ΠΡΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΝ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝ ΠΕΡΙ ΡΟΥΜΑΝΩΝ
+ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ
ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Δ/ΝΣΙΣ: ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ
ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ
ΚΟΡΩΠΙ Τ.Κ.19400 Τ.Θ. 54 ΤΗΛ. 210.6020176, 210.2466057
Α.Π. Ε/72
Ἐν Κορωπίω
τῆ 2.5.2008
ΠΡΟΣ
τόν Παν/τον Ἱερομόναχον
π. Παντελεήμονα.
ΘΕΜΑ: Περί τῶν χειροτονησάντων τόν Ἐπίσκοπον Βίκτωρα
Ἐπισκόπων Σεραφείμ, Στεφάνου καί Φιλίππου καί περί ἄλλων τινῶν θεμάτων διά τούς
Ρουμάνους.
Ἀγαπητέ μοι π. Παντελεήμονα. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ.
Διά της παρούσης σας ενημερώνω ἐπί τῶν νέων πολύ
σημαντικῶν στοιχείων τά ὁποῖα προέκυψαν μέσα ἀπό τήν ἔρευνα μας, ὅσον ἀφορᾶ
τούς τρεῖς Ἐπισκόπους τούς χειροτονήσαντας ἐν Γερμανία τό 1949 τόν Ἐπίσκοπον
Βίκτωρα Λέου, ἀπό τόν ὁποῖον ἕλκουν τήν Ἀποστολικήν των Διαδοχήν οἱ Ρουμάνοι
Ἐπίσκοποι Κασσιανός καί Γερόντιος. Τά στοιχεῖα αὐτά προέκυψαν μέσα ἀπό ἔρευνα
πηγῶν εἰς Ἀγγλικήν γλῶσσαν, ἡ δέ ἔρευνα αὐτῶν ἐγένετο μέ τήν βοήθεια τοῦ ἐξ’
Αὐστραλίας ἀδελφοῦ Σταύρου Μάρκου, ὁ ὁποῖος, ὅπως γνωρίζετε, τώρα τό Πάσχα
εἶναι μαζί μας εἰς Ἑλλάδα.
Ὅταν μετέβημεν εἰς Ρουμανίαν εἴχαμε ὑπ’ ὄψιν ὄχι
σαφῆ στοιχεῖα περί τῶν τριῶν Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι ἐχειροτόνησαν τόν Ἐπίσκοπον
Βίκτωρα. Βάσει αὐτῶν τῶν στοιχείων, δέν ἦτο δυνατόν νά πεισθῶμεν ἐκ τοῦ
ἀσφαλοῦς, ὅτι οὗτοι, ὅταν ἐχειροτόνησαν τόν Ἐπίσκοπον Βίκτωρα εἶχον τήν καθαράν
Ὁμολογίαν, ὅπως ἀπ’ ἀρχῆς τήν ἐκράτησαν οἱ Ρουμάνοι Κλῆρος καί Λαός. Ἀλλά
ἐδημιουργήθησαν καί ὡρισμένα ἐρωτηματικά περί τῆς Ἀποστολικῆς των Διαδοχῆς.
Ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἐπληροφορήθημεν ἦτο ὅτι οἱ
Ἀρχιερεῖς οὗτοι ἦσαν Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς. Ἐπειδή δέ οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς,
καθ’ ἅ μέ ἐπληροφόρησεν προσωπικῶς ὁ ἴδιος ὁ Προκαθήμενός των Λαῦρος, οὐδέποτε
διέκοψαν κοινωνίαν μετά τῶν Νεοημερολογιτῶν, ἦτο δύσκολον νά δεχθῶμεν ὅτι οἱ
Ἀρχιερεῖς οὗτοι εἶχον καθαράν Ὁμολογίαν. Ἐπείσθημεν, ὅμως, εἰς τάς
διαβεβαιώσεις τῶν Ρουμάνων Ἐπισκόπων καί Ἱερέων, ὅτι τό πλήρωμα τῆς γνησίας
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας (Μοναχοί καί λαϊκοί) ἐδέχθησαν νά ὑπαχθοῦν
ὑπό τό ὠμοφόριον τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Βίκτωρ τούς ἐδήλωσεν
ὅτι «ἐάν δέν διεπίστωνα ὅτι ἦσαν Ὀρθόδοξοι, δέν θά ἐδεχόμουν νά χειροτονηθῶ ὑπ’
αὐτῶν».
Κατά τήν συνεδρίασιν τῆς διευρυμένης Συνόδου τῆς 7,
8, καί 9 Φεβρουαρίου 2008, δέν προέκυψεν ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ἡ καθαρά Ὁμολογία τῶν
Ἐπισκόπων τούτων, οὔτε ὅτι ἐκέκτηντο Κανονικήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, πλήν ὅμως
διά τόν λόγον, ὅτι ἡ ἀντιπροσωπεία ἐβεβαίωσεν ἐγγράφως, τήν καλήν Ὁμολογίαν τοῦ
Ἐπισκόπου Βίκτωρος, ἀπεφάνθημεν ὅτι δέν χρειάζεται οὔτε χειροθεσία, οὔτε
συγχωρητική εὐχή. Εἴπομεν, ὅτι εἶναι δυνατή ἡ ἕνωσις μετά τῶν Ρουμάνων
Ἐπισκόπων διά μιᾶς ἁπλῆς Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ἀναγνωρίσεως τῶν χειροτονιῶν καί
τῶν τελεσθέντων μυστηρίων, ἡ ὁποία ἕνωσις θά ἐπισφραγισθῆ διά κοινοῦ
συλλειτούργου, εἰς τό ὁποῖον θά ἐπικαλεσθῶμεν τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά
θεραπεύση τά ἀσθενῆ καί τά ἐλλείποντα νά ἀναπληρώση.
Κατά τήν ἑπομένην Μητροπολιτικήν Σύνοδον τῆς 1
Ἀπριλίου 2008 εἰς τήν ὁποίαν συμμετεῖχεν καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου καί
ἀντιπροσωπευτικῶς καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀφρικῆς καί τῆς Ρωσίας, ἀπεφασίσαμεν τήν ἀναγνώρισιν,
καί ἐπικύρωσιν τῶν χειροτονιῶν τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος διά μιᾶς ἁπλῆς Συνοδικῆς
ἀποφάσεως τῆς Μητροπολιτικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία πράγματι καί ὑπεγράφη, τό δέ
κοινόν συλλείτουργον, κατόπιν συνεννοήσεως καί μετά τῶν Ρουμάνων Ἐπισκόπων
ὡρίσθη διά τήν Παρασκευήν τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς εἰς Ρουμανίαν.
Κατ’ αὐτήν τήν συνεδρίασιν ἐγένετο ἀναφορά καί εἰς
τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον ἐδέχετο ἡ Ἐκκλησία Ἐπισκόπους χειροτονηθέντας ἐκτός
αὐτῆς, ἤτοι διά μόνης τῆς Ὁμολογίας, χωρίς νά ἐξετάζεται τό θέμα τῆς
χειροτονίας των, ὅπως ἔγινε μέ τόν Ἅγιο Ἀνατόλιο Κωνσταντινουπόλεως, τόν ἅγιο
Μελέτι Ἀντιοχείας, καί κατά τήν Ζ΄ Οἱκουμενικήν Σύνοδον, μέ τούς Ἐπισκόπους,
οἱο ὁποῖοι ἐχειροτονήθησαν παρά αἱρετικῶν. Παραθέτω ἕν μέρος ἀπό τήν σχετικήν
Εἰσήγησίν μου:
«Ἡ Ἐκκλησία δέν ἀναγνωρίζει τήν ἐκτός αὐτής
ἱερωσύνην ὡς δημιουργόν κανονικῶν συνεπειῶν, καί τούτο παρά τήν, διά τοῦ θεσμοῦ
της Οἰκονομίας, ἐνίοτε περιπτωτικήν ἀναγνώρισιν τῶν τοιούτων κανονικῶν
αποτελεσμάτων τῶν προερχομένων ἐκ χειροτονιῶν εἴτε ἐν τῇ καθαιρέσει, εἴτε ἐν τῇ
αἱρέσει καί τῷ σχίσματι.
Οὔτως ἡ Ἐκκλησία, τῇ
Οἰκονομίᾳ χρωμένη καί τήν ἑνότητα ἐν τῷ σώματι αὐτής διώκουσα, ἀνεγνώρισε τό
κύρος χειροτονιῶν τελεσθεισῶν καί ὑπό αἱρετικῶν εἰσέτι καί σχισματικῶν, καί
ἐδέξατο ἄνευ ἀναχειροτονήσεως τους τοιαύτας λαβόντας ἀντικανονικᾶς χειροτονίας.
Ἡ Α’ Οἰκουμενική Σύνοδος
ἐδέχθη λ.χ. ἄνευ ἀναχειροτονήσεως τούς τε Μελιτιανούς καί τούς Καθαρούς ὡς καί
τούς Μιξοφυσίτας καί Θεοπασχίτας. Οἱ Μεσσαλιανοί κληρικοί, ἀρνούμενοι τήν
πλάνην, ἐγίγνοντο δεκτοί ὑπό τῆς Γ' Οἰκουμενικής Συνόδου ἄνευ ἀναχειροτονήσεως.
Οἱ πλείστοι τῶν
μετασχόντων τῆς ΣΤ' Οἰκουμενικής Συνόδου Ἐπισκόπων, καίπερ κεχειροτονημένοι ὑπό
Μονοθελητών, ἐγένοντο ἄνευ ἑτέρου δεκτοί ὡς σύνεδροι.
Η Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδος
ἐδέξατο εἴς τούς οἰκείους βαθμούς τους ἀποκηρύξαντας τήν αἵρεσιν τῆς
εἰκονομαχίας. Ἡ ἐν Καρθαγένῃ ἐδέχθη ἄνευ ὡσαύτως ἀναχειροτονήσεως τούς
Δονατιστάς ὑπό τόν ὅρον τῆς ἀποκηρύξεως ὑπ' αὐτών τῆς αἱρετικῆς των δοξασίας.
Ο Μ. Βασίλειος ἀνεγνώρισε
τούς Ζώϊνον καί Σατουρνίνον ἐπιστρέψαντας ἐκ τῶν Εγκρατιτῶν τῇ Ἐκκλησία.
Τουτ' αυτό έπραξεν ὁ Μ.
Ἀθανάσιος διά τούς ἀρειανούς. Ὁ αὐτός τόν Ἐπίσκοπον Σιδήριον, χειροτονηθέντα
ὑφ' ἑνός ἐπισκόπου, ἐδέχθη ἄνευ ἀναχειροτονήσεως, προαγαγών τούτον εἴς
Μητροπολίτην Πτολεμαΐδος.
Οἱ ὑπό τοῦ μονοφυσίτου
Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου του Γ' τοῦ Μογγοῦ χειροτονηθέντες ἐπίσκοποι,
ἀποκηρύξαντες τόν Εὐτυχιανισμόν, ἐγένοντο δεκτοί μετά τοῦ βαθμοῦ των.
Καί ὁ Μ. Ἀθανάσιος αὐτός καθαιρεθείς ὑπό
Συνόδου ἐν Ἀντιοχεία τῷ 340 ἀποκατέστη ἐπί Κώνσταντος ἄνευ ἀναχειροτονήσεως.
Κατά τόν ἱερόν Φώτιον οὐδείς τῶν ὑπό Παύλου τοῦ Σαμοσατέως χειροτονηθέντων
ἀνεχειροτονήθη.
Ὁ δέ Ἀντιοχείας Μελέτιος,
χειροτονηθείς ὑπό αἱρετικῶν, ἐγένετο δεκτός ἄνευ ἀναχειροτονήσεως. Κατᾶ τόν γ'
αἰώνα ὁ Ρώμης Κορνήλιος ἐδέχθη τόν ἐκ τοῦ Ναυατιανοῦ σχίσματος προσελθόντα τῇ
Ἐκκλησία πρεσβύτερον Μάξιμον ἄνευ ἀναχειροτονήσεως».
ΔΗΛΑΔΗ διαπιστώνομεν, ὅτι
ὅταν ὑπῆρχεν ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ, οἱ Πατέρες ἐδέχοντο τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν,
ἤτοι τάς χειροτονίας τῶν προσερχομένων Αὐτῆ, ἄνευ ἀναχειροτονίας, καί ἄνευ
χειροθεσίας, ἡ ὁποία εἶναι μυστικωτέρα χειροτονία. Μόνον, ὅταν κάποιος
ἐχειροτονήθη ἐκτός Ὁμολογίας, ἤτοι ἐκτός Ἐκκλησίας, καί παρέμενεν ἐκτός
Ὁμολογίας καί κατόπιν ἐπέστρεφε εἰς τήν Ἐκκλησίαν, τοῦ ἔκαμναν χειροθεσίαν, ἡ
ὁποία ἦτο μία ἐπισφράγισις καί ἐπικύρωσις τοῦ ἀκύρως τελεσθέντος ἐκτός Αὐτῆς
μυστηρίου. Ἐν προκειμένω, διά τήν περίπτωσιν τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος, ἐάν οἱ
Ὀρθόδοξοι τῆς Ρουμανίας διεπίστωναν ὅτι ἡ χειροτονία του ἦτο παρά μή Ὀρθοδόξων,
δέν θά τόν ἐδέχοντο, ὅπως δέν ἐδέχθησαν τήν χειροτονία τοῦ Γλυκερίου ὑπό τοῦ νεοημερολογίτου
Γαλακτίωνος.
Μέ τήν ἐδῶ παρουσίαν τοῦ
ἀδ. Σταύρου Μάρκου, ἠθέλησα νά διερευνήσω καλύτερα τό θέμα. Ὁ ἀδ. Σταῦρος
ἐβοήθησε εἰς τοῦτο τά μέγιστα, διότι ἔφερε εἰς φῶς στοιχεῖα τά ὁποῖα εἶναι
γραμμένα εἰς τήν Ἀγγλικήν ὑπό τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς καί τά ὁποῖα ἦσαν ἄγνωστα
εἰς ἡμᾶς.
Α΄
Παραθέτω τά βιογραφικά
σημειώματα τῶν Ἐπισκόπων Σεραφείμ, Στεφάνου Φιλλίπου οἱ ὁποῖοι τό 1949
ἐχειροτόνησαν τόν Βίκτωρα Λέου:
α) Ὁ Ἐπίσκοπος Σεραφείμ, ὁ χειροτονήσας μετά τοῦ Στεφάνου
καί τοῦ Φιλίππου τόν Ἐπίσκοπο Βίκτωρα, εἶχε χειροτονηθεῖ τό 1924 ἀπό τόν
Μητροπολίτη Ποιμένα Πέγκωφ τῆς Αὐτοκεφάλου Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Τό 1930
ἐξωρίσθη ἀπό τήν Σοβιετική Ἕνωσι διότι ἦτο Γερμανικῆς καταγωγῆς. Τό 1931 ἐντός
τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς εἰς τό Μόναχον (Μούνχεν) τῆς
Γερμανίας, ἔδωσε δημόσια Ὁμολογία καί μετάνοια πρός Κλῆρον καί Λαόν διά τήν
συμμετοχήν του εἴς τόν Ρενοβατιανισμόν-Σεργιανισμόν, καί οἱ Ρῶσοι τῆς
Διασπορᾶς, βάσει τῆς καλῆς του Ὁμολογίας καὶ μετανείας, τόν ἀνεγνώρισαν ὡς
Κανονικόν Ἐπίσκοπον καί τόν δέχθηκαν ὡς μέλος τῆς Συνόδου των. Ὡρίσθη καὶ
ἐνεθρονίσθη ὑπό τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ὡς Ἐπίσκοπος Βερολίνου.
Τό 1939 οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς μετέτρεψαν τὴν ἐν Βερολίνῳ
Ἐπισκοπήν του εἴς Ἀρχιεπισκοπήν Πάσης Γερμανίας. Τό δέ 1942 ὡρίσθη καί
Μητροπολίτης καί Ἔξαρχος Κεντρικῆς Εὐρώπης.
Τό 1945 εἶχε ὑπό τήν Προεδρίαν του 16 Ἐπισκόπους καί 300 Κληρικούς. Μέ
τό τέλος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ἐχώρισε ἀπό τήν Σύνοδο τῶν Ρώσων τῆς
Διασπορᾶς. Ὁ Μητροπολίτης Σεραφείμ, ἔγραφε ὅτι ὁ Ἀναστάσιος (τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς)
ἐχώρισεν ἀπό αὐτούς. Ὁ Ἀναστάσιος ἤθελε νά φύγη ἀπό τήν Γερμανία καί νά μεταβῆ
εἰς Ἀμερικήν, ὅπου εἶναι σήμερα ἡ ἕδρα τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς. Ἔκτοτε ὁ
Μητροπολίτης Σεραφείμ παρέμεινε πρόεδρος ἰδικῆς του Συνόδου, κεχωρισμένης ἀπό
τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς.
Τό 1949 ἐχειροτόνησε τόν Βίκτωρα Λέου, ἐνῶ δέν εἶχε
κοινωνίαν οὔτε μέ τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς, οὔτε μέ τά Πατριαρχεῖα. Ἐκοιμήθη
τήν 1.9.1950 καί ἐτάφη εἰς Γερμανίαν. Τό πλέον σημαντικό εἶναι ὅτι οἱ Ρῶσοι τῆς
Διασπορᾶς εἶχον διωρίσει μυστικά τόν Σεραφείμ ὡς ὑπεύθυνο τῆς Ἱεραποστολῆς εἰς
Ρουμανίαν-Μολδαυίαν-Βεσαραβίαν διά τούς Ρωσόφωνους Παλαιοημερολογίτας. Ὅταν τό
ἐπληροφορήθη ὁ Νεοημερολογίτης Πατριάρχης Ρουμανίας τόν ἐξεδίωξε ἀπό τήν
Ρουμανία μέ τήν ἐπέμβασις τῆς κρατικῆς ἀσφαλείας. Περί τῶν ἀγώνων του εἰς τάς
ἀνωτέρω περιοχάς ἔχομεν πληροφορίαν ἀπὀ ἐπιστολήν τοῦ Μητροπολίτου Βιταλίου
πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν Ἀνδρέα τό 1972.
β) Ὁ Ἐπίσκοπος Στέφανος Σεβμπώ, ὁ δεὐτερος κατά τήν τάξιν
ἀπό τούς χειροτονήσαντας τόν Ἐπίσκοπο Βίκτωρα Λέου, ἐχειροτονήθη ἐντός τῆς
Αὐτοκεφάλου Λευκορωσικῆς Ἐκκλησίας στήν Πολωνία, καί πάντοτε ἀκολουθοῦσε τό
πάτριο ἡμερολόγιο καί διεκήρυσσε μέ παρρησία καί ἐν μέσω διωγμῶν τήν Ὀρθόδοξον
Ὁμολογίαν. Τό Πολωνικόν Κράτος, ὅπου ἔδρα, τόν ἐπίεζεν ἀφόρητα διά νά γυρίση μέ
τό νέον. Ἕνα διάστημα τόν ἐφυλάκισαν διότι ἀκριβῶς ἠκολούθει τό παλαιόν. Δέν
ἐμνημόνευε οὔτε τόν Πατριάρχη Μόσχας. Δηλαδή εἶχε καλήν Ὁμολογίαν καί ἔναντι
τοῦ ἡμερολογιακοῦ νεωτερισμοῦ καί ἔναντι τοῦ Σεργιανισμοῦ.
Τό 1943 παρευρέθη, ἐνῶ δέν ἦταν μέλος τῶν Ρώσων τῆς
Διασπορᾶς, στήν Σύνοδόν των, εἰς τήν ὁποίαν κατεδίκασαν τήν ἀντικανονική
ἐνθρόνιση τοῦ Σεργίου ὡς Πατριάρχου Μόσχας ἀπό τόν Στάλιν. Τήν 23.4/6.5.1946 οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς τόν
δέχθηκαν ὡς Κανονικόν Ἐπίσκοπον, τοῦ ἔδωσαν Ἐπισκοπικήν ἕδραν καί τόν ἐνθρόνισαν
ὡς Ἀρχιεπίσκοπον Βιέννης καὶ πάσης Αὐστρίας. Ὅταν ἐχώρισεν ὁ Μητροπολίτης
Σεραφείμ Λάντε ἀπό τήν Ρωσική Σύνοδο τῆς Διασπορᾶς τόν ἀκολούθησε καί ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος Στέφανος.
Τό 1949 ἔλαβε μέρος στήν χειροτονία τοῦ ὁμολογητοῦ Βίκτωρος
Λέου. Ἐκοιμήθη τήν 12.1.1965, παραμένων εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ὁμολογίαν. Εἶναι κατᾶ
μαρτυρίαν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἀνδρέου πρός τούς Σέρβους Εὐσέβιον καί
Ἐλένην, ὁ Ἐπίσκοπος ἐκεῖνος, τόν ὁποῖον ἀνεζήτησεν ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος διά νά
συμπράξη μετ’ αὐτοῦ εἰς τῆν χειροτονίαν ἐπισκόπων, ἀλλά λόγῳ τῶν διωγμῶν καί
τῆς φυλακίσεως του δέν ἠδυνήθη νά ἔρθη εἰς τήν Ἑλλάδα.
γ) Ὁ Ἐπίσκοπος Φίλιππος Βών Γκάρδνερ, ὁ ὁποῖος ἦτο βαθύς
γνώστης καί συγγραφέας τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, ἔγινε μοναχός,
Ἱερομόναχος καί Ἐπίσκοπος τό 1936 εἰς τήν Ρωσικήν Ἐκκλησίαν τῆς Διασπορᾶς. Τό
1946, ὅταν χώρισε ὁ Μητροπολίτης Σεραφείμ Λάντε ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς
τόν ἀκολούθησε καί αὐτός ὡς βοηθός του Ἐπίσκοπος.
Τό 1949 συμμετέσχε στήν χειροτονία τοῦ Βίκτωρος Λέου. Ὅταν ἐκοιμήθη ὁ Μητροπολίτης Σεραφείμ (τέλη
1950) ὁ Ἐπίσκοπος Φίλιππος παραιτήθηκε ἀπό τόν θρόνον του καί ἔγινε
κοσμικός. Εἰς τήν συνέχειαν ὁ ἴδιος πῆγε
στήν Ἀμερική καί ἐπέστρεψε στήν Ἐκκλησία τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, οἱ ὁποῖοι τόν
διώρισαν ἀρχιψάλτη στόν Καθεδρικό τους Ναό στή Νέα Ὑόρκη. Πέθανε τό 1984.
Β΄
Παραθέτω ἐπίσης σύντομα βιογραφικά, διά τούς Ὁμολογητάς
Ρουμάνους Ἐπισκόπους, Γρηγόριο Λέου, Βησσαρίωνα Πουΐου, καὶ Βίκτωρος Λέου:
α) Ὁ ἔγγαμος ἱερεύς Γεώργιος (κατόπιν Γρηγόριος) Λέου ἀνῆκε
εἰς ἱερατικόν γένος. Ἤτο ἔνατος κατᾶ σειράν ἱερεύς, πρώτος τῶν ὁποῖων ἤτο ὁ
πρωθιερεῦς Μιχαήλ Λέου ὁ ὁποῖος ἤτο ἐξομολόγος τοῦ Ἁγίου Μολδαυοῦ Βασιλέως
Στεφάνου τοῦ Μεγάλου, τοῦ κτίτωρος 44 ἐκκλησιῶν ἐν τῇ περιοχῇ τῆς Μολδαυΐας
τόν καιρό τῆς βασιλείας του (1454-1504).
Ἡ σύζυγός τοῦ πατρός Γεωργίου
ἐφονεύθη κατά τόν Α΄ Παγκόσμιον πόλεμον. Κατᾶ τό 1924
ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος Χούσων καὶ μετονομάσθη Γρηγόριος. Ἀμέσως ἐχειροτόνησεν
τόν υἰόν του, τόν Βασίλειον Λέου, εἰς ἔγγαμον διάκονον καἰ κατόπιν ἱερέαν.
Ὄταν ἐφαρμόσθη ἡ καινοτομία τοῦ νέου ἠμερολογίου εἰς τήν
Ρουμανίαν ὑπό τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Βουκουρεστίου Μύρωνα, ὁ Ἐπίσκοπος Γρηγόριος
κατ’ ἀρχᾶς ἀντέδρασε ἐναντι τῆς καινοτομίας. Ἀλλά ὄταν ἤρχισαν οί διωγμοί
ἐναντίον τῶν παλαιοημερολογιτῶν, ἐπιέσθη διά νά δεχθή τό νέον ἠμερολόγιον.
Τήν 29 Αὐγούστου 1948 ὁ Ἐπίσκοπος Χούσων Γρηγόριος, μετά
τοῦ Ἐπισκόπου Τόμιδος Καισαρείου, ἔστειλαν τόν ἱερέα Βασίλειο (ἀφοῦ εἴχε
σκοτωθεῖ ἡ πρεσβυτέρα του κατᾶ τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) μετά τοῦ ἱερέως Φλωριανοῦ Γαλδάου στήν Αὐστρία διά
νά βοηθήση τούς ἐκεῖ Γνησίους
Ὀρθοδόξους.
Ὅταν πληροφορήθηκε τό Ρουμανικό Κράτος διά τίς
δραστηριότητές τοῦ υἰοῦ του, δηλαδή τοῦ ἱερέως Βασιλείου (κατόπιν Βίκτωρος)
Λέου, κατήργησαν τήν Ἐπισκοπή του Ἐπισκόπου Γρηγορίου, τόν συνέλαβαν
(25.2.1949) εἰς τό Βουκουρέστι καί τόν ἐδηλητηρίασαν. Ἐκοιμήθη μαρτυρικῶς μετά
3 ἡμέρας, ἤτοι τήν 28.2.1949.
β) Ὁ Ἐπίσκοπος Βησσαρίων Πουΐου ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος
Ἄργους τῆς Ρουμανίας τό 1921. Μετέβη τό 1944 εἰς Αὐστρία καὶ κατόπιν Γερμανία,
Ἑλβετία, Ἰταλία καί Γαλλία. Κατᾶ τό 1948, μετά τοῦ ἱερομονάχου Βίκτωρος Λέου
καὶ ἑτέρων ἐν τῇ Διασπορᾷ Ρουμάνων κληρικῶν, ἵδρυσε τήν «Αὐτοκέφαλον
Ἀρχιεπισκοπήν τῆς Ρουμανικῆς Διασπορᾶς», ἀπεκήρυξεν τό νεοημερολογιτικόν
Πατριαρχεῖον Ρουμανίας καί συνηργάσθη μετά τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, ἱδιαιτέρως
μετά τῆς ἐν Γερμανίᾳ Συνόδου τοῦ Μητροπολίτου Σεραφείμ Λάντε, εἰς τόν ὁποῖον
ἔστειλε τόν ἱερομόναχο Βίκτωρα διά νά χειροτονηθή ὄπερ καί ἐγένετο τό 1949. Δι’
αὐτήν τήν συνεργασίᾳ του, καί τήν χειροτονία τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος, καὶ
γενικώτερα διά τῆν δράσιν του ὑπέρ τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας, καθηρέθη ὑπό τοῦ
Πατριαρχεῖου Ρουμανίας στίς 15/28 Φεβρουαρίου 1950. Διά λόγους ἀσθενείας
(παραλυσίας) ὑπέβαλε τήν παραίτησιν του τό 1958. Ἐκοιμήθη τήν 10 Αὐγούστου 1964
καί ἐτάφη στήν Γαλλία.
γ) Ὁ Βασίλειος (κατόπιν Βίκτωρ) Λέου ἐγεννήθη τό 1903 στό
Γαλάτσι Ρουμανίας. Σπούδασε θεολογία. Ἦτο κατᾶ σάρκα υἱός τοῦ ἱερέως Γεωργίου
Λέου τοῦ μετέπειτα Ἐπισκόπου Γρηγορίου. Ἔγγαμος, ἐχειροτονήθη εἰς διάκονον καί
κατόπιν ἱερέαν τό 1924 καί διωρίσθη ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος εἰς
Ἰάσιον. Ἀφοῦ ἐφονεύθη ἡ πρεσβυτέρα του, τήν 29 Αὐγούστου 1948 ὁ πατέρας του,
δηλαδή ὁ Ἐπίσκοπος Χούσων Γρηγόριος Λέου, μετά τοῦ Ἐπισκόπου Τόμιδος
Καισαρείου, παρά τό γεγονός ὄτι ἤσαν
νεοημερολογίται, τόν ἔστειλαν μαζί μέ τόν ἱερέα Φλωριανό Γαλδάου στό ἐξωτερικό
διά νά βοηθήσουν τόν ἀγώνα κατᾶ τοῦ νέου ἠμερολογίου καί κατᾶ τῶν ἀθεϊστῶν, καί
ἴδιαιτέρως νά βοηθήσουν τόν ἀσθενῆ Ἐπίσκοπο τῶν Ρουμάνων Παλαιοημερολογιτῶν τῆς
Διασπορᾶς Βησαρίωνα Πουΐου. Πῆγαν στήν Γιουγκοσλαβία καί ἀπό ἐκεῖ στήν Αὐστρία.
Μόλις ἔφθασαν στήν Αὐστρία βρῆκαν τόν Ἐπίσκοπο Βησαρίωνα ὁ
ὁποῖος τοῦς δέχθηκε δι’ ὁμολογίας ὑπό τό ὠμοφόριό του καί τοῦ ἔδωσε τό
ἀγγελικόν σχῆμα μέ τό ὄνομα Βίκτωρ. Ὀ ἱερομόναχος Βίκτωρ ἀνέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα.
Μετέβη εἰς Ἀγγλίαν, Γαλλίαν, Ἰσπανίαν καί Ἰταλίαν διά λόγους ἱεραποστολῆς.
Ἐδημιούργησε πολλές ἐνορίες καί Παραρτήματα στήν Διασπορά. Ἐδημοσίευσε ἄρθρα σέ
πολλά περιοδικά, καί ἄρχισε δική του ραδιοεκπομπή στό Β.Β.C. καί ἄλλα
τρία ραδιοπρογράμματα στήν Γερμανία, Αὐστρία καί Γαλλία. Βοηθοῦσε τούς
διωκόμενους στήν Ρουμανία διά νά πάρουν ἄδειες νά μεταβοῦν σέ Δυτικές χῶρες.
Ὅταν πληροφορήθηκε τό Ρουμανικό Κράτος διά τήν δραστηριότητά του στό ἐξωτερικό
στράφηκαν κατά τοῦ πατρός του, τόν ὁποίον ὄπως είπομεν ἀνωτέρω, συνέλαβον καί
ἐδηλητηρίασαν.
Ἐν τῷ μεταξύ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βησσαρίων ἵδρυσε τήν Αὐτοκέφαλη
Ἀρχιεπισκοπή τῆς Ρουμανικῆς Διασπορᾶς, ἡ ὁποία
καί ἀπεφάσισε νά χειροτονηθῆ ὁ ἱερομόναχος Βίκτωρ Ἐπίσκοπος. Ἡ ἐκλογή του ἀνεγνωρίσθη ἀπό τόν ἐκπρόσωπο τῶν Συμμάχων (τόν Βρεταννόν
ἀξιωματοῦχο Ἄτκινσον) καί ἡ κληρικολαϊκή Σύναξις τῆς
Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς ἔστειλε αἴτησι στήν Σύνοδο τοῦ Μητροπολίτου
Σεραφείμ Λάντε διά τήν χειροτονίαν του. Πράγματι τόν Δεκέμβριο τοῦ 1949 εἰς τό
Μόναχο (Μούνχεν) τῆς Γερμανίας, ὁ
Μητροπολίτης Βερολίνου Σεραφείμ μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Βιέννης Στέφανο καί τόν
Ἐπίσκοπο Φίλιππο, τόν ἐχειροτόνησεν καί τόν ἀνέδειξεν Ἀρχιεπίσκοπον τῶν
Ρουμάνων τῆς Διασπορᾶς.
Στίς 16 Αὐγούστου τοῦ 1952 οἱ πράκτορες τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας τῆς
Σοβιετικῆς Ἑνώσεως (K.G.B.) τόν
συνέλαβαν, τοῦ ἔκαναν ἕνεσι, ξύπνησε μετά τρεῖς ἡμέρας καί διεπίστωσε ὅτι ἦταν
ξυρισμένος, χτυπημένος καί ἐν φυλακῆ, καί τοῦ εἶχαν κλέψει ὅλα τά ἐκκλησιαστικά
του ἔγγραφα, ἄμφια κλπ. Τόν στείλανε στήν φυλακή Λιουμπλιάνγκα, ὅπου τόν
ἀνακρίνανε ἐπί 7 μῆνες, καί τόν ἐκβίαζαν νά ἀποκαλύψη ποῦ βρίσκονται οἱ
κρυπτόμενοι γνήσιοι ὀρθόδοξοι κλπ.
Ἡ μυστική ἀστυνομία τῆς Ρωσίας τόν ἔστειλε (μέ τό ὑπ’ ἀριθμ.
2417/20.11.1954 ἔγγραφο) στό Βουκουρέστι γιά νά δικασθῆ. Εἶναι πολύ σημαντική ἡ
Ὁμολογία του στό Δικαστήριο πού ἔγινε στίς 16.11.1954. Εἶπε: «Θεωρῶ τόν
κομμουνισμό τόν κυριώτερο ἐχθρό τῆς χριστιανωσύνης. Διά τοῦτο ἔκαμα σκοπό τῆς
ζωῆς μου αὐτόν τόν ἀγῶνα». Ὅταν τόν πίεζαν νά ἀρνηθῆ αὐτόν τόν ἀγῶνα, καί τόν
ἀπειλοῦσαν ὅτι θά τόν σκοτώσουν, ἐδήλωσε: «Ἡ μόνη ἀπόφασις μέ τήν ὁποία θά μέ
τιμήση αὐτό τό δικαστήριο εἶναι τό νά μέ καταδικάσετε εἰς θάνατον». Σημειωτέον
ὅτι ὅταν ἔπεσε τό ἀθεϊστικό καθεστώς εὑρέθησαν 300 σελίδες γραμμένες ἀπό
ἀστυνομικούς πού τόν ἀνάκριναν. Ὅπως δήλωναν οἱ ἴδιοι οἱ ἀστυνομικοί, δέκα
ὁλόκληρα χρόνια τόν χτυποῦσαν γιά νά ἀλλάξη τήν γνώμην του, ἀλλά ἐκεῖνος ποτέ
δέν ἀρνήθηκε τήν πίστιν του καί τόν ἀγῶνά του.
Μετά ἀπό δέκα ὁλόκληρα χρόνια, δηλαδή τό 1964, τόν ἐλευθέρωσαν
(ἀπόφασις ὑπ’ ἀριθμ. 5949/1964), ἀλλά δέν ἀνεγνώρισε τό Πατριαρχεῖο, καί
προσχώρησε στήν παλαιοημερολογίτικη Σύνοδο τοῦ Ἐπισκόπου Γλυκερίου Τανάσε, στήν
Μονή Σλατιοάρα. Αὐτοί τόν ἐδέχθηκαν ὡς Κανονικό Ἐπίσκοπο καί ὁ ἴδιος
ἐχειροτόνησε τόν Ἐπίσκοπο τους Σίλβεστρο, μετέπειτα Πρόεδρο τῆς Συνόδου των.
Ἀπό τήν Σύνοδο τοῦ Γλυκερίου ἀπεχώρησε, διότι ἔμαθε ἐκ τῶν ὑστέρων, ὅτι ὁ
Γαλακτίων, ὁ ὁποῖος ἐχειροτόνησε τόν Γλυκέριο, ἦτο χειροτονημένος τό 1935 ἀπό
νεοημερολογίτας Ἐπισκόπους, καί κατεδικάσθη καί καθηρέθη ἀπό τό Πατριαρχεῖον
Ρουμανίας, ὄχι διά λόγους Ὁμολογίας, ἀλλά διά 11 κατηγορίας Κανονικῆς τάξεως,
ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὑπέβαλε παραίτησιν ἀπό τόν θρόνον του καί ζοῦσε εἰς τήν Μονήν
Τσέρνικα. Ὅταν τόν ἐζήτησε ὁ Γλυκέριος ἦταν ἤδη καθηρημένος.
Εἰς τό βιβλίον πού ἐξεδόθη διά τόν Ἐπίσκοπο Βίκτωρα οἱ λόγοι πού
ἀπεχώρησε ἀπό τήν Σύνοδο τοῦ Γλυκερίου (Μονή Σλατιοάρα) ἀναγράφονται ὡς
δογματικαί διαφωνίαι. Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ἐξήγησε ὅτι ἀφοῦ οἱ τοῦ Γλυκερίου
ἐχειροτονήθηκαν ἀπό τόν καθηρημένο ὄχι γιά λόγους Πίστεως Γαλακτίωνα, δέν ἦτο
δυνατόν νά ἔχη κοινωνία μαζί τους.
Κατόπιν μετέβη εἰς Βουκουρέστι, ὅπου περιωρίσθη ἀπό τό καθεστώς εἰς ἕνα
διαμέρισμα. Ἐκεῖ τόν ἐπεσκέφθη συνοδεία ἀντιπροσώπων τῶν γνησίων Ὀρθοδόξων
Χριστιανῶν Ρουμανίας, οἱ ὁποῖοι ἤκουσαν ὄτι ἀκολουθεῖ τό παλαιόν ἡμερολόγιον,
τοῦ ἐζήτησαν τήν Ὁμολογίαν του καὶ ἠθέλησαν νά πληροφορηθούν ἄν οἱ ἐπίσκοποι
πού τόν ἐχειροτόνησαν ἤσαν γνήσοι Ὀρθόδοξοι. Ἐκεῖνος ἀπήντησε: «Τό διερεύνησα πολύ καλά. Ἐάν διεπίστωνα πῶς ἦσαν
νεοημερολογῖται οἰκουμενισταί ἤ ἦσαν παλαιοημερολογῖται καί εἶχον κοινωνίαν
μετά τῶν νεωτεριστῶν, δέν θά ἐδεχόμην χειροτονίαν παρ’ αὐτῶν. Ἄλλωστε δι’ αὐτόν
τόν λόγον δέν ἐδέχθην χειροτονίαν παρά τοῦ πατρός μου, ὀ ὁποῖος ἦτο Ἐπίσκοπος
τοῦ νέου Ἡμερολογίου».
Τότε τοῦ ἐζήτησαν νά τούς ἀναλάβη ὑπό τό ὠμοφόριόν του. Κατᾶ τό 1967
ἐχειροτόνησεν ἱερείς καί Ἐπισκόπους διά τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς
Ρουμανίας. Ἐκοιμήθηκε τό 1972 καί ἐτάφη εἰς Βουκουρέστι. Τιμάται ὡς ἐθνικός
ἥρωας καί ἀγωνιστής τῆς Ὀρθοδοξίας.
Γ΄
Παραθέτομεν καί τό ἱστορικό τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς
Ρουμανίας ἀπό τό 1924 μέχρι τό 1967 ὄταν ἐτέθησαν ὑπό τό ὠμοφόριον τοῦ
Ἐπισκόπου Βίκτωρος Λέου.
Τό 1924 εἰσάγεται στήν Ρουμανία τό νέο ἡμερολόγιο. Οἱ
Ἱερομόναχοι τῆς Μονῆς Νεάμτς π. Γλυκέριος καί π. Γαμαλιήλ, μέ ὡρισμένους
Μοναχούς ἀπέρριψαν τήν παπικήν καινοτομίαν καί μείναντες πιστοί εἰς τήν
Ὀρθόδοξον Ρουμανικήν Ἐκκλησίαν συνέχισαν νά ἐκπροσωποῦν αὐτήν.
Ἐκήρυξαν σχισματοαιρετικούς τούς νεοημερολογίτας καί
ἐδέχοντο τούς νεοημερολογίτας διά βαπτίσματος. Κατά τήν περίοδον 1936-1939 οἱ
Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί διώκονται μέ σκληρούς διωγμούς. Συνέβησαν
κατεδαφίσεις ναῶν, μέχρι καί θάνατοι κληρικῶν καί λαϊκῶν. Οἱ παραμείναντες
πιστοί είς τήν Ὁμολογίαν - Ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας οἱ
ὑπό τόν π. Γαμαλιήλ, ἀνεγνωρίσθησαν τό 1946 ἀπό τό Ρουμανικόν κράτος, ὡς οἱ
Ὀρθόδοξοι Παραδοσιακοί. Τό 1950 συμβαίνουν νέοι διωγμοί κατά τῶν Γνησίων
Ὀρθοδόξων τῆς Ρουμανίας ἀπό τό Κομμουνιστικόν καθεστώς.
Τό 1954, ὁ ἱερομόναχος Γλυκέριος ἐκάλεσεν τόν
χειροτονημένον παρά νεοημερολογιτῶν καί ἤδη καθηρημένον ὑπ’ αὐτῶν διά λόγους
κανονικούς καὶ οὐχί πίστεως, Ἐπίσκοπον Γαλακτίωνα Κορδούν, διά νά τούς
χειροτονήση Ἐπισκόπους. Ὁ Γλυκέριος διά νά δικαιολογήση τήν ἐνέργειά του αὐτήν
εἴπεν ὅτι ἀφοῦ ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων ἐχειροτονήθη το 1935 παρά νεοημερολογιτῶν
οἱ ὁποῖοι ἐχειροτονήθησαν πρό τοῦ σχίσματος του 1924, ἄρα ἡ χειροτονία του
εἴχεν χάριν. Ἐπομένως εἰχεν τό φρόνημα τοῦ «δυνάμει καί οὐχί ἐνεργεία»
νεοημερολογιτικοῦ σχίσματος, ἐνῶ ἐδέχετο τούς νεοημερολογίτας διά χρίσματος.
Ὁ ἱερομόναχος Γαμαλιήλ καὶ οἱ περί αυτόν, διεφώνησαν
καί προτίμησαν νά παραμείνουν ἄνευ Ἐπισκόπου παρά νά ἀκολουθήσουν τόν ὑπό
Νεοημερολογίτου χειροτονηθέντα Γλυκέριον. Εἴναι χαρακτηριστικόν ὄτι ὁ Γαλακτίων
ἐζήτησε συγνώμη ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ρουμανίας καί ἐπέστρεψε στό νέο ἡμερολόγιο.
Εἰς τόν ἀγώνα τῶν περί τόν ἱερομόναχον π. Γαμαλιήλ
Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, διεκρίθησαν οἱ πρό τοῦ σχίσματος του 1924
χειροτονημένοι ἱερεῖς: Ἰωαννίκιος Δουνέσκου, Γερόντιος Ἰωνέσκου, Ἰωακείμ
Τανάσε, Ἰωακείμ Πέρς, Μαρτινιανός, Εὐστάθιος Ἀνδρέσκου, Φιλάρετος Ἁγιορείτης,
Νήφων Μουντένου, Σεραφείμ Ἱεροσολυμίτης καί Γυμνάσιος Πώπα. Κατᾶ τήν δεκαετία
τοῦ 1960, ἐξέλιπον ἄπαντες σχεδόν οἱ ἀνατέρω ἱερείς ἐκτός τοῦ ἱερομονάχου π.
Νήφωνος, καί οἱ Ὀρθόδοξοι ἐπί 5 καί περισσότερα ἔτη ἐπροτιμοῦσαν νά μείνουν τά
παιδιά τους ἀβάπτιστα, ἀναμένοντες νά εὐρεθοῦν Ὀρθόδοξοι ἱερείς, παρά νά τά
βαπτίσουν μέ τό νέο ἤ μέ ἱερεῖς τοῦ Γλυκερίου.
Κατᾶ τό ἔτος 1967, ἐπληροφορήθησαν περί τοῦ Ἐπισκόπου
Βίκτωρος ὁ ὁποῖος ἦτο εἰς περιορισμόν εἰς διαμέρισμα τοῦ Βουκουρεστίου καί τόν
ἐπεσκέφθησαν. Ὅταν διεπίστωσαν ὅτι ἔχει Ὀρθόδοξον φρόνημα καί καθαρή τήν
Ἀποστολικήν του Διαδοχήν, ἐζήτησαν νά
τούς ἀναλάβη ὑπό τό ὠμοφόριόν του καί νά τούς χειροτονήση ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς.
Ἐπειδή ὅμως ἦτο ὑπό αὐστηρόν περιορισμόν ὑπό τοῦ καθεστῶτος τοῦτο ἦτο δύσκολον,
ἄν μή καί ἀκατόρθωτον.
Κατώρθωσεν ὅμως νά ξεφύγη ἀπό τόν περιορισμόν καί
κρυφίως τόν μετέφεραν εἰς τήν μονήν των, ὅπου μέ κίνδυνο τῆς ζωῆς
του, ἤτοι ἐν καιρῶ διωγμοῦ μέχρι θανάτου (διότι ὡς εἴπομεν ἦτο καταδικασμένος
εἰς θάνατον καί περιωρισμένος εἰς τήν οἰκίαν του) ἐχειροτόνησε μόνος του (μή
ὑπάρχοντος ἑτέρου Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου) τόν Ἰερομόναχο Νήφωνα εἰς Ἐπίσκοπον
Τόμιδος, καί τόν Μοναχό Κλήμεντα εἰς Ἱερομόναχο, καί κατόπιν ὁ Νήφων μέ τό
σύμψηφον τοῦ Βίκτωρος, ὁ ὁποῖος ἦτο περιωρισμένος καί φρουρούμνος εἰς τήν
οἰκίαν του ἐχειροτόνησε τόν Κλήμεντα εἰς Ἐπίσκοπον Μπακάου. Κατόπιν οἱ
Ἐπίσκοποι Νήφων καί Κλήμης ἐχειροτόνησαν τόν Ἰερομόναχο Κασσιανό εἰς Ἐπίσκοπον
Ἰασίου, μετά δέ τήν κοίμησιν τοῦ Κλήμεντος ἐχειροτονήθη ὁ Ἱερομ. Γερόντιος εἰς
Ἐπίσκοπον Βραγκέας.
Συμπέρασμα
Τό συμπέρασμα ἐκ τῆς ὅλης ἐρεύνης καί μελέτης τοῦ θέματος εἶναι ὅτι οἱ
τρεῖς Ἐπίσκοποι ὅταν ἐχειροτόνησαν τό 1949 τόν Βίκτωρα εἶχον τήν Ὀρθόδοξον
Ὁμολογίαν, οἱ δύο πρῶτοι μάλιστα ἔκαμαν μεγάλον ἀγῶνα κατά τῶν καινοτομιῶν
(Σεργιανισμοῦ καί Νεοημερολογιτισμοῦ) καί εἶχον καί ἀδιάκοπον τήν γνησίαν
Ἀποστολικήν Διαδοχήν.
Καί ὁ μέν Σεραφείμ ἔδρασεν εἰς Βεσαρραβίαν, ὁ δέ Στέφανος εἰς Πολωνίαν.
Ὑπογραμμίζομεν ἐνταῦθα τήν πληροφορίαν τοῦ Μητροπολίτου Βιταλίου τῶν Ρώσων τῆς
Διασπορᾶς ἐν ἔτει 1972 πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Ἀνδρέα, ὅτι ἐν Βεσαραβία
ὁλόκληρα ποίμνια ἀπεσχίσθησαν ἀπό τούς καινοτόμους, τούς ὁποίους ἀπεκήρυξαν ὡς
σχισματικούς. Καί τό πλέον σημαντικόν. Ὅταν ὀρθόδοξος ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ εὗρε
εἰς μίαν Ἐγκύκλιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὅτι ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος ζήτησε ἀπό
Ἐπισκόπους τοῦ ἐξωτερικοῦ νά συμπράξουν εἰς τάς χειροτονίας, (λόγω ὅμως τοῦ
πολέμου δέν ἠδύνατο νά ἐπικοινωνήσουν) ἠρώτησε τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα:
«Μακαριώτατε, τό γεγονός ὅτι ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος ἐζήτησε τήν σύμπραξιν
Ἐπισκόπων διά τήν χειροτονίαν Ἐπισκόπων, σημαίνει ὅτι ὑπῆρχαν ἐκεῖ Ὀρθόδοξοι
Ἐπίσκοποι. Μήπως γνωρίζετε ποῦ ἀπηυθύνθη;». Ἡ ἀπάντησις ἦτο: «Εἰς τήν
Πολωνίαν». Ἐκεῖ πράγματι ἔδρασε ὁ Ἐπίσκοπος Στέφανος, ὁ ὁποῖος ἐδιώχθη καί πῆγε καί
στήν φυλακή διά τόν ἀγῶνά του κατά τῆς καινοτομίας τοῦ νέου Ἡμερολογίου.
Δηλαδή μετά ἀπό 60 χρόνια,
πραγματοποιεῖται ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἐζήτησεν τότε ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος καί ἐστάθη
ἀδύνατον τότε νά πραγματοποιηθῆ. Τί ἐζήτησεν τότε ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος; Τήν
σύμπραξιν εἰς τάς χειροτονίας. Αὐτό λοιπόν πού δέν ἔγινε τότε γίνεται τώρα μέ
τήν χάριν τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς διαδόχους τῶν τε Ἐπισκόπων Σεραφείμ καί Στεφάνου
καί τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου. Αὐτό εἶναι πού μέ συνεκλόνισε μόλις τό
διεπίστωσα.
Αὖθίς τε
διατελῶ μετ’ ἀναστασίμων εὐχῶν
+ Ὁ
Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος
Comments
Post a Comment