ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΙΣ, ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΨΕΥΔΟΥΣ
Εν όψει της κρίσιμης συνάντηση της Μικτής Θεολογικής
Επιτροπής στη Βιέννη, Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: Οι «διάλογοι του ψεύδους» Φαναρίου-Ρώμης καταργούν την Μετάνοια το μόνο δρόμο επιστροφής των Παπικών στην ΜΙΑ Αδιαίρετη
Εκκλησία
του Θεολόγου κ. Παν. Σημάτη
Το αποτέλεσμα των Διαλόγων δεν είναι η μετάνοια των παπικών,
αλλά η πρόσληψη
αιρετικών ιδεών ακόμα και από Επισκόπους. Όπως ο Μεσσηνίας
Χρυσόστομος,
που ―διαφθαρείς από τις οικουμενιστικές «παρέες»― αρνείται
την πίστη στην Μία
Αδιαίρετη Εκκλησία. Και παρά ταύτα η Ι. Σύνοδος τον επέλεξε
εκπρόσωπός της στη Βιέννη
Ποιος είναι ο μοναδικός τρόπος επανόδου των αιρετικών στην
ΜΙΑ Εκκλησία από την οποία έφυγαν; Σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων μας,
και όχι σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και της
ζηζιούλειας θεολογίας που διακινεί ο εκπρόσωπός μας στους Διαλόγους κ.
Χρυσόστομος, ο μόνος τρόπος είναι η μετάνοια.
Έτσι μας διδάσκουν οι Άγιοι της Εκκλησίας, ερμηνεύοντας
ορθόδοξα και αυθεντικά την διδασκαλία του Ευαγγελίου και των Οικουμενικών
Συνόδων: η ΜΕΤΑΝΟΙΑ και μόνο αυτή. ΟΧΙ οι αντιστρατευόμενοι το Ευαγγέλιο
Διάλογοι. Και ένας από τους πρώτους που ξεκαθάρισε το θέμα αυτό, είναι ο μέγας
Απόστολος Παύλος: «αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν
παραιτού» (Τιτ. 3,10).
Αλλά τους Αγίους, ο Πατριάρχης και όλοι οι Οικουμενιστές,
τους παρακάμπτουν. Εμείς, με τους Διαλόγους θα λύσουμε το πρόβλημα, επιμένουν,
όχι με την μετάνοια. Μόλις προχθές, ο «ορθόδοξος» Πατριάρχης Σερβίας Ειρηναίος,
επανέλαβε όλη τη φιλοσοφία της αιρέσεως του οικουμενισμού
(thriskeftika.blogspot.com/2010/09/blog-post_573.html): «Ο οικουμενικός
διάλογος, είπε, δεν επιδιώκει την ενοποίηση (unification) της Εκκλησίας αλλά
την ενότητα εν τη διαφορετικότητι». Έτσι, με πρωτομάστορα τον Πατριάρχη, βοηθό
στην κατασκευή αθεολόγητων θεωριών τον Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη και
διακινητή αυτών (και λογοκλόπο) τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο,
οικοδομούν οικουμενιστικές θεωρίες, με τις οποίες προσπαθούν να συμβιβάσουν τα
ασυμβίβαστα, την αίρεση με την αλήθεια.
Ας δώσουμε, όμως, τον λόγο στους Αγίους Πατέρες, όχι μόνο
στους Αγίους των παλαιών εποχών, αλλά και εκείνους του 20ου αιώνα, όπως στον
γνωστό καθηγητή Πανεπιστημίου και σύγχρονο Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, ο οποίος
μέχρι πριν μερικές δεκαετίες ζούσε ανάμεσά μας, γνώρισε τους παπικούς και
οικουμενιστές αιρετικούς της εποχής μας, διέκοψε το μνημόσυνό τους και με τα
γραπτά του κονιορτοποιεί τους ισχυρισμούς κάποιων ορθοδόξων ποιμένων, που
διστάζουν να διαφοροποιηθούν ριζικά από τους οικουμενιστές Πατριάρχες, και γι’
αυτό ισχυρίζονται ότι, οι θεμελιακές αρχές για το πώς αντιμετωπίζουμε τους
αιρετικούς, δεν μπορούν να ισχύουν για σήμερα· λες και η Εκκλησία δεν έχει
διαχρονική διδασκαλία, λες και ο Χριστός δεν είναι «χθες και σήμερον ο αυτός
και εις τους αιώνας».
Να λοιπόν, μερικά αντιπροσωπευτικά κείμενα πατέρων: Ο Άγιος
Μάξιμος σημειώνει: «Σημειωτέον δε ότι δει τους θεοφιλείς δια βίου παντός
νουθετείν τους πεπλανημένους, και εις επίγνωσιν αληθείας έλκειν. …Τότε γαρ
εύλογος η μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραίτησις, όταν ο διδάσκων προς
την παραίτησιν έλθη, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος, και λανθάνει, ων
αυτοκατάκριτος» (Μαξίμου Ομολογητού, Σχόλια εις την επιστολήν η΄ Αγίου
Διονυσίου Αρεοπαγίτου, εκδ. "ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟΝ", τόμος 15Δ, σελ. 450).
Στον Πατριαρχικό Τόμο του 1351 διαβάζουμε: «Δια πάντων
τούτων …προσεκλήθησαν παρά της Εκκλησίας εις μετάνοιαν… Οι δε ου κατεδέξαντο,
άντικρυς λέγοντες, το “οδούς σου ειδέναι ου βούλομαι”. Ενέμενον γαρ οις κακώς έγνωσαν
εξ αρχής». Στη συνέχεια και ο τότε Πατριάρχης Κων/πόλεως τους παρεκάλεσε
«νουθετών, ελέγχων, πάσι προς μετάνοιαν αυτούς εκκαλούμενος…, ως δε τούτοις
εώρα ανιάτως έχοντας, …και την μετάνοιαν παντάπασιν αποσειομένους» κατεδίκασε
(Ρωμανίδη Ιω., Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τομ. Β΄, σελ. 240).
Στην επιστολή τους, επίσης, οι αγιορείτες Πατέρες προς τον
αυτοκράτορα Μιχαήλ (1273 μ.Χ.) γράφουν: Δεν μπορούμε να δεχθούμε τον Πάπα αν
δεν μετανοήσει. Και παραθέτουν τα παρακάτω λόγια του αγίου Γρηγορίου του
Θεολόγου: «Αν βέβαια δεν μετανόησαν, ούτε εγώ τους δέχομαι. Θα τους δεχθώ μόνο
αν σκύψουν, αν προσέλθουν αξίως, αν διορθώσουν το κακό που έκαναν». Και ερωτούν
οι αγιορείτες τον αυτοκράτορα (όπως ρωτάμε κι εμείς σήμερα τον Πατριάρχη): «Που
είναι όμως σ’ εκείνον (τον Πάπα) και τους δικούς του η διόρθωσις; Που η
μετάνοια προς το καλό;» (Οι Αγώνες των Μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας, Ι. Μ. Οσ.
Γρηγορίου Αγίου Όρους, σελ. 234-235).
Γράφει ο Μ. Βασίλειος: «Ότι δει εν ανεξικακία και πραότητι
παιδεύειν τους αντιδιατιθεμένους, προσδοκώντα αυτών την μετάνοιαν…». Ο άγιος
Συμεών Θεσ/νίκης, ακόμα, λέγει πως «οι Λατίνοι μόνον δια της μετανοίας είναι
δυνατόν να εγερθούν εκ της πτώσεως και να επανέλθουν εις την Ορθοδοξίαν…»
(Μπιλάλη Σπ., Ορθοδοξία και Παπισμός, τ. Β , σελ. 624).
Τέλος ο Άγιος του αιώνα μας Ιουστίνος Πόποβιτς ερωτά:
«Υπάρχει φάρμακον και διέξοδος» από τας αιρέσεις του παπισμού-οικουμενισμού;
«Υπάρχει, βεβαίως υπάρχει: η μετάνοια… “Μετάνοια εις επίγνωσιν αληθείας” (2Τιμ.
2,25). Άλλως δεν δύναται κανείς να πιστεύη εις το πανσωστικόν Ευαγγέλιον του
Θεανθρώπου: “Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω” (Μαρκ. 1, 15)… Η
μετάνοια είναι το φάρμακον και δι’ αυτήν την “παναμαρτίαν” του παπισμού» (Άγιος
Ιουστίνος Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός, σελ. 220-221).
Οι εκπρόσωποι όμως, των Επισκόπων μας, ουδόλως ομιλούν περί
μετανοίας. Λες και η μετάνοια, που αποτελεί την πεμπτουσία της σωτηριολογίας
της Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι μια απηρχαιωμένη και αποβλητέα μέθοδος σωτηρίας
και επιστροφής των ετεροδόξων. Προτείνουν έτσι, εν τοις πράγμασι, μια άλλη
σωτηριολογία, μια αιρετική σωτηριολογία: «Να τα βρούμε με τους Διαλόγους».
Κανείς δεν ερωτά και δεν σκέπτεται, ―γιατί αυτή η ερώτηση
δεν χωρά στα αιρετικά τους σχέδια― τι θα γίνει, όταν θα τα βρούμε; Θα ζητήσουν
εν μετανοία συγγνώμη οι αιρετικοί για την αναστάτωση που προκάλεσαν τόσους
αιώνες στην Εκκλησία; Για τις ψυχές που ταλαιπώρησαν με την αιρετική διδασκαλία
τους; Για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν εν ονόματι και στην προσπάθεια επιβολής
της αίρεσης;
Δυστυχώς στους Διαλόγους δεν περιλαμβάνονται τέτοιες
«λεπτομέρειες». Στους Διαλόγους τον πρώτο λόγο έχει ο συγκρητισμός, η εφαρμογή
της θεωρίας των κλάδων και των αδελφών Εκκλησιών με κατάληξη την Πανθρησκεία.
Ό,τι ακριβώς απεχθάνεται και μισεί ο Θεός, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη. Δεν
είναι τυχαίο, ότι τον τελευταίο χρόνο οι τέσσερις Ορθόδοξοι Πατριάρχες είτε
δώρισαν «Άγιο(!) Κοράνιο», είτε ευχήθηκαν και συνέφαγαν στη γιορτή των
Μουσουλμάνων, το Ραμαζάνι.
Και τι λέγει η Γραφή; Ποια η στάση των χριστιανών απέναντι
αυτών των «Εκκλησιών» που δεν είναι Εκκλησία; «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και
αφορίσθητε, λέγει Κύριος, και ακαθάρτου μη άπτεσθε, καγώ εισδέξομαι υμάς»
(2Κορ. 6, 17).
Πολύ ωραία μας εξηγεί τα πράγματα ο Άγιος Ιουστίνος:
«Ο παπισμός και οι προτεστάντες» ούτε είναι Εκκλησία, ούτε
«γνωρίζουν την Εκκλησία, ούτε γνωρίζουν έξοδον από τα αδιέξοδα… Ευρώπη ίσον
αναγέννησις της ειδωλολατρίας. Ψευδόχριστοι και ψευδόθεοι έχουν πλημμυρίσει την
Ευρώπην και από εκεί εξάγονται εις όλας τας αγοράς της οικουμένης., έχοντες ως κύριον
έργον των να φονεύουν τον Θεόν και την ψυχήν εις τον άνθρωπον…
»Οικουμενισμός είναι το κοινόν όνομα δια τους
ψευδοχριστιανισμούς, δια τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. …Αι διάφοροι
αιρέσεις ηρνούντο ή παρεμόρφωνον ιδιώματα τινά του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού,
αι δε ευρωπαϊκαί αύται αιρέσεις απομακρύνουν ολόκληρον τον Θεάνθρωπον…
»Το ορθόδοξον δόγμα περί της Εκκλησίας απερρίφθη και
αντικαταστάθη δια του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και
του αλαθήτου του πάπα, δηλαδή του ανθρώπου» (224).
Και αλλού: «Αφού ούτως έχουν τα πράγματα, τότε δια τον
παπιστικόν-προτεσταντικόν Οικουμενισμόν με την ψευδοεκκλησίαν του…δεν υπάρχει
διέξοδον από το αδιέξοδόν του, άνευ ολοψύχου μετανοίας ενώπιον του Θεανθρώπου
Χριστού και της Ορθοδόξου Εκκλησίας Του. Η μετάνοια είναι το φάρμακον… Άνευ της
μετανοίας και εισδοχής εις την Αληθινήν Εκκλησίαν του Χριστού είναι αφύσικον
και αδιανόητον να ομιλεί τις περί ενώσεως “των Εκκλησιών”, περί του διαλόγου
της αγάπης, περί της intercommunio (δηλαδή της διακοινωνίας)» (σελ. 225).
«Ο σύγχρονος “διάλογος της αγάπης”, ο οποίος τελείται υπό
μορφήν γυμνού συναισθηματισμού», δι’ εκποιήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι
στην «πραγματικότητα ολιγόπιστος άρνησις του σωτηριώδους αγιασμού του Πνεύματος
και της πίστεως της Αληθείας (Β΄ Θεσ. 2,13), δηλαδή της μοναδικής σωτηριώδους
“αγάπης της αληθείας”. Η ουσία της αγάπης είναι η αλήθεια· η αγάπη ζη και
υπάρχει αληθεύουσα» (σελ. 226).
«Ας μη απατώμεθα. Υπάρχει και ο “διάλογος του ψεύδους”, όταν
οι διαλεγόμενοι συνειδητώς ή ασυνειδήτως ψεύδονται ο είς εις τον άλλον.
Τοιούτος διάλογος είναι οικείος εις τον “πατέρα του ψεύδους”, τον διάβολον… και
εις όλους τους εκουσίους ή ακουσίους συνεργάτας του, όταν αυτοί θελήσουν να
πραγματοποιήσουν το καλόν των δια του κακού… Ο αιρετικο-ουμανιστικός χωρισμός
και η διαίρεσις της αγάπης και της αληθείας είναι σημείον ελλείψεως της
θεανθρωπίνης πίστεως» και «τούτο δεν ήτο η οδός των Πατέρων. Ο γυμνός
ηθικιστικός μινιμαλισμός και ο ανθρωπιστικός ειρηνισμός του συγχρόνου
Οικουμενισμού πράττουν μόνο έν πράγμα: φέρουν εις το φως τας φυματικάς
ουμανιστικάς ρίζας των…, φανερώνουν την δοκητιστικήν αναισθησίαν των δια την
ιστορίαν της Εκκλησίας, δηλαδή δια την αποστολικήν συνέχειά της, εν τη
αληθεία…» (σελ. 227).
(Αγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Ορθόδοξος Εκκλησία και
Οικουμενισμός).
Comments
Post a Comment