ΔΙΚΑΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ
<<ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ>>
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΔΟΧΟΥ
Ογδόντα περίπου χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού ήταν κάποιος βασιλιάς Έλληνας ειδωλολάτρης και μαθηματικός που λεγόταν Πτολεμαίος. Αυτός ήθελε να κάνει κάτι εξαιρετικό που κανένας βασιλιάς δεν το είχε κάνει μέχρι τότε . Για να το πετύχει αυτό, κάποιοι φιλόσοφοι του πρότειναν να γράψει στους Εβραίους να του στείλουν τα πέντε βιβλία που τους είχε παραδώσει ο Μωϋσής (την Πεντάτευχο) και τα υπόλοιπα δεκαεννέα βιβλία του εβραϊκού νόμου. […]Όμως τα βιβλία ήταν γραμμένα στα εβραϊκά και οι φιλόσοφοι πρότειναν στον Πτολεμαίο να γράψει και τρίτη επιστολή στους Εβραίους για να του στείλουν διδασκάλους για να τα εξηγήσουν στην ελληνική γλώσσα.
Τότε οι Εβραίοι έστειλαν εβδομήντα διδασκάλους που ήξεραν και τις δύο γλώσσες, εβραϊκά και ελληνικά για να εξηγήσουν τα βιβλία. Ο Πτολεμαίος τους υποδέχτηκε με τιμές και έπειτα τους έβαλε σε εβδομήντα δωμάτια μαζί με εβδομήντα Έλληνες διδασκάλους, από δύο σε κάθε δωμάτιο, τον ένα Εβραίο και τον άλλο Έλληνα.
Στη συνέχεια πρόσταξε να τους δίνουν βασιλικά φαγητά και να μη δουν ο ένας τον άλλο μέχρις ότου να μεταφράσουν τα βιβλία. Όταν μετά από αρκετό καιρό τελείωσαν τη μετάφραση, τα βιβλία αυτά των εβδομήντα ζευγών των διδασκάλων συμφωνούσαν σε όλα, κατά τρόπο θαυμαστό, χωρίς να έχουν μιλήσει καθόλου μεταξύ τους όσο χρόνο τα έγραφαν.
Ο Συμεών και η ¨αμφιβολία” του- η θαυμαστή εύρεση το δακτυλιδιού
Ανάμεσα σε αυτούς τους Εβραίους διδασκάλους ήταν και ο Συμεών, αυτός που μετά από πολλά χρόνια δέχθηκε τον Χριστό στην αγκαλιά του. Μετά την αποπεράτωση αυτού του έργου, κατά την επιστροφή, ο Συμεών σχολίαζε με τους συνοδοιπόρους του την προφητεία του Ησαΐα: «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσιν το όνομα αυτού Εμμανουήλ»(Ησ. ζ’ 14). Εξέφραζε μάλιστα την δυσπιστία του για την εκπλήρωση της προφητείας και το αδύνατο του πράγματος.
Ξαφνικά δέχθηκε αοράτως ένα ράπισμα και άκουσε μία φωνή, η οποία του έδινε την υπόσχεση ότι: «δεν θα πέθαινε, πριν ιδή τον Σωτήρα του Κόσμου». Θέλοντας μάλιστα να επιβεβαιωθεί για τα λεγόμενα, έρριξε στο Νείλο ποταμό το δαχτυλίδι του, λέγοντας ότι θα πίστευε, μονάχα αν θα το ξαναεύρισκε. Και πράγματι. Το ίδιο βράδυ, Θεού ευδοκία, βρήκε έκπληκτος το δαχτυλίδι του στα σπλάχνα ενός ψαριού, που ετοιμαζόταν να φάει.
Μετά τα θαυμαστά αυτά γεγονότα, σταθερός πλέον στην πίστη παρέμεινε στο ναό, προσευχόμενος και μελετώντας τα προφητικά βιβλία. Προετοίμαζε καθημερινά τον εαυτό του για την μεγάλη συνάντηση, διανύοντας την ζωή του, με σύνεση, με ευλάβεια, με δικαιοσύνη, με φόβο Θεού και με υπακοή στο θέλημα του Θεού, καθώς το δηλώνει εξ άλλου και το όνομά του. Γιατί «Συμεών» στα εβραϊκά σημαίνει υπακοή. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να αποκτήσει όλες τις αρετές και να ανέβει στα ύψη της τελειότητος.
Τα χρόνια περνούσαν. Ο πρεσβύτης Συμεών ανέμενε με μεγάλη λαχτάρα να συναντήσει τον ποθούμενο Μεσσία. Και όταν έφθασε σε βαθειά γηρατειά, σάραντα ημέρες μετά την γέννηση του Θεού Λόγου, πληροφορείται από το Άγιο Πνεύμα να πάει γρήγορα στο Ιερό. Χωρίς χρονοτριβή έφθασε μεταρσιωμένος στην είσοδο του Ιερού.
Και εκεί εκπληρώθηκε η ουράνια υπόσχεση, για την οποία και μόνο ζούσε την μακροχρόνια ζωή του. Προϋπάντησε με σεβασμό και δέος τον Ιωσήφ τον Μνήστορα και την Παρθένο Κόρη, η οποία κρατούσε τον Δεσπότη Χριστό βρέφος και υποδέχθηκε στην γηρασμένη αγκαλιά του, σαν ιερέας και ανώτερος ιερέως, με χαρά και αγαλλίαση αλλά και με συστολή και φόβο, το αναμενόμενο Σωτήριο Βρέφος. Διέκρινε σ’ Αυτό με τα μάτια της ψυχής του το κρυμμένο φως της Θεότητος και ανεγνώρισε ότι είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος και ο αληθινός Θεός.
Γι αὐτό υμνώντας και ευλογώντας τον Θεό ανεφώνησε με χαρά: «Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ». Παράλαβε Κύριε αυτήν την ώρα ειρηνικά την ψυχή μου, αφού εκπληρώθηκε η μεγαλύτερη επιθυμία της ζωής μου. «Ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.», διότι αξιώθηκα να δω με τα μάτια μου και να εγγίσω με τα χέρια μου, Αυτόν που λαχταρούσαν να δουν όλοι οι προφήτες και περίμεναν όλες οι γενεές, το Φως όλων των λαών, τον Λυτρωτή του κόσμου.
Και μετά στρεφόμενος προς την Θεοτόκο είπε τα εξής προφητικά λόγια: «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ, και εις σημείον αντιλεγόμενον· και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί». (Λουκ. β’ 34-35). Τα οποία σήμαιναν την βαθειά θλίψη, που σαν δίκοπο μαχαίρι θα διαπερνούσε τα σωθικά της Παναγίας, όταν θα έβλεπε τον Υιό Της κρεμασμένο και ατιμασμένο επάνω στον Σταυρό.
Ευθύς αμέσως πλήρης χαράς και ειρήνης ανεχώρησε από αυτήν την ζωή, σε ηλικία 270 ετών.
Η ΠΡΟΦΗΤΙΔΑ ΑΝΝΑ
Η Προφήτιδα Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, ογδόου γιου του Ιακώβ. Το όνομα Άννα προέρχεται από το εβραϊκό Χάννα και σημαίνει ευμένεια, χάρις (εκείνη, στην οποία επεδείχθη η ευμένεια και η χάρις του Θεού).
Παντρεύτηκε πολύ νέα, και μετά επτά χρόνια έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά και ευχαρίστηση της ήταν η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ' όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον τρόπο αυτό της ζωής της, το Άγιο Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα το προφητικό χάρισμα.
Αξιώθηκε μάλιστα, αν και 84 ετών τότε να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά τη συνάντηση εκείνη, η καρδιά της Άννας υπερχάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε, προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.
Η Εκκλησία τιμάει τη μνήμη της στις 3 Φεβρουαρίου μαζί με τον δίκαιο Συμεών.
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΔΟΧΟΥ
Ογδόντα περίπου χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού ήταν κάποιος βασιλιάς Έλληνας ειδωλολάτρης και μαθηματικός που λεγόταν Πτολεμαίος. Αυτός ήθελε να κάνει κάτι εξαιρετικό που κανένας βασιλιάς δεν το είχε κάνει μέχρι τότε . Για να το πετύχει αυτό, κάποιοι φιλόσοφοι του πρότειναν να γράψει στους Εβραίους να του στείλουν τα πέντε βιβλία που τους είχε παραδώσει ο Μωϋσής (την Πεντάτευχο) και τα υπόλοιπα δεκαεννέα βιβλία του εβραϊκού νόμου. […]Όμως τα βιβλία ήταν γραμμένα στα εβραϊκά και οι φιλόσοφοι πρότειναν στον Πτολεμαίο να γράψει και τρίτη επιστολή στους Εβραίους για να του στείλουν διδασκάλους για να τα εξηγήσουν στην ελληνική γλώσσα.
Τότε οι Εβραίοι έστειλαν εβδομήντα διδασκάλους που ήξεραν και τις δύο γλώσσες, εβραϊκά και ελληνικά για να εξηγήσουν τα βιβλία. Ο Πτολεμαίος τους υποδέχτηκε με τιμές και έπειτα τους έβαλε σε εβδομήντα δωμάτια μαζί με εβδομήντα Έλληνες διδασκάλους, από δύο σε κάθε δωμάτιο, τον ένα Εβραίο και τον άλλο Έλληνα.
Στη συνέχεια πρόσταξε να τους δίνουν βασιλικά φαγητά και να μη δουν ο ένας τον άλλο μέχρις ότου να μεταφράσουν τα βιβλία. Όταν μετά από αρκετό καιρό τελείωσαν τη μετάφραση, τα βιβλία αυτά των εβδομήντα ζευγών των διδασκάλων συμφωνούσαν σε όλα, κατά τρόπο θαυμαστό, χωρίς να έχουν μιλήσει καθόλου μεταξύ τους όσο χρόνο τα έγραφαν.
Ο Συμεών και η ¨αμφιβολία” του- η θαυμαστή εύρεση το δακτυλιδιού
Ανάμεσα σε αυτούς τους Εβραίους διδασκάλους ήταν και ο Συμεών, αυτός που μετά από πολλά χρόνια δέχθηκε τον Χριστό στην αγκαλιά του. Μετά την αποπεράτωση αυτού του έργου, κατά την επιστροφή, ο Συμεών σχολίαζε με τους συνοδοιπόρους του την προφητεία του Ησαΐα: «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσιν το όνομα αυτού Εμμανουήλ»(Ησ. ζ’ 14). Εξέφραζε μάλιστα την δυσπιστία του για την εκπλήρωση της προφητείας και το αδύνατο του πράγματος.
Ξαφνικά δέχθηκε αοράτως ένα ράπισμα και άκουσε μία φωνή, η οποία του έδινε την υπόσχεση ότι: «δεν θα πέθαινε, πριν ιδή τον Σωτήρα του Κόσμου». Θέλοντας μάλιστα να επιβεβαιωθεί για τα λεγόμενα, έρριξε στο Νείλο ποταμό το δαχτυλίδι του, λέγοντας ότι θα πίστευε, μονάχα αν θα το ξαναεύρισκε. Και πράγματι. Το ίδιο βράδυ, Θεού ευδοκία, βρήκε έκπληκτος το δαχτυλίδι του στα σπλάχνα ενός ψαριού, που ετοιμαζόταν να φάει.
Μετά τα θαυμαστά αυτά γεγονότα, σταθερός πλέον στην πίστη παρέμεινε στο ναό, προσευχόμενος και μελετώντας τα προφητικά βιβλία. Προετοίμαζε καθημερινά τον εαυτό του για την μεγάλη συνάντηση, διανύοντας την ζωή του, με σύνεση, με ευλάβεια, με δικαιοσύνη, με φόβο Θεού και με υπακοή στο θέλημα του Θεού, καθώς το δηλώνει εξ άλλου και το όνομά του. Γιατί «Συμεών» στα εβραϊκά σημαίνει υπακοή. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να αποκτήσει όλες τις αρετές και να ανέβει στα ύψη της τελειότητος.
Τα χρόνια περνούσαν. Ο πρεσβύτης Συμεών ανέμενε με μεγάλη λαχτάρα να συναντήσει τον ποθούμενο Μεσσία. Και όταν έφθασε σε βαθειά γηρατειά, σάραντα ημέρες μετά την γέννηση του Θεού Λόγου, πληροφορείται από το Άγιο Πνεύμα να πάει γρήγορα στο Ιερό. Χωρίς χρονοτριβή έφθασε μεταρσιωμένος στην είσοδο του Ιερού.
Και εκεί εκπληρώθηκε η ουράνια υπόσχεση, για την οποία και μόνο ζούσε την μακροχρόνια ζωή του. Προϋπάντησε με σεβασμό και δέος τον Ιωσήφ τον Μνήστορα και την Παρθένο Κόρη, η οποία κρατούσε τον Δεσπότη Χριστό βρέφος και υποδέχθηκε στην γηρασμένη αγκαλιά του, σαν ιερέας και ανώτερος ιερέως, με χαρά και αγαλλίαση αλλά και με συστολή και φόβο, το αναμενόμενο Σωτήριο Βρέφος. Διέκρινε σ’ Αυτό με τα μάτια της ψυχής του το κρυμμένο φως της Θεότητος και ανεγνώρισε ότι είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος και ο αληθινός Θεός.
Γι αὐτό υμνώντας και ευλογώντας τον Θεό ανεφώνησε με χαρά: «Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ». Παράλαβε Κύριε αυτήν την ώρα ειρηνικά την ψυχή μου, αφού εκπληρώθηκε η μεγαλύτερη επιθυμία της ζωής μου. «Ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.», διότι αξιώθηκα να δω με τα μάτια μου και να εγγίσω με τα χέρια μου, Αυτόν που λαχταρούσαν να δουν όλοι οι προφήτες και περίμεναν όλες οι γενεές, το Φως όλων των λαών, τον Λυτρωτή του κόσμου.
Και μετά στρεφόμενος προς την Θεοτόκο είπε τα εξής προφητικά λόγια: «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ, και εις σημείον αντιλεγόμενον· και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί». (Λουκ. β’ 34-35). Τα οποία σήμαιναν την βαθειά θλίψη, που σαν δίκοπο μαχαίρι θα διαπερνούσε τα σωθικά της Παναγίας, όταν θα έβλεπε τον Υιό Της κρεμασμένο και ατιμασμένο επάνω στον Σταυρό.
Ευθύς αμέσως πλήρης χαράς και ειρήνης ανεχώρησε από αυτήν την ζωή, σε ηλικία 270 ετών.
Η ΠΡΟΦΗΤΙΔΑ ΑΝΝΑ
Η Προφήτιδα Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, ογδόου γιου του Ιακώβ. Το όνομα Άννα προέρχεται από το εβραϊκό Χάννα και σημαίνει ευμένεια, χάρις (εκείνη, στην οποία επεδείχθη η ευμένεια και η χάρις του Θεού).
Παντρεύτηκε πολύ νέα, και μετά επτά χρόνια έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά και ευχαρίστηση της ήταν η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ' όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον τρόπο αυτό της ζωής της, το Άγιο Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα το προφητικό χάρισμα.
Αξιώθηκε μάλιστα, αν και 84 ετών τότε να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά τη συνάντηση εκείνη, η καρδιά της Άννας υπερχάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε, προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.
Η Εκκλησία τιμάει τη μνήμη της στις 3 Φεβρουαρίου μαζί με τον δίκαιο Συμεών.
Comments
Post a Comment