ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ (ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ)
Κύριε δίδαξε με να σε αγαπήσω
ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΗΝ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ
Ἀλλὰ ἡ πανάμωμη Παρθένος, χωρὶς νὰ ἔχῃ γιὰ πόλη τῆς τὸν οὐρανό, χωρὶς νὰ ἔχῃ γεννηθῆ ἀπὸ τὰ οὐράνια σώματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ γῆ -ἀπὸ αὐτὸ τὸ ξεπεσμένο γένος, ποὺ ξέχασε τὴν ἴδια του τὴ φύση- καὶ κατὰ τὸν ἴδιο με ὅλους τρόπο, μόνη αὐτὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν ἀντιστάθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος σὲ κάθε κακία. Ἀπέδωκε ἔτσι στὸ Θεὸ ἀμόλυντη τὴν ὡραιότητα ποὺ χάρισε στὴ φύση μας καὶ χρησιμοποίησε, αὐτὴ μόνη, ὅλα τὰ ὅπλα καὶ ὅλη τη δύναμη ποὺ ἔβαλε μέσα μας.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ
Ἀλλὰ ἡ πανάμωμη Παρθένος, χωρὶς νὰ ἔχῃ γιὰ πόλη τῆς τὸν οὐρανό, χωρὶς νὰ ἔχῃ γεννηθῆ ἀπὸ τὰ οὐράνια σώματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ γῆ -ἀπὸ αὐτὸ τὸ ξεπεσμένο γένος, ποὺ ξέχασε τὴν ἴδια του τὴ φύση- καὶ κατὰ τὸν ἴδιο με ὅλους τρόπο, μόνη αὐτὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν ἀντιστάθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος σὲ κάθε κακία. Ἀπέδωκε ἔτσι στὸ Θεὸ ἀμόλυντη τὴν ὡραιότητα ποὺ χάρισε στὴ φύση μας καὶ χρησιμοποίησε, αὐτὴ μόνη, ὅλα τὰ ὅπλα καὶ ὅλη τη δύναμη ποὺ ἔβαλε μέσα μας.
Μὲ τὸν
ἔρωτα ποὺ εἶχε γιὰ τὸν Θεό, μὲ τὴ ρωμαλεότητα τῆς σκέψεώς της, τὴν
εὐθύτητα τῆς θελήσεως καὶ τὴ μεγαλειώδη σωφροσύνη τῆς ἔτρεψε σὲ φυγὴ
κάθε ἁμαρτία κι ἔστησε τρόπαιο νίκης τέτοιο, ποὺ δὲν μπορεῖ μὲ τίποτε νὰ
συγκριθῆ. Μὲ ὅλα αὐτὰ φανέρωσε τὸν ἄνθρωπο τέτοιον ποὺ ἀληθινὰ
δημιουργήθηκε, φανέρωσε δὲ καὶ τὸ Θεό, τὴν ἄφατη σοφία καὶ τὴν ἀπέραντη
φιλανθρωπία του. Ἔτσι αὐτὸν ποὺ παρουσίασε ἔπειτα, ἀφοῦ τὸν περιέβαλε μὲ
ἀνθρώπινο σῶμα, αἰσθητὰ στὰ μάτια ὅλων, τὸν ἀποτύπωσε καὶ τὸν εἰκόνισε
προηγουμένως μὲ τὰ ἔργα τῆς ἐπάνω στὸν ἑαυτό της.
Καὶ ἦταν δυνατὸν ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα διὰ μέσου αὐτῆς μόνης «νὰ γνωρίσουμε ἀληθινὰ τὸ Δημιουργό». Οὔτε ὁ νόμος ἀποδείχθηκε ἱκανὸς νὰ φανερώσῃ τὴ θεία χρηστότητα καὶ σοφία οὔτε οἱ γλῶσσες τῶν προφητῶν οὔτε ἡ τέχνη τοῦ Δημιουργοῦ ποὺ ἀποκαλύπτει ἡ ὁρατὴ δημιουργία οὔτε ὁ οὐρανὸς ποὺ διηγεῖται κατὰ τὸν ψαλμῳδὸ «δόξαν Θεοῦ» οὔτε ἀκόμη ἡ φροντίδα καὶ ἡ πρόνοια τῶν Ἀγγέλων γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος οὔτε τέλος κανένα ἄλλο ἀπὸ τὰ δημιουργήματα.
Γιατὶ μόνος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ φέρει μέσα του τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὅταν φανερωθῆ αὐθεντικὰ τέτοιος ποὺ εἶναι, χωρὶς νὰ ἔχῃ ἐπάνω του τίποτε τὸ νόθο, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποκαλύψη ἀληθινὰ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Ἀλλὰ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑπῆρξαν ἢ πρόκειται νὰ ὑπάρξουν, ἐκείνη ἡ ὁποία τὰ ἐπραγματοποίησε ὅλα αὐτὰ καὶ διεφύλαξε κατὰ τρόπο λαμπρὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀνόθευτη ἀπὸ κάθετι ξένο εἶναι ἡ μακαρία Παρθένος.
Γιατὶ κανένας ἀπὸ τοὺς ἄλλους δὲν ἦταν «καθαρὸς ἀπὸ ῥύπου», ὅπως λέγει ὁ προφήτης. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνο ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπὸ κάθε θαῦμα καὶ προξενεῖ ἔκπληξη ὄχι μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἀγγέλους καὶ ξεπερνάει κάθε ρητορικὴ ὑπερβολή: τὸ πῶς, ἐνῷ ἡ Παρθένος ἦταν μόνο ἄνθρωπος καὶ δὲν εἶχε τίποτε περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, μπόρεσε νὰ διαφύγη, μόνη αὐτή, τὴν κοινὴ ἀρρώστια.
7. Πῶς τὸ μπόρεσε; Ποιοὺς λογισμοὺς χρησιμοποίησε; Ἀκόμη περισσότερο, πῶς τῆς δημιουργήθηχε ἀρχικὰ αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία καὶ θέλησε νὰ ριχθῆ σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα, τὸν ὁποῖο κανεὶς ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους της δὲν ἀκούσθηκε ὅτι εἶχε ποτὲ κερδίσει; Ποιοὺς ὁδηγοὺς εἶχε μπροστά της; Ποιὸς τῆς ἔδωκε ἐλπίδες ὅτι θὰ νικήση; Ἀπὸ ποῦ ἄντλησε τὸ ἀπαιτούμενο θάρρος; Γιατὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν πεσμένη, εἶναι δὲ ἀπερίγραπτη ἡ φαυλότης μέσα στὴν ὁποία ζοῦσε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀνθρώπων. Λίγοι ἦσαν οἱ καλοὶ κι εἶχαν κι αὐτοὶ ἀνάγκη ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ τοὺς στηρίξουν. Τόσο πολὺ ἀπεῖχαν ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι χρήσιμοι στοὺς ἄλλους.
Τί λοιπὸν ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἔδωκε τὴ νίκη στὴν Παρθένο, ἀφοῦ οὔτε ᾖρθε στὴ ζωὴ πρὶν ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε νὰ ἔχῃ λάβει φύση καθαρὴ ἀπὸ κάθε κακία, οὔτε μετὰ ἀπὸ τὸν καινὸ Ἄνθρωπο καὶ τὴν νέα κλίση καὶ δύναμη ποὺ ἔλαβαν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ Αὐτόν; Γιατὶ δὲν θὰ ἦταν βέβαια καθόλου παράδοξο νὰ νικήση ὁ Ἀδὰμ τὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε τίποτε ποὺ νὰ μὴν τὸν ὠθῇ πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ μὴν τὸν ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν κακία.
Εἶχε πράγματι γιὰ διαμονὴ τόπο γεμάτο ἀπὸ κάθε εἴδους τέρψη, ζωὴ ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κόπους, σῶμα ποὺ δὲν εἶχε δοκιμάσει φθορά, ψυχὴ ἄγευστη ἀκόμη ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Δὲν εἶχε γιὰ γενάρχη τοῦ ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλά, κατὰ τρόπον ἄμεσο, τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Αὐτὸν γνώριζε καὶ σὰν πατέρα τῆς φύσεως καὶ σὰν παιδαγωγὸ καὶ νομοθέτη κι ἦταν πλασμένος ἔτσι, ὥστε νὰ βρίσκεται μὲ Αὐτὸν σὲ κάθε εἴδους κοινωνία καὶ σχέση. Ἦταν ἑπομένως φυσικὸ ὅλα αὐτὰ νὰ κρατοῦν μέσα τοῦ ἄσβεστη τὴν ἀγάπη γιὰ τὸ Θεό.
Καὶ ἦταν δυνατὸν ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα διὰ μέσου αὐτῆς μόνης «νὰ γνωρίσουμε ἀληθινὰ τὸ Δημιουργό». Οὔτε ὁ νόμος ἀποδείχθηκε ἱκανὸς νὰ φανερώσῃ τὴ θεία χρηστότητα καὶ σοφία οὔτε οἱ γλῶσσες τῶν προφητῶν οὔτε ἡ τέχνη τοῦ Δημιουργοῦ ποὺ ἀποκαλύπτει ἡ ὁρατὴ δημιουργία οὔτε ὁ οὐρανὸς ποὺ διηγεῖται κατὰ τὸν ψαλμῳδὸ «δόξαν Θεοῦ» οὔτε ἀκόμη ἡ φροντίδα καὶ ἡ πρόνοια τῶν Ἀγγέλων γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος οὔτε τέλος κανένα ἄλλο ἀπὸ τὰ δημιουργήματα.
Γιατὶ μόνος ὁ ἄνθρωπος, ποὺ φέρει μέσα του τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὅταν φανερωθῆ αὐθεντικὰ τέτοιος ποὺ εἶναι, χωρὶς νὰ ἔχῃ ἐπάνω του τίποτε τὸ νόθο, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποκαλύψη ἀληθινὰ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Ἀλλὰ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑπῆρξαν ἢ πρόκειται νὰ ὑπάρξουν, ἐκείνη ἡ ὁποία τὰ ἐπραγματοποίησε ὅλα αὐτὰ καὶ διεφύλαξε κατὰ τρόπο λαμπρὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀνόθευτη ἀπὸ κάθετι ξένο εἶναι ἡ μακαρία Παρθένος.
Γιατὶ κανένας ἀπὸ τοὺς ἄλλους δὲν ἦταν «καθαρὸς ἀπὸ ῥύπου», ὅπως λέγει ὁ προφήτης. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνο ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπὸ κάθε θαῦμα καὶ προξενεῖ ἔκπληξη ὄχι μόνο στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἀγγέλους καὶ ξεπερνάει κάθε ρητορικὴ ὑπερβολή: τὸ πῶς, ἐνῷ ἡ Παρθένος ἦταν μόνο ἄνθρωπος καὶ δὲν εἶχε τίποτε περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, μπόρεσε νὰ διαφύγη, μόνη αὐτή, τὴν κοινὴ ἀρρώστια.
7. Πῶς τὸ μπόρεσε; Ποιοὺς λογισμοὺς χρησιμοποίησε; Ἀκόμη περισσότερο, πῶς τῆς δημιουργήθηχε ἀρχικὰ αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία καὶ θέλησε νὰ ριχθῆ σ᾿ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα, τὸν ὁποῖο κανεὶς ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους της δὲν ἀκούσθηκε ὅτι εἶχε ποτὲ κερδίσει; Ποιοὺς ὁδηγοὺς εἶχε μπροστά της; Ποιὸς τῆς ἔδωκε ἐλπίδες ὅτι θὰ νικήση; Ἀπὸ ποῦ ἄντλησε τὸ ἀπαιτούμενο θάρρος; Γιατὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν πεσμένη, εἶναι δὲ ἀπερίγραπτη ἡ φαυλότης μέσα στὴν ὁποία ζοῦσε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀνθρώπων. Λίγοι ἦσαν οἱ καλοὶ κι εἶχαν κι αὐτοὶ ἀνάγκη ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ τοὺς στηρίξουν. Τόσο πολὺ ἀπεῖχαν ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι χρήσιμοι στοὺς ἄλλους.
Τί λοιπὸν ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἔδωκε τὴ νίκη στὴν Παρθένο, ἀφοῦ οὔτε ᾖρθε στὴ ζωὴ πρὶν ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε νὰ ἔχῃ λάβει φύση καθαρὴ ἀπὸ κάθε κακία, οὔτε μετὰ ἀπὸ τὸν καινὸ Ἄνθρωπο καὶ τὴν νέα κλίση καὶ δύναμη ποὺ ἔλαβαν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ Αὐτόν; Γιατὶ δὲν θὰ ἦταν βέβαια καθόλου παράδοξο νὰ νικήση ὁ Ἀδὰμ τὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε τίποτε ποὺ νὰ μὴν τὸν ὠθῇ πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ μὴν τὸν ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν κακία.
Εἶχε πράγματι γιὰ διαμονὴ τόπο γεμάτο ἀπὸ κάθε εἴδους τέρψη, ζωὴ ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κόπους, σῶμα ποὺ δὲν εἶχε δοκιμάσει φθορά, ψυχὴ ἄγευστη ἀκόμη ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Δὲν εἶχε γιὰ γενάρχη τοῦ ἕναν ἄνθρωπο, ἀλλά, κατὰ τρόπον ἄμεσο, τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Αὐτὸν γνώριζε καὶ σὰν πατέρα τῆς φύσεως καὶ σὰν παιδαγωγὸ καὶ νομοθέτη κι ἦταν πλασμένος ἔτσι, ὥστε νὰ βρίσκεται μὲ Αὐτὸν σὲ κάθε εἴδους κοινωνία καὶ σχέση. Ἦταν ἑπομένως φυσικὸ ὅλα αὐτὰ νὰ κρατοῦν μέσα τοῦ ἄσβεστη τὴν ἀγάπη γιὰ τὸ Θεό.
Comments
Post a Comment