ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
ΚΑΤΑ ΑΡΕΙΑΝΟΦΡΟΝΩΝ
Προς όσους είναι στερεωμένοι εις την πίστη του Θεού, αγαπητούς και περιπόθητους αδελφούς, χαίρετε εν Κυρίω.
Πρώτον μεν ευχαριστώ τον Κύριο, ο οποίος σας αξίωσε να πιστεύσετε σ’ αυτόν, για να κληρονομήσετε και εσείς την αιώνια ζωή μαζί με τους αγίους.
Επειδή δε υπάρχουν μερικοί αρειανόφρονες, οι οποίοι περιέρχονται παντου , για κανένα άλλο σκοπό, παρά να εξαπατήσουν τους απλοϊκούς, σαν απεσταλμένοι τάχα από εμάς, υπάρχουν δε μερικοί οι οποίοι διαβεβαιώνουν μεν πως δεν πιστεύουν εις την διδασκαλία, αλλά υποχωρούν και προσεύχονται μαζί με αυτούς στον ίδιο τόπο.
Κατ’ ανάγκη λοιπόν έσπευσα, επειδή με παρακάλεσαν μερικοί σταθερώτατοι αδελφοί, να σας γράψω, ώστε να φυλάσσετε ακέραια και ανόθευτη την ευσεβή πίστη, την οποία διατηρεί σε σας η χάρη του Θεού, δια να μη δώσετε αφορμή σκανδαλισμού εις τους αδελφούς.
Διότι, όταν μερικοί δουν εσάς τους πιστούς στον Χριστό, να συγκεντρώνεσθε με αυτούς και να κοινωνείτε μαζί τους, οπωσδήποτε θα θεωρήσουν ότι ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΟ, και έτσι θα πέσουν στον βόρβορο της ασεβείας.
Για να μη συμβεί λοιπόν αυτό, αποφασίστε αγαπητοί, αυτούς μεν που φανερά πιστεύουν στην ασέβεια να τους αποστρέφεστε. Απ’ αυτούς δε, που νομίζουν πως δεν πιστεύουν στην Αρειανική διδασκαλία, κοινωνούν όμως με τους ασεβείς να φυλάγεσθε. Και μάλιστα εκείνων που αποστρεφόμαστε την πίστη, αυτούς πρέπει να αποφεύγουμε από την κοινωνία.
Εάν δε κανείς προσποιείται μεν, ότι ομολογεί Ορθή πίστη, φαίνεται δε ότι κοινωνεί με εκείνους, αυτόν να τον παροτρύνετε να αποφεύγει αυτήν την συνήθεια. Και εάν μεν το υποσχεθεί, να τον θεωρείτε αδελφό, εάν δε επιμένει με πείσμα, αυτόν να τον απομακρύνετε.
Διότι εάν πράττετε έτσι θα διατηρήσετε καθαρή την πίστη, και εκείνοι βλέποντας σας θα ωφεληθούν, επειδή θα φοβηθούν μήπως θεωρηθούν ως ασεβείς και ότι πιστεύουν την διδασκαλία εκείνων.
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
«Δέν χρειάζονται στή συζήτηση μέ τόν αἱρετικό σχήματα λόγου, ρητορισμοί, γενικότητες, κομπορρημοσύνη, ἀλλά ἐξυπνάδα καί ἐμπειρία στήν Ἁγία Γραφή, καί δύναμη ἐπιχειρημάτων».
«Θά πρέπει νά ξέρει νά μάχεται μέ τούς ἐχθρούς, καί νά ἐξουδετερώνει κάθε ἐπιχείρημα τοῦ αἱρετικοῦ ὑποτάσσοντάς το στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί νά ξεκαθαρίζουν τίς αἱρετικές διδασκαλίες. Αὐτός πού δέν γνωρίζει αὐτά πού χρειάζονται γιά νά ὑποστηρίξει τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἄς εἶναι μακρυά ἀπό θρόνο διδασκαλικό».
«Ὅταν ἀνακινεῖται ἀγώνας ὑπέρ τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων, καί ὅλοι τίς ἴδιες Ἅγιες Γραφές χρησιμοποιοῦν κατά τήν μάχη σέ τί θά ὠφελήσει ἡ μόνο σωστή ζωή; Ποιό εἶναι τό ὄφελος τῶν ἱδρώτων, τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων, ὅταν κάποιος ἀπό ἀπειρία ἐκπέση σέ αἵρεση καί διαιρέσει τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας; Ποιό εἶναι τό κέρδος τοῦ ἀγῶνος; Κανένα.
Ὅπως καί σέ τίποτα δέν ὠφελεῖ ἡ γνώση τῆς σωστῆς πίστεως καί ἀπό τήν ἄλλη ἡ ζωή εἶναι διεφθαρμένη».
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
«Ο Ιουδαϊσμός αντιμάχεται τον Ελληνισμό, και οι δύο μαζί αυτοί αντιμάχονταν τον Χριστιανισμό, όπως ακριβώς οι Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι υπήρχαν και μεταξύ των εχθροί, αλλά και με τον Ισραηλιτικό λαό».
«Όπως και στην κακία, συμβαίνει η Δειλία και η Θρασσύτης να είναι αντίθετα μεταξύ των, ενώ και τα δύο προς την Ανδρεία. Περίπου τέτοιος είναι και ο πόλεμος που γίνεται και από τις δύο πλευρές, εναντίον της ορθότητας της ομολογίας. Από μεν τη μία πλευρά ο Σαβέλλιος, και από την άλλη αυτοί οι οποίοι κηρύσσουν την ανομοιότητα.
Εμείς όμως, όπως αποφύγαμε τον Εθνισμό, και αποστραφήκαμε την πονηρή ειδωλολατρεία, και καταδικάσαμε την άθεη πολυθεΐα αυτών, έτσι αποφύγαμε και τη βλασφημία των Ιουδαίων, οι οποίοι αρνούνται τον Υιόν του Θεού, διότι φοβηθήκαμε την εξής απειλή: «Αυτός που θα με αρνηθεί εμπρός εις τους ανθρώπους, αυτόν Εγώ θα τον αρνηθώ εμπρός εις τον Πατέρα μου εις τους ουρανούς».(Ματθαίος 10/ι: 33).
«Ας αποφύγωμεν λοιπόν τώρα, όπως είναι φυσικόν, και αυτούς οι οποίοι εφευρίσκουν ακόμη συγγενή μ’ αυτά επινοήματα, εναντίον της διδασκαλίας της αληθείας. Επειδή λοιπόν ο σοφός στο να πράττει το κακό διάβολος, είδε την αποξένωση των Χριστιανών από τον Εθνισμό αλλά και από τον Ιουδαϊσμό, και ότι αυτομάτως από τις ονομασίες είμαστε εχθροί προς αυτούς, με το να θέτει το όνομά μας στον καθέναν από αυτούς, προσπαθεί έτσι να επαναφέρει πάλι την Ιουδαϊκή άρνηση και την Εθνική πολυθεΐα».
«Διότι οι μεν, με το να λέγουν ότι ο Μονογενής Υιός είναι έργον του Θεού και κτίσμα, (δηλαδή οι Αρειανοί), έπειτα να προσκυνούν και να Θεολογούν δια της λατρείας της κτίσεως και όχι του Κτίστου, εισάγουν αυτομάτως τα δόγματα των Εθνικών (οι οποίοι είχαν ειδωλολατρεία). Οι δε, (δηλαδή οι Σαβελλιανοί), με το να αρνούνται τον Θεόν που εγεννήθη από τον Θεόν, και με το να αθετούν εμπράκτως και αληθινά την ύπαρξη, (διότι όπως και στην αρχή είπαμε, θεωρούν ότι δεν υπάρχει ως ξεχωριστό πρόσωπο ο Υιός, αλλά ότι είναι άλλη έκφραση, άλλος τρόπος έκφρασης του ενός Θεού), ανανεώνουν πάλι τον Ιουδαϊσμό.
Διότι πράγματι, όταν ομολογούν τον Λόγο, τον παρουσιάζουν με τον ενδιάθετο λόγο. Και όταν λέγουν «Σοφία», εννοούν ότι είναι ομοία με την κατάσταση που υπάρχει στην ψυχή των μορφωμένων. (Διότι πράγματικά οι Σαβελλιανοί, μ’ αυτό τον τρόπο θεωρούσαν ότι πρέπει να εννοηθεί ο Υιός και Λόγος του Θεού. Ότι είναι ο «ενδιάθετος λόγος», δηλαδή ο «εσωτερικός λόγος» του Πατρός, και επομένως δεν έχει ξεχωριστή ύπαρξη, δεν είναι ξεχωριστό πρόσωπο).
«Και όμως, ο Ευαγγελιστής ευθύς εξ’ αρχής εις το προοίμιο, βοά: «Και Θεός ην ο Λόγος» (Ιωάννης 1/α: 1). Αποδίδοντας ιδίαν ύπαρξη εις τον Υιό. Διότι, αν εις την καρδίαν υπήρχε λόγος, πώς θα μπορούσε να εννοηθεί Θεός; Πώς θα μπορούσε να υπάρξει «πλησίον» εις τον Θεόν; Διότι ο Ευαγγελιστής λέει ότι «ο Λόγος ην προς τον Θεόν». (Ο Λόγος ήταν πλησίον εις τον Θεόν). Επειδή ούτε ο λόγος που είναι στον άνθρωπο είναι άνθρωπος, ούτε λέγεται ότι είναι «πλησίον» σε αυτόν, αλλά «μέσα» σε Αυτόν. Διότι ούτε ζει, ούτε υπάρχει. Ο Λόγος όμως του Θεού, είναι ζωή και αλήθεια».
«Και απ’ εδώ μεν, αυτός ο πόλεμος. Από δε την άλλη πλευρά, τι λογής, και ποιος είναι ο αγώνας εναντίον της αληθείας;
Αποδέχονται μεν, (οι Αρειανοί) την ύπαρξιν, (την ύπαρξη του Λόγου), και συμφωνούν ότι ξεχωριστό πρόσωπο είναι ο Υιός, και ξεχωριστό πρόσωπο ο Πατήρ. Παρεισάγουν όμως ανομοιότητα εις την φύσιν. Και αποδέχονται το όνομα του Υιού μόνον ως προς την λέξιν. Εις δε την πραγματικότητα όμως, κατεβάζουν τον Λόγο εις τα κτίσματα, χωρίς να ντρέπονται τον Λόγο του Κυρίου, ο Οποίος δεικνύει εκ των προτέρων τον Εαυτόν Του, εις αυτόν που επείγεται να ιδεί τον Πατέρα. Διότι, αυτός λέγει, που έχει δει εμέ, έχει δει τον Πατέρα («Ο εωρακώς εμέ, εώρακε τον Πατέρα» – Ιωάννης 14/ιδ: 9).
«Ο λόγος αυτός, γι’ αυτούς που σκέπτονται σωστά, αποστομώνει και τις δύο βλασφημίες. Διότι δεν λέει ότι ο εαυτός Του είναι ο Πατήρ. Ολοφάνερα βέβαια εδώ, ξεχωρίζει τα πρόσωπα με το να λέγει: «Αυτός που έχει δει Εμέ». Διότι μ’ αυτό, φανερώνει το δικό Του πρόσωπο. Ενώ με το να λεει «έχει δει τον Πατέρα»,το αναφέρει στο Πατρικό πρόσωπο. Και το διακρίνει ξεκάθαρα από τον εαυτό Του, και με το να λέγει: «Εάν με είχατε γνωρίσει, θα είχατε γνωρίσει και τον Πατέρα.(«ει εγνώκητέ με, και τον Πατέρα μου είδητε αν»). Αυτά λοιπόν δεν φανερώνουν σύγχυση των προσώπων, αλλά το απαράλλακτον της Θεότητος παρουσιάζουν.
Όμως ας ακούσουν τον ίδιο λόγο και οι αντίθετοι. Ότι δηλαδή αυτός που καταξιώθηκε να έχει κοινωνία με τον Υιό, δεν έχει αποστερηθεί την κοινωνία με τον Πατέρα. Διότι ο γονεύς δεν εγέννησε διάφορον, αλλά τέτοιον που είναι ο ίδιος. Ας ακούσει ο Ανόμοιος: «Εγώ και ο Πατέρας μου είμεθα ένα». («Εγώ και ο Πατήρ έν εσμέν» - Ιωάννης 10/ι: 30).
Άκουσε κι εσύ Σαβέλλιε: «Εγώ εβγήκα από τον Πατέρα και προς Αυτόν πηγαίνω» (Ιωάννης 16/ιστ: 28). Και ο καθένας από εσάς, το δικό του τραύμα ας θεραπεύσει, με την Ευαγγελική διδασκαλία. Κι εσύ μεν να θεωρείς την ενότητα εις το απαράλλακτον της φύσεως, εσύ δε το: «από Αυτόν εβγήκα και προς Αυτόν πηγαίνω», («απ’ αυτού εξήλθον και προς αυτόν πορεύομαι»), στα διαφορετικά πρόσωπα. Ας συμφωνήσουμε λοιπόν σ’ αυτά, και ας ειρηνεύσουμε, και ας καταπαύσουμε τον μακρό πόλεμο εναντίον της πίστεως, αφού πετάξουμε τα ακονισμένα όπλα της ασεβείας, και μετατρέψουμε «τις λόγχες σε αλέτρια, και τας μαχαίρας σε δρεπάνια». (Είναι παραπομπή, από το βιβλίο του Ησαϊα 2/β: 4).
«Μήτε συ να λέγεις «μόνος», αλλά να ακολουθείς αυτόν που λέγει: «Δεν είμαι μόνος, διότι ο Πατήρ που με απέστειλε είναι μαζί μου». (Ιωάννης 8/η: 16). «Άλλος λοιπόν είναι ο Πατήρ που απέστειλε, και άλλος είναι ο Υιός που απεστάλλει. [Το χωρίο που (επαναλαμβάνουμε), λέγει: «Δεν είμαι μόνος, διότι ο Πατήρ που με απέστειλλε, είναι μαζί μου».
Και πάλι, εγώ (λέγει), δίδω μαρτυρίαν για τον εαυτό μου, και δίδει μαρτυρία δι’ εμέ, ο Πατήρ που με απέστειλε». (Εγώ μαρτυρώ περί Εμαυτού, και μαρτυρεί περί Εμού, ο πέμψας με Πατήρ. -Ιωάννης 8/η: 18).
«Κι εσύ δε, που κατ’ άλλον τρόπον της ασεβείας θεομαχείς, με το να λέγεις ότι ο Υιός είναι ανόμοιος κατά την φύση με τον Θεό, με το να μη αποδίδεις την ισότητα, με το να διαιρείς την ζωή, να εντραπείς τον Παύλο που λέγει: «Αυτός είναι εικών του αοράτου Θεού». («Ος εστιν εικών του Θεού του αοράτου» - Κολοσσαείς 1/α: 15).
«Και να αποδώσεις προς την ζωντανή εικόνα, το απαράλλακτο προς την αρχέτυπη ζωή. Να ομολογείς ότι ο Πατήρ δεν είναι δημιουργός Υιού κτιστού, και δια της αληθινής ομολογίας του Πατρός, να αποδώσεις την ομοτιμίαν του γεννηθέντος προς Αυτόν, αφού ενθυμηθείς τη μαρτυρία του Ευαγγελιστού, ότι τον Θεό αποκαλούσε Πατέρα Του, κάνοντας τον Εαυτό Του, ίσον με τον Θεόν. («ότι πατέρα έλεγεν εαυτού τον Θεόν, ίσον εαυτόν ποιών τον Θεόν» -Ιωάννης 5/ε: 18).
«Αλλά ο πόλεμος εναντίον μας, και από τη μία, και από την άλλη πλευρά, τέτοιος είναι. Ποια όμως είναι η αλήθεια; Να μη φοβάσαι ούτε συ την ομολογία των προσώπων, αλλά να λέγεις Πατέρα, να λέγεις και Υιόν χωρίς να αποδίδεις δύο ονόματα σε ένα πράγμα, αλλά από το κάθε όνομα να διδάσκεσαι ξεχωριστή έννοια. Ούτε πάλι εσύ, να θεωρήσεις λαβή προς την ασέβεια, την διάκριση των προσώπων. Διότι αν και είναι δύο ως προς την αρίθμηση, όμως ως προς την φύση, δεν είναι ξεχωριστά. Ούτε αυτός που λέγει «δύο», εισάγει αποξένωση.
Ένας Θεός, και μάλιστα Πατήρ. Ένας Θεός δε και ο Υιός. Και όχι δύο θεοί. Επειδή ο Υιός έχει ομοιότητα με τον Πατέρα. Δεν βλέπω δηλαδή άλλη Θεότητα στον Πατέρα και άλλη στον Υιό, Ούτε άλλη φύση εκείνη, και άλλη φύση αυτή.
Για να γίνει μεγαλυτέρα προς χάριν σου η εξηγηση να αριθμήσεις ξεχωριστά τον Πατέρα, και ξεχωριστά τον Υιό. Για να μην πέσεις όμως στην πολυθεΐα, να ομολογείς, ότι μία είναι η ουσία, (η φύσις δηλαδή), και εις τους δύο».
Comments
Post a Comment