡΙΩ και ΕΠΙΤΡΑΧΗΛΙΩ, διαβεβαίωνεν καί διετράνωνεν τήν μαρτυρίαν της, καθ' ἥν ἡ Ἱεραποστολή εἰς τήν ἐν Ἀμερικῆ Σύνοδον τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἐπέτυχεν ἀπολύτως διότι: 1) Ἡ Ρωσική Σύνοδος μετά πολλοῦ ἐνδιαφέροντος καί προσοχῆ ἤκουσεν τήν Ἔκθεσιν Πίστεως καί τά ἀφορῶντα εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καί ἰδιαιτέρως τήν ἀπό τό 1924, Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν Αὐτῆς, καί θαυμάσασα τήν ἐπεκρότησεν καί τήν ἀπεδέχθη. 2) Βάσει αὐτῆς τῆς ἀποδοχῆ τῆς Ὁμολογίας-Ἐκκλησιολογίας, ἐκηρύχθη ἡ Ἕνωσις καί ἀνεγνωρίσθη ἡ ὑφ' ἑνός ἐπισκόπου Χειροτονία τοῦ Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος καί ὅλαι ὅσαι κατόπιν ἠκολούθησαν ὡς ἀπολύτως πλήρεις καί ἔγκυροι. Δηλαδή ἀνεγνωρίσθησαν ὡς Κανονικαί καί Ὀρθόδοξοι πράξεις, διακονήσασαι ἀποκλειστικῶς τήν Ἐκκλησίαν. Εἰς τήν συνέχειαν, καί διά νά εἰρηνεύσουν οἱ Φλωρινικοί, οἱ ὁποῖοι ἐμαίνοντο κατά τῆς ἀναγνωρίσεως, ὥρισεν ὅπως, διά νά ἐπέλθη ἀγάπη, πραγματοποιηθῆ καί ἡ περιβόητος «Συγχωρητική Εὐχή», ὑπό τόν βασικόν ὅρον ὅτι αὕτη δέν καθήπτατο οὐδαμῶς τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948. Ἀντιθέτως τοῦτο ἐγένετο διά νά εἰρηνεύσουν καί Ὀρθοδοξήσουν οἱ Φλωρινικοί καί ἑνωθοῦν ἐν τῆς Ἐκκλησία, διότι δέν ἦτο δυνατόν νά εἶναι ἡνωμένη ἡ Ρωσική Σύνοδος μετά τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας καί νά διασαλεύεται ἡ ἕνωσίς της μετά τῶν Φλωρινικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐν προκειμένω πρωτίστως δέν εἶχον τήν ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, ἐπί τῆς ὁποίας ἐκηρύχθη ἡ ἕνωσις μετά τῆς Ρωσικῆ Συνόδου! Ταῦτα πάντα βάσει τῶν ἐπανειλημμένων καί ρητῶν δηλώσεων τῆς ἐξαρχίας μας!... Διά τούς λόγους αὐτούς, ἤτοι διά τήν ἀγάπην, εἰρήνην καί ἕνωσιν καί τῶν Φλωρινικῶν ἐν τῆς ἰδία Πίστει καί Ὁμολογία, ὁ Πρόεδρος τῆς Ρ.Σ. Φιλάρετος, ἠγνόησεν τήν ἐν «Σχεδίω ἀπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν» καί ἰδιαιτέρως τήν παράγραφον, αὐτῆς ἡ ὁποία ἀντιφατικῶς καί ὅλως ἀνοήτως ἀνέφερεν τήν περί «χειροθεσίας» ἀπόφασίν της, ἐνῶ προηγουμένως, εἰς τό αὐτό σχέδιον τῶν Φλωρινικῶν, φέρεται ρητῶς ὡς ἀναγνωρίσασα ἐγκύρους ταύτας. Διά τοῦτο ὥρισεν προφορικῶς νά ἀναγνωσθῆ μιά ἁπλῆ συγχωρητική εὐχή, ἡ ὁποία σαφέστατα ΔΕΝ ΣΥΝΕΙΧΕΤΟ μέ τήν ἀναγνώρισιν τῆς ὑφ' ἑνός χειροτονίας τοῦ 1948. Ἡ συγχωρητική εὐχή, ἡ ὁποία ἐγένετο δεκτή ὑπό τῆς ἐξαρχίας μας εἰς τήν Ἀμερικήν, ἐγένετο κατ' ἄκραν οἰκονομίαν δεκτή καί ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς τήν Ἑλλάδα, πάντοτε ὑπό τήν βασικήν προϋπόθεσιν ὅτι δέν εἶχεν ἀπολύτως καμμίαν σχέσιν μέ τάς χειροτονίας τοῦ 1948. Δηλαδή ἡ Συγχωρητική Εὐχή δέν ἀπετέλει παράγοντα διά τήν ἀναγνώρισιν ἀλλά ἠκολούθησεν ὑπό τήν ἀποκλειστικήν δεοντολογίαν νά εἰρηνεύσουν οἱ Φλωρινικοί, ὁμολογήσουν τήν καλήν ὁμολογίαν καί ἐπέλθη καί αὐτῶν ἡ ἐν τῆς Ἐκκλησία Ἕνωσις. Σημειωτέον ὅτι κατά τάς ρητάς δηλώσεις τῆς ἐξαρχίας ἡ Ρωσική Σύνοδος ἐθεωρήθη ὡς Ὀρθόδοξος καί ἕνεκα τούτου κατέστη δυνατή ἡ μετ' αὐτῆς ἕνωσις καθώς καί ἀποδοχή τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς. Ἀπό τῆς 8ης Ὀκτωβρίου ἕως τήν 15ην/28ην Ὀκτωβρίου 1971 συνέβησαν πολλά γύρω ἀπό τό θέμα «Συγχωρητική Εὐχή», τό κυριώτερον δέ ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος κατ' ἀρχάς ἐφέρετο διχασμένη, διότι δύο Ἐπίσκοποί μας ὁ Μακαριστός Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίων καί ὁ τότε Μεσσηνίας Γρηγόριος, ἠρνοῦντο νά ἀποδεχθοῦν καί αὐτήν τήν συγχωρητικήν εὐχήν, ἔστω ὡς πρᾶξιν ἀγάπης καί εἰρήνης! Ὅτε ὅμως κατά τόν Ὄρθρον τῆς 15/28 Ὀκτωβρίου 1971, οἱ δύο αὐτοί ἀρχιερεῖς ἐτέθησαν πρό τοῦ διλήμματος καθ' ὅ: «Ἀπόρριψις τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς συνεπάγεται τήν ἐκδίκασιν τῶν δύο Ἐπισκόπων τῆς Ἐξαρχίας καί προφανῶς τήν καθαίρεσίν των», καί ὅτι «ἀπειλεῖται σχῖσμα ἐσωτερικόν», ἐνῶ, ὅλως ἰδιαιτέρως, ἐτονίσθη καί ὑπεγραμμίσθη καί πάλιν ὅτι «ἡ συγκεκριμένη ἄκρα οἰκονομία περί ἀποδοχῆ τῆς Συγχωρητικῆ, δέν ἔχει ΚΑΜΜΙΑΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ-ΑΝΑΦΟΡΑΝ εἰς τό Μυστήριον τῆς χειροτονίας καί δέν θίγει τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, τήν ὁποίαν κέκτηται ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐκ τῶν ἀπολύτως ἐγκύρων Χειροτονιῶν τοῦ 1935 ὅσον καί τοῦ 1948». Κατόπιν τούτων, κατά τήν συγκεκριμένην ἡμέραν καί ὥραν, οἱ δύο Ἀρχιερεῖς ὑπανεχώρησαν καί δέχθησαν καί ἀνεγνώσθη τύποις ἡ «συγχωρητική εὐχή». Οὕτω τό ἀπό τό 1950 καταχθόνιο σχέδιον τοῦ πρ. Φλωρίνης, νά διακόψη τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν καί δι' αὐτῆς καί τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, μέσω καί διά τῆς «χειροθεσίας» κατά τόν Η΄ Κανόνα, δηλαδή νά συντρίψη τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί νά καταστήση τούς Γ.Ο.Χ. ἁπλῶς θρησκολήπτους καί ἀρρωστημένους «Παλαιοημερολογίτας», αὐτό λέγομεν τό ἄκρως ἱερόσυλον σχέδιον, δέν ΑΠΕΤΥΧΕΝ ἁπλῶς ἀλλά καί ΣΥΝΕΤΡΙΒΗ ΚΑΙ ΕΚΟΝΙΟΡΤΟΠΟΙΗΘΗ ὑπό τῆς δεξιᾶς τοῦ Κυρίου. ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΑΙΡΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗΝ ΕΥΧΗΝ. ΑΠΟΠΕΙΡΑΙ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΟΥΝ ΤΑΥΤΗΝ ΙΕΡΟΣΥΛΩΣ ΩΣ «ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΝ»! Ἐπίσης τονίζομεν καί δέον ὅπως ληφθῆ σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν, τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιστρέψασα ἐξαρχία μας ἀφοῦ εὐηγγελίσθη τά περί Ὁμολογίας, τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς περί ἀναγνωρίσεως τῶν χειροτονιῶν καί τῆς κατ' ἄκραν οἰκονομίαν καί ὑπό ρητούς ὅρους «συγχωρητικῆς εὐχῆς», ὄχι ἁπλῶς δέν ἐνεφάνισεν οὐδέν ἐπίσημον γραπτόν σχετικόν κείμενον, ἀλλ' οὔτε καί αυτήν τήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, τήν ὁποίαν ἀπό μακροῦ ἡτοίμαζον εἰς τε τήν Ἑλλάδα καί τήν Ἀμερικήν! Τοῦτο δε καταφανῶς ἐπειδή δέν ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Ρωσικῆ Συνόδου καί κυρίως, διότι δέν ὑπεγράφη! Αὕτη μόνον ἀπό τό τέλος τοῦ Νοεμβρίου 1971, ὅταν τά πάντα εἶχον τελειώσει, τότε μόνον δημοσιεύεται πρῶτον ὑπό τῶν Φλωρινικῶν καί ἀμέσως κατόπιν καί ὑπό τοῦ Εὐγενίου Τόμπρου, ἐννοεῖται ἀνυπόγραφος ὑπό τῆς Ρωσικῆς Συνόδου, φέρουσα μόνον τήν ὑπογραφήν τοῦ συμμετέχοντος εἰς τήν ὅλην σκευωρίαν Γραμματέως αὐτῆς, ἤτοι τοῦ Μανχάταν Λαύρου)(1), διά νά μείνη ἔκθετος εἰς τόν αἰῶνα, διότι ὑπέγραψεν ἄθλιον, ἱερόσυλον, ἀντιφατικόν, ψευδές καί ἐπαίσχυντον ἔγγραφον τῶν Φλωρινικῶν ὡς δῆθεν «ἀπόφασιν» τῆς Ρωσικῆ Συνόδου! Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἱερά Σύνοδος δέν ἠσχολήθη μέ αὐτήν τήν «ἀπόφασιν», ἐνῶ ζωηρῶς καί ἀποκλειστικῶς ἠσχολήθη μέ τήν Ὀρθόδοξον ὁμολογίαν διότι οὐδόλως αὕτη προέκυπτε, οὐδέ κἄν ἀνεφέρετο εἰς τήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, ἀλλά καί διότι ἐξετίθετο ἡ Ἐξαρχία μας! ὡς ἐκ τούτου ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐποίησε τό πᾶν δι' αὐτήν τήν ὁμολογίαν καί διά νά μή διασαλευθῆ ἡ κηρυχθεῖσα ἕνωσις, μεθ' ὅ θά ἠκολούθει καί τό περί ἀναγνωρίσεως ἤ «χειροθεσίας» ὡς ἄκρως ἀντιφατικόν θέμα. Δυστυχῶς ὅμως οἱ Φλωρινικοί, ἀλλά καί οἱ συμπράξαντες ἡμέτεροι (Εὐγένιος Τόμπρος, Καλλιόπιος κ.λπ.) ἀνέλαβον νά πραγματοποιήσουν νέον Σατανικώτερο σχέδιον! Δηλαδή, χωρίς θορύβους, ἀλλά καί ἄκρως δολίως καί ὑπούλως, ἐφαντάσθησαν ὅτι ἠδύναντο καί διά τῆς Γκεμπελιστικῆ μεθόδου νά μεταποιήσουν τήν δεδομένην πλέον «Συγχωρητικήν εὐχήν», τήν ὁποίαν ὑπό ρητούς ὅρους καί προϋποθέσεις ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐν Ἑλλάδι, εἰς «Χειροθεσίαν» ὡς ἐπί σχισματικῶν κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆ Συνόδου! Διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἤτοι τῆς ἐξαρτήσεως τῆς Ἀποστολικῆς μας Διαδοχῆς ἐκ τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς καί δι' αὐτῶν ἐκ τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ-Οἰκουμενισμοῦ, θά «ἐλύετο τό Παλαιοημερολογιτικόν», διότι θά «κατελύετο» καί ἡ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ, ἀλλά καί ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ! Δέν θά ἀπαριθμήσωμεν ὅλας τάς σχετικάς ἀποπείρας των, ἀλλά θά ἀναφέρωμεν μόνον ὡρισμένας χαρακτηριστικάς, τάς ὁποίας Κλῆρος καί Λαός πρέπει νά ἔχωμεν ὑπ' ὄψιν. 1) Ἤρξαντο τήν συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὁποίαν ὑπό ρητάς προϋποθέσεις καί ὅρους ἔκαμε δεκτήν ἡ Ἱερά Σύνοδος, νά τήν ἀποκαλοῦν καί νά τήν προπαγανδίζουν συστηματικῶς ὡς δῆθεν «χειροθεσίαν», βασιζόμενοι ἀποκλειστικῶς εἰς τό ἐκ τῶν ὑστέρων ἐμφανισθέν ἀνυπόγραφον, ἐλεεινόν καί τρισάθλιον «σχέδιον ἀποφάσεως τῶν Φλωρινικῶν», τό ὁποῖον, ὡς εἴπομεν, ἀναισχύντως καί ὅλως δολίως ἐνεφάνιζον ὡς δῆθεν ἀπόφασιν τῆς Ρωσικῆ Συνόδου, ἐνῶ εἴς τινας δυσκόλους περιπτώσεις μετεχειρίζοντο καί τήν «διευκρίνισιν» ὅτι «ἡ Ρ.Σ. ὑπό τόν ὅρον «χειροθεσία» ἐννοεῖ τήν Συγχωρητικήν εὐχήν καί ὄχι τήν κατά τόν Η΄ Κανόνα προβλεπομένην χειροθεσίαν»!!! 2) Ὁ Εὐγένιος Τόμπρος ἐν συνεννοήσει μετά τοῦ τότε (1972) ἀκόμη Πρωθυπουργοῦ Γεωργίου Παπαδοπούλου καί μέ πρόφασιν νά στηριχθῆ τό δοκιμαζόμενον Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων, δεδομένης δέ καί τῆς ἀντιθέσεως καί διαστάσεως τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου (τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας), πρός τόν Γ. Παπαδόπουλον, ἀπεφάσισαν ὅπως ὑπαχθῆ ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ἀναγνωρισθῆ καί ὑπό τοῦ Κράτους ὡς δευτέρα ἐν Ἑλλάδι ἐπίσημος Ἐκκλησία! Τό θέμα προωθεῖτο διακριτικώτατα, πλήν μέ γρήγορον ρυθμόν, καί δέν θά ἐλάμβανεν ἐπισήμως διαστάσεις, ἀλλά σιωπηλῶς καί ἀθορύβως θά ἐκηρύσσετο ἡ ἕνωσις, μέ τό ὡς ἄνω Πατριαρχεῖον μέ βάσιν ὅμως τήν «ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν», ἡ ὁποία ἐνεφάνιζεν τήν ἁπλῆν Συγχωρητικήν Εὐχήν εὐθέως ὡς χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν!... Τόν Ἰανουάριον τοῦ 1973 τό ἐν λόγω σχέδιον περί ἀναγνωρίσεως καί ὑπαγωγῆ τῆς «Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. ἐν Ἑλλάδι», εἰς τό Πατριαρχεῖον-Ἱεροσολύμων, προωθεῖται ἀποφασιστικά καί προκειμένου νά ὁλοκληρωθῆ, ἐσπευσμένως συγκροτεῖται 12μελής Ἱερά Σύνοδος, (ἐξ ὦν τινές, ἦσαν μυημένοι καί σαφέστατα ἐγνώριζον τό σχέδιον), ὅπως διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἀναγνωρισθῆ ἡ ψευδοαπόφασις καί ἀποκτήση κῦρος, ὁπότε ἡ Συγχωρητική Εὐχή πλέον θά ἐλογίζετο ἐπισήμως ὡς «χειροθεσία»! Ὅλον τοῦτο τό σχέδιον ἐναυάγησεν πρίν ὁλοκληρωθῆ, διότι οἱ πρωτεργάται Εὐγένιος Τόμπρος καί Γεώργιος Παπαδόπουλος τό 1974 ἐξέπεσον καί... ἔσβησαν! Ἰδού ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου καί πάλιν ἐπενέβη καί συνέτριψεν καί αὐτό τό σχέδιον!... 3) Ἡμέτεροι καί Φλωρινικοί, συνεχῶς συνήρχοντο καί ἐμελέτων τά σχέδια εἰς τήν Μονήν τῶν Ἁγίων Ταξιαρχῶν τοῦ Κορινθίας Καλλίστου εἰς τά Ἀθίκια, ἐνῶ ἐθεωρεῖτο ὡς καλή σύμπτωσις τό ὅτι ὁ κ. Γκουτζίδης κατά τήν συγκεκριμένην περίοδον, ἦλθεν εἰς τρόπον τινά εὐγενῆ ἀντίθεσιν πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν, διότι δέν ἐδέχθη τήν πρότασίν του νά χειροτονηθῆ Κληρικός καί νά συνεργασθῆ μετά τοῦ τότε ἀκόμη Πρωθιερέως Εὐγενίου Τόμπρου, διό ἀπό τό τέλος τοῦ 1972 καί ἀρχάς τοῦ 1973 διακριτικώτατα ἀπετραβήχθη καί μέχρι τά μέσα τοῦ 1977, δέν συμμετεῖχεν ἐπισήμως εἰς τόν ἀγῶνα τῆς Ἐκκλησίας, παρά μόνον ὡς θεολόγος προσωπικῶς διηκόνει τόν Ἀρχιεπίσκοπον. Αὐτό ὑπό τῶν ἐπιβούλων ἐθεωρήθη ὡς «εὐτυχές» γεγονός, διά τήν εὐκολωτέραν προώθησιν τῶν σχεδίων ὅλων τῶν συνασπισμένων Προδοτῶν, οἱ ὁποῖοι ἤθελον νά περάσουν τήν Συγχωρητικήν Εὐχήν ὡς «χειροθεσίαν»!... 4) Ὅσον καί ἄν ἀποτυγχάνουν καί ματαιώνονται τά συγκεκριμένα σχέδια, τό ὅλον θέμα παρηκολούθει μέ ἰδιαίτερον ἐνδιαφέρον ὁ Νεοημερολογιτισμός, ἐνῶ εἰς τινα βαθμόν διακριτικῶς ἤρχετο συνεργός καί ἡ πολιτεία! Τά ἔτη 1973 καί 1974 μέχρι 1976 εἶναι ἀποκαλυπτικά! Ὁ τότε Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης κατά τήν περίοδον 1974-1976, ἀναλαμβάνει ὅπως, μέσω τῶν Δικαστηρίων, ἀναγνωρισθῆ ἡ ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν, ἡ ὁποία ἐνῶ «τηρεῖ Φλωρινικήν σιγήν» ὡς πρός τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν, εἶναι ὅμως ρητή ὡς πρός τό θέμα «χειροθεσία τῶν Ματθαιϊκῶν»!!! Ἐν προκειμένω ὁ Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης, μηνύει εἰς τό Πολυμελές Πλημμελειοδικεῖον Πειραιῶς τόν ἡμέτερον μόλις χειροτονηθέντα ὡς ἐπίσκοπον Πειραιῶς Νικόλαον Μεσσιακάρην ὡς «ἀντιποιούμενον τό λειτούργημα τοῦ ἐπισκόπου, ψευδεπίσκοπον ὄντα», διό ἐζήτει νά ἐπιληφθῆ καί ἀποφανθῆ ἡ Δικαιοσύνη! Ἡ κατηγορία βεβαίως ἦτο βαρυτάτη καί ἀπαιτοῦσε πίστιν καί γενναῖον φρόνημα, ἅτινα ὅμως ἔλειπον ἀπό τόν τότε Πειραιῶς Νικόλαον! Οὗτος ἐμφανισθείς εἰς τούς ἀνακριτάς, ἀπολογούμενος ἰσχυρίζετο ὅτι εἶναι Κανονικός καί ὄχι ψευδεπίσκοπος, καί δέν ἀντιποιεῖται λειτούργημα Ἐκκλησιαστικόν. Μή δυνάμενος δέ νά σηκώση περαιτέρω τόν σταυρόν τῆς ὁμολογίας καί τοῦ διωγμοῦ, ἐμφανίζει, (ὁ ἴδιος ἤ ὁ συνήγορός του, εἶναι χωρίς σημασίαν, ἀφοῦ ὁ Συνήγορος ὁμιλεῖ καί ἐνεργεῖ ἐξ ὀνόματος τοῦ πελάτου του), καί καταθέτει τήν «ψευδοαπόφασιν» τῶν Φλωρινικῶν ὡς ἐπίσημον ἀπόφασιν τῆς Ρωσικῆ Συνόδου, εἰς τήν ὁποίαν ἀναγνωρίζεται ὡς Κανονικός ὁ Πειραιῶς Νικόλαος, ἀλλά κατόπιν τῆς χειροθεσίας!!! Οὕτω εἰς τό 54/76 ἐκδοθέν ἀπαλλακτικόν Βούλευμα, ὁ μέν Πειραιῶς σαφῶς ἀρνεῖται τήν ἀρχιερωσύνη του, μεθ' ὅ ἀναγνωρίζεται ἀπό τό Πολυμελές ἀνακριτικόν τμῆμα, τοῦ Συμβουλίου τῶν Πλημμελειοδικῶν Πειραιῶς, ὡς Ἐπίσκοπος, ἡ δέ ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν προβάλλεται ὡς δῆθεν ἐπίσημον Ἐκκλησιαστικόν ἔγγραφον, καί λαμβάνει καί «νομικήν» θά ἐλέγομεν ὑπόστασιν!!! Πλέον ὁ μέχρι τό 1971 ἐγκαλούμενος ὡς «ψευδοκληρικός» καί ἀπό τόν Ἰανουάριον τοῦ 1973 καί «ψευδεπίσκοπος», δυνάμει αὐτῆς τῆς ἀδιανοήτου ἱεροσυλίας περί χειροθεσίας του, τήν ὁποίαν ἐμφανίζει ἡ ἀναφερθεῖσα «ψευδοαπόφασις τῶν Φλωρινικῶν», ὄχι ἁπλῶς «ΕΔΙΚΑΙΩΘΗ», ἀλλ' ὡς ἐκαυχᾶτο, ἔλαβεν καί τά «συγχαρητήρια» τῶν ἀνακρινόντων..., ἐνῶ, προσοχή(!), προέκυψεν ὡς δῆθεν «ἡττημένος» καί «συντετριμμένος» ὁ Νεοημερολογίτης Πειραιῶς Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης!... Τοῦτο ἀσφαλῶς ἀποκλειστικῶς ἐπεδίωκεν καί ὁ ἴδιος καί εὐρύτερον ὁ Νεοημερολογιτικός Οἰκουμενισμός, δηλαδή μέσω αὐτῆς τῆς συμπαιγνίας νά λάβη κῦρος ἡ ψευδοαπόφασις καί ἀποκλειστικῶς ἡ περί «χειροθεσίας» παράγραφος! Γίνεται, λοιπόν, ἀπολύτως σαφές ὅτι πλέον ἡ Ἀποστολική Διαδοχή ἐπιχειρεῖται νά πληγῆ ἀπροκαλύπτως ὑπό τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ καί τῆς Πολιτείας μέσω τῆς Δικαιοσύνης!!! Τοῦτο τό ἐκδοθέν 54/76 Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα τοῦ Συμβουλίου Πλημμελειοδικῶν ὑπέρ τοῦ Πειραιῶς Νικολάου, ἐνεφανίσθη τό 2003, ὅτε ἡ ἤδη σχισματοαιρετική του ὁμάς, (τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος πλέον ἡγεῖτο ὡς «Ἀρχιεπίσκοπος», μετά τήν ἀναγκαστικήν παραίτησιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου ὑπέρ αὐτοῦ), εἶχεν εἰσέλθει εἰς τήν τελικήν της εὐθεῖαν προκειμένου «ἱεροσυνοδικῶς» νά διακηρύξη τήν ἄκρως ψευδῆ καί ἱερόσυλον σκευωρίαν-ἀπάτην, ἤτοι περί «ἀποκηρύξεως» καί «καταδίκης» τῆς δῆθεν «χειροθεσίας» καί «ἐπαναφορᾶς των εἰς τόν Ἅγιον Πατέρα»!!! Ὅλως ἰδιαιτέρας σημασίας εἶναι ὅτι διά τῆς οὔτω μετατροπῆ τῆς Συγχωρητικῆς εὐχῆς εἰς τήν ἀνυπόστατον «χειροθεσίαν» των, καί τῆς «Συνοδικῆς» των καταδίκης καί ἀποκηρύξεως αὐτῆς τό 2007, οὐσία τήν ΥΠΕΣΤΑΣΙΑΣΑΝ διά τούς ἰδίους τούς ἑαυτούς των καί τήν ἐπεκάθησαν ἐπί τῶν κεφαλῶν των! Σαφέστατα δέ ἡ θρασυτάτη αὐτή πρᾶξις ἀποτελεῖ τήν ἐσχάτην ἄρνησιν, βεβήλωσιν καί ἱεροσυλίαν κατά τῶν ἀπό τό 1935 καί 1948 ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν των, καί πλέον κατά τήν ἀκρίβειαν τῶν θείων καί Ἱερῶν Κανόνων δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναγνωρίζωνται ὡς ἐπίσκοποι!... 5) Παραλλήλως πρός τόν Νικόλαον καί προφανῶς καί πρό αὐτοῦ, (1974-1976) καί ὁ τότε Ἀργολίδος Παχώμιος Ἀργυρόπουλος, προετοιμάζων, ὅσον ἐξηρτᾶτο ἀπό τόν ἴδιον, τήν ἐπίσημον μετατροπήν τῆς Συγχωρητικῆς Εὐχῆς, εἰς δῆθεν «χειροθεσίαν»(!), πρῶτος αὐτός ἐγγράφως, ὑπό ἄκραν μυστικότητα, γράφει καί ὑπογράφει ἀπόρρητον «ἐξομολογητικήν ἐπιστολήν», εἰς τήν ὁποίαν ἀποφαίνεται ψευδῶς πλήν ρητῶς ὅτι ἡ ἐν Ἑλλάδι Ἱερά Σύνοδος καί προηγουμένως ἡ Ἐξαρχία ἐν Ἀμερικῆ, «προσέτρεξαν» καί «ἐδέχθησαν "ἀγαλλομένω ποδί" ὅλοι ὄχι "Συγχωρητικήν Εὐχήν" ἀλλά "Χειροθεσίαν" ὡς ἐπί σχισματικῶν»! Ὁμοίως καί οὗτος, ὅπως ὁ Νικόλαος, τό κείμενόν του, τό ὁποῖον ἐχαρακτήρισεν ἐξ ἀρχῆς ὡς «ἐξομολογητικήν του ἐπιστολήν», τό ἐκράτησεν μυστικόν καί μόνον περί τό 2003 ἐπισήμως τό ἐκυκλοφόρησεν καί μάλιστα ὑπερημύνθη αὐτοῦ, γράψας καί δεύτερον ἴδιον ἀκριβῶς ψευδές καί ἱερόσυλον κείμενον τό 2004! Αὐτή εἶναι ἡ ἐπί ὁλόκληρον 30ετίαν συνεχιζομένη προδοσία κατά τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948, δυστυχῶς καί παρά ἡμετέρων πρώην Ἐπισκόπων!... 6) Εἰς τά ἴδια πλαίσια, ὁ ἴδιος ἐσωτερικός μηχανισμός, τοῦ ὁποίου, μετά τόν Εὐγένιον Τόμπρον, ἡγεῖται ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος Μακρῆ, ἀλλά καί οἱ λοιποί ἐγκάθετοι, οἱ ὁποῖοι παραμένουν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ὡς οἱ Καλλιόπιος Γιαννακουλόπουλος, ὁ Κων/νος ἤ Καλλίνικος Σαραντόπουλος, σήμερον ἐμφανιζόμενος ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῶν Φλωρινικῶν, καί πλεῖστοι ἄλλοι, εἰς τά πλαίσια τῆς προετοιμασίας των νά μεταλλάξουν καί νά κηρύξουν τήν συγχωρητικήν εὐχήν εἰς χειροθεσίαν των, ἐχρησιμοποίησαν καί τόν τότε Κορινθίας Κάλλιστον Μακρῆν! Τοῦτον ἔπεισαν καί ἐδήλωσεν τό 1975, μετά 5 ὁλόκληρα ἔτη ἀπό τῆς εἰς Ἀμερικήν μεταβάσεως τῆς ἐξαρχίας μας, ὅτι «τήν 17ην Σεπτεμβρίου εἰς τήν Ἀμερικήν εἰς τόν ἴδιον δέν ἀνεγνώσθη «Συγχωρητική Εὐχή» ἀλλ' ἐγένετο «Χειροθεσία ἐπί σχισματικοῦ, διό προσχωρεῖ εἰς τήν Φλωρινικήν Παράταξιν»!!! Πάντως οὗτος, δέν διενοήθη νά εἴπη ὅτι καί εἰς τήν Ἑλλάδα ἔκαμαν «χειροθεσίαν» ἐπί τῶν ἐπισκόπων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὅπως, ἤδη πρό αὐτοῦ, ἀπετόλμησαν οἱ Παχώμιος καί Νικόλαος, οἱ ὁποῖοι, παρά ταῦτα, ἔφθασαν εἰς τό σημεῖον κατά μέν τό 1976 νά ὑπογράψουν τήν καθαίρεσιν τοῦ Καλλίστου(!), ὅταν, ΠΡΟΣΟΧΗ(!), ἀμφότεροι οὖτοι ἐν κρυπτῶ εἶχον ἤδη γράψει τά δόλια φληναφήματά των «περί χειροθεσίας ὡς ἐπί σχισματικῶν καί ἐν Ἀμερικῆ καί ἐν Ἑλλάδι καί τό χεῖρον ὅτι ἐν τέλει τήν «ἀποκηρύσσουν καί τήν καταδικάζουν» τό 2007, μέ συνέπειαν τήν ὑποστασιοποίησιν αὐτῆς! Ὅλα αὐτά ἐλάμβανον χώραν, διότι συνεχῶς ἐπί ὅλην 30ετίαν εἰργάζοντο καί προσεδόκουν ὅτι τήν Συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὁποίαν ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος τήν 15ην/28ην Ὀκτωβρίου 1971, προϊόντος τοῦ χρόνου, θά τήν μετέτρεπον καί θά τήν ἐπέβαλον ὡς «χειροθεσίαν» ἐπί σχισματικῶν, ὁπότε ἡ προδοσία θά ἦτο καθολική καί «πανηγυρική»! 7) Καθ' ὅλα τά ἔτη ἀπό τό 1971 ἕως καί τό 1975 ὑπό τῆς Ἱ. Συνόδου κατεβλήθησαν ἀπεγνωσμέναι προσπάθειαι ὅπως ἡ Ρ.Σ. δεχθῆ καί διακηρύξη τήν ἀπό τό 1924 Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί κηρυχθῆ πραγματική ἑνότης, πλήν κατέστη ἀδύνατον! Παρά ταῦτα ὁ τότε πρόεδρος τῆς Ρ. Συνόδου Φιλάρετος διεβεβαίωνεν ὅτι δέν ἐγένετο χειροθεσία ἐπί τῆς Ἐξαρχίας μας, ἀλλά ἁπλῆ συγχωρητική εὐχή. Τό ἀληθές ἐν προκειμένω εἶναι ὅτι ἡ Ρ.Σ. τό 1971 μᾶλλον ἐφέρετο καί ἤγετο ὑπό τῶν Φλωρινικῶν, τῶν ὁποίων σαφῶς εἶχεν καί τό «πιστεύω»! Παρά τό συστηματικῶς προωθούμενον σχέδιον περί δῆθεν «χειροθεσίας», τοῦτο ἀπό τοῦ Φεβρουαρίου 1976, ἐφάνη ὅτι ἔληξεν, διότι ἡ Ἱερά Σύνοδος διά τοῦ ὑπ' Α.Π. 1158/20.2.1976 ἐγγράφου της πρός τήν Ρωσικήν Σύνοδον ἀνεκοίνωσεν τήν διακοπήν πάσης κοινωνίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μετ' αὐτῆς. ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΑΛΛΑ Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΕΞΕΛΙΣΣΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ 1995 ΚΑΙ ΤΟΥ 2005 Κατόπιν αὐτοῦ τοῦ γεγονότος καί ὅλων ὅσων προηγήθησαν ἀπό τό 1971 τό συγκεκριμένον σχέδιον δέν ἐπαύθη, ἀλλά ἐτέθη ἐπί ἄλλης βάσεως! Μέ δεδομένον ὅτι τήν Ἱεράν Σύνοδον ἀπό τό 1977 ἐπλαισίωναν δύο θεολόγοι, (Ἐλ. Γκουτζίδης καί Μηνᾶς Κοντογιάννης) γνωστοί ἀμφότεροι διά τόν ζῆλον καί τήν ἐργατικότητά των, τοῦτο ἔλαβεν σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος, ὅστις συνειδητοποιήσας ὅτι τά σχέδια του περί «χειροθεσίας» θά προσέκρουον σκληρά ἐπ' αὐτῶν, κατ' ἀρχάς ἐποίησεν τό πᾶν νά τούς προσεταιρισθῆ καί νά τούς παρασύρη εἰς τάς μεθοδεύσεις του περί χειροθεσίας, πάντοτε ἐμμέσως καί σιωπηλῶς! Τοῦτο ὡς θά προκύψη δέν τό κατώρθωσεν! Συγκεκριμένως ὁ τότε Ἀττικῆς Ματθαῖος, ἀνεβίωσεν τό κατά τάς ἀρχάς τοῦ 1974 διακοπέν καί ματαιωθέν σχέδιον τοῦ Εὐγενίου Τόμπρου, ἤτοι νά ἀναγνωρισθῆ ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀπό τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ὑπαχθῆ εἰς αὐτό! Πάλιν ὅμως ἐπειδή τοῦτο τό σχέδιον θά ἐπεχειρεῖτο μέ ἀποκλειστικήν βάσιν τήν γνωστήν ψευδοαπόφασιν τῶν Φλωρινικῶν, ἡ ὁποία ψευδέστατα διεκήρυσσεν τήν «χειροθεσίαν» ὡς ἐπί σχισματικῶν, τό θέμα καθίστατο δυσχερές! Μέ αὐτό τό δεδομένον, καθ' ὅλην τήν δωδεκαετίαν ἀπό τό 1977 ἕως καί τό 1989, ὁ τότε Ἀττικῆ Ματθαῖος, ἔφερε τούς δύο θεολόγους τρεῖς φοράς εἰς ἀπ' εὐθείας σύσκεψιν μετά παραγόντων τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων εἰς τάς Ἀθήνας, μέ ἀποκλειστικόν ἐπιχείρημα ὅτι: «Ἔχουμε ἱεράν ὑποχρέωσιν καί καθῆκον νά στηρίξωμεν τό δοκιμαζόμενον Πατριαρχεῖον τῶν Ἱεροσολύμων καί ἐφ' ὅσον τοῦτο γίνη θά τύχωμεν ἐπισήμου ἀναγνωρίσεως καί θά ἀπολαμβάνωμεν ὅλα τά δικαιώματα, τά ὁποῖα ἀπολαμβάνουν ὅλοι οἱ «λειτουργοί» ὅλων τῶν ἐπισήμως ἀναγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν, ἤτοι: μισθούς, συντάξεις καί πλῆθος ἄλλων προνομίων, ὡς δωρεάν αὐτοκίνητα κ.λπ., κ.λπ.»!!! Ἡ ἀπάντησις τῶν δύο Θεολόγων καί κατά τάς τρεῖς συναντήσεις ἦτο ἡ ἴδια: «Κρατεῖστε ὅλα αὐτά δέν τά θέλωμεν! Ἕν μόνον θέλομεν καί αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Ὁμολογία-Ἐκκλησιολογία! Αὐτήν ζητοῦμεν ἀπό τό Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων καί ἀμέσως θά ἑνωθῶμεν»... Ἀφοῦ ἀπέτυχεν καί ἡ τρίτη ἐπίσημος συνάντησις, (τήν φοράν αὐτήν εἰς τό Γραφεῖον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου εἰς Περιστέριον), τότε ὁ Ματθαῖος Μακρῆ ἀπεφάσισεν νά ἀνοίξη μέτωπον πρός ἀπομάκρυνσιν τῶν δύο θεολόγων, καί ἐν ἀνάγκη καί τῶν συνεργαζομένων μετ' αὐτῶν Κληρικῶν, μέ πρῶτον τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί τόν Ἱερομόναχον Ἀμφιλόχιον καί βεβαίως ὄχι μόνον αὐτῶν! Συνεκρότησεν ὁμάδα ἐπιθέσεως, ἡ ὁποία πρωτίστως ἐφρόντισε νά διακοπῆ ὁ λαμπρός θεολογικός Διάλογος, μετά τῶν Φλωρινικῶν 1988-1991, καί ὁ ὁποῖος εἶχεν φθάσει εἰς θαυμαστόν σημεῖον, διό ἀμέσως ἐκήρυξεν τήν δῆθεν «ΝΕΟΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΝ», ἡ ὁποία ἐν τέλει καί αὕτη δέν εἶχεν τά ἀποτελέσματα τά ὁποῖα ἐφαντάζετο, διό καί προεκάλεσεν μέ ἄλλους 4 ἐπισκόπους τό σχῖσμα του κατά τό 1995, ἐνῶ ἤδη πρό ἔτους(;) περίπου εἶχεν ἀποστείλει τούς Πειραιῶς καί Ἀργολίδος διά νά πλαισιώνουν καί ἐλέγχουν τόν Ἀρχιεπίσκοπον, ὅστις εἶχεν ἀπομείνει μόνος του, καί πρό πάντων νά ἀντιμετωπίσουν τούς δύο θεολόγους!... Αὐτοί εἶναι οἱ ἀπό τό 1937 βλάσφημοι Σχισματικοί Φλωρινικοί, αὐτοί εἶναι οἱ ἐπίσης ἀπό τό 1995 πέντε Σχισματοαιρετικοί, οἱ ὑπό τόν τότε Ἀττικῆς Ματθαῖον, αὐτοί εἶναι καί οἱ περισσότερον ὅλων Σχισματοαιρετικοί ἀπό τό 1997 καί μέχρι τό 2005 καί 2007, οἱ «Νικολαΐται», οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἐλέχθη, μέχρι τό 1994 ἦσαν ὀργανικά ἡνωμένοι καί ὁμόφρονες μετά τῶν πέντε, ἐνῶ ὀλίγον πρό τοῦ σχίσματός του 1995, ἐξῆλθον καί ἐπλαισίωσαν τόν μόνον του ἐναπομείναντα Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί ἐστάλησαν διά νά συνεχίσουν τό περί «χειροθεσίας ἔργον»!!! Οὗτοι ἤδη ἀπό τό 1997 κατέλυσαν κάθε ἔννοιαν Κανονικῆ Τάξεως καί Συνοδικοῦ θεσμοῦ, καί ἀποβάντες τυφλά καί ἄβουλα ὄργανα τοῦ Φλωρινισμοῦ καί Νεοημερολογιτισμοῦ, ἱεροσύλησαν κατά παντός ὁσίου καί ἱεροῦ, πρωτίστως δέ κατ' Αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ ἔθεσαν ἀργίας, ἔκαμαν ἀφορισμούς, ἀπεσχημάτισαν, διέλυσαν ἀδελφότητας, ἐδίχασαν καί πλανώμενοι ἐπλάνησαν, ἐνῶ ἥρπασαν Ναούς καί Μονάς καί προεκάλεσαν τήν τρίτην μεγάλην Σχισματοαίρεσιν! Φερόμενοι καί ἀγόμενοι ὑπό τῶν ἀδελφῶν Τσακίρογλου καί κυρίως ὑπό τοῦ Μοναχοῦ Μαξίμου Τσακίρογλου, τοῦ Δημητρίου Κάτσουρα, ἀλλά καί τοῦ γνωστοῦ διά τήν ἀπό τό 1971 συμπεριφοράν του ἐπί τοῦ θέματος τῆς δῆθεν «χειροθεσίας», Βασιλείου Σακκᾶ, καί πρό πάντων ὑπό τοῦ ἐν Ἀθήναις Φλωρινικοῦ κέντρου ὑπό τούς κ. Καλλίνικον Σαραντόπουλον, (νῦν «Ἀρχιεπίσκοπον» τῶν Φλωρινικῶν), τόν κ. Ἀθανάσιον Σακαρέλλον καί ἄλλους βεβαίως, διέπραξαν τέρατα καί σημεῖα ἀπό Κανονικῆ, Ὀρθοδόξου καί ἐν γένει Ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως. Ἀναφέρομεν χαρακτηριστικῶς τήν δολίαν μεθόδευσιν κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθ. Γκουτζίδη, μέ ἀφορμήν τήν ὁμολογιακήν καί ἀπό πάσης ἀπόψεως Ὀρθόδοξον ὁμιλίαν του, κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1997, εἰς τήν Θεσσαλονίκην, ἡ ὁποία εἶχεν ὡς θέμα τήν ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ. Ἐκ τοῦ μή ὄντος ἐχάλκευσαν ζήτημα περί «ἀνάρχου Ἐκκλησίας» καί περί «μή κοινωνίας τῶν τριῶν Θείων Προσώπων», ἀποβάντες οἱ ἴδιοι ΑΚΡΩΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ἐπί τε τοῦ Ἐκκλησιολογικοῦ καί προηγουμένως τοῦ Τριαδολογικοῦ Δόγματος! Μέ βάσιν δέ αὐτά προέβησαν εἰς ὅλως ἀντικανονικάς καί ἀπολύτως ληστρικάς «καθαιρέσεις», «ἀφορισμούς» καί ἄλλας διώξεις μέ θλιβεράν κατάληξιν τό σχῖσμα τοῦ 2005. Ταῦτα πάντα εἶναι γνωστά, διότι πληθωρικῶς καί ἐπανειλημμένως ἐδημοσιεύθησαν εἰς τά περιοδικά «Κήρυξ Γνησίων Ὀρθοδόξων» καί «Ὀρθόδοξος Πνοή». Ἐπίσης ταῦτα πάντα ἐν πολλοῖς ἔχουν ἐκδικασθεῖ καί ὑπό τοῦ Ἀνωτάτου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου, τά δέ Πρακτικά καί αἱ ἀποφάσεις αὐτοῦ ἔχουν δημοσιευθεῖ εἰς τούς τόμους τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς» τῶν ἐτῶν 2009, τεῦχος Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου σελ. 451-494 καί Τόμος 2010, τεῦχος Ἰανουαρίου-Φεβρουαρίου σελ. 3-59 καί τεῦχος Μαρτίου-Ἀπριλίου σελ. 103-141. Διά τοῦτο ἐξ ἀρχῆ ἐμνημονεύσαμεν τό τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, «Καί νῦν πολλοί ἀντίχριστοι ἐληλύθασιν», διότι καί εἰς τάς ἡμέρας μας, ὅλα τά κέντρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί τό Φλωρινικόν σχῖσμα μεθ' ὅλων τῶν θυγατρικῶν του, καί ἐπί πᾶσι τούτοις αἱ σχισματοαιρέσεις τοῦ 1995, ὑπό τούς πέντε πρώην ἐπισκόπους μας, ἰδιαιτέρως δέ ἤ πολύ χείρων αὐτῆς, μεγίστη καί ἐσχάτη σχισματοαίρεσις τοῦ 2005, ἐποίησαν τά πάντα ἀφ' ἑνός νά πλήξουν τήν Ἐκκλησίαν καί ἀφ' ἑτέρου νά ἐπιτύχουν μίαν ἕνωσιν εἰς τά πλαίσια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὅλων τῶν «Παλαιοημερολογιτικῶν», ψευδοεκκλησιῶν πρός «λύσιν τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ προβλήματος»! Τοῦτο ὅλον ἤδη ἐνεργεῖται!... Διό, Πατέρες καί ἀδελφοί, πρόσχωμεν! Στῶμεν καλῶς, Στῶμεν μετά φόβου καί ἄν χρειασθῆ ἄς χύσωμεν καί τό αἷμα μας, ἐνῶ ὁ ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία Χριστοῦ Διάλογος καί σήμερον εἶναι τό αἴτημα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός ὅλους αὐτούς. Πατέρες καί ἀδελφοί, Ὅλαι αἱ ἀπό τό 1924 καί μέχρι σήμερον παλαιοημερολογιτικαί ψευδοσύνοδοι καί ψευδοεκκλησίαι, σκοπόν εἶχον καί ἔχουν νά ἐκκλείψη ἡ ἀπό τό 1935 καί 1948 γνησία καί ἀνόθευτος παραμένουσα Ἀποστολική Διαδοχή καί ἐν ταυτῶ ἡ ἀπό τό 1924 ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ! Ἐπί τῶ σκοπῶ τούτω ὅλαι αἱ σχισματικαί, αἱρετικαί Παλαιοημερολογιτικαί ψευδοσύνοδοι καί ψευδεκκλησίαι, ἔχει ἀποφασισθεῖ νά ἑνωθοῦν εἰς μίαν μεγάλην Παλαιοημερολογιτικήν Ψευδοεκλησίαν, ἐξηρτημένην ἀπό πάσης ἀπόψεως πνευματικῆ καί διοικητικῆ, ὑπό τόν Οἰκουμενιστικόν Νεοημερολογιτισμόν! Αὐτό εἶναι τό προκεχωρημένον σχέδιον, τό ὁποῖον ἐνεργεῖται ὑπό τοῦ ἀντιχρίστου, εἰς τάς ἡμέρας μας, καί προσδοκοῦν νά τό ἐπιτύχουν. Ἤδη ὅπως ἐλέχθη ἔχουν πραγματοποιηθεῖ αἱ πρῶται Παλαιοημερολογιτικαί ἑνώσεις καί θά συνεχισθοῦν, ἐνῶ πρόβλημα, ὅπως ἔλεγεν καί ὁ ἀποβιώσας Χριστόδουλος, ἀποτελοῦν συγκεκριμένα πρόσωπα, κατωνόμαζεν δέ τόν Ἐπίσκοπον Κήρυκον καί τόν Ἐλευθέριον Γκουτζίδη. Σήμερον οὐσιαστικόν καί μεγάλο πρόβλημα, δι' ὅλους αὐτούς, ἀποτελεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Ἑλλάδι καί ἰδιαιτέρως ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, τήν ὁποίαν ἡ δεξιά τοῦ Κυρίου ἀνέδειξαν τό 2008!!! Ἐδῶ εὑρίσκεται σήμερον τό ὅλον πρόβλημά τους(!), ἤτοι πῶς θά μολύνουν καί θά ἀκυρώσουν τήν Ὁμολογίαν-Ἐκκλησιολογίαν καί τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν τῶν ὀλίγων ἐναπομεινάντων Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων! Διά τοῦτο σήμερον ὅλαι αἱ δυνάμεις τοῦ ἀντιχρίστου εἶναι ἐστραμμέναι κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί τῆς ἐν Κύπρω καί ἐν Ρωσία καί ἐν Ρουμανία καί ἐν Κένυα. Διό μετέρχονται κάθε ὑποκρισίαν καί καταβάλλουν τάς μεγίστας προσπαθείας νά εὕρουν τρόπον ὥστε νά καταρρίψουν τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν ὅλων τῶν ἐπισκόπων τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πατέρες καί ἀδελφοί διερχόμεθα ἐσχάτους καιρούς, κινδυνεύομεν νά πλανηθῶμεν καί οἱ «ἐκλεκτοί», διό ἔχομεν χρέος καί καθῆκον νά φυλάξωμεν τήν Παρακαταθήκην τῆς ΠΙΣΤΕΩΣ, ἀλλά καί νά τήν διακηρύξωμεν μέχρις ἐσχάτης μας ἀναπνοῆ. Ἔχομεν χρέος νά ἐντείνωμεν τόν ἀγῶνα, διά τοῦ ὁποίου θά βοηθήσωμεν καί ὅλους τούς πρώην Πατέρας καί ἀδελφούς, ὡς ἀνωτέρω ἐπεσημάναμεν, οἱ ὁποῖοι πλανηθέντες ἐξέπεσον εἰς τάς φοβεράς παλαιοημερολογιτικάς σχισματοαιρέσεις, ἵνα, χάριτι Χριστοῦ, ἐπανέλθουν εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Ὅθεν, ἀπαιτεῖται νά ἔχωμεν καί νά κηρύσσωμεν γνησίαν καί καθαράν τήν ὁμολογίαν, ἀλλά νά ἔχωμεν καί χριστιανικήν ταπείνωσιν, ἀγάπην καί προσευχήν, δηλαδή νά εἴμεθα γνήσια καί ζῶντα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Κλείοντες τήν παροῦσαν Συνοδικήν Ἔκθεσιν τῶν συμβαινόντων σήμερον ἀπευθύνομεν ἰδιαιτέρως θερμοτάτην ΕΚΚΛΗΣΙΝ πρός ὅλους τούς πρώην ἀδελφούς μας λέγοντες: Πρώην ἐν Χριστῶ Πατέρες καί ἀδελφοί, οἱ ὁποῖοι συνεχίζετε καί ἐκπροσωπεῖτε τάς ἀπό τό 1937, 1995 καί τό 2005 δεινάς σχισματικάς καταστάσεις, ὡς ἐνδημοῦσα Ἱερά Σύνοδος τόσον τῆς ἐν Ἑλλάδι, ὅσον καί τῆς ἐν Κύπρω, ἀλλά καί τῆς ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σᾶς ἀπευθύνομεν θερμοτάτην Ἔκκλησιν, ὅπως παύσωμεν τάς οἱασδήποτε προφάσεις ὡς ἐκ τοῦ Πονηροῦ προερχομένας καί μή παρικωλύωμεν τόν ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία Χριστοῦ Διάλογον «προφασιζόμενοι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις», διότι ἄν οἱ αἴτιοι ἑνός σχίσματος εἶναι μίαν φοράν εἰς τήν ἀπώλειαν, οἱ ἀνεχόμενοι καί ἰδιαιτέρως οἱ παντί σθένει συντηροῦντες αὐτό εἶναι μυριάκις εἰς τήν ἀπώλειαν!... Ὅθεν ἐρχόμενος ἕκαστος εἰς ἑαυτόν, δεῦτε νά ταπεινωθῶμεν καί προσπίπτοντες τῶ Κυρίω, ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους διά νά καταστῶμεν ὅλοι ἀπό κοινοῦ γνήσια μέλη τοῦ ἑνός Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν Γένοιτο. Η ΕΝΔΗΜΟΥΣΑ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Διά τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος Οἱ Μητροπολῖται: † Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Τ.Υ. ΚΗΡΥΚΟΣ † Λαρίσης καί Τυρνάβου Τ.Υ. ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ Διά τήν Γνησίαν ὈρθόδοξονἘκκλησίαν τῆς Κύπρου Ὁ Μητροπολίτης: † Ὁ Κιτίου καί πάσης Κύπρου Τ.Υ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ καί ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Τ.Υ. ΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΗΜΟΥΣΑΝ ΙΕΡΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ † Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΕΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ @ ΓΟΕΕ 2014 + Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ

    Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙΣΑ ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΙΝ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ