ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
Όσοι αληθινά απεφάσισαν νά υπηρετήσουν τόν Κύριο, πρέπει νά καταγίνωνται στήν μνήμη του Θεού καί στήν αδιάλειπτη καί νοερά επίκλησι του ονόματος Του: « Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τόν αμαρτωλόν ». Τίς ώρες πού ακολουθούν μετά τό γεύμα μπορεί κανείς νά προσεύχεται ως εξής: « Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, πρεσβείαις της Θεοτόκου ελέησόν με τόν αμαρτωλόν ».
Μπορεί επίσεις νά καταφεύγη ιδιαιτέρως στήν Θεοτόκο: «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημας» ή νά λέη τόν αρχαγγελικό ασπασμό: «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε καχαριτωμένη Μαρία...». Μέ αυτή τήν απασχόληση όχι μόνο διατηρούμε ειρηνική τή συνείδησί μας, αλλά μπορούμε νά πλησιάσουμε τόν Θεό καί νά ενωθούμε μαζί Του. Διότι, κατά τόν άγιο Ισαάκ τόν Σύρο, δέν μπορούμε νά πλησιάσουμε μέ άλλο τρόπο τόν Θεό, εκτός από τήν αδιάλειπτη προσευχή.
Τά είδη της προσευχής περιγράφει πολύ καλά ο άγιος Συμεών Νέος Θεολόγος. Όσο γιά τήν αξία της ο ιερός Χρυσόστομος λέει: « Μέγα τό όπλο της προσευχής, θησαυρός ατίμητος, πλούτος αδαπάνητος, λιμήν αχείμαστος, πρόξενος της ησυχίας καί πλήθους καλών έργων ρίζα, πηγή καί μήτηρ εστί ».
Όταν προσεύχεσαι στόν ναό, νά στέκεσαι σέ στάσι προσοχής. Σ’ αυτό θά βοηθηθής άν έχεις τά μάτια κλειστά. Νά τά ανοίγης μόνο όταν σέ κυριεύη η νύστα καί η ακηδία. Τότε νά προσηλώνης τό βλέμμα σου σέ κάποια εικόνα καί στό κερί πού καίει μπροστά της.
Άν αιχμαλωτισθής τήν ώρα της προσευχής από λογισμούς, ταπεινώσου καί ζήτησε συγχώρησι λέγοντας: « Ημάρτησα, Κύριε, μέ τόν λόγο, τόν νού, τήν πράξι καί μέ όλες μου τις αισθήσεις ».
Αγωνίσου διαρκώς εναντίον της διασπάσεως του νού. Διαφορετικά η ψυχή σου, μέ τήν ενέργεια του διαβόλου, θά ξεφύγη από τή μνήμη καί τήν αγάπη του Θεού, καθώς λέει ο άγιος Μακάριος: « Όλη η φροντίδα του αντιπάλου μας έγκειται στό νά απομακρύνη τόν λογισμό μας από τήν μνήμη του Θεού, από φόβο καί τήν αγάπη μας πρός αυτόν ».
Όταν ο νούς καί η καρδιά ενωθούν στήν προσευχή καί οι λογισμοί δέν διασκορπίζωνται, τότε η θεία χάρις φωτίζει καί θερμαίνει τήν ψυχή καί μία μυστική αγαλλίασις καί ειρήνη πλημμυρίζει όλο τόν εσωτερικό άνθρωπο. Οφείλουμε νά ευχαριστούμε γιά όλα τόν Θεό καί νά παραδίδουμε τόν εαυτό μας στό θέλημά Του.
Οφείλουμε επίσεις νά αναφέρουμε σ’ Αυτόν όλους τούς λογισμούς, τούς λόγους καί τίς πράξεις μας καί νά προσπαθούμε, ώστε νά υπηρετούν όλα μόνο τό θέλημά Του.
ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Αυτός πού θέλει νά σωθή πρέπει νά έχη τήν καρδιά του πάντοτε συντετριμμένη καί έτοιμη γιά μετάνοια . « Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει » ( Ψαλμ. ν’ 19 ) .
Μέ τέτοια συντριβή καρδίας μπορεί ο άνθρωπος εύκολα νά περάση χωρίς βλάβη τίς δόλιες παγίδες του διαβόλου . Όλες οι προσπάθειες του εχθρού συντείνουν στό πως νά ταράξη τό πνεύμα του ανθρώπου καί πως νά σπείρη μέσα στήν ταραχή τά ζιζάνιά του , καθώς λέει τό Ευαγγέλιο : « Κύριε, ουχί καλόν σπέρμα έσπειρας εν τω σω αργώ; πόθεν ουν έχει ζιζάνια; ο δέ έφη αυτοίς˙ εχθρός άνθρωπος τούτο εποίησεν » ( Ματθ. ιγ’ 27-28 ) .
Όταν όμως ο άνθρωπος προσπαθή νά έχη καρδιά ταπεινή καί νά διατηρή τή σκέψι του ειρηνική , τότε όλες οι παγίδες του εχθρού μένουν ανενέργητες . Πράγματι, όπου ειρήνη λογισμών , εκεί αναπαύεται ο ίδιος ο Θεός : « Εν ειρήνη ο τόπος αυτού » ( Ψαλμ. οε’ 3 ) .
Η αρχή της μετανοίας γεννάται από τόν φόβο του Θεού καί τήν επαγρύπνησι στόν εαυτό μας. Ο φόβος του Θεού γεννά τή νήψι καί η νήψις γεννά τήν εσωτερική ησυχία. Ο φόβος του Θεού ξυπνά τήν κοιμισμένη συνείδησι, πού κάνει τήν ψυχή νά βλέπη τήν ασχημοσύνη της σάν σέ ήρεμο καί καθαρό νερό . Έτσι γεννώνται οι αρχές καί στερεώνονται οι ρίζες της μετανοίας .
Κατά τή διάρκεια της ζωής μας προσβάλλουμε μέ τίς πτώσεις μας τό μεγαλείο του Θεού. Γι’ αυτό πρέπει νά ζητάμε πάντοτε μέ ταπείνωσι από τόν Κύριο τήν άφεσι των αμαρτιών μας.
Μπορεί κάποιος πού έλαβε τή χάρι καί μετά έπεσε, νά αναστηθή μέ τή μετάνοια σύμφωνα μέ τό ψαλμικό: « Ωσθείς ανετράπην του πεσείν, καί ο Κύριος αντελάβετό μου » ( Ψαλμ. ριζ’ 13 ). Όταν ο προφήτης Ναθάν ήλεγξε τόν Δαβίδ γιά τήν αμαρτία του, εκείνος μετενόησε αμέσως καί έλαβε τή συγχώρησι.
Στήν ίδια κατηγορία ανήκει καί τό παράδειγμα του ερημίτου, πού καθώς πήγαινε γιά νερό έπεσε στήν αμαρτία κοντά στήν πηγή.
Όταν όμως γύρισε στό κελλί του, μετενόησε γιά τήν αμαρτία του καί άρχισε πάλι νά ζή όπως καί πρίν. Ο εχθρός του προξενούσε ταραχή. Του παρουσίαζε τό βάρος της αμαρτίας του καί του έλεγε πώς είναι αδύνατον νά συγχωρηθή, προσπαθώντας μέ τόν τρόπο αυτό νά τόν αποθαρρύνη καί νά τόν απομακρύνη από τήν άσκησι.
Εκείνος όμως έμεινε σταθερός. Αυτό τό περιστατικό τό φανερώσε ο Θεός σέ κάποιον άγιο γέροντα. Του παρήγγειλε μάλιστα νά επαινέση τόν αδελφό, πού είχε αμαρτήσει, γι’ αυτή τή νίκη του κατά του διαβόλου .
Όταν μετανοούμε ειλικρινά γιά τίς αμαρτίες μας καί επιστρέφουμε στόν Χριστό μέ όλη μας τήν καρδιά, Εκείνος τότε αγάλλεται, κάνει γιορτή καί συγκαλεί όλους τούς αγγέλους γιά νά τούς δείξη τή χαμένη δραχμή, δηλαδή τή βασιλική Του εικόνα.
Παίρνει στόν ώμο τό πλανεμένο πρόβατο καί τό φέρνει πίσω στόν Πατέρα Του.
Ο Θεός βάζει τήν ψυχή του μετανοούντος νά κατοικήση στήν κατοικία των εφραινομένων, μαζί μ’ εκείνους πού ποτέ δέν απομακρύνθηκαν απ’ Αυτόν.
Άς μήν αμελήσουμε λοιπόν νά στραφούμε γρήγορα στόν εύσπλαγχο Δεσπότη. Άς μήν απελπιζώμεθα γιά τίς βαρειές καί αναρίθμητες αμαρτίες μας. Η απελπισία είναι η μεγαλύτερη χαρά του διαβόλου. Είναι θανάσιμη αμαρτία σύμφωνα μέ τήν Αγία Γραφή. « Άν δέν σταθή εμπόδιο η χαυνότης καί αμέλειά σου, γράφει ο όσιος Βαρσανούφιος, έχεις νά θαυμάσης καί νά δοξάσης τόν Θεό γιά τό πώς από αμαρτωλό σέ έκανε δίκαιο ».
Μετάνοια είναι, μεταξύ άλλων, καί τό νά μήν επαναλαμβάνης τό αμάρτημα. Όπως γιά κάθε νόσημα υπάρχει θεραπεία, έτσι καί γιά κάθε αμαρτία υπάρχει η μετάνοια.
Πάρε λοιπόν τήν οδό της μετανοίας χωρίς αμφιβολίες. Αυτή θά μεσιτεύση γιά σένα ενώπιον του Θεού.
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΕΡΙΜΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ
« Υπάρχει απόγνωσις, κατά τόν άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, η οποία προέρχεται από τό πλήθος των αμαρτιών, τό βάρος της συνειδήσεως καί τήν αφόρητη λύπη.
Τότε η ψυχή γεμάτη τραύματα, καί δοκιμάζοντας αφόρητο πόνο απ‘ αυτά, καταποντίζεται στόν βυθό της απογνώσεως. Υπάρχει όμως καί άλλη απόγνωσις, η οποία προέρχεται από τήν υπερηφάνεια καί τήν οίησι, όταν δηλαδή αυτός πού αμάρτησε, επειδή έχει μεγάλη ιδέα γιά τόν εαυτό του, πιστεύει ότι δέν έπρεπε νά πέση σέ τέτοια αμαρτία. Η απελπισία μέ τήν πρώτη μορφή της ρίχνει τόν άνθρωπο σέ όλες τίς κακίες αδιακρίτως, ενώ μέ τή δεύτερη τόν σπρώχνει σέ υπερβολικές ασκήσεις, πράγμα επιζήμιο. Η πρώτη θεραπεύεται μέ τήν εγκράτεια καί τήν αγαθή επλίδα, ενώ η δεύτερη μέ τήν ταπείνωσι καί τήν αποφυγή της κατακρίσεως ».
Ο Κύριος μεριμνά γιά τή σωτηρία μας. Ο ανθρωποκτόνος όμως διάβολος αγωνίζεται νά φέρη τόν άνθρωπο στήν απόγνωσι .
Η δυνατή καί σταθερή ψυχή δέν απελπίζεται στίς δυσκολίες, όποιες κι άν είναι .
Ο προδότης Ιούδας ήταν ολιγόψυχος καί αδόκιμος στόν πόλεμο. Βλέποντας ο εχθρός τήν απόγνωσί του τόν πολέμησε καί τόν ωδήγησε νά κρεμασθή. Ο Πέτρος όμως, η σταθερή πέτρα, ήταν δόκιμος στόν πόλεμο. Όταν έπεσε στήν αμαρτία δέν απογοητεύθηκε, αλλά έχυσε πικρά δάκρυα από τήν πληγωμένη καρδιά του.
Βλέποντάς τα ο εχθρός έφυγε μακριά του μέ κραυγές πόνου, σάν νά τόν έκαψε φωτιά στά μάτια.
« Λοιπόν αδελφοί, διδάσκει ο όσιος Αντίοχος, όταν μας επιτίθεται η απελπησία, νά μήν υποκύπτουμε, αλλά ενισχυόμενοι καί περιφρουρούμενοι μέ τό φώς της πίστεως νά λέμε μέ πολύ θάρρος στό πονηρό πνεύμα: ‘‘ Ποιά σχέσεις υπάρχει μεταξύ μας, αποξενωμένε από τόν Θεό, ξεπεσμένε από τόν ουρανό, πονηρέ δούλε;
Δέν μπορείς τίποτε νά μας κάνης. Επάνω σ‘ εμάς, καθώς καί σέ όλα τά κτίσματα, έχει εξουσία ο Χριστός, ο Υιός του Θεού. Ενώπιόν Του αμαρτήσαμε, ενώπιόν Του θά δικαιωθούμε. Εσύ ολέθριε, φύγε μακρία μας. Παίρνοντας δύναμι από τόν τίμιό Του Σταυρό συντρίβουμε τή φιδόμορφη κεφαλή σου ‘‘ ».
Άς προσευχώμεθα μέ ευλάβεια :
« Δέσποτα, Κύριε του ουρανού και της γης, Bασιλεύ των αιώνων, ευδόκησε να ανοιχθεί και για μένα η θύρα της μετανοίας, ώστε με πόνο καρδιάς να προσεύχομαι σ’ Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό, τον πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, το φως του κόσμου. Δέξου, Πολυεύσπλαχνε, τη δέηση μου. Μη την απορρίψης.
Συγχώρησε κάθε κακό πού έκανα νικημένος από την προαίρεση μου. Ζητώ ανάπαυσι και δεν τη βρίσκω, γιατί η συνείδησης με ελέγχει. Προσδοκώ ειρήνη, αλλά ειρήνη δεν έχω εξ αιτίας του πλήθους των ανομιών μου. Άκουσε, Κύριε, μιά καρδιά πού Σε επικαλείται. Μη βλέπεις τα κακά μου έργα. Επίβλεψε στην ασθένεια της ψυχής μου και σπεύσε να με θεραπεύσεις από τα βαριά μου τραύματα. Δώσε μου καιρό μετανοίας με το έλεος της φιλανθρωπίας Σου. Ελευθέρωσέ με από τα πάθη.
Μη με κρίνεις σύμφωνα με τη δικαιοσύνη Σου. Μη μου ανταποδώσεις κατά τα έργα μου, για να μη χαθώ εντελώς. Εισάκουσε με Κύριε, γιατί βρίσκομαι σε απόγνωση. Αφού έχασα κάθε ελπίδα και σκέψη για τη διόρθωση μου, προσπίπτω στους οικτιρμούς Σου. Ελέησε με τον ξεπεσμένο και κατάκριτο για τις αμαρτίες μου. Λυπήσου με, Δέσποτα, γιατί συνέχομαι από πλήθος ανομιών και μοιάζω αλυσοδεμένος μ΄ αυτές. Εσύ μόνο γνωρίζεις να ελευθερώνεις και να θεραπεύεις. Γι’ αυτό σε όλες τις φοβερές μου αρρώστιες επικαλούμαι μόνο Εσένα, τον ιατρό των ασθενούντων, τον οδηγό των πλανωμένων, το φως των εσκοτισμένων, τον ελευθερωτή των αιχμαλώτων.
Επικαλούμαι Εσένα, πού πάντοτε μακροθυμείς και συγκρατείς την οργή Σου και δίνεις στους αμαρτωλούς καιρό μετανοίας. Καταύγασε, Δέσποτα, με το φως του προσώπου Σου εμένα τον αμαρτωλό, διότι είσαι ταχύς στο να ελεείς και βραδύς στο να τιμωρείς. Εσύ ο εύσπλαχνος άπλωσε το χέρι Σου και ανόρθωσέ με από την τάφρο των ανομιών μου. Εσύ δεν ευχαριστείσαι στην απώλεια του αμαρτωλού ούτε αποστρέφεις το πρόσωπό Σου από τον προσευχόμενο σ’ Εσένα με δάκρυα. Άκουσε, Κύριε, τη φωνή του δούλου Σου πού Σε επικαλείται και φανέρωσε το φως Σου σ’ εμένα τον στερημένο το φως.
Δώρισε μου τη χάρη Σου, γιατί εγώ δεν έχω άλλη ελπίδα και ελπίζω πάντοτε μόνο στη δική Σου βοήθεια και δύναμη. ‘‘Στρέψον, Κύριε, τον κοπετόν μου εις χαράν εμοί, διάρρηξον τον σάκκον μου καί περίζωσόν με ευφροσύνην’’. Ευδόκησε, ώστε να καταπαύσω από τα εσπερινά μου έργα και να βρω ορθρινή ανάπαυσι όπως οι εκλεκτοί Σου, Κύριε, από τούς οποίους ‘’απέδρα οδύνη, λύπη καί στεναγμός’’. Κάνε νά ανοιχθεί για μένα η θύρα της βασιλείας Σου, ώστε να εισέλθω και να συγκαταριθμηθώ με τούς ευφραινομένους από το φως του προσώπου Σου και να κληρονομήσω την αιώνια ζωή ».
Αμήν !
Καί ο Θεός θά εισακούση τήν προσευχή μας, γιατί είναι όλος αγάπη. Αυτή η αγάπη Του είναι ο βασικός λόγος πού τόν έκανε νά έρθη στόν κόσμο γιά τή σωτηρία του κόσμου: « Ούτω γάρ ηγάπησεν ο Θεός τόν κόσμον, ώστε τόν υιόν αυτού τόν μονογενή έδωκεν... ου γάρ απέστειλεν ο Θεός τόν υιόν αυτού εις τόν κόσμον ίνα κρίνη τόν κόσμον, αλλ’ ίνα σωθή ο κόσμος δι’ αυτού » ( Ιωάν. γ’ 16-17 ).
Επί πλέον ο Θεός μέ τήν ενανθρώπησί Του θέλησε νά αποκαταστήση στόν αμαρτωλό άνθρωπο τή φθαρμένη καί ξεπεσμένη θεία εικόνα καί ομοιότητα πρός Αυτόν, όπως τό ψάλλει η αγία μας Εκκλησία: « Ρεύσαντα εκ παραβάσεως Θεού τόν κατ’ εικόνα γενόμενον , όλον της φθοράς υπάρξαντα, κρείττονος επταικότα θείας ζωής, αύθις αναπλάττει ο σοφός δημιουργός » ( Α’ κανών Χριστουγέννων , α’ ωδή ).
Comments
Post a Comment