ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΧ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, ΙΕΡΟΝ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟΝ ΑΓΙΩΝ ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΗΣ ΚΑΙ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΤΕΓΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε. ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ: 4ο ΧΙΛ. ΛΕΩΦΟΡΟΥ ΚΟΡΩΠΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ
Α.Π. 130 ΚΟΡΩΠΙ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2017
ΠΕΡΙ ΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΙΤΙΩΝ
ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΦΟΡΙΣΜΩΝ
α) εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν»
ΟΣΟΙ ΚΑΘΑΙΡΟΥΝ ΑΔΙΚΩΣ ΠΡΟΞΕΝΟΥΝ ΚΟΛΑΣΙΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟΝ ΤΟΥΣ β) «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶν».
ΟΣΟΙ ΑΦΟΡΙΖΟΥΝ ΑΔΙΚΩΣ ΠΑΡΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΑΤΑΝΑΝ.
...................................................................................................
Στὸ Νομοκάνονα τοῦ Μαλαξοῦ (περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας) διαβάζουμε: «Ὅποιος ἀφορίσῃ τινὰ τῶν χριστιανῶν, ἀπὸ γνώμην παράλογον, ἢ ἀπὸ θυμὸν πολύν, οὐχὶ μόνον ὁ ἀφορισμὸς δὲν τὸν πιάνει, ἀλλὰ πέφτει εἰς τὴν κεφαλὴν τοῦ ἀφορίσαντος. Ὥστε μόνον ἐκεῖνοι οἱ ἀφορισμοὶ εἶναι στερκτοί, ὅσοι ἐξεφωνήθησαν κατὰ τοὺς θείους νόμους καὶ κατὰ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, οὐχὶ ἐκεῖνοι οἱ ἀφορισμοί, ὁποῦ γίνονται ἀπὸ ὀξυχολίαν ἱερέως, ἢ ἀρχιερέως… Εἰ δὲ ἀφώρισεν αὐτὸν ἀδίκως, ἔχει νὰ δόσῃ λόγον ὁ ἀρχιερεὺς τῷ ἀδεκάστῳ Κριτῇ… διὰ τὸ χωρίσαι ἀδίκως τὸν χριστιανὸν ἐκ τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ Θεοῦ…».
Ἐπίσης «ὁ δ΄ κανόνας τῆς Ζ΄ οἰκουμ. Συνόδου…ἀναφέρει: “εἴ τις οὖν δι’ ἀπαίτησιν χρυσοῦ, ἢ ἑτέρου τινὸς εἴδους, εἴτε διά τινα ἐμπάθειαν εὑρεθείη ἀπείργων τῆς λειτουργίας, καὶ ἀφορίζων τινὰ τῶν ὑπ’ αὐτὸν κληρικῶν…καὶ εἰς ἀναίσθητον τὴν ἑαυτοῦ μανίαν ἐπιπέμπων, ἀναίσθητος ὄντως ἐστί, καὶ τῇ ταυτοπαθείᾳ ὑποκείσεται, καὶ ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, ὡς παραβάτης ἐντολῆς Θεοῦ…”». Σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα αὐτὸν «θεωρεῖται αὐτοαφορισμένος ἐκεῖνος ὁ ἱεράρχης ποὺ ἀφορίζει παράνομα» (Μιχαηλάρη Π., ὅπ. παρ., σελ. 131.). Σὲ Νεαρὰ τοῦ Ἰουστινιανοῦ «δηλώνεται ρητά: “πᾶσι δὲ τοῖς ἐπισκόποις καὶ πρεσβυτέροις ἀπαγορεύομεν ἀφορίζειν τινὰ τῆς ἁγίας κοινωνίας πρὶν ἡ αἰτία δειχθῇ δι’ ἣν οἱ ἐκκλησιαστικοὶ κανόνες τοῦτο γίνεσθαι κελεύουσιν, εἰ δέ τις παρὰ ταῦτα τῆς ἁγίας κοινωνίας τινὰ χωρίσει, ἐκεῖνος μὲν ὃς ἀδίκως ἀπὸ τῆς κοινωνίας ἐχωρίσθη, λυομένου τοῦ χωρισμοῦ ὑπὸ τοῦ μείζονος ἱερέως τῆς ἁγίας ἀξιούσθω κοινωνίας• ὁ δὲ ἀδίκως τινὰ τῆς ἁγίας κοινωνίας χωρίσαι τολμήσας πᾶσι τρόποις ὑπὸ τοῦ ἱερέως, ὑφ’ ὃν τέτακται, χωρισθήσεται τῆς κοινωνίας ἐφ’ ὅσον χρόνον ἐκεῖνος συνίδοι ἵνα ὅπερ ἐποίησε, δικαίως ὑπομείνῃ”» (ὅπ. παρ.).
Εἶναι ἀκόμα ἀξιοσημείωτα ὅσα περιλαμβάνονται στὸν «Τόμο τῶν τεσσάρων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς» τοῦ 1663, ὡς ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα: «εἰ δύναται ἐπίσκοπος ἢ πατριάρχης…ἀφορίζειν ὅντινα βούλοιντο, δι’ ἰδίας αὐτῶν ὑποθέσεις, καὶ εἶναι τοὺς ἀφορισθέντας τῷ Θεῷ ὑπαιτίους, καὶ ὁ ἀφορίζων ἀλόγως ὑπαίτιός ἐστι τοῖς κανόσιν». Διαβάζουμε στὴν ἀπάντησή τους: «οὐ μόνον τὴν ἀρὰν καὶ τὸν ἀφορισμὸν πρὸς ἐκείνους ἐπιστρέφειν, ἀλλὰ καὶ ἀξίους εἶναι τιμωρίας, ὡς ὀργίλους καὶ ἀπερισκέπτως χωρίζοντας κατὰ τὴν αὐτῶν θέλησιν τινὰς τοῦ κοινοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας» (Μιχαηλάρη Π., ὅπ. παρ., σελ. 139). «Ἐπίσης καὶ ἡ ἐπὶ Πατριάρχου Νικολάου Γ΄ Κυρδινιάτου (1084-1111) Σύνοδος τῆς Κων/πόλεως εὶς σχετικὴν ἐρώτησιν μοναχῶν ἀπήντησεν ὡς ἑξῆς (ζ΄ ἀπόκρ.): “Ἄλογος ὁ δεσμὸς καὶ διὰ τοῦτο ἀνίσχυρος καὶ ὁ δεσμευθὺς ἀπολυθήσεται ἀρχιερεῖ προσελθών, καὶ τὰ καθ’ ἑαυτὸν ἀπαγγείλας”» (Μπούμη Π., Τὰ Ἀναθέματα…, ὅπ. παρ., σελ. 65).
Οταν λοιπόν, ὁ ἐπιβάλλων τὸ ἀνάθεμα τὸ κάνει ἀπὸ κάποια σκοπιμότητα παράτυπα, ἢ εἶναι αἱρετικός, ἢ ἐμφορεῖται ἀπὸ ἀντορθόδοξα φρονήματα καὶ διδάσκει διαφορετικὰ ἀπὸ τὴν πατερικὴ θεολογία, τότε δικαιοῦται ὁ ὀρθόδοξος πιστός (πιὸ σωστὰ θὰ λέγαμε, πώς -ἂν εἶναι συνεπὴς μὲ τὴ πρακτικὴ τῶν Πατέρων- ὑποχρεώνεται) νὰ μὴ λογαριάσει τὸν ἀφορισμό, ἀφοῦ αὐτὸς συγκρούεται μὲ τὴν πίστη, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ συνεπάγεται. Στὴν μακραίωνη ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας συναντᾶμε ἀρκετὲς περιπτώσεις ἀδίκων ἀφορισμῶν. Στὸ σημεῖο αὐτὸ παραθέτω μερικὲς ἐνδεικτικὲς περιπτώσεις, ἴσως ὄχι καὶ τὶς ἰσχυρότερες, στὶς ὁποῖες Ἐπίσκοποι καὶ Πατριάρχες μᾶς συμβουλεύουν νὰ θεωροῦμε ὡς ἄκυρους τοὺς ἄδικους ἀφορισμούς, ἄξιους καταφρονήσεως, καὶ ἐπισημαίνουν ὅτι αὐτοὶ ἐπιστρέφουν στοὺς ἐπιβάλλοντας «ἀλλοτριοεπισκόπους».
Σὲ ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Γερμανοῦ (1229 μ.Χ.) διαβάζουμε: «Ὅσοι κληρικοὶ ἀποδέχονται τὴν Ἐκκλησίαν μας καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ κρατήσουν τὴν πατροπαράδοτη πίστι, νὰ μὴ ὑποκύψουν στοὺς ἀρχιερεῖς τους ποὺ ὑποτάχθηκαν στοὺς Λατίνους. Οὔτε νὰ ὑπακούσουν ἔστω καὶ γιὰ λίγο σ’ αὐτούς, ἐπειδὴ οἱ ἐπίσκοποι θὰ τοὺς ἀφορίσουν μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς κάνουν νὰ πεισθοῦν στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία. Ἐπειδὴ ἕνας τέτοιος ἀφορισμὸς εἶναι ἄκυρος καὶ ἐπιστρέφει μᾶλλον σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν πράττουν. Καὶ τοῦτο διότι ἔχουν γίνει πρόξενοι σκανδάλου στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατεπάτησαν τὴν ἀκρίβεια τῶν ἱ. Κανόνων καὶ δέχτηκαν τούς… ἀλλοτριο-επισκόπους καὶ τοὺς ἔδωσαν τὰ χέρια, τὸ ὁποῖο εἶναι σημεῖο εὐπειθείας καὶ ὑποδουλώσεως(…). Ἐσεῖς δὲ περιούσιε λαὲ τοῦ Χριστοῦ, στερεωθεῖτε στὴν πίστη, …μὴ προδίδετε κανένα ἀπὸ τὰ ὀρθὰ δόγματα τὰ ὁποῖα ἔχετε λάβει ἀπὸ παλαιά. Νὰ θεωρῆτε χαρὰ καὶ κέρδος κάθε βιοτικὴ θλίψι καὶ κάθε ζημία, προκειμένου νὰ διαφυλαχθῇ μέσα σας ἀπαραβίαστος ὁ θησαυρὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως» (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν…, Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους, σελ. 224.).
Ὁ δ΄ κανὼν τῆς Ζ΄ Οἰκουμ. Συνόδου, λέγει: «Εἴ τις οὖν διά τινα ἰδίαν ἐμπάθειαν εὑρεθείη…ἀφορίζων τινὰ τῶν ὑπ’ αὐτὸν κληρικῶν… ἀναίσθητος ὄντως ἐστί, καὶ τῇ ταυτοπαθείᾳ ὑποκείσεται, καὶ ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ… Ὅποιος καθαιρεθῇ διὰ φθόνον ἢ ἄλλην ἄδικον αἰτίαν, αὐτὸς εἰς μὲν τὸν ἑαυτόν του προξενεῖ μισθόν, μεγαλύτερον ἀπὸ τὸν τῆς ἱερωσύνης, ὅθεν καὶ πρέπει νὰ χαίρῃ καὶ ὄχι νὰ λυπῆται, εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν» (Πηδάλιον, ΚΗ΄ Κανὼν τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, σελ. 30). Λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος (λόγος γ΄περὶ ἱερωσύνης) ὅτι ὅποιος «ἀδίκως ἀφορισθεῖ διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἤτοι, ἢ διὰ τὴν πίστιν, ἢ διὰ τὰς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἢ καὶ διὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ, οὗτοι πρέπει νὰ χαίρουν, ἐπειδὴ καὶ εἶναι μακαρισμοῦ ἄξιοι, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, ὅστις εἶπε• "Μακάριοί ἐστε, ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς, καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρόν, ἕνεκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου"» (Πηδάλιον, σελ. 35).
Ἂς προσέξουμε δὲ καὶ τὸ ἑξῆς: πώς, ἐνῶ ἡ Ὀρθ. Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι τὰ μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ ἱερεῖς χειροτονημένους κανονικὰ εἶναι ἔγκυρα, ἐφ’ ὅσον δι’ αὐτῶν μεταδίδεται ἡ Θ. Χάρις, ἔστω κι ἂν εἶναι ἀνάξιος ὁ ἱερέας ποὺ τὰ τελεῖ, στὴν περίπτωση τοῦ ἄδικου ἀφορισμοῦ -ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας- θεωροῦν, ὅτι «οὐχ ἕπεται τῷ ἀφορισθέντι τῷ θείῳ κρίματι» (Μάξιμος), δὲν αἴρει δηλ. ὁ Θεὸς τὴν προστατευτικὴ θεία Χάρη του ἀπὸ τὸν ἀδίκως ἀφορισθέντα, δὲν «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶ» (Χρυσόστομος), ἐφ’ ὅσον δὲν ἔχει διαπράξει κάτι ποὺ νὰ τὸν κωλύει στὸ νὰ μετέχει τῶν μυστηρίων καὶ νὰ παραμένει ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντίθετα ὁ «παρὰ τὸν σκοπὸν τοῦ Θεοῦ ἀφορίσας Ἱεράρχης» (ἅγ. Μάξιμος) ἐπειδὴ παραβαίνει τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ καταχρᾶται τὴν εἰς αὐτὸν ἐμπεμπιστευμένη ἐξουσίαν χάνει τὴν θείαν Χάρη καὶ «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶν».
Ὑπάρχει, τέλος, καὶ «ἕνα ἀκόμη σχόλιο τοῦ Βαλσαμῶνος στὸν ρλγ΄ κανόνα τῆς συνόδου στὴν Καρθαγένη (419)• ὁ κανόνας αὐτὸς ἀναφέρει ὅτι: “ἐφ’ ὅσον τῷ ἀφορισμένῳ μὴ κοινωνεῖ ὁ ἴδιος ἐπίσκοπος, τῷ αὐτῷ ἐπισκόπῳ ἄλλοι μὴ συγκοινωνήσωσιν ἐπίσκοποι”• σ’ αὐτὸν λοιπὸν τὸν κανόνα ὁ πιὸ διάσημος τῶν σχολιαστῶν τοῦ 12ου αἰ. ἐπιφέρει: ”ὃ παρεσιώπησεν ὁ ἀνωτέρω κανών, οὗτος προήνεγκεν εἰς φανερόν• τὸ δὲ ἦν, τό, ἐὰν μὴ θελήσῃ ὁ ἐπίσκοπος κοινωνῆσαι τῷ παρ’ αὐτῷ ἀφορισθέντι ὡς ἔγκλημά τι αὐτῷ ἐξαγορεύσαντι, τί ἐπὶ τῷ τοιούτῳ ἐπισκόπῳ γενήσεται, ἀνευλόγως ἀφορίσαντι καὶ πρὸ καταδίκης τὸν ἄνθρωπον; Φησὶ γοῦν, ὅτι, ἐὰν ἀφορίσῃ τινὰ ἀνευλόγως, ἐφ’ ὅσον καιρὸν ἐκεῖνος οὐ κοινωνεῖ τῷ ἀφορισθέντι, μηδὲ ἐκείνῳ, τῷ ἀφορίσαντι δηλαδή, κοινωνῶσιν οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι.
Ἐπάγει δὲ καὶ τὴν αἰτίαν, ἵνα μὴ ταχεῖς καὶ ἀπερίσκεπτοι ὦσι πρὸς κατηγορίαν καὶ πρὸς ἀφορισμόν, καὶ μὴ κατά τινων λέγουσι ἃ ἐλέγξαι οὐ δύνανται… Ἐγὼ δὲ νομίζω, ὅτι οὐ μόνον κολασθήσεται ὁ τοιοῦτος ἐπίσκοπος, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἀνευλόγου τούτου ἀφορισμοῦ λαληθέντος παρὰ μείζονι ἀρχιερεῖ, ὁ μὲν ἀφορισθεὶς λυθήσεται τοῦ ἀφορισμοῦ• ὁ δὲ ἀφορίσας τιμωρηθήσεται…”»[1]. «Ὅποιος λοιπὸν ἀρχιερεὺς εὑρεθῇ… νὰ ἀφορίζῃ… διὰ κἀμμίαν του ἄλλην ἐμπάθειαν, οὗτος ἂς παθαίνῃ ἐκεῖνο ὁποῦ κάμνει, ἤτοι ἂς ἀφορίζεται… Ὁ γὰρ κορυφαῖος Πέτρος παραγγέλλει… ποιμαίνεται τὸ ποίμνιον τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἀναγκαστικῶς καὶ τυρρανικῶς, ἀλλὰ θεληματικῶς»[2].
Ὁ Μητροπολίτης ΓΟΧ
+ Ο Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΧ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, ΙΕΡΟΝ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟΝ ΑΓΙΩΝ ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΗΣ ΚΑΙ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΤΕΓΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε. ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ: 4ο ΧΙΛ. ΛΕΩΦΟΡΟΥ ΚΟΡΩΠΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ
Α.Π. 130 ΚΟΡΩΠΙ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2017
ΠΕΡΙ ΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΙΤΙΩΝ
ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΦΟΡΙΣΜΩΝ
α) εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν»
ΟΣΟΙ ΚΑΘΑΙΡΟΥΝ ΑΔΙΚΩΣ ΠΡΟΞΕΝΟΥΝ ΚΟΛΑΣΙΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟΝ ΤΟΥΣ β) «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶν».
ΟΣΟΙ ΑΦΟΡΙΖΟΥΝ ΑΔΙΚΩΣ ΠΑΡΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΑΤΑΝΑΝ.
...................................................................................................
Στὸ Νομοκάνονα τοῦ Μαλαξοῦ (περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας) διαβάζουμε: «Ὅποιος ἀφορίσῃ τινὰ τῶν χριστιανῶν, ἀπὸ γνώμην παράλογον, ἢ ἀπὸ θυμὸν πολύν, οὐχὶ μόνον ὁ ἀφορισμὸς δὲν τὸν πιάνει, ἀλλὰ πέφτει εἰς τὴν κεφαλὴν τοῦ ἀφορίσαντος. Ὥστε μόνον ἐκεῖνοι οἱ ἀφορισμοὶ εἶναι στερκτοί, ὅσοι ἐξεφωνήθησαν κατὰ τοὺς θείους νόμους καὶ κατὰ τοὺς ἱεροὺς κανόνας, οὐχὶ ἐκεῖνοι οἱ ἀφορισμοί, ὁποῦ γίνονται ἀπὸ ὀξυχολίαν ἱερέως, ἢ ἀρχιερέως… Εἰ δὲ ἀφώρισεν αὐτὸν ἀδίκως, ἔχει νὰ δόσῃ λόγον ὁ ἀρχιερεὺς τῷ ἀδεκάστῳ Κριτῇ… διὰ τὸ χωρίσαι ἀδίκως τὸν χριστιανὸν ἐκ τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ Θεοῦ…».
Ἐπίσης «ὁ δ΄ κανόνας τῆς Ζ΄ οἰκουμ. Συνόδου…ἀναφέρει: “εἴ τις οὖν δι’ ἀπαίτησιν χρυσοῦ, ἢ ἑτέρου τινὸς εἴδους, εἴτε διά τινα ἐμπάθειαν εὑρεθείη ἀπείργων τῆς λειτουργίας, καὶ ἀφορίζων τινὰ τῶν ὑπ’ αὐτὸν κληρικῶν…καὶ εἰς ἀναίσθητον τὴν ἑαυτοῦ μανίαν ἐπιπέμπων, ἀναίσθητος ὄντως ἐστί, καὶ τῇ ταυτοπαθείᾳ ὑποκείσεται, καὶ ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, ὡς παραβάτης ἐντολῆς Θεοῦ…”». Σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα αὐτὸν «θεωρεῖται αὐτοαφορισμένος ἐκεῖνος ὁ ἱεράρχης ποὺ ἀφορίζει παράνομα» (Μιχαηλάρη Π., ὅπ. παρ., σελ. 131.). Σὲ Νεαρὰ τοῦ Ἰουστινιανοῦ «δηλώνεται ρητά: “πᾶσι δὲ τοῖς ἐπισκόποις καὶ πρεσβυτέροις ἀπαγορεύομεν ἀφορίζειν τινὰ τῆς ἁγίας κοινωνίας πρὶν ἡ αἰτία δειχθῇ δι’ ἣν οἱ ἐκκλησιαστικοὶ κανόνες τοῦτο γίνεσθαι κελεύουσιν, εἰ δέ τις παρὰ ταῦτα τῆς ἁγίας κοινωνίας τινὰ χωρίσει, ἐκεῖνος μὲν ὃς ἀδίκως ἀπὸ τῆς κοινωνίας ἐχωρίσθη, λυομένου τοῦ χωρισμοῦ ὑπὸ τοῦ μείζονος ἱερέως τῆς ἁγίας ἀξιούσθω κοινωνίας• ὁ δὲ ἀδίκως τινὰ τῆς ἁγίας κοινωνίας χωρίσαι τολμήσας πᾶσι τρόποις ὑπὸ τοῦ ἱερέως, ὑφ’ ὃν τέτακται, χωρισθήσεται τῆς κοινωνίας ἐφ’ ὅσον χρόνον ἐκεῖνος συνίδοι ἵνα ὅπερ ἐποίησε, δικαίως ὑπομείνῃ”» (ὅπ. παρ.).
Εἶναι ἀκόμα ἀξιοσημείωτα ὅσα περιλαμβάνονται στὸν «Τόμο τῶν τεσσάρων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς» τοῦ 1663, ὡς ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα: «εἰ δύναται ἐπίσκοπος ἢ πατριάρχης…ἀφορίζειν ὅντινα βούλοιντο, δι’ ἰδίας αὐτῶν ὑποθέσεις, καὶ εἶναι τοὺς ἀφορισθέντας τῷ Θεῷ ὑπαιτίους, καὶ ὁ ἀφορίζων ἀλόγως ὑπαίτιός ἐστι τοῖς κανόσιν». Διαβάζουμε στὴν ἀπάντησή τους: «οὐ μόνον τὴν ἀρὰν καὶ τὸν ἀφορισμὸν πρὸς ἐκείνους ἐπιστρέφειν, ἀλλὰ καὶ ἀξίους εἶναι τιμωρίας, ὡς ὀργίλους καὶ ἀπερισκέπτως χωρίζοντας κατὰ τὴν αὐτῶν θέλησιν τινὰς τοῦ κοινοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας» (Μιχαηλάρη Π., ὅπ. παρ., σελ. 139). «Ἐπίσης καὶ ἡ ἐπὶ Πατριάρχου Νικολάου Γ΄ Κυρδινιάτου (1084-1111) Σύνοδος τῆς Κων/πόλεως εὶς σχετικὴν ἐρώτησιν μοναχῶν ἀπήντησεν ὡς ἑξῆς (ζ΄ ἀπόκρ.): “Ἄλογος ὁ δεσμὸς καὶ διὰ τοῦτο ἀνίσχυρος καὶ ὁ δεσμευθὺς ἀπολυθήσεται ἀρχιερεῖ προσελθών, καὶ τὰ καθ’ ἑαυτὸν ἀπαγγείλας”» (Μπούμη Π., Τὰ Ἀναθέματα…, ὅπ. παρ., σελ. 65).
Οταν λοιπόν, ὁ ἐπιβάλλων τὸ ἀνάθεμα τὸ κάνει ἀπὸ κάποια σκοπιμότητα παράτυπα, ἢ εἶναι αἱρετικός, ἢ ἐμφορεῖται ἀπὸ ἀντορθόδοξα φρονήματα καὶ διδάσκει διαφορετικὰ ἀπὸ τὴν πατερικὴ θεολογία, τότε δικαιοῦται ὁ ὀρθόδοξος πιστός (πιὸ σωστὰ θὰ λέγαμε, πώς -ἂν εἶναι συνεπὴς μὲ τὴ πρακτικὴ τῶν Πατέρων- ὑποχρεώνεται) νὰ μὴ λογαριάσει τὸν ἀφορισμό, ἀφοῦ αὐτὸς συγκρούεται μὲ τὴν πίστη, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ συνεπάγεται. Στὴν μακραίωνη ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας συναντᾶμε ἀρκετὲς περιπτώσεις ἀδίκων ἀφορισμῶν. Στὸ σημεῖο αὐτὸ παραθέτω μερικὲς ἐνδεικτικὲς περιπτώσεις, ἴσως ὄχι καὶ τὶς ἰσχυρότερες, στὶς ὁποῖες Ἐπίσκοποι καὶ Πατριάρχες μᾶς συμβουλεύουν νὰ θεωροῦμε ὡς ἄκυρους τοὺς ἄδικους ἀφορισμούς, ἄξιους καταφρονήσεως, καὶ ἐπισημαίνουν ὅτι αὐτοὶ ἐπιστρέφουν στοὺς ἐπιβάλλοντας «ἀλλοτριοεπισκόπους».
Σὲ ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Γερμανοῦ (1229 μ.Χ.) διαβάζουμε: «Ὅσοι κληρικοὶ ἀποδέχονται τὴν Ἐκκλησίαν μας καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ κρατήσουν τὴν πατροπαράδοτη πίστι, νὰ μὴ ὑποκύψουν στοὺς ἀρχιερεῖς τους ποὺ ὑποτάχθηκαν στοὺς Λατίνους. Οὔτε νὰ ὑπακούσουν ἔστω καὶ γιὰ λίγο σ’ αὐτούς, ἐπειδὴ οἱ ἐπίσκοποι θὰ τοὺς ἀφορίσουν μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς κάνουν νὰ πεισθοῦν στὴν λατινικὴ Ἐκκλησία. Ἐπειδὴ ἕνας τέτοιος ἀφορισμὸς εἶναι ἄκυρος καὶ ἐπιστρέφει μᾶλλον σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν πράττουν. Καὶ τοῦτο διότι ἔχουν γίνει πρόξενοι σκανδάλου στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατεπάτησαν τὴν ἀκρίβεια τῶν ἱ. Κανόνων καὶ δέχτηκαν τούς… ἀλλοτριο-επισκόπους καὶ τοὺς ἔδωσαν τὰ χέρια, τὸ ὁποῖο εἶναι σημεῖο εὐπειθείας καὶ ὑποδουλώσεως(…). Ἐσεῖς δὲ περιούσιε λαὲ τοῦ Χριστοῦ, στερεωθεῖτε στὴν πίστη, …μὴ προδίδετε κανένα ἀπὸ τὰ ὀρθὰ δόγματα τὰ ὁποῖα ἔχετε λάβει ἀπὸ παλαιά. Νὰ θεωρῆτε χαρὰ καὶ κέρδος κάθε βιοτικὴ θλίψι καὶ κάθε ζημία, προκειμένου νὰ διαφυλαχθῇ μέσα σας ἀπαραβίαστος ὁ θησαυρὸς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως» (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν…, Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους, σελ. 224.).
Ὁ δ΄ κανὼν τῆς Ζ΄ Οἰκουμ. Συνόδου, λέγει: «Εἴ τις οὖν διά τινα ἰδίαν ἐμπάθειαν εὑρεθείη…ἀφορίζων τινὰ τῶν ὑπ’ αὐτὸν κληρικῶν… ἀναίσθητος ὄντως ἐστί, καὶ τῇ ταυτοπαθείᾳ ὑποκείσεται, καὶ ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ… Ὅποιος καθαιρεθῇ διὰ φθόνον ἢ ἄλλην ἄδικον αἰτίαν, αὐτὸς εἰς μὲν τὸν ἑαυτόν του προξενεῖ μισθόν, μεγαλύτερον ἀπὸ τὸν τῆς ἱερωσύνης, ὅθεν καὶ πρέπει νὰ χαίρῃ καὶ ὄχι νὰ λυπῆται, εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν» (Πηδάλιον, ΚΗ΄ Κανὼν τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, σελ. 30). Λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος (λόγος γ΄περὶ ἱερωσύνης) ὅτι ὅποιος «ἀδίκως ἀφορισθεῖ διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἤτοι, ἢ διὰ τὴν πίστιν, ἢ διὰ τὰς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἢ καὶ διὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ, οὗτοι πρέπει νὰ χαίρουν, ἐπειδὴ καὶ εἶναι μακαρισμοῦ ἄξιοι, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, ὅστις εἶπε• "Μακάριοί ἐστε, ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς, καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρόν, ἕνεκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου"» (Πηδάλιον, σελ. 35).
Ἂς προσέξουμε δὲ καὶ τὸ ἑξῆς: πώς, ἐνῶ ἡ Ὀρθ. Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι τὰ μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ ἱερεῖς χειροτονημένους κανονικὰ εἶναι ἔγκυρα, ἐφ’ ὅσον δι’ αὐτῶν μεταδίδεται ἡ Θ. Χάρις, ἔστω κι ἂν εἶναι ἀνάξιος ὁ ἱερέας ποὺ τὰ τελεῖ, στὴν περίπτωση τοῦ ἄδικου ἀφορισμοῦ -ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας- θεωροῦν, ὅτι «οὐχ ἕπεται τῷ ἀφορισθέντι τῷ θείῳ κρίματι» (Μάξιμος), δὲν αἴρει δηλ. ὁ Θεὸς τὴν προστατευτικὴ θεία Χάρη του ἀπὸ τὸν ἀδίκως ἀφορισθέντα, δὲν «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶ» (Χρυσόστομος), ἐφ’ ὅσον δὲν ἔχει διαπράξει κάτι ποὺ νὰ τὸν κωλύει στὸ νὰ μετέχει τῶν μυστηρίων καὶ νὰ παραμένει ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντίθετα ὁ «παρὰ τὸν σκοπὸν τοῦ Θεοῦ ἀφορίσας Ἱεράρχης» (ἅγ. Μάξιμος) ἐπειδὴ παραβαίνει τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ καταχρᾶται τὴν εἰς αὐτὸν ἐμπεμπιστευμένη ἐξουσίαν χάνει τὴν θείαν Χάρη καὶ «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶν».
Ὑπάρχει, τέλος, καὶ «ἕνα ἀκόμη σχόλιο τοῦ Βαλσαμῶνος στὸν ρλγ΄ κανόνα τῆς συνόδου στὴν Καρθαγένη (419)• ὁ κανόνας αὐτὸς ἀναφέρει ὅτι: “ἐφ’ ὅσον τῷ ἀφορισμένῳ μὴ κοινωνεῖ ὁ ἴδιος ἐπίσκοπος, τῷ αὐτῷ ἐπισκόπῳ ἄλλοι μὴ συγκοινωνήσωσιν ἐπίσκοποι”• σ’ αὐτὸν λοιπὸν τὸν κανόνα ὁ πιὸ διάσημος τῶν σχολιαστῶν τοῦ 12ου αἰ. ἐπιφέρει: ”ὃ παρεσιώπησεν ὁ ἀνωτέρω κανών, οὗτος προήνεγκεν εἰς φανερόν• τὸ δὲ ἦν, τό, ἐὰν μὴ θελήσῃ ὁ ἐπίσκοπος κοινωνῆσαι τῷ παρ’ αὐτῷ ἀφορισθέντι ὡς ἔγκλημά τι αὐτῷ ἐξαγορεύσαντι, τί ἐπὶ τῷ τοιούτῳ ἐπισκόπῳ γενήσεται, ἀνευλόγως ἀφορίσαντι καὶ πρὸ καταδίκης τὸν ἄνθρωπον; Φησὶ γοῦν, ὅτι, ἐὰν ἀφορίσῃ τινὰ ἀνευλόγως, ἐφ’ ὅσον καιρὸν ἐκεῖνος οὐ κοινωνεῖ τῷ ἀφορισθέντι, μηδὲ ἐκείνῳ, τῷ ἀφορίσαντι δηλαδή, κοινωνῶσιν οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι.
Ἐπάγει δὲ καὶ τὴν αἰτίαν, ἵνα μὴ ταχεῖς καὶ ἀπερίσκεπτοι ὦσι πρὸς κατηγορίαν καὶ πρὸς ἀφορισμόν, καὶ μὴ κατά τινων λέγουσι ἃ ἐλέγξαι οὐ δύνανται… Ἐγὼ δὲ νομίζω, ὅτι οὐ μόνον κολασθήσεται ὁ τοιοῦτος ἐπίσκοπος, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἀνευλόγου τούτου ἀφορισμοῦ λαληθέντος παρὰ μείζονι ἀρχιερεῖ, ὁ μὲν ἀφορισθεὶς λυθήσεται τοῦ ἀφορισμοῦ• ὁ δὲ ἀφορίσας τιμωρηθήσεται…”»[1]. «Ὅποιος λοιπὸν ἀρχιερεὺς εὑρεθῇ… νὰ ἀφορίζῃ… διὰ κἀμμίαν του ἄλλην ἐμπάθειαν, οὗτος ἂς παθαίνῃ ἐκεῖνο ὁποῦ κάμνει, ἤτοι ἂς ἀφορίζεται… Ὁ γὰρ κορυφαῖος Πέτρος παραγγέλλει… ποιμαίνεται τὸ ποίμνιον τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἀναγκαστικῶς καὶ τυρρανικῶς, ἀλλὰ θεληματικῶς»[2].
Ὁ Μητροπολίτης ΓΟΧ
+ Ο Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος
Comments
Post a Comment